Η ασθένεια του μεταχρωματικού έλκους: Μια απειλή για τα πλατάνια της Ελλάδας

.

Δρ Παναγιώτης Τσόπελας, Δασολόγος-Φυτοπαθολόγος, Τακτικός Ερευνητής
Νικολέτα Σουλιώτη
, Δασοπόνος, Ειδικός Επιστήμονας
Νικόλαος Χατζηπαυλής
, Δασοπόνος, Εξωτερικός Συνεργάτης
Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων

Ανατολικός πλάτανος

Ο ανατολικός πλάτανος (Platanus orientalis L.) είναι το μοναδικό ιθαγενές είδος πλατάνου στην Ευρώπη. Απαντάται στη βαλκανική χερσόνησο και επεκτείνεται ανατολικά στη δυτική Ασία μέχρι τα Ιμαλάια. Στη δυτική Ευρώπη δεν υπάρχει φυσική εξάπλωση του είδους, εκτός από κάποια υπολείμματα στη νότια Ιταλία (Σικελία και Καλαβρία), όπου πιθανόν να είχε εισαχθεί από τους αρχαίους Έλληνες όταν οι περιοχές αυτές ήταν ελληνικές αποικίες. Ωστόσο, σε αρκετές περιοχές της δυτικής Ευρώπης καλλιεργείται, κυρίως ως καλλωπιστικό, το υβρίδιο μεταξύ του ανατολικού και του δυτικού (Αμερικανικού) πλατάνου (Platanus occidentalis L.), γνωστό ως Platanus x acerifolia (Ait.) Willd.

Στην Ελλάδα, ο ανατολικός πλάτανος αποτελεί κυρίαρχο είδος της παραποτάμιας βλάστησης από την Κρήτη έως τον Έβρο και σε υψόμετρα από 0-1200 m. Είναι ταχυαυξές φυτό και ένα από τα μακροβιότερα δένδρα της ελληνικής χλωρίδας, αποκτώντας ογκώδεις διαστάσεις όταν υπάρχουν ευνοϊκές συνθήκες ανάπτυξης. Σε πολλές περιοχές της χώρας υπάρχουν δένδρα πλατάνου ηλικίας αρκετών αιώνων, πολλά από αυτά έχουν ανακηρυχθεί ως «Μνημεία της Φύσης». Το πλατάνι αποτελεί ένα αναντικατάστατο καλλωπιστικό δένδρο με πλούσια σκιά, που δεσπόζει και διακοσμεί πλατείες, πάρκα και χώρους αναψυχής σε όλη τη χώρα.

Η ασθένεια του μεταχρωματικού έλκους

Η εισβολή στην Ελλάδα του μύκητα Ceratocystis platani (Walter) Engelbr. & T.C. Harr., που προκαλεί την ασθένεια του μεταχρωματικού έλκους του πλατάνου, αποτελεί μια τεράστια απειλή για τα φυσικά οικοσυστήματα πλατάνου, αλλά και για δένδρα που φύονται σε κατοικημένες περιοχές. Ο μύκητας C. platani είναι ένα εισβάλλον αλλόχθονο είδος στην Ευρώπη και θεωρείται ως ιθαγενές είδος της Βορείου Αμερικής. Στην Ευρώπη εισήχθη κατά τη διάρκεια του Β Παγκοσμίου Πολέμου με ξύλο πλατάνου που είχε χρησιμοποιηθεί στην κατασκευή κιβωτίων για τη μεταφορά πολεμικού εξοπλισμού. Στην Ιταλία και στη Γαλλία, όπου αρχικά εισήχθη το παθογόνο, η ασθένεια έχει πάρει μεγάλη έκταση νεκρώνοντας χιλιάδες δένδρων πλατάνου, κυρίως P. x acerifolia αλλά και P. orientalis στη Νότια Ιταλία. Στην Ευρώπη, η ασθένεια έχει επίσης διαπιστωθεί στην Ισπανία, στην Αλβανία, στην Ελβετία και στην Ευρωπαϊκή Τουρκία.

Το παθογόνο εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το φθινόπωρο του 2003, από το Εργαστήριο Δασικής Παθολογίας του Ινστιτούτου Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων, στην ΠΕ Μεσσηνίας και μέσα σε μια δεκαετία επεκτάθηκε σχεδόν σε ολόκληρη την Πελοπόννησο. Το 2010 ο μύκητας C. platani καταγράφηκε στην Ήπειρο και το 2011 στη Θεσσαλία, ενώ πρόσφατα (2017) εντοπίστηκε στη Στερεά Ελλάδα, στις ΠΕ Αιτωλοακαρνανίας, Ευβοίας, Ευρυτανίας και Φωκίδας. Πιθανόν να υπάρχει και σε άλλες περιοχές της χώρας και να μην έχει ακόμα καταγραφεί.

Ο μύκητας C. platani προσβάλει μόνο είδη πλατάνου (Platanus) και δεν προκαλεί ασθένεια σε κανένα άλλο είδος φυτού. Η ασθένεια του μεταχρωματικού έλκους του πλατάνου είναι θανατηφόρος. Εάν ένα δένδρο πλατάνου προσβληθεί από το παθογόνο είναι καταδικασμένο να νεκρωθεί και δεν υπάρχει μέθοδος «ίασης».

Στην Πελοπόννησο και στην Ήπειρο η ασθένεια έχει δημιουργήσει εκτεταμένες καταστροφές, νεκρώνοντας χιλιάδες δένδρων πλατάνου κατά μήκος ποταμών και χειμάρρων. Οι νεκρώσεις δένδρων πλατάνου σε ορισμένα ποτάμια καταλαμβάνουν μεγάλη έκταση, με καταστροφή της παρόχθιας βλάστησης σε μήκος αρκετών χιλιομέτρων και το παθογόνο συνεχώς επεκτείνεται σε νέες περιοχές. Ο ανατολικός πλάτανος είναι ένας πολύ ευπαθής ξενιστής στο μύκητα C. platani και στην Ελλάδα είναι η πρώτη φορά παγκοσμίως που η ασθένεια έχει λάβει τόσο μεγάλη έκταση σε φυσικά οικοσυστήματα πλατάνου.

Η ασθένεια στην Ελλάδα έχει επίσης επεκταθεί και σε κατοικημένες περιοχές, έχοντας καταστρέψει πολλά δένδρα που κοσμούσαν πλατείες, πάρκα, χώρους αναψυχής και δρόμους. Αρκετά από αυτά ήταν υπεραιωνόβια με τεράστιες διαστάσεις. Στην Πλατανιώτισσα Αχαΐας (Δήμος Καλαβρύτων) έχει προσβληθεί από την ασθένεια ένα ιστορικό πλατάνι, ηλικίας χιλίων ετών σύμφωνα με την παράδοση, το οποίο έχει ανακηρυχτεί Διατηρητέο Μνημείο της Φύσης και στο κοίλωμα του κορμού του λειτουργεί το Ιερόν Προσκύνημα Παναγίας, με χωρητικότητα περίπου 20 ατόμων.

Εσωτερικό του ναού στο κοίλωμα του κορμού δένδρου πλατάνου στην Πλατανιώτισσα Αχαΐας. Το δένδρο έχει προσβληθεί από την ασθένεια και σε μερικά χρόνια θα έχει καταστραφεί

Διάδοση του παθογόνου

Στα προσβεβλημένα φυτά ο μύκητας C. platani παράγει αγενή και εγγενή σπόρια, με τα οποία διαδίδεται σε υγιή φυτά. Σπόρια του μύκητα παράγονται στην περιοχή του έλκους, σε σχισμές κάτω από το φλοιό καθώς και σε επιφάνειες που προκύπτουν από κοπή ή θραύση των κλάδων και του κορμού. Επίσης, σπόρια σχηματίζονται μέσα στα αγγεία του προσβεβλημένου ξύλου και το πριονίδι που προκύπτει από την υλοτομία και τον τεμαχισμό ασθενών δένδρων συμβάλλει στη διάδοση του μύκητα. Η κύρια θέση εισόδου του παθογόνου στους ιστούς του ξενιστή είναι από πληγές στο φλοιό των κλάδων, του κορμού ή των ριζών, αποικίζοντας στη συνέχεια τους ξυλώδεις ιστούς στο σύνολο του δένδρου. Το προσβεβλημένο σομφό ξύλο εμφανίζει χαρακτηριστικό μεταχρωματισμό χρώματος σκούρου καστανού έως κυανόμαυρου. Από τις ρίζες των προσβεβλημένων δένδρων ο μύκητας επεκτείνεται στις ρίζες των γειτονικών υγιών δένδρων μέσω αναστομώσεων (συνενώσεων) των ριζών.

Αγενή σπόρια του μύκητα Ceratocystis platani

Το παθογόνο διαδίδεται κυρίως με τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Πολύ συχνά μεταδίδεται σε υγιή φυτά με τα εργαλεία κλαδεύσεως και υλοτομίας. Επίσης, τα μηχανήματα εκσκαφής, που χρησιμοποιούνται σε ποτάμια ή δρόμους με προσβεβλημένα δένδρα, μπορεί να μεταφέρουν μολυσμένο χώμα ή τεμάχια προσβεβλημένου ξύλου και να δημιουργήσουν νέες εστίες προσβολής.

Αντιμετώπιση της ασθένειας

Ο μύκητας C. platani ανήκει στους οργανισμούς καραντίνας και σύμφωνα με την ελληνική και την ευρωπαϊκή νομοθεσία θα πρέπει να λαμβάνονται μέτρα άμεσης καταστροφής των προσβεβλημένων δένδρων, για την αποτροπή διάδοσης της ασθένειας σε άλλες περιοχές. Από το 2009, στην Ελλάδα διενεργούνται συστηματικοί έλεγχοι (Επισκοπήσεις) για τη διαπίστωση του παθογόνου. Η έγκαιρη διάγνωση της ασθένειας είναι ο βασικότερος παράγοντας στην αντιμετώπιση της ασθένειας, όταν ακολουθείται από την άμεση επέμβαση για την εκρίζωση παθογόνου.

Σε αρκετές περιοχές η ασθένεια έχει λάβει επιδημικές διαστάσεις, με χιλιάδες νεκρά δένδρα και η αντιμετώπισή της είναι σχεδόν αδύνατη. Ωστόσο, όταν γίνει έγκαιρη διάγνωση, σε μικρές εστίες προσβολής, είναι δυνατή η λήψη μέτρων για την εκρίζωση ή τον περιορισμό της εξάπλωσης του παθογόνου.

Η αντιμετώπιση της ασθένειας ήταν δυνατή σε περιοχές της Πελοποννήσου της Ηπείρου και της Θεσσαλίας, με την εφαρμογή ζιζανιοκτόνου. Το ζιζανιοκτόνο εφαρμόζεται στα υγιή δένδρα που γειτνιάζουν με τα προσβεβλημένα αλλά και στα προσβεβλημένα που δεν έχουν νεκρωθεί από το παθογόνο. Με αυτό τον τρόπο επιτυγχάνεται η ταχεία νέκρωση των δένδρων αυτών κα η αποφυγή διάδοσης του μύκητα μέσω των αναστομώσεων των ριζών, επειδή το παθογόνο δε διαδίδεται στις νεκρές από το ζιζανιοκτόνο ρίζες.

Χαρακτηριστικός μεταχρωματισμός του ξύλου στον κορμό προσβεβλημένου δένδρου πλατάνου

Επειδή ο κύριος τρόπος με τον οποίο διαδίδεται ο μύκητας C. platani είναι οι ανθρώπινες δραστηριότητες, είναι δυνατόν να περιοριστεί η διασπορά του με τη λήψη προληπτικών φυτοπροστατευτικών μέτρων. Ο καλός καθαρισμός και η απολύμανση εργαλείων κοπής και κλάδευσης δένδρων καθώς και των μηχανημάτων εκσκαφής, που χρησιμοποιούνται σε περιοχές που φύονται πλατάνια, μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην αποτροπή επέκταση της ασθένειας σε νέες περιοχές. Όλα τα προσβεβλημένα δένδρα πρέπει κατά κανόνα να υλοτομούνται και το ξύλο καθώς και τα υπολείμματα υλοτομίας πρέπει να καταστρέφονται με φωτιά. Η χρησιμοποίηση του ξύλου από προσβεβλημένα δένδρα για καυσόξυλα ή άλλες χρήσεις εγκυμονεί κινδύνους διάδοσης της ασθένειας και απαγορεύεται από τη νομοθεσία.

Το Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων είναι το μοναδικό ερευνητικό ίδρυμα στην Ελλάδα που έχει ασχοληθεί με την ασθένεια του μεταχρωματικού έλκους του πλατάνου. Το Εργαστήριο Δασικής Παθολογίας είναι το Επίσημο Εργαστήριο, όπου πραγματοποιούνται οι εργαστηριακοί έλεγχοι για τη διαπίστωση του παθογόνου μύκητα, ενώ παράλληλα εκπονεί ένα Ερευνητικό Έργο που αφορά στην αντιμετώπιση της ασθένειας και χρηματοδοτείται από το Πράσινο Ταμείο του ΥΠΕΝ, διά της Γενικής Διεύθυνσης Ανάπτυξης, Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος. Περισσότερες πληροφορίες στην ιστοσελίδα: http://www.fria.gr/platanos/


Πληροφορίες: Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων, Τέρμα Αλκμάνος, 115 28 Ιλίσια, Αθήνα, τηλ.: 210 7790865, e-mail: tsop@fria.gr


Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΔΗΜΗΤΡΑ (Τεύχος 19, Ιούλιος – Σεπτέμβριος 2017)
Τριμηνιαία έκδοση του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού – ΔΗΜΗΤΡΑ
www.elgo.gr


Κράτα τοΚράτα το



ΚατηγορίεςΔασικά Οικοσυστήματα, Δασική Έρευνα, Χλωρίδα

Tags: , , , , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Discover more from dasarxeio.com

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading