Κλάδεμα καλλωπιστικών δένδρων

Τα καλλωπιστικά δένδρα δεν κλαδεύονται συστηματικά, όπως τα οπωροφόρα.

Το κάθε είδος χρησιμοποιείται με βάση τα αισθητικά χαρακτηριστικά του, μεταξύ των οποίων συστατική σημασία έχει η φυσική μορφή της κόμης του. Έτσι οι κατά διαστήματα επεμβάσεις έχουν ως σκοπό τη διευκόλυνση της διαμορφώσεως της φυσικής κόμης κάθε δένδρου και τη διατήρησή της σε καλή κατάσταση, ιδίως σε συνθήκες συνωστισμού, όπως συμβαίνει συχνά στις πυκνές ομάδες δένδρων ή συστάδες δένδρων και θάμνων στους κήπους και τα πάρκα. Συστηματικότερα κλαδεύονται τα περισσότερα από τα φυλλοβόλα είδη δένδρων (σοφόρα, μουριά, ροβίνια, κολρετάρια, μέλια) των αστικών δενδροστοιχιών, ενώ μερικά άλλα (φυλλοβόλα ή αειθαλή) με κανονική κόμη (πυραμιδοειδή, κολονοειδή, σφαιρική) είτε δεν κλαδεύονται καθόλου (βραχυχίτων, ιπποκαστανέα, λεύκη ορθόκλαδη) είτε κλαδεύονται κατά αραιά χρονικά διαστήματα και ελαφρά (φιλύρα, καζουαρίνα, κερκίς). Το κλάδεμα των δένδρων των αστικών δενδροστοιχιών επιτρέπει την προσαρμογή της κόμης τους: α) Στους περιορισμένους χώρους των πεζοδρομίων ανάμεσα σε ψηλές οικοδομές, ηλεκτρικούς στύλους, κινούμενα οχήματα κλπ. και β) Στις δυνατότητες του εγκλωβισμένου κάτω από τις πλάκες του πεζοδρομίου, ανάμεσα σε δίκτυα σωλήνών, καλωδίων κλπ., ριζικού συστήματος να διατηρήσει την κόμη σε καλή κατάσταση.

Γενικά, το κλάδεμα των καλλωπιστικών δένδρων γίνεται:

– Για τη διευκόλυνση της διαμορφώσεως της κόμης των νεαρών δένδρων.

– Για τον έλεγχο και τον περιορισμό της κόμης των αναπτυγμένων δένδρων.

– Για την ανανέωση της κόμης παραμελημένων και μεγάλης ηλικίας δένδρων.

Βασική προϋπόθεση για ένα σωστό κλάδεμα δένδρου αποτελεί η γνώση του φυσικού σχήματος της κόμης του, η οποία διαμορφώθηκε υπό συνθήκες ελεύθερης αναπτύξεως.

1) Διαμόρφωση της κόμης νεαρών δένδρων.

α) Τα δένδρα με φυσική κόμη όρθια, ελαφρώς πυραμιδοειδή στη νεαρή ηλικία (πλάτανος ο δυτικός, φιλύρα κλπ.), διευκολύνονται με ελαφρές επεμβάσεις να διαμορφώσουν τον πρώτο χρόνο μια κεντρική κορυφή, στην προέκταση του κορμού και 4-5 βλαστούς σε ακτινωτή διάταξη γύρω από τον κορμό και υπό γωνία, στα σημεία εκφύσεως, περίπου 45°.

Το χειμώνα που ακολουθεί, οι βλαστοί αυτοί που θα σχηματίσουν τους μελλοντικούς βραχίονες, κλαδεύονται επάνω από έναν οφθαλμό που κατευθύνεται προς τα έξω, για να μην γίνουν πιο ψηλοί από την κεντρική κορυφή.

Για τη διαμόρφωση όρθιας αλλά ανοικτής κόμης, κορυφολογείται το δεύτερο έτος, κάθε ένας από τους βραχίονες, επάνω από έναν οφθαλμό που κατευθύνεται προς τα έξω, και αφαιρούνται οι περισσότεροι πλευρικοί κλαδίσκοι (σχ. 1α). Αντίθετα, για τη διαμόρφωση όρθιας και πυκνής κόμης, κλαδεύεται ο κάθε βραχίονας κατά το ½του μήκους του και πάνω από ένα πλάγιο κλάδο (σχ. 1β). Αν στα επόμενα 5-10 χρόνια οι κύριοι βραχίονες προσπαθούν να ανταγωνισθούν την κεντρική κορυφή, πρέπει να περιορίζονται, για να διατηρούνται σε χαμηλότερο ύψος (σχ. 1γ). β)Για να διευκολυνθεί η διαμόρφωση της κόμης δένδρου, που εκ φύσεως παίρνει αφαιρικό ή ελλειψοειδές ή ομβρελοειδές σχήμα, αφαιρείται η κεντρική κορυφή επάνω από τον ακτινωτό κύκλο των 3-4 βραχίονων, οι οποίοι οδηγούνται με κλαδέματα στα επόμενα χρόνια να διαμορφώσουν το αντίστοιχο στο είδος του δένδρου σχήμα (σχ. 1δ).

1.jpg

Συχνά, κυρίως στα δένδρα των δενδροστοιχιών, διαμορφώνεται με το κλάδεμα ένα τελείως τεχνητό σχήμα (γνωστό από την καρποφόρα δενδροκομία): το κυπελλοειδές με 3-4 κύριους βραχίονες (σχ. 1ε).

Για τη διευκόλυνση της κυκλοφορίας των οχημάτων και των πεζών τα δένδρα των αστικών δενδροστοιχιών πρέπει να διασταυρώνονται στα 2,3-2,5 m (σχ. 1στ).

Στα αειθαλή πλατύφυλλα (π.χ. στην αριά) πρέπει να κορυφολογούνται οι βλαστοί (σχ. 1ζ), για την ανάπτυξη πλάγιας βλαστήσεως και τη διαμόρφωση πυκνής κόμης.

Γενικά, για να δυναμώσουν και να αποκτήσουν σχήμα τα δένδρα, θα πρέπει να αφαιρούνται συστηματικά οι παραφυάδες που αναπτύσσονται στη βάση των κορμών και οι λαίμαργοι βλαστοί (σχ. 1η). Αν η τάση δημιουργίας λαιμάργων είναι έντονη, σκόπιμο είναι να διατηρούνται τον πρώτο χρόνο μερικοί, αφού κλαδευθούν κατά το μισό του ύψους τους, και να αφαιρούνται τον επόμενο, για να εμποδισθεί η ανάπτυξη νέων.

2) Έλεγχος και περιορισμός της κόμης αναπτυγμένων δένδρων.

Για το σκοπό αυτό αφαιρούνται οι ξεροί, άρρωστοι και αδύνατοι κλάδοι, οι κλάδοι που σχηματίζουν πολύ μικρή γωνία με το βραχίονα ή τον κορμό (σχ. 2α), ο ένας από δύο διασταυρούμενους και ανταγωνιζόμενους κλάδους (σχ. 2β) ή ακόμη ο ένας από τους δύο κλάδους που σχηματίζουν στενή διχάλα, γιατί είναι τρωτοί στον άνεμο και το χιόνι.

Για καλύτερο αερισμό και περισσότερο φως στο εσωτερικό δένδρων με πολύ πυκνή κόμη, απαραίτητη είναι η αφαίρεση ακραίων κλάδων ή κλαδίσκων, όπως επίσης η βράχυνση βραχιόνων και κλάδων που εξέχουν πολύ και αλλοιώνουν τη μορφή της κόμης.

Με άλλα λόγια, το κλάδεμα αυτό δεν είναι παρά αραίωμα και κορυφολόγημα κλάδων και βλαστών (σχ. 2γ, 2δ, 2ε).

Γενικά, η σωστή μείωση του όγκου της κόμης των δένδρων διατηρεί τα καλλωπιστικά τους προσόντα και προσαρμόζει τις απαιτήσεις τους σε θρεπτικά στοιχεία και νερό στις δυνατότητες του εδάφους και των ριζών να τα χορηγήσουν και να τα μεταφέρουν. Αυτό έχει μεγάλη σημασία για δένδρα των αστικών δενδροστοιχιών, όπου οι ατμοσφαιρικές και εδαφικές συνθήκες είναι ιδιαίτερα δύσκολες. Γι’ αυτό και ο περιορισμός της κόμης των δένδρων αυτών γίνεται συνήθως κάθε χρόνο, ενώ στα δένδρα των κήπων και των πάρκων εκτελείται κάθε 3-5 χρόνια ή και αργότερα.

3) Ανανέωση της κόμης παραμελημένων και μεγάλης ηλικίας δένδρων.

Τα παραμελημένα δένδρα, καθώς γερνούν, προσβάλλονται ευκολότερα από διάφορες ασθένειες (μυκητολογικές, εντομολογικές), που προκαλούν νεκρώσεις σε τμήματα του κορμού, βραχίονες, κλάδους κλπ. Οι ζημιές αυτές μειώνουν τη διακοσμητική αξία των δένδρων και αδυνατίζουν τη στερεότητα του σκελετού τους, με αποτέλεσμα να γίνονται επικίνδυνα για τους διερχόμενους ή γι’ αυτούς που κάθονται στη σκιά τους, ιδίως όταν πνέουν ισχυροί άνεμοι.

Για την αποφυγή των δυσάρεστων συνεπειών της εγκαταλείψεως, απαραίτητη είναι η ανανέωση της κόμης τους.

Αρχικά αφαιρούνται όλοι οι ξηροί, άρρωστοι και αδύνατοι βραχίονες και κλάδοι και κατόπιν μειώνεται το μήκος των βραχιόνων που έχουν αναπτυχθεί υπερβολικά, με το κέντρο βλαστήσεως πολύ απομακρυσμένο από τον κεντρικό άξονα δένδρου και αραιώνονται οι κατά μήκος κλάδοι.

Γενικά, η αυστηρότητα του κλαδέματος ανανεώσεως εξαρτάται από το είδος του δένδρου, από την κατάσταση στην οποία βρίσκεται αυτό και από την ηλικία του.

Από τα αειθαλή κωνοφόρα τα είδη πεύκου, πικέας και ελάτης δεν ανέχονται ευχαρίστως το κλάδεμα, ενώ το ανέχονται ως ένα βαθμό τα είδη τούγιας, κυπαρίσσου, τάξου, χαμαικυπαρίσσου.

Εκτός από τα τακτικά ψαλιδίσματα φυτικών πλαισίων συγκροτημένων από κωνοφόρα (τάξος, τούγια, χαμαικυπάρισσος κτλ.), το κλάδεμα των κωνοφόρων δεν είναι εργασία που εκτελείται συστηματικά. Γίνεται κατά αραιά χρονικά διαστήματα και σε περιορισμένη κλίμακα, κυρίως για την αφαίρεση ασθενών-ξηρών κλάδων ή κλάδων που αλλοιώνουν το σχήμα, για τη βράχυνση βραχιόνων που μάκρυναν πολύ και άδειασαν προς τα μέσα, για τη διευκόλυνση της αναπληρώσεως αχρηστευμένης κεντρικής κορυφής κλπ. Κατά τη βράχυνση βραχιόνων ή αφαίρεση κλάδων, η τομή πρέπει να γίνεται ακριβώς επάνω από το σημείο όπου υπάρχει πλάγιος κλάδος ή βλαστός, γιατί τα περισσότερα κωνοφόρα δεν αναβλασταίνουν από παλιό ξύλο που είναι γυμνό από κλάδους και βλαστούς. Οι τομές πρέπει να είναι όσο το δυνατόν μικρές και να καλύπτονται με προστατευτική αλοιφή, γιατί επουλώνονται αργά και δύσκολα.

Γενικά, καλύτερη εποχή για το κλάδεμα των καλλωπιστικών δένδρων είναι από τα μέσα μέχρι το τέλος του χειμώνα, ανάλογα με το είδος του δένδρου και την περιοχή.

Πηγή: Κιούσης Γ., Κουτέπας Ν. και Ταμβάκης Ν. (1996) Εργαστήριο Ανθοκομίας – Κηποτεχνίας, Ευγενίδειο Ίδρυμα, τ. Β, Αθήνα.



ΚατηγορίεςΚηποτεχνία - Έργα Πρασίνου

Tags: , , , ,

Απάντηση

Αρέσει σε %d bloggers: