Σόφη Παυλάκη, Δικηγόρος
sophiepavlaki@gmail.com
Μονάδες διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων, ακόμη και εάν διαθέτουν έγκριση περιβαλλοντικών όρων (ΕΠΟ) εκδοθείσα υπό το καθεστώς του ν. 1650/1986 (όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 3010/2002), εφ΄ όσον δεν έχουν λάβει και την ειδική άδεια διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων της κυα ΗΠ 13588/725/2006, δεν δύνανται να λειτουργήσουν υπό το καθεστώς των ν. 4014/2011 και 4042/2012 μόνο με την παλαιότερη περιβαλλοντική αδειοδότηση και την προβλεπομένη στο άρθρο 36 του ν. 4042/2012 άδεια λειτουργίας. Επομένως, μονάδα διαχείρισης επικίνδυνων αποβλήτων, η οποία προ του ν. 4014/2011 είχε εφοδιασθεί με έγκριση περιβαλλοντικών όρων, της οποίας δεν έχει παρέλθει ο χρόνος ισχύος, δεν είχε λάβει όμως και την ειδική άδεια της κυα ΗΠ 13588/725/2006, πρέπει κατά τους ν. 4014/2011 και 4042/2012 να εφοδιασθεί με νέα ΑΕΠΟ και άδεια λειτουργίας. Τυχόν χορηγηθείσα κατ΄ άρθρο 7 παρ. 2 ν. 4014/2011 έγκριση τεχνικής περιβαλλοντικής μελέτης (ΤΕΠΕΜ) και άδεια λειτουργίας κατ΄ άρθρο 36 ν. 4042/2012 δεν αρκούν στην περίπτωση αυτή, διότι οι πράξεις αυτές δεν υποκαθιστούν πλήρως την ελλείπουσα άδεια διαχείρισης της κυα ΗΠ 13588/725/2006 ούτε την απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ) του ν. 4014/2011, εφ΄ όσον ορισμένες σημαντικές προϋποθέσεις, που εξετάζονταν κατά τη χορήγηση της ειδικής αδείας της ανωτέρω κοινής υπουργικής απόφασης και όχι κατά την έκδοση της πράξης έγκρισης περιβαλλοντικών όρων του ν. 1650/1986, δεν εξετάζονται υπό το νυν ισχύον καθεστώς, κατά τη χορήγηση της αδείας λειτουργίας, ούτε αποτελούν αντικείμενο της τεχνικής περιβαλλοντικής μελέτης. Στην περίπτωση αυτή, η έκδοση της απαιτούμενης νέας ΑΕΠΟ πρέπει να προηγείται της τυχόν εγκρίσεως ΤΕΠΕΜ και της αδείας λειτουργίας.
Με την απόφαση 1682/2016[1] του Ε΄ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας έγινε δεκτή αίτηση ακυρώσεως αποφάσεως της Γενικής Γραμματέως ΥΠΕΚΑ, με την οποία εγκρίθηκε τεχνική περιβαλλοντική μελέτη (ΤΕΠΕΜ) για το έργο «Κατασκευή τριών νέων κυψελών εντός υφισταμένου Χώρου Διαχείρισης Βιομηχανικών Αποβλήτων σε λιγνιτωρυχείο της ΔΕΗ ΑΕ».
Όπως προκύπτει από την απόφαση, μετά την έκδοση της αρχικής κυα 124528/7.5.2004, με την 38526/1261/19.4.2006 μεταγενέστερη απόφαση του Γενικού Γραμματέα Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας χορηγήθηκε στη ΔΕΗ ΑΕ άδεια για τη δραστηριότητα συλλογής, μεταφοράς και διάθεσης αποβλήτων αμιαντοτσιμέντου στο πεδίο Καρδιάς, εντός των νομών Κοζάνης και Φλώρινας. Στην απόφαση αυτή, που εκδόθηκε σύμφωνα με την κυα Η.Π. 13588/725/2006 (Β΄ 383) για τη διαχείριση επικίνδυνων αποβλήτων, αναφέρεται ότι ισχύει «για τη δραστηριότητα συλλογής, μεταφοράς και διάθεσης αποβλήτων αμιαντοτσιμέντου», που προκύπτουν από εργασίες αποξήλωσης αμιαντοπλακών από τους πύργους ψύξης των ΑΗΣ νομών Κοζάνης και Φλώρινας και καθαίρεσης των στεγάστρων αμιαντοτσιμέντου στο σύστημα μεταφοράς του λιγνίτη με ταινιοδρόμους, η δε διαχείριση πρέπει να είναι σύμφωνη με τους όρους και περιορισμούς, οι οποίοι τίθενται στην εκδοθείσα πράξη εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων. Περαιτέρω, με την κυα 129022/10.8.2010 ανανεώθηκε η αρχική απόφαση 124528/7.5.2004 έγκρισης περιβαλλοντικών όρων μέχρι την 31.12.2020, ενώ υπεβλήθη στην ΕΥΠΕ του ΥΠΕΚΑ τεχνική περιβαλλοντική μελέτη (ΤΕΠΕΜ) για την κατασκευή και λειτουργία τριών νέων κυψελών εντός του Χώρου Διαχείρισης Βιομηχανικών Αποβλήτων του ορυχείου Καρδιάς. Με σχετικό από 26.8.2014 έγγραφο της Δ/νσης Περιβαλλοντικού Σχεδιασμού ΥΠΕΚΑ διατυπώθηκαν παρατηρήσεις επί της υποβληθείσας ΤΕΠΕΜ, κατατέθηκε δε εκ νέου η σχετική μελέτη. Τελικά, εκδόθηκε η προσβαλλομένη απόφαση 175510/14.10.2014 της Γενικής Γραμματέως ΥΠΕΚΑ, με την οποία εγκρίθηκε η ανωτέρω ΤΕΠΕΜ και επεβλήθησαν σχετικοί όροι και προϋποθέσεις.[2]
Το Δικαστήριο διατύπωσε την άποψη ότι τόσο υπό το καθεστώς του ν. 1650/1986 όσο και του ν. 4014/2011, για την πραγματοποίηση νέων έργων ή δραστηριοτήτων Α΄ Κατηγορίας καθώς και για την τροποποίηση έργων ή δραστηριοτήτων που έχουν καταταγεί στην κατηγορία αυτή, εφ΄ όσον από τη σχεδιαζόμενη τροποποίηση επέρχονται ουσιαστικές διαφοροποιήσεις σε σχέση με τις επιπτώσεις στο περιβάλλον, απαιτείται προηγουμένως να εκδοθεί έγκριση όρων για την προστασία του περιβάλλοντος.
Εν προκειμένω υπό το προγενέστερο των ν. 4014/2011 και 4042/2012 καθεστώς, η ένδικη μονάδα διαχείρισης επικίνδυνων στερεών αποβλήτων όφειλε να εφοδιασθεί πριν τη λειτουργία της, αφ΄ ενός μεν με πράξη έγκρισης περιβαλλοντικών όρων, σύμφωνα με τη γενικώς ισχύουσα για όλες τις περιβαλλοντικές αδειοδοτήσεις νομοθεσία, αφ΄ ετέρου δε με ειδική άδεια διαχείρισης αποβλήτων, την οποία προέβλεπαν αρχικά η κυα ΗΠ 29407/3508/2002 και ακολούθως η κυα ΗΠ 13588/725/2006. Για τη χορήγηση της άδειας αυτής η νομοθεσία προέβλεπε την υποβολή από τον ενδιαφερόμενο και την αξιολόγηση από τη Διοίκηση πρόσθετων στοιχείων, όπως μελέτη οργάνωσης της μονάδας υγειονομικής ταφής, μέτρα πρόληψης ατυχημάτων, χρηματοοικονομική ή άλλη ισοδύναμη εγγύηση υπό το καθεστώς της κυα ΗΠ 29407/3508/2002, μελέτη οργάνωσης της εγκατάστασης και ασφαλιστήριο συμβόλαιο υπό το καθεστώς της κυα ΗΠ 13588/725/2006. Με τον ν. 4014/2011 η προβλεπόμενη στην κυα ΗΠ 13588/725/2006 ειδική άδεια διαχείρισης αποβλήτων καταργήθηκε, απαιτείται δε πλέον ο εφοδιασμός της μονάδας με: α) απόφαση έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (ΑΕΠΟ) και β) άδεια λειτουργίας. Από τις προϋποθέσεις και τα στοιχεία, τα οποία όφειλε να εξετάσει και να αξιολογήσει η Διοίκηση για τη χορήγηση της άδειας διαχείρισης κατά την κυα ΗΠ 13588/725/2006, ορισμένα, όπως η υποβολή ασφαλιστηρίου συμβολαίου, ελέγχονται κατά την έκδοση της ΑΕΠΟ, ορισμένα άλλα δε στο μεταγενέστερο στάδιο της έκδοσης της αδείας λειτουργίας.
Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι μια μονάδα διαχείρισης επικινδύνων αποβλήτων, ακόμη και εάν διαθέτει έγκριση περιβαλλοντικών όρων (ΕΠΟ) εκδοθείσα υπό το καθεστώς του ν. 1650/1986, όπως τροποποιήθηκε με τον ν. 3010/2002, εφ΄ όσον δεν είχε λάβει και την ειδική άδεια για τη διαχείριση επικινδύνων αποβλήτων της κυα ΗΠ 13588/725/2006, δεν δύναται να λειτουργήσει υπό το καθεστώς των ν. 4014/2011 και 4042/2012 μόνο με την παλαιότερη περιβαλλοντική αδειοδότηση και την προβλεπομένη στο άρθρο 36 του ν. 4042/2012 άδεια λειτουργίας. Και τούτο, διότι ορισμένες από τις προϋποθέσεις που απαιτούνται κατά νόμον για την αδειοδότηση μιας τέτοιας μονάδας, οι επιπτώσεις της οποίας ενδέχεται να είναι ιδιαίτερα σημαντικές, όπως π.χ. το ασφαλιστήριο συμβόλαιο, δεν είχαν αποτελέσει αντικείμενο ελέγχου και αξιολογήσεως στο στάδιο της έγκρισης περιβαλλοντικών όρων κατά τον ν. 1650/1986, ούτε προβλέπεται ο έλεγχός τους κατά τη χορήγηση της αδείας λειτουργίας του άρθρου 36 του ν. 4042/2012.
Κατά συνέπεια, μια μονάδα η οποία προ του ν. 4014/2011 είχε ενδεχομένως εφοδιασθεί με έγκριση περιβαλλοντικών όρων, της οποίας δεν έχει παρέλθει ο χρόνος ισχύος, δεν είχε λάβει όμως και την ειδική άδεια της κυα ΗΠ 13588/725/2006, πρέπει κατά τους ν. 4014/2011 και 4042/2012 να εφοδιασθεί αφ΄ ενός με νέα ΑΕΠΟ και αφ΄ ετέρου με άδεια λειτουργίας. Η έγκριση δε Τεχνικής Περιβαλλοντικής Μελέτης (ΤΕΠΕΜ) κατ΄ άρθρο 7 παρ. 2 του ν. 4014/2011 και η άδεια λειτουργίας κατ΄ άρθρο 36 του ν. 4042/2012 δεν αρκούν στην περίπτωση αυτή, διότι οι πράξεις αυτές δεν υποκαθιστούν πλήρως την ελλείπουσα άδεια διαχείρισης της κυα ΗΠ 13588/725/2006 ούτε -κατά μείζονα λόγο- την ΑΕΠΟ του ν. 4014/2011, εφ΄ όσον ορισμένες σημαντικές προϋποθέσεις, που εξετάζονταν κατά τη χορήγηση της ειδικής αδείας της ανωτέρω κυα και όχι κατά την έκδοση της πράξεως εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων του ν. 1650/1986, δεν εξετάζονται υπό το νυν ισχύον καθεστώς, κατά τη χορήγηση της αδείας λειτουργίας, ούτε αποτελούν αντικείμενο της ΤΕΠΕΜ. Τέλος, στην περίπτωση αυτή η έκδοση της απαιτούμενης νέας ΑΕΠΟ πρέπει να προηγείται της τυχόν εγκρίσεως ΤΕΠΕΜ καθώς και της αδείας λειτουργίας.
Ατμοηλεκτρικός Σταθμός (ΑΗΣ) Καρδιάς Ν. Κοζάνης
[πηγή: http://kozanimedia.gr ]
Στην υπόθεση που μας απασχολεί, με την προσβαλλομένη απόφαση οικ. 175510/14.10.2014[3] εγκρίθηκε τεχνική περιβαλλοντική μελέτη (ΤΕΠΕΜ) για την κατασκευή τριών νέων κυψελών, στις οποίες μπορούν να διατίθενται στερεά, μη ανακυκλώσιμα επικίνδυνα απόβλητα, συνολικού βάρους 131.900 τόνων, προερχόμενα αναλόγως των αναφερομένων στην απόφαση αυτή κωδικών του Ευρωπαϊκού Καταλόγου Αποβλήτων, όχι μόνον από τις εγκαταστάσεις της ΔΕΗ, αλλά από βιομηχανικές και στρατιωτικές εγκαταστάσεις των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων Ηπείρου – Δυτικής Μακεδονίας, Μακεδονίας – Θράκης, Θεσσαλίας, Στερεάς Ελλάδας και Αττικής, από τον αποτεφρωτήρα που ήδη λειτουργεί στην Αττική, μελλοντικά δε και από τον αποτεφρωτήρα που θα κατασκευασθεί στη Βόρεια Ελλάδα. Από τη σύγκριση της προσβαλλομένης με την κυα 124528/7.5.2004 προκύπτει ότι με την εγκριθείσα ΤΕΠΕΜ δεν εξειδικεύονται απλώς, στις τεχνικές τους λεπτομέρειες, οι περιβαλλοντικοί όροι της ανωτέρω κυα, αλλά τροποποιείται ουσιωδώς η δραστηριότητα, για την οποία εκδόθηκε η απόφαση αυτή, ως προς τον τόπο προελεύσεως των επικινδύνων αποβλήτων, την ποσότητά τους σε βάρος και την αναλογική σχέση τους με τα προϊόντα αμιάντου. Καθίσταται δηλαδή ο επίδικος ΧΔΒΑ από χώρος για τη διαχείριση, κατά κύριο λόγο, προϊόντων αμιάντου προερχομένων από τις εγκαταστάσεις της ΔΕΗ στην Κοζάνη, χώρος για τη διαχείριση μεγάλων ποσοτήτων άλλων επικινδύνων βιομηχανικών αποβλήτων προερχομένων από όλη τη Χώρα.
Εφ΄ όσον όμως με τις προβλεπόμενες στην ανωτέρω έγκριση περιβαλλοντικών όρων Ειδικές Τεχνικές Μελέτες Εφαρμογής (ΕΤΜΕ) ή με τις εκδιδόμενες δυνάμει του άρθρου 7 παρ. 2 του ν. 4014/2011 τεχνικές περιβαλλοντικές μελέτες (ΤΕΠΕΜ), δεν δύνανται να μεταβληθούν ουσιωδώς τα χαρακτηριστικά του έργου, διότι η ουσιώδης τροποποίηση προϋποθέτει νέα περιβαλλοντική αδειοδότηση, σύμφωνα με τις ισχύουσες κατά τον κρίσιμο εν προκειμένω χρόνο της εκδόσεως της προσβαλλομένης πράξεως διατάξεις, η προσβαλλόμενη πράξη δεν είναι νόμιμη. Ακόμη δε και εάν δεν επρόκειτο για μη καλυπτόμενη από την κυα 124528/7.5.2004 ουσιώδη τροποποίηση, εφ΄ όσον η κατ΄ εφαρμογή της κυα ΗΠ 13588/725/2006 εκδοθείσα από 19.4.2006 άδεια αφορούσε μόνο «τη δραστηριότητα συλλογής, μεταφοράς και διάθεσης αποβλήτων αμιαντοτσιμέντου στο πεδίο Καρδιάς» και δεν είχε χορηγηθεί τέτοια ειδική άδεια για την επίδικη δραστηριότητα διαχείρισης άλλων στερεών βιομηχανικών αποβλήτων, ήταν υποχρεωτική η έκδοση ΑΕΠΟ κατά τους ν. 4014/2011 και 4042/2012 για τη δραστηριότητα αυτή. Για τους λόγους επομένως αυτούς έγινε δεκτή από το δικαστήριο η ένδικη αίτηση και ακυρώθηκε η προσβαλλομένη οικ. 175510/14.10.2014 απόφαση της Γενικής Γραμματέως ΥΠΕΚΑ.[4]
——– ♦ ——–
[1] Βλ. ΣτΕ 1682/2016 (Τμ. Ε΄) σε: περιοδικό «Περιβάλλον και Δίκαιο» τ. 3/2016, εκδ. Νομική Βιβλιοθήκη. Η υπόθεση αφορά το νομοθετικό πλαίσιο των διατάξεων των άρθρων: 3 (§§ 1-2), 4 ν. 1650/1986 (Α΄ 160, όπως αντικ. από τα άρθρα 1-2 ν. 3010/2002, Α΄ 91), 1-7, 11, 12 (§§ 1-3) ν. 4014/2011 (Α΄ 209, όπως ίσχυε πριν τροπ. με άρθρο 30 § 1 ν. 3536/2007, Α΄ 42), κυα 19396/1546/1997 (Β΄ 604), 7 κυα ΗΠ 13588/725/2006 (Β΄ 383), 9-10 κυα ΗΠ 29407/3508/2002 (Β΄ 1572), 55 (§ 3) ν. 4042/2012 (Α΄ 24), 36 ν. 4042/2012 (Α΄ 24), 23 Οδηγίας 2008/98/ΕΚ (ΕΕ L 312), κυα 48963/2012 (Β΄ 2703).
[2] Όπως αναφέρεται στην προσβαλλομένη απόφαση, με αυτήν «εξειδικεύονται οι περιβαλλοντικοί όροι της κυα 124528/7.5.2004 για την κατασκευή 3 νέων κυψελών (Κ6-Κ8), στις οποίες μπορούν να διατίθενται στερεά, μη ανακυκλώσιμα επικίνδυνα απόβλητα … μόνον εφ΄ όσον είναι σε στερεή μορφή και ικανοποιούν τα κριτήρια της παρ. 2.4 της Απόφασης 2003/33 του Συμβουλίου της ΕΕ». Τα απόβλητα που θα γίνονται αποδεκτά στον χώρο διαχείρισης βιομηχανικών αποβλήτων (ΧΔΒΑ) περιγράφονται σε πίνακα, με συγκεκριμένους κωδικούς του Ευρωπαϊκού Καταλόγου Αποβλήτων (ΕΚΑ), αναφέρονται δε τα εξής για την προέλευση και την ποσότητά τους: «Από τα επικίνδυνα απόβλητα του προηγούμενου πίνακα οι κωδικοί των κεφ. 10, 12 και 17 του ΕΚΑ θα προέρχονται από βιομηχανικές και στρατιωτικές εγκαταστάσεις των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων Ηπείρου – Δυτ. Μακεδονίας, Μακεδονίας – Θράκης, Θεσσαλίας, Στερεάς Ελλάδας και Αττικής. Ειδικότερα για τη ΔΕΗ ΑΕ, θα γίνονται αποδεκτά απόβλητα των κωδικών αυτών από τις εγκαταστάσεις της σε όλη της χώρα. Τα επικίνδυνα απόβλητα του κεφ. 19 του ΕΚΑ θα προέρχονται από τον αποτεφρωτήρα που λειτουργεί στην Αττική, ενώ θα μπορούν να διατεθούν και αντίστοιχα απόβλητα από τον αποτεφρωτήρα που προβλέπεται να κατασκευασθεί στη Β. Ελλάδα. Η συνολική χωρητικότητα των τριών νέων κυψελών θα είναι 94.200 κ.μ.». Ορίζεται, επίσης, ότι η απόφαση αυτή, που ισχύει έως την 31.12.2020, αφορά αποκλειστικά την «περιβαλλοντική αδειοδότηση των τριών νέων κυψελών διάθεσης στερεών επικίνδυνων αποβλήτων και της νέας μονάδας επεξεργασίας στραγγισμάτων». Σύμφωνα δε με την εγκριθείσα ΤΕΠΕΜ, εν όψει της συνολικής χωρητικότητας των τριών νέων κυψελών, ο μέγιστος όγκος αποβλήτων που θα μπορούν να διατεθούν στον ΧΔΒΑ, καθ΄ όλη τη διάρκεια της λειτουργίας του, ανέρχεται σε 94.200 κ.μ. και η μέγιστη ποσότητα αποβλήτων που θα μπορούν να δεχθούν οι νέες αυτές κυψέλες εκτιμάται, κατά προσέγγιση, σε 131.900 t [94.200 κ.μ. · 1,4 t/κ.μ.]. Στη μελέτη αυτή αναφέρεται τέλος ότι: «Κατά τη διάρκεια των προηγούμενων ετών μεταφέρθηκαν στον ΧΔΒΑ Καρδιάς και αποτέθηκαν στις κυψέλες Κ1-Κ5 περίπου 17.700 τόνοι αποβλήτων αμιαντοτσιμέντου. Και στις 5 κυψέλες (Κ1-Κ5) έχει ολοκληρωθεί η τελική σφράγισή τους».
[3] Όπως συνάγεται από την κυα 124528/7.5.2004 έγκρισης περιβαλλοντικών όρων και τη σχετική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων (ΜΠΕ), αδειοδοτήθηκε κατά τις διατάξεις του ν. 1650/1986, χώρος διαχείρισης βιομηχανικών αποβλήτων στο ορυχείο Καρδιάς νομού Κοζάνης, προοριζόμενος κυρίως για προϊόντα αμιάντου που προέκυψαν από την αναβάθμιση των εγκαταστάσεων της ΔΕΗ στην περιοχή και συνιστούν επικίνδυνα βιομηχανικά απόβλητα. Για τον σκοπό αυτό αδειοδοτήθηκε με την εν λόγω απόφαση η κατασκευή 5 κυψελών, συνολικής δυναμικότητας 82.000 κ.μ./110.700 τόνων. Αδειοδοτήθηκε επίσης η κατασκευή 3 κυψελών συνολικής δυναμικότητας 94.200 κ.μ. για τη διαχείριση «μικρών ποσοτήτων» ορισμένων άλλων στερεών βιομηχανικών αποβλήτων, τα οποία πρέπει να πληρούν τα κριτήρια της 2003/33/ΕΚ αποφάσεως του Συμβουλίου (ΕΕ L 11/16.1.2003) και συγκεκριμένα τα κριτήρια της παρ. 2.4 του σχετικού Παραρτήματος (κριτήρια για απόβλητα που γίνονται δεκτά σε χώρους υγειονομικής ταφής επικινδύνων αποβλήτων, οριακές τιμές έκπλυσης και άλλα κριτήρια). Δοθέντος δε ότι κατά την ανωτέρω κυα 124528/7.5.2004 η συνολική χωρητικότητα των 8 κυψελών ανέρχεται σε 204.900 τόνους, η χωρητικότητα των 3 κυψελών που προορίζονται για την υποδοχή των άλλων -πλην του αμιάντου- βιομηχανικών αποβλήτων δεν δύναται να υπερβαίνει τους 94.200 τόνους (204.900-110.700). Από τον σκοπό της ως άνω περιβαλλοντικής αδειοδότησης, η οποία αφορά κυρίως προϊόντα που «θα προκύψουν μετά από εργασίες κατεδάφισης – αποξήλωσης και αποκομιδής – διαχείρισης υλικών από αμιαντοτσιμέντο» στις εγκαταστάσεις της ΔΕΗ στη συγκεκριμένη περιοχή, σε συνδυασμό με την επιλεγείσα από την οικεία ΜΠΕ εναλλακτική λύση, με κριτήριο την εγγύτητα του λιγνιτωρυχείου Καρδιάς στον χώρο προελεύσεως των αποβλήτων και την καταλληλότητα των εδαφών, συνάγεται ότι με την κυα 124528/7.5.2004 δεν χορηγήθηκε έγκριση για την κατασκευή και λειτουργία ΧΔΒΑ πανελλαδικής εμβέλειας, η χωροθέτηση του οποίου άλλωστε θα προϋπέθετε, σχεδιασμό σε εθνικό επίπεδο κατ΄ άρθρο 12 ν. 1650/1986. Τέτοιος δε εγκεκριμένος σχεδιασμός δεν υπήρχε κατά τον χρόνο εκδόσεως της ανωτέρω κυα. Ούτε από τον εγκριθέντα μεταγενέστερα με την κυα 8668/2007 «Εθνικό Σχεδιασμό Διαχείρισης Επικίνδυνων Αποβλήτων» (ΕΣΔΕΑ – Β΄ 287) προκύπτει ότι η επίδικη εγκατάσταση στο ορυχείο Καρδιάς Ν. Κοζάνης αποτελεί ΧΔΕΑ προερχομένων από όλη τη Χώρα.
[4] Κατά την άποψη της μειοψηφίας που διατυπώθηκε από έναν Σύμβουλο: «Με την κυα 124528/7.5.2004 εγκρίθηκαν περιβαλλοντικοί όροι για τη δημιουργία ΧΔΒΑ στο ορυχείο Καρδιάς. Στην εν λόγω έγκριση περιβαλλοντικών όρων δεν προβλέπεται κανένας περιορισμός ως προς την προέλευση άλλων επικινδύνων βιομηχανικών αποβλήτων, συνεπώς ο καθορισμός με την προσβαλλομένη πράξη των περιοχών, από τις οποίες μπορούν να προέρχονται τα απόβλητα αυτά δεν συνιστά ουσιώδη τροποποίηση. Εφ΄ όσον ο συνολικός όγκος των τριών κυψελών προσδιορίζεται στην κυα 124528/7.5.2004 σε 94.200 κ.μ. και ο όγκος αυτός δεν μεταβάλλεται στην εγκριθείσα με την προσβαλλομένη πράξη ΤΕΠΕΜ, αλλ΄ αναπροσαρμόζεται απλώς, κατόπιν νέου υπολογισμού, το συνολικό βάρος που μπορούν να δεχθούν οι εν λόγω κυψέλες, ούτε η αύξηση αυτή συνιστά ουσιώδη τροποποίηση που θα επέβαλε την έκδοση νέας ΑΕΠΟ. Κατά το στάδιο δε χορηγήσεως της αδείας λειτουργίας θα εξετασθούν και θ΄ αξιολογηθούν όλα τα λοιπά στοιχεία και δικαιολογητικά που απαιτούνται». Εν όψει τούτων, κατά τη γνώμη που μειοψήφησε, οι ανωτέρω λόγοι ακυρώσεως θα έπρεπε να απορριφθούν ως αβάσιμοι.
.
Δημοσιεύτηκε στο dasarxeio.com | 14.11.2016
ΚατηγορίεςΕπικαιρότητα, Νομοθεσία, Περιβάλλον
Απάντηση