Η εκκλησιαστική γη στους αγρότες;

apostolou

Στη δημιουργία ενός φορέα αξιοποίησης της αγροτικής εκκλησιαστικής περιουσίας προχωρά ο αναπληρωτής υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης, Βαγγέλης Αποστόλου, σε συνεννόηση με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο. Για το φιλόδοξο σχέδιο, που θα δώσει ζωή στην ελληνική επαρχία και δουλειά σε χιλιάδες νέους, μίλησε στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας» ο υπουργός, δίνοντας το στίγμα της πολιτικής που θ’ ακολουθήσει: «Το υπουργείο έχει ξεκινήσει μία διαδικασία καταγραφής και, στη συνέχεια, αξιοποίησης δημόσιων αγροτικών γαιών, οι οποίες σήμερα παραμένουν αναξιοποίητες. Τέτοιες εκτάσεις ανήκουν στο Δημόσιο, όπως στο υπουργείο Γεωργίας, αλλά υπάρχει και γη που ανήκει στην τοπική αυτοδιοίκηση. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η περιουσία που ανήκει στην Εκκλησία και σήμερα παραμένει ανεκμετάλλευτη».

Στο ερώτημα τι θα κάνει η Πολιτεία με τη δεσμευμένη εκκλησιαστική γη, ο κ. Αποστόλου δείχνει να συμμερίζεται την ανησυχία της Εκκλησίας: «Ξέρουμε ότι υπάρχουν εκτάσεις που δημιουργούν πρόβλημα στην Εκκλησία, στον βαθμό που, ενώ είχαν γεωργικό χαρακτήρα, σταμάτησαν να καλλιεργούνται και τώρα πλέον έχουν διασωθεί ή κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν ως δάση. Η διαδικασία αξιοποίησης αυτών των εκτάσεων στην υπηρεσία της αγροτικής παραγωγής είναι στρατηγικός στόχος της κυβέρνησης. Θέλουμε έτσι να ενισχύσουμε τους νέους αγρότες, τις ομάδες παραγωγών και τους κτηνοτρόφους. Αντίστοιχα, λοιπόν, με την προσπάθεια που θα γίνει για τα κτήματα του Δημοσίου, η πρότασή μου είναι να γίνει το ίδιο και για τα κτήματα της Εκκλησίας. Να ενταχθούν, δηλαδή, σε αυτόν τον φορέα, που θ’ αναλάβει την αξιοποίηση κατ’ αυτόν τον τρόπο».

Το σχήμα του φορέα αξιοποίησης της εκκλησιαστικής γης θα πάρει μορφή μετά την ολοκλήρωση της καταγραφής της περιουσίας, χωρίς ακόμη να έχει οριστικοποιηθεί αν θα είναι εταιρεία ή οργανισμός. «Σε γενικές γραμμές, ο Αρχιεπίσκοπος δεν ήταν αρνητικός στη συνάντηση που είχαμε, αναγνωρίζει το πρόβλημα, ξέρει ότι η προσπάθειά μας είναι φιλότιμη και είναι προς όφελος των νέων αγροτών του τόπου. Αναζητούμε το σχήμα που θα έχει ο φορέας και τις λεπτομέρειές του για να ξανασυζητήσουμε με την Εκκλησία. Θα συνεχιστεί λοιπόν ο διάλογος, έτσι ώστε να βρούμε τους τρόπους για να παραχθεί το βέλτιστο αποτέλεσμα».

Ο κ. Ιερώνυμος με τους συνεργάτες του σε κάθε συνάντηση που έχουν με πολιτικούς και οικονομικούς παράγοντες της χώρας, επισημαίνουν την ανάγκη αποδέσμευσης της εκκλησιαστικής περιουσίας, προκειμένου να αναπτύξουν το φιλανθρωπικό και κοινωνικό έργο της Εκκλησίας. Αίσθηση είχε προκαλέσει πριν από τρία χρόνια το χριστουγεννιάτικο μήνυμα του αρχιεπισκόπου: «Είναι καιρός να αρθούν τα εμπόδια, ώστε αυτή τη λίγη περιουσία που απέμεινε στην Εκκλησία να της επιτραπεί να την αξιοποιήσει προς όφελος του λαού μας. Και όποιος επιθυμεί να εργαστεί στην ελληνική γη, συμβάλλοντας στη διατροφική επάρκεια της χώρας και στην ανάπτυξη σύγχρονων εξαγώγιμων προϊόντων καλλιέργειας και βοσκής, ας γνωρίζει ότι όση λίγη γη ανήκει ακόμα στην Εκκλησία θα είναι στη διάθεσή του».

Το σχέδιο όμως, εκτός από χρόνο, απαιτεί γενναίες πολιτικές αποφάσεις για ν’ αντιμετωπιστεί αυτό που επισήμανε μόλις πριν από έναν μήνα ο κ. Ιερώνυμος: «Υπάρχει η δυσκολία του κράτους, γιατί το κράτος όπου δει εκκλησιαστικό τόπο, τον θεωρεί είτε δημοτικό είτε δημόσιο είτε δασικό. Επομένως δεν αρκεί μόνο η θέλησή μας. Χρειάζεται και η συνεργασία με την άλλη πλευρά».

«Εχει ολοκληρωθεί το 50% του Κτηματολογίου μας»

Προτού αξιοποιηθεί η εκκλησιαστική γη, χρειάζεται να καταγραφεί, μια διαδικασία όμως που μόνο εύκολη δεν είναι. Τα στοιχεία που διατίθενται κατά καιρούς δίνονται με το σταγονόμετρο είτε από την ίδια την Εκκλησία είτε από τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες, και αυτό διότι ουδείς επί της ουσίας είναι σε θέση να γνωρίζει το σύνολο ακόμη και της ακίνητης εκκλησιαστικής περιουσίας στην Ελλάδα. Σχεδόν όλοι εκτιμούν ότι το Κτηματολόγιο θα αποσαφηνίσει σε ικανό επίπεδο την κατάσταση, αλλά είναι δεδομένο ότι και σε αυτήν την περίπτωση θα υπάρξουν αντιπαραθέσεις.

Η Εκκλησία, όπως έχει δηλώσει στην «Κιβωτό» ο επίσκοπος Σαλώνων, Αντώνιος (διευθυντής της εκκλησιαστικής υπηρεσίας οικονομικών), θέλει τη διαδικασία του Κτηματολογίου, «ώστε επιτέλους να αποδειχθεί αφενός πόσο μεγάλο ψέμα είναι η φήμη ότι δήθεν η Εκκλησία έχει τεράστια περιουσία και αφετέρου ότι οι τίτλοι ιδιοκτησίας που έχει είναι αδιάσειστοι. Σε αυτήν την κατεύθυνση, η Εκκλησία έχει ξεκινήσει μια προσπάθεια ψηφιοποίησης ενός αρχείου, που ξεπερνά τα δύο εκατομμύρια έγγραφα. Εχει ήδη ολοκληρώσει το 50% αυτού του εκκλησιαστικού κτηματολογίου, που περιλαμβάνει τι έχει πουληθεί, τι έχει απαλλοτριωθεί και τι έχει μείνει. Οι άνθρωποι της Εκκλησίας εκτιμούν ότι απέμεινε μόνο το 4% της αρχικής της περιουσίας. Και από αυτήν μόνο το 1/4 είναι αξιοποιήσιμο, καθώς το υπόλοιπο είναι δεσμευμένο από τους δήμους. Πολλά από τα κτήματα θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν αγροτικά, με τη φύτευση είτε ελαιών κι αμπελιών είτε αρωματικών φυτών. Θέλει καλή μεθόδευση, αλλά πιστεύω ότι στο εξωτερικό τα προϊόντα αυτά θα βρουν μεγάλη ανταπόκριση», εξηγεί ο υπεύθυνος των οικονομικών της Εκκλησίας.

Τα εκκλησιαστικά ΝΠΔΔ εμφανίζονται να κατέχουν σχεδόν 1,3 εκατ. στρέμματα γης σε όλη τη χώρα. Δάση, βοσκοτόπια και αγροτικές εκτάσεις ανήκουν κυρίως σε ιερές μονές, οι οποίες πολλές φορές δεν διαθέτουν τίτλους ιδιοκτησίας, ενώ σε άλλες περιπτώσεις, επικαλούνται οθωμανικά φιρμάνια και έγγραφα που τους αναγνωρίζουν τη νομή και κατοχή ολόκληρων περιοχών στις οποίες, ωστόσο, σήμερα έχουν αναπτυχθεί οικισμοί. Αξίζει να σημειωθεί ότι κάποτε το μεγαλύτερο τμήμα της Αττικοβοιωτίας μοιράζονταν οι μονές Πεντέλης και Πετράκη.

Η εικόνα της συνολικής έκτασης του εκκλησιαστικού «κτηματολογίου» διαφοροποιείται από τα στοιχεία που έχει στη διάθεσή του το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης. Συγκεκριμένα, οι εκτάσεις περιορίζονται στα 855.000 στρέμματα εκ των οποίων σχεδόν τα μισά χαρακτηρίζονται διακατεχόμενα, δηλαδή εκτάσεις για τις οποίες η Εκκλησία δεν διαθέτει για διάφορους λόγους τίτλους ιδιοκτησίας ή αυτές έχουν καταπατηθεί. Πάντως, το μεγαλύτερο μέρος της εκκλησιαστικής περιουσίας, που δεν έχει κτιστεί, παραμένει δεσμευμένο από την Πολιτεία.

Ακόμη κι αν η βούληση του υπουργείου είναι ισχυρή, ερώτημα παραμένει τι θα γίνει με τα περίφημα «φιλέτα» της Εκκλησίας. Σχεδόν όλα τα οικόπεδα της Εκκλησίας στη Βουλιαγμένη, πλην ελαχίστων, είναι δεσμευμένα από το δήμο. Παρά το γεγονός ότι υπάρχουν δικαστικές αποφάσεις που διατάσσουν την αποδέσμευσή τους, με την επιβολή προστίμων στον δήμο και στο ΥΠΕΚΑ (υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας), εξακολουθούν να είναι δεσμευμένα. Τρανταχτό παράδειγμα είναι η Φασκομηλιά, η περιοχή που εκτείνεται από τη λίμνη της Βουλιαγμένης έως τη Βάρκιζα. Εκεί, η Εκκλησία υποστηρίζει ότι κατέχει τέσσερα οικοδομικά τετράγωνα και δεν μπορεί να τα αξιοποιήσει. Αντίστοιχες περιπτώσεις αποτελούν το λοφάκι όπου βρίσκεται το ορφανοτροφείο της Βουλιαγμένης, το οικοδομικό τετράγωνο ακριβώς απέναντι από τον Αστέρα της Βουλιαγμένης, αλλά και το οικοδομικό τετράγωνο δίπλα από τη λίμνη της Βουλιαγμένης.

Η χαρτογράφηση της αγροτικής εκκλησιαστικής περιουσίας

Σύμφωνα με την τελευταία καταμέτρηση του πραγματοποίησε η ελληνική Πολιτεία τη δεκαετία του ΄80, σε εκκλησιαστικούς οργανισμούς ανήκουν:

  • Νομός Αττικής: 33.860 στρ. δάσους, 6.500 στρ. δασικής έκτασης και 20.570 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης.
  • Νομός Ευβοίας: 17.890 στρ. δάσους, 1.670 στρ. δασικής έκτασης και 2.120 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης.
  • Νομός Κορινθίας: 15.310 στρ. δάσους, 500 στρ. δασικής έκτασης και 20.179 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης.
  • Νομός Τρικάλων: 41.110 στρ. δάσους, 23.850 στρ. δασικής έκτασης και 22.840 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης.
  • Νομός Μαγνησίας: 31.460 στρ. δάσους, 5.490 στρ. δασικής έκτασης και 3.340 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης.
  • Νομός Φωκίδας: 9.980 στρ. δάσους, 1.350 στρ. δασικής έκτασης και 1.050 στρ. χορτολιβαδικής.
  • Νομός Αχαΐας: 20.670 στρ. δάσους, 1.680 στρ. δασικής έκτασης και 1.060 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης.
  • Νομός Χαλκιδικής: 86.330 στρ. δάσους, 580 στρ. δασικής έκτασης και 2.300 στρ. χορτολιβαδικής έκτασης, τα οποία είναι στην ιδιοκτησία μονών του Αγίου Ορους και άλλα 8.340 στρ. δασικής έκτασης που ανήκουν σε άλλο μοναστήρι του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

Οι μικρότερες εκκλησιαστικές εκτάσεις βρίσκονται σε νομούς όπως η Μεσσηνία, η Φθιώτιδα, η Πέλλα και η Ηλεία.

Του Γιώργη Μυλωνά Πηγή: Κιβωτός της Ορθοδοξίας

Όμως πόσο  διατεθειμένη είναι η εκκλησία να παραχωρήσει μέρος της περιουσίας της, συμμεριζόμενη την φτωχοποίηση στην οποία έχουν περιέλθει μεγάλα στρώματα της κοινωνίας εξαιτίας της οικονομικής κρίσης; Ίσως η απάντηση είναι πως η εκκλησία ήταν πάντοτε πιότερο φιλάργυρη παρά φιλεύσπλαχνη.

Σε εισήγηση του Μητροπολίτου Φιλίππων, Νεαπόλεως καί Θάσου προς την Ιερά Σύνοδο απαντώντας ο σεβασμιότατος στο ερώτημα περί “Ἀναγκαιότης κτήσεως περιουσίας ὑπό τῆς Ἐκκλησίας” αναφέρει πως όχι μόνον είναι αναγκαία η κτήση αλλά θεωρείται πως είναι και ιερή, ανήκουσα στο Θεό και γι αυτό πρέπει να μείνει αναπαλλοτρίωτη στο διηνεκές :

“ἀξιομνημόνευτον εἶναι ὡσαύτως, ὅτι ἀπό τῶν πρώτων αἰώνων, ἐνωρίς ἡ Ἐκκλησία οἴκοθεν ἤχθη εἰς τήν προστασίαν καί διαφύλαξιν τῆς σχηματιζομένης ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, θεωροῦσα δέ αὐτήν ὡς πράγμα ἱερόν καί ἀνῆκον εἰς τόν Θεόν, ἐκανόνισεν τό ἀναπαλλοτρίωτον αὐτῆς εἰς τό διηνεκές (Ἀποστολικοί Κανόνες λη´, ογ´. Ἀγκύρας ιε´. Ἀντιοχείας κδ´, κε´. Καρθαγένης κστ´, λγ´. Χαλκηδόνος κδ´. Πενθέκτης μθ´ κ.ἄ.).”

Φυσικά, όχι μόνο δεν είναι διατεθειμένη να παραχωρήσει ότι της ανήκει, άλλα κρατάει με νύχια και με δόντια και υπερασπίζεται ως ιδιοκτησία της ακίνητα (από οικόπεδα έως δάση, λίμνες και χωριά), χωρίς να έχει τους απαραίτητους αποδεικτικούς τίτλους, πολλές φορές μάλιστα βοηθούμενη από την Πολιτεία.

Γράφει, πολύ γλαφυρά, ο Γιώργος Κυρμελής  στην “Ιστορία των Κερδυλλίων” (Σερρών):

“Ἄν συγκρίνει κανείς τήν πρώτη δωρεά, θά τρίβει τά μάτια του γιά τό τί κατώρθωσαν οἱ ἐσφιγμενίτες μοναχοί. Τελικά τούς τά ἔδωσε ὅλα, ἤ τά πῆραν ὅλα.Τούς λέει πάρτε ὅσο «κόβει τό μάτι σας» ἤ «οἷον καί ὅσον ὁρᾶτε». Οἷον θά πεῖ ὅποιο, δηλώνει ποιότητα, διαλέξτε ὅποιο καί ὅσο. Μέχρι τά «Βραστά», ὄχι βέβαια τό χωριό Βρασνά, γιατί τά Βρασνά τότε δέν ἦταν «ἀγρίδιο», δηλ. μικρομαχαλᾶς μέ καλύβια στά χωράφια· ἀντίθετα ἦταν πιό μεγάλο χωριό κι ἀπ’ τά Στεφανινά καί ἀπ’ τό Κρούσοβο. Ἄρα τό μετόχι ἔπαιρνε μέχρι τά σημερινά Ζεστά Νερά-Λακκάρα. Μιλώντας μάλιστα μέ αὐστηρότητα διατάσσει «μηδεμίαν μετουσίαν ἔχει τις ἐν αὐτῶ», δέν ἀναγνωρίζει δηλ. καμία, καί τήν παραμικρότερη, ἰδιωτική περιουσία, Οὔτε κἄν μιά σποριά μπαχτσέ. Δηλαδή τούς δίνει ὅλους τούς ὑπάρχοντες ἀγρούς, ὄχι καί τούς μελλοντικούς.
Διερωτᾶται κανείς πῶς, μέ τί δύναμη καί κουράγιο οἱ ἄνθρωποί μας θά ἔτρεχαν στά πεδία τῶν μαχῶν γιά νά ὑπερασπίσουν ΤΙ ;”

Και συνεχίζει: “Ἐδῶ, παρενθετικά, θά πρέπει νά κάνουμε μιά λεπτομερέστερη διασάφηση αὐτῶν τῶν περίφημων κτημάτων, πού ἡ Μονή Ἐσφιγμένου, παραδόξως, διεκδικεῖ μετά ἀπό 700 χρόνια!!. Οἱ τοποθεσίες πού στίς Ἀπογραφές ἀναφέρονται δέν εἶναι δυνατόν σήμερα νά ταυτοποιηθοῦν, ἐκτός ἀπό δυό-τρεῖς. Μία ἀπό αὐτές εἶναι ἡ περιοχή Ἁγίου Γεωργίου Κάτω Κερδυλλίων, πιό κάτω ἀπό τόν ναό, ὅπου πράγματι καί σήμερα ὑπάρχουν μερικά στρέμματα μοναστηριακά. Αὐτά καλλιεργοῦνται ἀπό Κερδυλλιῶτες πού ἀποδίδουν στή Μονή σχετικό ἐνοίκιο. Καί δέν εἶναι περισσότερα ἀπό 10-12 στρέμματα. Πουθενά ἀλλοῦ δέν μπορεῖ νά ἀποδειχθεῖ κατοχυρωμένη περιουσία ἐσφιγμενίτικη. Στό Ντριγανίτσι π.χ. δέν ὑπάρχει κανένα χωράφι καλλιεργούμενο, ἐκτός ἀπό 1-2 μικρά μπαχτσεδάκια, πρό τοῦ Ὁλοκαυτώματος. Αὐτά ὅλα γράφονται διότι, τελευταῖα, μέ τή νέα διοίκηση τῆς Μονῆς, διαπιστώνεται ἔντονο ἐνδιαφέρον γιά τό Μετόχι αὐτό, ὁ δέ διορισθείς ἡγούμενος περιφέρεται «ἀπό χωρίου εἰς χωρίον» τοῦ πάλαι ποτε μετοχίου, διακηρύττοντας πώς «αὐτά τά χωράφια εἶναι δικά μας», καί, «αὐτό τό βουνό εἶναι δικό μας». … Μετόχι ἐσφιγμενίτικο δέν ὑπάρχει πλέον στα Κερδύλλια, οὔτε πάροικοι. Ἄν ἡ εὐσέβεια μερικῶν κατοίκων συνήνεσε νά ἀποδίδει κάτι γιά 5-10 στρέμματα (σέ ἕνα καί μόνο μέρος, μέχρι σήμερα, δέν σημαίνει τίποτα καί δέν μπορεῖ νά νεκραναστήσει χρυσόβουλα. Ἀλλιῶς, τά πάντα, ἀκόμη καί οἱ σημερινοί κάτοικοι θά μετατρέπονταν πλήρως ἐξαρτημένοι ἀπό τή μονή Ἐσφιγμένου…”

Ενδιαφέρον έχουν επίσης οι διάφορες εγκύκλιοι της εκκλησίας με τις οποίες παρέχονται οδηγίες για την αναγνώριση ιδιοκτησίας σε εκκλησιαστικά ακίνητα τα οποία στερούνται τίτλων ιδιοκτησίας.

Για παράδειγμα το 1955/1007/20-5-2010 Εγκύκλιον Σημείωμα της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδας με θέμα “Αποστολή γνωμοδοτήσεως του παρά τη Ιερά Συνόδω Ειδικού Νομικού Συμβούλου περί τυπικής τακτοποιήσεως και δημιουργίας ελλειπόντων τίτλων ιδιοκτησίας δι’ εκκλησιαστικά ακίνητα.”

Εκεί γίνεται λόγος για τα άρθρα 88 του α.ν. 2200/1940 και 7 του ν. 3800/1957:

Βρίσκει αξιόλογη την διάταξη του α.ν. 2200/1940 καθώς:

“Η καινοτομία της διατάξεως είναι ότι ο επιχώριος Μητροπολίτης δύναται να δημιουργήσει μονομερώς “τίτλο ιδιοκτησίας” του εκκλησιαστικού ακινήτου, δηλαδή με την δήλωσή του, η οποία γίνεται ενώπιον συμβολαιογράφου και περιβάλλεται τον συμβολαιογραφικό τύπο α) περιγράφει το ακίνητο (το οποίο προδήλως απεικονίζεται σε τοπογραφικό διάγραμμα) β) βεβαιώνει με την δήλωσή του ότι το περιγραφέν ακίνητο διαχειρίζονταν (κατά περίπτωση) οι προκάτοχοί του Μητροπολίτες, Επίσκοποι ή Ι. Ναός της μητροπολιτικής του επαρχίας και συγκεντρώνει τις ιδιότητες, τις οποίες σωρευτικά ή διαζευκτικά απαιτεί η διάταξη.

Εν πρώτοις, η ανωτέρω διάταξη αναγνωρίζει, συντρεχουσών των ανωτέρω προϋποθέσεων, την κυριότητα επί ακινήτων σε Ιερές Μητροπόλεις ακόμα και αν πρόκειται για ακίνητο, επί του οποίου προβάλλει κυριότητα το Δημόσιο. Εισάγεται συνεπώς εξαιρετικό δίκαιο σε σχέση προς τον γενικό κανόνα της χρησικτησίας και δεν απαιτείται η Ι. Μητρόπολη να αποδεικνύει 30ετή νομή, που συμπληρώθηκε το αργότερον έως και την 11.09.1915 (και επομένως να ξεκίνησε το αργότερον από την 11.09.1885) Κατ’ επέκταση εξαρκεί και μόνον η οικεία Ι. Μητρόπολη να είχε διαχείριση από την περίοδο της τουρκοκρατίας και εφεξής, ακόμα και εαν η αυτή διαχείριση δεν άρχισε να ασκείται σε χρονικόν σημείο απέχον τουλάχιστον 30 έτη προ της 11ης.09.1915 (εξαίρεση ιδιαίτερα χρήσιμη όσον αφορά σε Νέες Χώρες , όπου η τουρκοκρατία έληξε μετά την 11.09.1915)

Η δεύτερη σημαντική καινοτομία συνίσταται στην δημιουργία τίτλου κυριότητας με μονομερή συμβολαιογραφική δήλωση, κατ’ εξαίρεση δηλ. των διατάξεων του Αστικού Κώδικα, που προβλέπει περιοριστικώς στο άρθρο 1192 τα είδη των μεταγραπτέων τίτλων ιδιοκτησίας (αγορά, δωρεά, αποδοχή κληρονομιάς κλπ).”

Και καταλήγει προτείνοντας ως πιο “ευχερή” την πρώτη διάταξη παρόλο που ο Άρειος Πάγος δέχθηκε ως έγκυρη πράξη συναινέσεως και από τρίτον, ο οποίος δήλωσε ως κληρονόμος ότι ο προπάππος του είχε δωρίσει ατύπως το έτος 1810 ακίνητο σε Ι. Ναό, αν και δεν προέκυπτε από έγγραφο τίτλο η κυριότητα του προπάππου του δηλούντος επί του δωρηθέντος ακινήτου.

Με όλη αυτή τη στάση της εκκλησίας, έρχεται στο μυαλό το απόσπασμα από τις “Αδερφοφάδες” του αφορισμένου Νίκου Καζαντζάκη:

“…

– Ε πάτερ άγιε, έχω ένα λόγο να σου πω, ξύπνα! Άνοιξε ο καλόγερος τ’ αυγουλωτά του μάτια, είδε τον παπά, κατάλαβε.

– Γέροντα μου, είπε, καλώς σε βρήκα.

– Τι γυρεύεις εδώ στο χωριό μου;

– Μ’ έφερε η χάρη της, αποκρίθηκε ο καλόγερος κι έδειξε το ασημένιο κουτί. Εγώ πάω όπου αυτή με πάει.

– Η χάρη της μ’ έπεψε και μένα να σου πω: φεύγα! Πάρε το κουτί, τα κοφίνια σου, το γαϊδουράκι, τα γιατροσόφια σου, φεύγα!

– Η Παναγιά Παρθένα…

– Σώπα! Μη μαγαρίζεις το άγιο τ’ όνομα της Μάνας του Θεού. Να σ’ έστελνε η χάρη της, θα σε φόρτωνε από το Άγιον Όρος σιτάρι και λάδι και ρουχική, ό.τι περισσεύει από τους καλόγερους, να ‘ρθεις εδώ να τα μοιράσεις στο λαό της που γυρίζει γυμνός και ξυπόλυτος και πεθαίνει της πείνας. Όχι να θες να βγάλεις από το στόμα τους και μια μπουκιά ψωμί που τους απομένει… Σώπα, σου λέω! Έκαμα κι εγώ Αγιορείτης, έμαθα τα μυστικά σας, υποκριτές, τεμπελχανάδες, αγιογδύτες!

Τον έπιασε από το μπράτσο.

– Και τι ‘ναι τα λόγια που ξεστομίζεις, δε μου λες; Σκοτώνετε! Σκοτώνετε! Αυτά σου παράγγειλε η Παρθένα; Γι αυτό, το λοιπόν, μπήκε σήμερα στην Ιερουσαλήμ ο Γιος της, να σταυρωθεί; Ιούδα! Ως πότε, μωρέ, θα προδίνεις το Χριστό;

Είχε σκύψει απάνω του και του μιλούσε κι έτρεμε μανιασμένος.

– Ιούδα! Ιούδα!

Μιλούσε ακόμα, κι ο λαός είχε ξαναρχίσει να μαζεύεται, ξεσκούφωτος, αμίλητος, με τα μάτια στυλωμένα με τρόμο στο ασημένιο κουτί απάνω στο πατάρι. Καθένας κρατούσε στα χέρια του ή μέσα στο σκούφο του ένα κρεμμύδι ή μια φούχτα σιτάρι ή λίγο μαλλί από το πρόβατο του, ό,τι είχε, να το χαρίσει στην Παναγιά. Μια γυναίκα δεν είχε τίποτα, είχε βγάλει την μπολίδα της να τη δώσει· ένας γέρος, μιαν παλιάν αντίκα που ‘χε βρει μια μέρα σκάβοντας στο χωράφι του.

Στράφηκε ο παπα-Γιάνναρος, κοίταξε το λαό, η καρδιά του σφίχτηκε.

– Παιδιά μου, είπε, προσκυνήστε την αγία Ζώνη, μα μη δώστε μήτε ένα σπυρί σιτάρι στον καλόγερο· φτωχοί είστε, πεινάτε, πεινούν τα παιδιά σας, κι η Παναγιά δεν έχει ανάγκη από χαρίσματα. Αυτή να σας πάρει; Θεός φυλάξει! αυτή να σας δώσει! Γιατί τη λένε Μάνα της Χριστιανοσύνης; Μπορεί να βλέπει τα παιδιά της να πεινούνε και να μην απλώνει το σπλαχνικό χέρι της να τους δώσει μια φέτα ψωμί; Και να τώρα ο αγαθός ετούτος άνθρωπος που ήρθε στο χωριό μας να γεμίσει τα κοφίνια του και να φύγει, είδε τη φτώχεια μας, είδε τα παιδιά που έτρεχαν πίσω του λιμασμένα κι η καρδιά του πόνεσε.

∆ούλος, μαθές, πιστός δεν είναι της Παναγιάς; ∆εν κάθεται η Παναγιά μέσα στην καρδιά του; Τι ανάγκη έχει αυτός από φαγιά και καλοπέραση; Από χρόνια έχει καταφρονέσει τ’ αγαθά του μάταιου κόσμου και πήγε στο Άγιον Όρος ν’ αγιάσει… Πόνεσε το λοιπόν στη συφορά μας και πήρε την απόφαση – ο Θεός να τον έχει καλά! – να σας μοιράσει ό,τι ως τώρα μάζεψε από τα χωριά που πέρασε και· βρίσκεται στα κοφίνια του!

Ν’ ακούσει ο λαός τα λόγια ετούτα έσυρε φωνή κι οι γυναίκες έβαλαν τα κλάματα· χύθηκαν όλοι στον καλόγερο, του άρπαζαν το χέρι και το φιλούσαν κι έκλαιγαν. Κι ο καλόγερος είχε γίνει κατακόκκινος, έβραζε μέσα του, βλαστημούσε το διαολόπαπα που του ‘παιξε ένα τέτοιο παιχνίδι και τον λήστεψε. Μα τι μπορούσε πια να κάμει; ντρέπουνταν, όχι, δεν ντρέπουνταν, φοβόταν ν’ αρνηθεί, είχαν κιόλα μαζωχτεί τα παιδιά γύρα από το γαϊδουράκι και χοροπηδούσαν, είχαν κολλήσει τη μύτη τους στα κοφίνια, οσμίζονταν τη μυρωδιά από τα σύκα κι έτρεχαν τα σάλια τους.

– Ας έρθουν δυο, πρόσταξε ο παπα-Γιάνναρος, να ξεφορτώσουν το γαϊδουράκι, να φέρουν έξω τα κοφίνια, κι ο άγιος ετούτος άνθρωπος – ο Θεός τον έφερε!- θα σας τα μοιράσει. Μα πρώτα προσκυνήστε την άγια Ζώνη!

∆εν είχε προφτάσει να το πει, και τα κοφίνια είχαν κιόλα ξεφορτωθεί, άπλωναν οι γυναίκες τις ποδιές τους κι οι άντρες τους σκούφους και τα μαντίλια τους και τα παιδιά έχωναν τα χεράκια τους στα κοφίνια.

– Ησυχία… ησυχία… παράγγελνε ο παπα-Γιάνναρος κι έλαμπε το πρόσωπο του ευχαριστημένο, πρώτα να προσκυνήστε και να ευχαριστήστε την Παναγιά, που σας στέλνει τον άγιο ετούτον άνθρωπο και τα κοφίνια του!

Ο καλόγερος ορθός αγκομαχούσε, ίδρωνε και ξέδρωνε και του ‘ρχουνταν να κρεπάρει· κάπoυ κάπoυ έριχνε φαρμακερή ματιά στο διαολόπαπα· αχ, να μπορούσε να τον αρπάξει από τα γένια, να του τα ξεριζώσει, τρίχα τρίχα! Μια στιγμή τον ζύγωσε, έσκυψε στο αυτί του:

– Μ’ έφαες, αγιογδύτη! έγρουξε, κι η αναπνοή του έκαψε τα μελίγγια του παπα- Γιάνναρου.”



ΚατηγορίεςΔιάφορα, Κτηματολόγιο

Tags: , , ,

2 replies

  1. Εαν δεν ξεκαθαρισθεί το ιδιοκτησιακο καθεστώς κάθε προσπάθεια θα αποβεί άκσρπη, Τα στοιχεία της καταγραφής του 1980 είναι λανθασμένα και ελλιπή.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Discover more from dasarxeio.com

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading