Ο Γκαίτε και η «Μεταμόρφωση των φυτών»

Επιμέλεια: Σοφία Ε. Παυλάκη,
Δικηγόρος, M.Sc.

Το 1790 ο Γκαίτε ανέπτυξε την περίφημη θεωρία του για τη «Μεταμόρφωση των Φυτών» με την οποία ουσιαστικά ανακάλυψε τη (σειριακή) ομόλογη φύση των οργάνων των φύλλων στα φυτά και υποστήριξε ότι όλα τα όργανα των λουλουδιών είναι προϊόντα αλλεπάλληλων παραλλαγών μιας πρωτότυπης μορφής τους. Ο Γκαίτε συνέλαβε την ιδέα της ενότητας και της συνέχειας στη φύση και εισήγαγε την ολιστική αντίληψη για τη μελέτη της. Εισηγήθηκε έναν νέο κλάδο των επιστημών της Φύσης, τον κλάδο της Μορφολογίας, και καταφέρθηκε σθεναρά εναντίον της μηχανιστικής θεώρησης του κόσμου την οποία είχε επιβάλει η νευτώνεια Φυσική. Ο συγγραφέας του Φάουστ κι ένα από τα μεγαλύτερα πνεύματα του παγκόσμιου πολιτισμού είχε μια μοναδική συμβολή και στον κόσμο της επιστήμης της οποίας οι καρποί εξακολουθούν και σήμερα ν’ αποτελούν θεμέλια της σύγχρονης επιστημονικής και οικολογικής σκέψης.

Συγγραφέας, φιλόσοφος, ζωγράφος, στοχαστής, παιδαγωγός, πολιτικός αλλά και θετικός επιστήμονας ο Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε (Johann Wolfgang von Goethe, Φρανκφούρτη, 28 Αυγούστου 1749 – Βαϊμάρη, 22 Μαρτίου 1832), αποτελεί ίσως την τελευταία μορφή στα ευρωπαϊκά γράμματα και τις τέχνες της οποίας το έργο παρουσιάζει την πολυμέρεια και τον όγκο των μεγάλων καλλιτεχνών και διανοουμένων της Αναγέννησης.

Ο συγγραφέας του Φάουστ και υπουργός του κρατιδίου της Βαϊμάρης, ήταν ο ίδιος άνθρωπος που μελέτησε τις μεταμορφώσεις του φυτικού κόσμου και ανέπτυξε την περίφημη θεωρία του για τη «Μεταμόρφωση των Φυτών». Επίσης, συνέβαλε στην καθιέρωση της εξελικτικής σκέψης, συνέγραψε θεωρία για τα χρώματα, άσκησε κριτική στη μηχανιστική αντίληψη για τη μελέτη της Φύσης και εισηγήθηκε την ολιστική αντίληψη για την επιστήμη.

Αν και ο Γκαίτε είναι παγκοσμίως γνωστός για τη συμβολή του στη λογοτεχνία, υπήρξαν περίοδοι στη ζωή του στις οποίες απορροφήθηκε πλήρως από το επιστημονικό του έργο. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Βαϊμάρη, σε ηλικία 34 ετών, εντυπωσιασμένος από τη μορφολογική ομοιότητα των οργάνων που ανήκουν σε οργανισμούς διαφορετικού είδους διετύπωσε την άποψη ότι τα όργανα αυτά δημιουργούνται με βάση ένα κοινό πρότυπο και συνέλαβε την ιδέα της ενότητας και της συνέχειας στη φύση. Η ιδέα μάλιστα αυτή, που διατυπώθηκε 70 χρόνια πριν τη διατύπωση της «Θεωρίας της Εξέλιξης», ήταν ο λόγος για τον οποίο ο Κάρολος Δαρβίνος τον τοποθέτησε ανάμεσα στους προδρόμους της εξελικτικής σκέψης στον πρόλογο της «Προέλευσης των Ειδών».

Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον Γκαίτε

Το 1790 ο Γκαίτε δημοσίευσε την πραγματεία του με τίτλο: «Η Μεταμόρφωση των Φυτών» (Versuch die Metamorphose der Pflanzen zu erklären). Στο έργο του αυτό ο Γκαίτε υποστηρίζει ότι όλα τα όργανα των λουλουδιών είναι προϊόντα των παραλλαγών που έχει υποστεί μια αρχική, πρωτότυπη μορφή. Ουσιαστικά ο Γκαίτε ανακάλυψε τη (σειριακή) ομόλογη φύση των οργάνων των φύλλων στα φυτά, από κοτυληδόνια, στα φωτοσυνθετικά φύλλα, στα πέταλα ενός λουλουδιού.

Εκθέτει την ιδέα ότι τα όργανα του φυτού προέρχονται από τροποποιήσεις των φύλλων. Τα κοτυληδόνια θεωρούνται ατελή φύλλα. Τα φύλλα δίνουν επίσης την προέλευση, μετά από μεταμόρφωση, στα σέπαλα, τα πέταλα, τους στήμονες και τους στύλους. Οι ιδέες του Γκαίτε για τη μορφολογία των φυτών αποτέλεσαν αργότερα τη βάση πολλών ερευνητικών εργασιών, συμπεριλαμβανομένων εκείνων του Charles Darwin.

Στο βιβλίο του ο Γκαίτε σημειώνει: «Οποιοσδήποτε παρατηρήσει, ακόμη και επιφανειακά την ανάπτυξη των φυτών θα σημειώσει ότι συγκεκριμένα εξωτερικά μέρη του φυτού μετασχηματίζονται κατά διαστήματα, ώστε ν’ αποκτήσουν τη μορφή παρακείμενων μερών, άλλοτε ολότελα, άλλοτε σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό. Έτσι για παράδειγμα το απλό φύλλο μπορεί να μετασχηματιστεί σε διπλό, αν αντί για τους στήμονες, αναπτυχθούν τα πέταλα τα οποία είτε μοιάζουν ακριβώς με τα άλλα πέταλα της κορώνας στη μορφή και το χρώμα, είτε όχι, διατηρούν ακόμη τα ορατά σημάδια της προέλευσής τους».

Η μελέτη της συγκριτικής ανατομίας οδήγησε τον Γκαίτε να εισηγηθεί, το 1790, έναν νέο κλάδο των επιστημών της Φύσης, τον κλάδο της Μορφολογίας. Σε μια πραγματεία του το 1795 ορίζει τη Μορφολογία ως «αυτοτελή επιστήμη και βοηθητική της Φυσιολογίας που πρέπει να περιλαμβάνει τη διδασκαλία περί της μορφής, του σχηματισμού και του μετασχηματισμού των οργανικών σωμάτων». Σε πραγματείες, επιστολές και διαλέξεις και επίσης στα βιβλία του για τη μεταμόρφωση των φυτών και τη θεωρία των χρωμάτων αναπτύσσει τις ιδέες του για την επιστήμη και καταφέρεται εναντίον της μηχανιστικής θεώρησης του κόσμου που είχε επιβάλει η νευτώνεια Φυσική.

Ο Γκαίτε υποστήριξε ότι: «Τα φυσικά αντικείμενα πρέπει να γίνεται η προσπάθεια να κατανοούνται και να μελετώνται όπως στην πραγματικότητα είναι και όχι όπως διευκολύνουν τον παρατηρητή τους να είναι …» ή «Αντιλαμβανόμαστε κάθε μεμονωμένο ζώο ως ένα μικρό κόσμο που υπάρχει για να εξυπηρετεί τη δική του σκοπιμότητα με τα δικά του μέσα. Κάθε δημιούργημα έχει δικό του λόγο ύπαρξης. Όλα τα μέρη του έχουν μια άμεση επίδραση το ένα στο άλλο, μια σχέση το ένα με το άλλο … έτσι ώστε δικαιολογημένα να το μελετούμε ως ενιαίο από την άποψη της Φυσιολογίας», και ακόμα στο κείμενό του «Για το πείραμα ως ενδιάμεσο του υποκειμένου και του αντικειμένου»: «Δεν μπορούμε ποτέ να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί στην προσπάθειά μας να αποφύγουμε εσπευσμένα συμπεράσματα από τα πειράματα ή να είμαστε πάρα πολύ προσεκτικοί στην άμεση χρησιμοποίηση αυτών των συμπερασμάτων, προκειμένου να επιβεβαιώσουμε κάποια θεωρία. Γιατί κατά τη μετάβαση από τα εμπειρικά στοιχεία στην κρίση, από τη γνώση στην εφαρμογή, όλοι οι εσωτερικοί εχθροί του ανθρώπου καιροφυλακτούν: Η φαντασία που τον ανυψώνει πριν καταλάβει ότι τα πόδια του έχουν εγκαταλείψει το έδαφος, η ανυπομονησία, η βιασύνη, η αυτοϊκανοποίηση, η ακαμψία, η φορμαλιστική σκέψη, η προκατάληψη, η επιπολαιότητα, η αναξιοπιστία, όλο αυτό το συνονθύλευμα και η ακολουθία του, βρίσκονται εδώ και ενεδρεύουν εκπλήσσοντας όχι μόνο τον ενεργό παρατηρητή αλλά και τον στοχαστικό παρατηρητή που φαίνεται ασφαλής από όλο αυτό το πάθος».

Η μεγάλη συνεισφορά του Γκαίτε έγκειται στο γεγονός ότι εισήγαγε την ολιστική αντίληψη για τη μελέτη της Φύσης, άσκησε κριτική στον διαφαινόμενο αναγωγισμό και επεσήμανε τη θεωρητική σκέψη που βρίσκεται πίσω και από την πιο απλή παρατήρηση.

Στις μέρες του η επιστημονική του εργασία υποτιμήθηκε καθώς ήταν ξένη προς το ποσοτικό, μηχανιστικό πρότυπο που δέσποζε για τη μελέτη της Φύσης και αντί της αποστασιοποιημένης προσέγγισης του αντικειμένου από τον ερευνητή του, υπογράμμιζε την άμεση «συνομιλία» του με αυτόν. Η εργασία του αντιμετωπίστηκε ως προϊόν μιας καλλιτεχνικής φύσης που προσπάθησε να ερμηνεύσει τα φαινόμενα της Φύσης με ένα είδος φιλοσοφικού ιδεαλισμού.

Μετά όμως την εμφάνιση της φαινομενολογίας στον 20ό αιώνα, δηλαδή της προσπάθειας ν’ απαλλαγεί η ερμηνεία των φαινομένων από τις προϊδεάσεις του μελετητή τους, αρχίζει να επιβεβαιώνεται η πρόβλεψη του Γκαίτε ότι: «Κάποια μέρα οι επιστημονικές μελέτες μου, παρά το λογοτεχνικό έργο μου, θα αναγνωριστούν ως η μεγαλύτερη συνεισφορά μου στην ανθρωπότητα».

Πηγές:

https://www.biology4u.gr/?p=64

https://el.thpanorama.com/articles/biologa/organografa-vegetal-historia-qu-estudia-y-ramas.html



ΚατηγορίεςΔιάφορα, Χλωρίδα

Tags: , , ,

Απάντηση

Αρέσει σε %d bloggers: