«Ξενικά δένδρα και θάμνοι στην Ελλάδα» – Το νέο ηλεκτρονικό σύγγραμμα του Γ. Κοράκη

Οι γνωστοί – άγνωστοι σύντροφοί μας στις πόλεις και στα χωριά

Τα συναντάμε σε πάρκα και κήπους, δενδροστοιχίες αλλά και αναδασώσεις, σε όλη την Ελλάδα. Είναι τα ξενικά ή εξωτικά (μη ιθαγενή) δέντρα και θάμνοι και ένα νέο ηλεκτρονικό βιβλίο μας παρουσιάζει τα πιο κοινά και τα πλέον σημαντικά. Καταρχήν προπτυχιακό ακαδημαϊκό σύγγραμμα, ωστόσο χρήσιμο για όλους μας, με ανοικτή πρόσβαση από τις ανοικτές ακαδημαϊκές εκδόσεις «ΚΑΛΛΙΠΟΣ».

Το σύγγραμμα είναι διαθέσιμο στον σύνδεσμο: Γιώργος Κοράκης, 2024. Ξενικά δένδρα και θάμνοι στην Ελλάδα.

Βιβλιοπαρουσίαση από την ΟΙΚΟΤΟΠΙΑ

Σε μία περίοδο που το πράσινο στις πόλεις έχει κυριολεκτικά μπει στο στόχαστρο του αλυσοπρίονου, εκδίδεται ένα σύγγραμμα που έχει σα στόχο να συμβάλλει σε μια καλύτερη γνωριμία με τα μη ιθαγενή δέντρα και θάμνους. Με εύληπτη και κατανοητή γραφή, συνοδευόμενη από πλούσιο φωτογραφικό υλικό, παρουσιάζεται η ταυτότητα των πιο κοινών, αλλά και ορισμένων σπανιότερων, ξενικών ειδών που συναντάμε σε όλη την Ελλάδα. Ευκαιρία να τα γνωρίσουμε πριν τα χάσουμε!

Τί είναι τα ξενικά είδη;

Η απάντηση δίνεται στον πρόλογο του βιβλίου:

«Σημαντικό μέρος των φυτικών ειδών που έχουν καταγραφεί στην Ελλάδα είναι ξενικής προέλευσης, δηλαδή φυτά που δεν ανήκουν στην αυτόχθονη (ιθαγενή) χλωρίδα. Αν και εξωτικά, πολλά από τα φυτά αυτά είναι ιδιαίτερα κοινά και κάποια αποτελούν οικεία και καθημερινή εικόνα ακόμα και για όσους ζουν ή εργάζονται μέσα στο έντονα δομημένο περιβάλλον των μεγαλουπόλεων. Από τους εξωτικούς «επισκέπτες» οι πλέον γνώριμοι και οπωσδήποτε ευδιάκριτοι είναι τα πολυετή ξυλώδη φυτά ή, με πιο απλά λόγια, τα δένδρα και οι θάμνοι. Αυτά τα μη ιθαγενή, αλλά ξενικής προέλευσης είδη -τα οποία μπορούν επιπροσθέτως να χαρακτηριστούν ως εισαχθέντα ή αλλόχθονα- αποτελούν αντικείμενο του παρόντος ηλεκτρονικού συγγράμματος. Στο περιεχόμενό του περιλαμβάνονται τα σπουδαιότερα δενδρώδη και θαμνώδη φυτικά είδη για τα οποία γνωρίζουμε ότι στο κοντινό ή απώτερο παρελθόν εισήχθησαν από άλλες περιοχές, συχνά από διαφορετικές ηπείρους, και τα συναντάμε σήμερα στη χώρα μας. Στις περισσότερες περιπτώσεις δεν επεκτάθηκαν με φυσικό τρόπο αλλά μεταφέρθηκαν είτε εκούσια είτε ακούσια από τον άνθρωπο. Η επιλογή των ειδών που παρουσιάζονται έγινε βάσει της συχνότητας εμφάνισης και της χρήσης τους και είναι ευνόητο ότι η λίστα των ειδών δεν μπορεί να είναι εξαντλητική. Συμπεριλήφθηκαν και περιγράφονται τα πλέον κοινά και συχνά απαντώμενα είδη, τα οποία είτε καλλιεργούνται είτε εγκαταστάθηκαν και αυτοφύονται. Μερικά από τα τελευταία μπορεί να έχουν ήδη επεκταθεί σε μεγάλο βαθμό και να χαρακτηρίζονται ως εισβλητικά. Η βασικότερη χρήση τους ήταν και είναι η καλλωπιστική, ενώ ορισμένα αποτέλεσαν, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του δεύτερου μισού του 20ού αιώνα, περισσότερο ή λιγότερο δημοφιλή είδη αναδασώσεων…».

Τα ξενικά είδη ευνοούνται από τη βιοκλιματική πολυμορφία της Ελλάδας

Εντούτοις, όπως διαβάζουμε στη συνέχεια παρόλη την ποικιλία στο βιοκλίμα της χώρας -που επιτρέπει την υπαίθρια χρήση μεγάλης ποικιλίας ειδών από όλες τις περιοχές του πλανήτη- η γενική εικόνα είναι μάλλον μονότονη,

Άνθος λιριόδενδρου. Φέρει τα πρωτογενή μορφολογικά χαρακτηριστικά της οικογένειας Magnoliacea

«Ωστόσο, το πλεονέκτημα της δυνητικής χρήσης πληθώρας ξενικών ειδών στη χώρα μας μάλλον παρέμεινε ανεκμετάλλευτο επί δεκαετίες από όσους σχεδιάζουν και εκτελούν φυτοτεχνικά έργα, είτε πρόκειται για το δημόσιο, είτε -κυρίως- για την τοπική αυτοδιοίκηση, είτε για ιδιώτες. Η σχετική έρευνα αλλά και η καθημερινή εμπειρία δείχνει ότι τα ξενικά δένδρα και οι θάμνοι επαναλαμβάνονται μονότονα ανά την επικράτεια και τα βασικά είδη που χρησιμοποιούνται ως καλλωπιστικά περιορίζονται σε μονοψήφιο αριθμό (ενώ παράλληλα φυτεύονται σε υπερβολικό βαθμό)…».

Επιπρόσθετα και η γενική εικόνα της ανάπτυξης και της μορφής των δέντρων δεν είναι και η καλύτερη,

«…Χαρακτηριστικό που επίσης πρέπει να αναφερθεί και αφορά τα ξενικά δένδρα είναι η εξαιρετική σπανιότητα των ώριμης ηλικίας ατόμων, τα οποία έχουν φυτευτεί και χρησιμοποιούνται είτε ως αστικό πράσινο σε δημόσιους χώρους είτε ως καλλωπιστικά σε ιδιωτικούς κήπους. Δυστυχώς, για τα περισσότερα δενδρώδη είδη η εικόνα ενός ώριμου ατόμου με κανονική μορφή και πλήρη ανάπτυξη και κόμη φυσική, ανεπηρέαστη από κλαδεύσεις, είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατο να βρεθεί. Το μέγεθος του συγκεκριμένου προβλήματος γίνεται εύκολα αντιληπτό όταν γίνεται σύγκριση με την εικόνα των δένδρων του αστικού πρασίνου (πάρκων και δενδροστοιχιών) σε άλλες χώρες των Βαλκανίων καθώς και της υπόλοιπης Ευρώπης και αποτέλεσε μια ιδιαίτερη δυσχέρεια κατά την απεικόνιση των ειδών του παρόντος συγγράμματος…».

Στην έκδοση αυτή, που αποτελεί προπτυχιακό ακαδημαϊκό σύγγραμμα, περιλαμβάνονται περιγραφές και δεδομένα για τα πιο κοινά ξενικά είδη δέντρων και θάμνων, που απαντούν στην Ελλάδα. Το σύγγραμμα μπορείτε να το κατεβάσετε στον υπολογιστή σας από τον σύνδεσμο: Γιώργος Κοράκης, 2024. Ξενικά δένδρα και θάμνοι στην Ελλάδα.

Καλλωπιστικά είδη που βελτιώνουν την ποιότητα ζωής στις πόλεις

Στο 1 ο κεφάλαιο διαβάζουμε γενικά για τις χρήσεις και τις ωφέλειες που προέκυψαν από την εισαγωγή ξενικών ειδών,

«Είναι γεγονός ότι η συντριπτική πλειονότητα των ξενικών δένδρων και θάμνων που εισήχθησαν κατά καιρούς στην Ευρώπη και τη χώρα μας είχαν ως αρχικό σκοπό την καλλωπιστική χρήση. Εντούτοις, τα πολυετή ξυλώδη φυτά, και ιδιαίτερα τα δένδρα, εκτός από τον εξωραϊσμό ασκούν και πολλαπλές άλλες επιδράσεις, ευεργετικές για το περιβάλλον σε τέτοιο βαθμό ώστε από τη δεκαετία του 1970 αναπτύχθηκε ο ιδιαίτερος δασολογικός κλάδος της Δασοπονίας πόλεων (urban forestry) για τη μελέτη τους στον αστικό χώρο…».

Ενώ στους πρώτους αιώνες η εισαγωγή και καλλιέργεια μεγάλων εξωτικών δέντρων αποτελούσε μέσο επίδειξης και σύμβολο ισχύος στη συνέχεια, «…το αναμφισβήτητο αισθητικό αποτέλεσμα, κατεξοχήν και παραδοσιακά κίνητρο καλλιέργειας των ξενικών δένδρων, μπαίνει σε δεύτερη μοίρα σταδιακά από το δεύτερο μισό του 20ού αιώνα. Είναι η εποχή που οι αναφορές για τις ωφέλιμες επιδράσεις των (εξωτικών και μη) δένδρων στην ποιότητα ζωής στο νέο αστικό περιβάλλον πληθαίνουν ραγδαία…».

Μεγάλα κωνοφόρα όπως οι κέδροι είναι είδη κατάλληλα για χρήση σε ανοιχτούς χώρους.

Οι κυριότερες επιδράσεις τους είναι η μείωση της θερμοκρασίας της αστικής νησίδας, με άμεσο αποτέλεσμα τη μείωση της ενέργειας που δαπανάται για τον κλιματισμό των κτηρίων και η συγκράτηση της υδατοαπορροής με αποτέλεσμα την προστασία από πλημμύρες (ειδικά σε περιαστικά περιβάλλοντα). Επιπρόσθετα, ένα δένδρο λειτουργεί ως φίλτρο μείωσης των θορύβων, απορρύπανσης από σκόνη και αέριους ρυπαντές και δέσμευσης διοξειδίου του άνθρακα. Τέλος, απολύτως απαραίτητα θεωρούνται τα δένδρα των πάρκων και των χώρων πρασίνου για την αναψυχή, την ψυχική υγεία και γενικότερα την ευζωία των κατοίκων των αστικών κέντρων. Ωστόσο, αυτές οι αισθητικές, μικροκλιματικές, υδατικές και κοινωφελείς επιδράσεις είναι δυνατές μόνο εάν τα δένδρα που φυτεύονται επιβιώσουν και αναπτυχθούν κανονικά. Ειδικά στις πόλεις, το δυσμενές περιβάλλον δοκιμάζει την ανθεκτικότητα των δένδρων και η ανθρώπινη κακοδιαχείριση συχνά επιδεινώνει την κατάσταση.

Κοινά στη χώρα μας, απειλούμενα στον τόπο καταγωγής τους

Μορφή του S. giganteum. Διακρίνεται η απόλυτα συμμετρική, κωνοειδής κόμη (κόλουρος κώνος) που σχηματίζει το είδος σε νεαρή ηλικία και ο ογκώδης, με έντονη πτώση διαμέτρου, κορμός.

Στα επόμενα κεφάλαια του βιβλίου, παρουσιάζονται αλφαβητικά τα γένη και είδη. Αξίζει να αναφερθεί ότι πολλά από τα κοινά χρησιμοποιούμενα ξενικά είδη, είναι ιδιαίτερα σπάνια στην περιοχή καταγωγής τους και γι’ αυτό έχουν χαρακτηριστεί ως Παγκοσμίως Απειλούμενα με εξαφάνιση από την IUCN! Ξεχωριστή θέση ανάμεσά τους έχει ο εμβληματικός Κέδρος του Λιβάνου Cedrus libani, το δένδρο της Βίβλου και επονομαζόμενος «βασιλιάς των δένδρων», που αυτοφύεται στα όρη του Λιβάνου, της Συρίας και της Μικράς Ασίας. Δέντρο που φτάνει σε ύψος τα 35-40 μ., μακροβιότατο, με άτομα ηλικίας 3.000 ετών, είναι χαρακτηρισμένο ως Τρωτό (VU).

Αξιοσημείωτη επίσης είναι η παρουσία της Γιγάντιας Σεκόγιας Sequoiadendron giganteum, της οποίας επιβιώνουν σήμερα μόνο 75 διακριτοί πληθυσμοί από μικρές ή μεγαλύτερες συστάδες στις δυτικές πλαγιές της οροσειράς Σιέρρα Νεβάδα στην Καλιφόρνια. Το είδος είναι επίσης χαρακτηρισμένο ως Τρωτό (VU) από την IUCN.

Ginkgo biloba, το ασημένιο κορόμηλο

Μετά από μακρόχρονη έρευνα για το αν το γκίνγκο έχει σήμερα φυσικούς αυτοφυείς πληθυσμούς ή έχει διασωθεί μόνον εξαιτίας του ανθρώπου αποδείχτηκε, στις αρχές του 21ου αιώνα, ότι οι πληθυσμοί του είδους στα όρη Dalou της νοτιοδυτικής Κίνας είναι φυσικοί και ανεπηρέαστοι. Η συγκεκριμένη περιοχή λειτούργησε στο παρελθόν ως παγετωνικό καταφύγιο, και το είδος επιβίωσε χωρίς την ανθρώπινη παρουσία. Για την πλειονότητα των υπόλοιπων θέσεων της σύγχρονης κατανομής του G. biloba στην Κίνα και την Ιαπωνία θεωρείται δεδομένη η ευνόηση από τον άνθρωπο, καθώς επί αιώνες φυτεύεται ως καλλωπιστικό. Λόγω του πολύ μικρού φυσικού πληθυσμού, το G. biloba έχει περιληφθεί στον κατάλογο των απειλούμενων της IUCN ως «Κινδυνεύον» (EN).

Ματιές στο βιβλίο

Για κάθε γένος δένδρων ή θάμνων παρουσιάζονται τα πιο χαρακτηριστικά είδη που έχουν εισαχθεί στην Ελλάδα, με πληροφορίες για την αναγνώρισή τους, τις οικολογικές απαιτήσεις, τις χρήσεις τους και τη φυσική εξάπλωσή τους στον πλανήτη. Στην παρακάτω φωτογραφία, ένα απόσπασμα από το βιβλίο, για τη Λικιδάμβαρη, ένα γένος με δύο είδη τα οποία έχουν φυτευτεί ευρύτατα στο κέντρο της Θεσσαλονίκης και άλλων ελληνικών πόλεων.

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

Ο Γιώργος Κοράκης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Δασικής Βοτανικής στο Τμήμα Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων του Δημοκρίτειου Πανεπιστήμιου Θράκης, όπου είναι υπεύθυνος του Εργαστηρίου Δασικής Βοτανικής.
Στο διδακτικό του έργο περιλαμβάνονται προπτυχιακά και μεταπτυχιακά μαθήματα στο γνωστικό αντικείμενο της Γενικής και Δασικής Βοτανικής, της Φυτοκοινωνιολογίας, των Καλλωπιστικών Δένδρων και Θάμνων, καθώς και της Διατήρησης της Βιοποικιλότητας.
Έχει συμμετάσχει ως προσκεκλημένος εισηγητής σε εκπαιδευτικά προπτυχιακά και μεταπτυχιακά προγράμματα στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Το συγγραφικό του έργο περιλαμβάνει αξιόλογο αριθμό από δημοσιευμένες εργασίες σε διεθνή και σε εθνικά περιοδικά, βιβλία και σε πρακτικά επιστημονικών συνεδρίων.
Από το 1996 και μετά έχει συμμετάσχει σε περισσότερα από 30 επιστημονικά έργα και προγράμματα είτε ως επιστημονικός υπεύθυνος είτε ως επιστημονικός συνεργάτης.
Έχει συνεργαστεί με περιβαλλοντικές εταιρείες και Μη Κυβερνητικές Περιβαλλοντικές Οργανώσεις και έχει περισσότερα από 25 χρόνια εμπειρία σε περιβαλλοντικές μελέτες με αντικείμενο την ανάλυση και αξιολόγηση της χλωρίδας και των τύπων ενδιαιτημάτων σε προστατευόμενες και οικολογικά σημαντικές περιοχές.
Διετέλεσε τακτικό μέλος και Αντιπρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου του Φορέα Διαχείρισης του Εθνικού Πάρκου Δαδιάς-Λευκίμης-Σουφλίου.
Από τον Αύγουστο του 2020 είναι ιδρυτικό μέλος της “Εταιρείας Προστασίας Βιοποικιλότητας της Θράκης”.

Πηγή: ΟΙΚΟΤΟΠΙΑ




ΚατηγορίεςΧλωρίδα

Tags: , , , , , ,

Discover more from dasarxeio.com

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading