Ευρωπαϊκό σήμα οικολογικών προϊόντων (eu eco label – eco flower)

Ευρωπαϊκό σήμα οικολογικών προϊόντων (eu eco label – eco flower)

Λιάνα Χαντέ, Δικηγόρος, υπ. Διδάκτωρ
Δημοσίου Δικαίου Νομικής ΕΚΠΑ

logo-ecolabel

Το ευρωπαϊκό οικολογικό σήμα (eu eco label) εισήχθη στα πλαίσια της ευρωπαϊκής ένωσης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή το 1992, ως ένα σύστημα απονομής οικολογικού σήματος με ισχύ σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ένωση, στα πλαίσια του 5ου Σχεδίου Δράσης για το Περιβάλλον (5th Environmental Action Plan). Κύριος στόχος του ήταν η επιδίωξη και επίτευξη της βιωσιμότητας, μέσω της ενεργούς συμμετοχής του κοινού στην ευρωπαϊκή περιβαλλοντική πολιτική. Η συμμετοχή του κοινού σε συνδυασμό με τη μετάδοση και επικοινωνία πληροφοριών σχετικά με τα περιβαλλοντικά προβλήματα είναι κρίσιμα στοιχεία στη διαδικασία για την επίτευξη της βιωσιμότητας. Το ευρωπαϊκό οικολογικό σήμα συγκεντρώνει θετικά στοιχεία, που το κάνουν ελκυστικό για παραγωγούς και αγοραστικό κοινό. Κατ΄ αρχάς, ο καθορισμός των κριτηρίων και η επιλογή των κατηγοριών προϊόντων στις οποίες χορηγείται το σήμα επιλέγονται από ανεξάρτητο ειδικό φορέα, τα επιλεγόμενα προϊόντα έχουν τις λιγότερες δυνατές περιβαλλοντικές επιπτώσεις και η διαδικασία ανταποκρίνεται στις απαραίτητες διατυπώσεις δημοσιότητας, ώστε να μην καταλείπεται καμία αμφιβολία σε κοινό και επιχειρήσεις για τη διαφάνεια της. Επιπρόσθετα, η ύπαρξη ενός αναγνωρισμένου σήματος που να εμπνέει εμπιστοσύνη, διευκολύνει το αγοραστικό κοινό στην επιλογή των προϊόντων, αφυπνίζει τους καταναλωτές ως προς τα περιβαλλοντικά ζητήματα και συμβάλλει στην αντιμετώπισή τους.

Η υιοθέτηση περιβαλλοντικών σημάτων για προϊόντα και υπηρεσίες είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την προστασία του περιβάλλοντος. Με τον τρόπο αυτό ξεκίνησε η θέσπιση οικολογικών, περιβαλλοντικών σημάτων. Η υιοθέτηση και λειτουργία τους διέπεται από το πρότυπο ISO 14020, το οποίο εντάσσεται στο πρότυπο ISO 14000. Τα πρότυπα ISO έχουν δημιουργηθεί από τον Διεθνή Οργανισμό Τυποποίησης (International Organization for Standardization) με απώτερο σκοπό τη δημιουργία μιας παγκόσμιας κοινής γλώσσας με την δημιουργία προτύπων με βάση τα οποία γίνεται η πιστοποίηση των επιχειρήσεων από εθνικούς ή άλλους φορείς. Σύμφωνα με αυτά, τα περιβαλλοντικά σήματα διακρίνονται σε τρείς κατηγορίες:

Τύπος Ι – Ένα εθελοντικό, πολλαπλών κριτηρίων, πρόγραμμα που βασίζεται σε έναν τρίτο – ανεξάρτητο οργανισμό που επιβραβεύει ένα προϊόν ή μια υπηρεσία περιβαλλοντικά φιλική με το οικολογικό σήμα, μετά από συνεκτίμηση του κύκλου ζωής του (οικολογικό σήμα).

Τύπος ΙΙ – Πρόγραμμα με το οποίο ο ενδιαφερόμενος παραγωγός προϊόντος ή πάροχος υπηρεσίας αποδίδει μόνος του στο προϊόν του περιβαλλοντικά φιλικά χαρακτηριστικά. 

Τύπος ΙΙΙ – Εθελοντικό πρόγραμμα που παρέχει ποσοτικοποιημένα περιβαλλο-ντικά δεδομένα ενός προϊόντος, σύμφωνα με προκαθορισμένες κατηγορίες παραμέτρων που ορίζονται από τρίτο – ανεξάρτητο οργανισμό και βασίζεται στην αξιολόγηση του κύκλου ζωής. Η αξιολόγηση γίνεται είτε από τον ίδιο τρίτο Οργανισμό που έθεσε τα κριτήρια – παραμέτρους ή από διαφορετικό.

Το οικολογικό ευρωπαϊκό σήμα ή eco flower ανήκει στην πρώτη κατηγορία, η οποία παρουσιάζει και συγκριτικά πλεονεκτήματα σε σχέση με τις άλλες δυο. Πιο συγκεκριμένα, λαμβάνει υπόψη τον κύκλο ζωής του προϊόντος, από την παραγωγή μέχρι, όχι μόνο την κατανάλωση, αλλά και την απόρριψη των συστατικών του, και χορηγείται από τρίτο αμερόληπτο οργανισμό, ενώ η δεύτερη και λιγότερο αξιόπιστη, οι ετικέτες – σήματα, χορηγούνται από τις ίδιες τις επιχειρήσεις στα προϊόντα τους (ISO Type II). Η τελευταία κατηγορία, ISO τύπου III, αποτελεί μια δήλωση που παρέχει πιο λεπτομερείς ποσοτικές πληροφορίες των προϊόντων, βασίζεται σε περιβαλλοντικές παραμέτρους, αλλά όχι απαραίτητα πιστοποιημένες.

Το οικολογικό σήμα είναι ένα «εργαλείο» περιβαλλοντικής πληροφόρησης. Το χαρακτηριστικότερο, ίσως, παράδειγμα οικολογικού σήματος σε χώρα της Ευρώπης, το οποίο αποτέλεσε προπομπό και παράδειγμα τόσο για το ευρωπαϊκό σήμα που ακολούθησε, όσο και για πολλά άλλα, είναι ο Μπλε Άγγελος της Γερμανίας (Der Blaue Engel). Τέθηκε σε ισχύ κατά το έτος 1978 και αποτελεί το παλαιότερο, αλλά και το πρώτο περιβαλλοντικό σήμα σε ολόκληρο τον κόσμο. H πρώτη αυτή προσπάθεια αποτέλεσε ουσιαστικά μια κυβερνητική προσπάθεια να ρυθμιστεί κανονιστικά η χορήγηση περιβαλλοντικών σημάτων και μόνο επιτυχημένη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί καθώς, μετά από δέκα χρόνια χρήσης του σήματος, το 80% των γερμανικών νοικοκυριών αναγνώριζε τον «μπλε άγγελο». Με αυτό τον τρόπο, έχοντας ως παράδειγμα το περιβαλλοντικό σήμα της Γερμανίας και με απώτερο στόχο την χάραξη κοινής και ενιαίας πολιτικής στα πλαίσια της Ευρώπης, θεσπίστηκε το περιβαλλοντικό σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τον Κανονισμό (ΕΟΚ) 880/1992 του Συμβουλίου. Πρωταρχικός σκοπός του Κανονισμού είναι «να διαμορφώσει τις συνθήκες για την τελική θέσπιση ενός αποτελεσματικού ανεξάρτητου περιβαλλοντικού σήματος στην Κοινότητα» (Κανονισμός Επιτροπής, προοίμιο. Ακολούθησε τροποποίηση από τον Κανονισμό (ΕΚ) 1980/2000, που τέθηκε σε ισχύ την 24η Σεπτεμβρίου 2000 (ΕΕ L 237 της 21.9.2000), με απώτερο στόχο την απλοποίηση των διαδικασιών για την απονομή του σήματος, όπως αυτή προκύπτει μέσα από την εφαρμογή τους με την πάροδο των ετών. Στη συνέχεια, ψηφίστηκε ο Κανονισμός (ΕΚ) 66/2010 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2009, ο οποίος, επίσης κινείται στον άξονα της βελτίωσης των απαιτούμενων σταδίων μέχρι την απόκτηση της περιβαλλοντικής ετικέτας, της απλοποίησης και διευκόλυνσης των ενδιαφερομένων επιχειρήσεων -κατασκευαστών, ώστε να επιτευχθεί αύξηση του αριθμού των προϊόντων που κυκλοφορούν στην ελεύθερη αγορά και φέρουν το ευρωπαϊκό οικολογικό σήμα. Ο Κανονισμός 66/2010 ισχύει μέχρι σήμερα με μόνη τροποποίηση στο Παράρτημα ΙΙΙ που αφορά στο ύψος των τελών, η οποία επήλθε με τον Κανονισμό (ΕΕ) 782/2013 της Επιτροπής, της 14ης Αυγούστου 2013. Το ευρωπαϊκό eco label απεικονίζεται ως ένα λουλούδι με πράσινα φύλλα που φέρει το σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Για τον λόγο αυτό καλείται και “eco flower”. Το ευρωπαϊκό σύστημα είναι, όπως προαναφέρθηκε εθελοντικό και βασίζεται σε πολλαπλά κριτήρια και, κυρίως, στον έλεγχο του κύκλου ζωής του προϊόντος. Αφορά δε όχι μόνο προϊόντα, αλλά και υπηρεσίες. Ειδικότερα, οι κατηγορίες, για τις οποίες έχουν ήδη νομοθετηθεί η δυνατότητα και τα κριτήρια λήψης του eco flower, είναι: προϊόντα καθαρισμού, είδη ένδυσης, βαφές και βερνίκια, ηλεκτρονικές συσκευές, επικαλύψεις δαπέδων, έπιπλα, είδη κήπου, οικιακές συσκευές, λιπαντικά, στρώματα, προϊόντα χαρτιού, υπηρεσίες (τουριστικά καταλύματα και κάμπινγκ).

Το ευρωπαϊκό Ecolabel είναι μέρος ενός γενικότερου σχεδίου δράσης για τη Βιώσιμη Κατανάλωση και Παραγωγή/Βιώσιμη Βιομηχανική Πολιτική (Sustainable Consumption & Production/Sustainable Industrial Policy – SCP/SIP) που υιοθετήθηκε επίσημα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στις 16 Ιουλίου 2008. Το ευρωπαϊκό οικολογικό σήμα έχει θεσπιστεί με τέτοιο τρόπο, ώστε να είναι μεν εύκολο στην αναγνώριση και χρήση από το καταναλωτικό κοινό, αλλά «δύσκολο» στη χορήγησή του, με την έννοια ότι τα κριτήρια είναι αυστηρά και αφορούν σε ποικίλες εκφάνσεις κατασκευής, συσκευασίας και κατανάλωσης του προϊόντος. Πιο συγκεκριμένα λαμβάνεται υπ΄ όψη ολόκληρος ο κύκλος ζωής του προϊόντος ή της υπηρεσίας, από τις πρώτες ύλες και την προέλευσή τους, την παραγωγή, τη διανομή ακόμα και τη συσκευασία, τη χρήση από τους καταναλωτές μέχρι και την τελική απόρριψή του. Τα κριτήρια θεσπίζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο, μετά από διαβουλεύσεις όλων των ενδιαφερομένων μερών και τροποποιούνται κάθε τρία με πέντε χρόνια, ανάλογα με τις νέες ανάγκες που προκύπτουν, ενώ την τελική απόφαση λαμβάνει ανεξάρτητο τρίτο μέρος, το οποίο καλείται «Αρμόδιος Φορέας» όπως προβλέπει ο Κανονισμός και αποφασίζεται σε εθνικό επίπεδο. Αρμόδιος φορέας στην Ελλάδα από το 1993, σύμφωνα με την υα ΑΠ 866644/2482/1993 (Β΄ 763), είναι το «Ανώτατο Συμβούλιο Απονομής Οικολογικού Σήματος» με τον διακριτικό τίτλο «ΑΣΑΟΣ». Αυτή ακριβώς η λήψη της τελικής απόφασης από ανεξάρτητο Οργανισμό αποτελεί και το μεγαλύτερο πλεονέκτημα αυτού του σήματος, καθώς δημιουργεί βάσεις αξιοπιστίας και εμπιστοσύνης με το καταναλωτικό κοινό και συγκριτικό πλεονέκτημα για τα προϊόντα.

Κύκλος Ζωής Προϊόντων (Life Cycle Assessment)

Τι είναι, ωστόσο, ο κύκλος ζωής των προϊόντων ή υπηρεσιών για τον οποίο τόσος λόγος γίνεται, και ουσιαστικά, πάνω του «χτίστηκε» τόσο η νομοθεσία όσο και η πρακτική αντιμετώπιση του ευρωπαϊκού οικολογικού σήματος;

Η εκτίμηση του κύκλου ζωής του προϊόντος (Life Cycle Assessment) είναι το σύνολο των περιβαλλοντικών επιπτώσεων που προκαλεί η παραγωγή του, με σημαντικότερες από αυτές την κλιματική αλλαγή, την κατανάλωση ενέργειας και φυσικών πόρων, την παραγωγή αποβλήτων και τη ρύπανση. Αυτή η ολοκληρωμένη προσέγγιση ξεκινά με την εξαγωγή των πρώτων υλών και ακολουθεί την οικολογική διαδρομή του προϊόντος μέσω της διαδικασίας παραγωγής, της διανομής (συμπεριλαμβανομένης και της συσκευασίας), της χρήσης από τον καταναλωτή και τέλος της απόρριψής του. Απώτερος στόχος είναι η δυνατότητα μείωσης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων μέσω της ανθεκτικότητας, ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησης των προϊόντων. 

Κύκλος ζωής 

1. Εξαγωγή πρώτων υλών – Το περιβαλλοντικό κόστος που προκαλείται κατά την εξόρυξη, την καλλιέργεια φυτείας, την άντληση του πετρελαίου, τη διαχείριση των δασών και άλλες δραστηριότητες. Με τα σωστά κίνητρα, αυτές οι δραστηριότητες μπορούν να εναρμονιστούν καλύτερα με τη φύση.

2. Παραγωγή, συσκευασία και διανομή – Εκπεμπόμενη ρύπανση και πόροι που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή ή παραγωγή των προϊόντων και τη διάθεση τους στην αγορά. Οι εταιρείες μπορούν να «πρασινίσουν» τις εργασίες τους και να μειώσουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις.

3. Χρήση από τον καταναλωτή – Κατανάλωση ενέργειας και άλλων πόρων κατά τη χρήση του προϊόντος. Ενεργειακά αποδοτικός σχεδιασμός και συνειδητές πρακτικές από τους καταναλωτές μπορούν να ελαχιστοποιήσουν κάποιες από τις επιπτώσεις.

4. Όταν το προϊόν φθαρεί ή δεν είναι πλέον χρήσιμο προκαλεί την τελική επιβάρυνση στο περιβάλλον. Τα προϊόντα που φέρουν το οικολογικό σήμα μπορούν είτε να ανακυκλωθούν ή να ανακτηθούν. 

Κριτήρια και διαδικασία χορήγησης του ευρωπαϊκού οικολογικού σήματος

Το σύστημα απονομής οικολογικού σήματος της ΕΕ εντάσσεται στην κοινοτική πολιτική αειφόρου κατανάλωσης και παραγωγής, σκοπός της οποίας είναι η μείωση των αρνητικών επιπτώσεων της κατανάλωσης και της παραγωγής στο περιβάλλον, στην υγεία, στο κλίμα και στους φυσικούς πόρους. Το εν λόγω σύστημα προορίζεται να προωθεί, μέσω του οικολογικού σήματος, τα προϊόντα που χαρακτηρίζονται από υψηλό επίπεδο περιβαλλοντικών επιδόσεων (Κανονισμός ΕΕ 66/2010, προοίμιο).

Τα κριτήρια, τα οποία πρέπει να πληρούν τα προϊόντα προκειμένου να φέρουν το οικολογικό σήμα της ΕΕ, βασίζονται στις βέλτιστες περιβαλλοντικές επιδόσεις. Τα κριτήρια αυτά θα πρέπει να είναι εύκολα κατανοητά και εύχρηστα και να βασίζονται σε επιστημονικά στοιχεία που θα λαμβάνουν υπ΄ όψη τις πλέον πρόσφατες τεχνολογικές εξελίξεις.

Διαδικασία καθορισμού κριτηρίων 

1. Το Συμβούλιο Οικολογικής Σήμανσης της ευρωπαϊκής Ένωσης αναθέτει σε έναν από τους αρμόδιους εθνικούς φορείς να ηγηθεί της διαδικασίας καθορισμού κριτηρίων.

2. Ο επικεφαλής αρμόδιος φορέας δημιουργεί μια ομάδα εργασίας ad hoc καθορισμού κριτηρίων αναζητώντας διαφορετικές οπτικές γωνίες.

3. Ο αρμόδιος φορέας συγκεντρώνει σχόλια και κριτικές από τα ενδιαφερόμενα μέρη (περιβαλλοντικές ενώσεις – επιχειρηματίες – καταναλωτές κ.λπ.).

4. Κατά τον καθορισμό των κριτηρίων, ο αρμόδιος φορέας προσπαθεί να εξασφαλίσει, κατά το μέτρο του δυνατού, την σύμφωνη γνώμη όλων των εμπλεκομένων. Στη συνέχεια, μεταβιβάζει το κείμενο των κριτηρίων στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την αρμόδια Επιτροπή του Συμβουλίου Οικολογικής Σήμανσης.

5. Η Επιτροπή υιοθετεί τα κριτήρια με απόφαση της και τα δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα.

6. Ο αρμόδιος φορέας απονέμει το «λουλούδι» στα προϊόντα ή υπηρεσίες που πληρούν τα κριτήρια.

Νομικό πλαίσιο – Διαδικασία αίτησης, αξιολόγησης και χορήγησης του σήματος

Το νομικό πλαίσιο μέχρι σήμερα έχει τροποποιηθεί δύο φορές, με διαφορά δέκα ετών (περίπου) μεταξύ των τροποποιήσεων, τακτική η οποία στοχεύει αφ΄ ενός στην προσαρμογή της διαδικασίας στις τρέχουσες ανάγκες και διαφοροποιήσεις που εκ των πραγμάτων επέρχονται με την πάροδο των ετών και αφ΄ ετέρου η αλλαγή στηρίζεται στην εμπειρία από την εφαρμογή των προηγούμενων ετών, ώστε να παρατηρούνται οι ελλείψεις, οι καθυστερήσεις και τα κωλύματα που παρουσιάζονται στη διαδικασία λήψης του σήματος, οπότε ο νεότερος Κανονισμός έρχεται να διορθώσει τις όποιες δυσλειτουργίες.

Ειδικότερα: Ο πρώτος Κανονισμός, 880/1992, εκδόθηκε από το Συμβούλιο της ΕΟΚ στα πλαίσια του «προγράμματος δράσης» των ευρωπαϊκών κοινοτήτων 1987-1992 και με αυτόν η πολιτική του περιβαλλοντικού – οικολογικού σήματος γινόταν δεσμευτική για όλα τα κράτη μέλη. Η εφαρμογή της διαδικασίας αξιολόγησης γίνεται σε εθνικό επίπεδο, από φορέα ανεξάρτητο και αμερόληπτο, ο οποίος ορίζεται με απόφαση της Κυβέρνησης. Στη χώρα μας ο φορέας αυτός συστάθηκε με την υα 86644/2482/30.9.1993. Πρόκειται για το ΑΣΑΟΣ (Ανώτατο Συμβούλιο Απονομής Οικολογικού Σήματος). Η προβλεπόμενη, από τον 880/1992 Κανονισμό, διαδικασία είχε ως εξής: Ο ενδιαφερόμενος κατέθετε αίτηση στο ΑΣΑΟΣ υποβάλλοντας και τον φάκελο με τα απαραίτητα δικαιολογητικά, ακολουθούσε αξιολόγηση του φακέλου και στη συνέχεια υποβολή του προϊόντος σε όλους τους ελέγχους. Μετά το πέρας της αξιολόγησης ο φορέας αποφάσιζε για την απονομή ή μη του σήματος, με ταυτόχρονη κοινοποίηση της απόφασης στην Επιτροπή Απονομής (αποτελείτο από αντιπροσώπους των κρατών μελών και τον Πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, άρθρο 7 ν. 880/1992). Η Επιτροπή κοινοποιούσε την απόφαση στους αντίστοιχους φορείς των άλλων κρατών μελών. Μετά την πάροδο τριάντα ημερών από την αποστολή της κοινοποίησης προς την Επιτροπή και με την προϋπόθεση ότι αυτή δεν φέρει κάποια αιτιολογημένη αντίρρηση, ο εθνικός φορέας μπορεί αν απονείμει το σήμα. Προβλεπόταν επιπλέον ετήσιο τέλος το οποίο όφειλε να καταβάλει ο δικαιούχος του σήματος καθώς και διαδικασία υπογραφής σύμβασης μεταξύ αυτού και του αρμοδίου εθνικού φορέα. Μετά την υπογραφή, το προϊόν δημοσιευόταν στην Επίσημη Εφημερίδα των ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, με απώτερο στόχο την ενημέρωση των καταναλωτών, ενώ ο παραγωγός ή κατασκευαστής είχε το δικαίωμα να διαφημίζει το προϊόν του «εκμεταλλευόμενος» το σήμα που διαθέτει. Τέλος, με το άρθρο 18 προβλέφθηκε η δυνατότητα επανεξέτασης του συστήματος απονομής του σήματος μέσα σε διάστημα 5 ετών.

Ο δεύτερος Κανονισμός, 1980/2000 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου, στόχευε στη βελτίωση της διαδικασίας, μέσω της απλούστευσης της, στην επέκταση του συστήματος, μέσω της δυνατότητας χορήγησης του σήματος και σε υπηρεσίες και την ευρύτερη αποδοχή του από το καταναλωτικό κοινό, καθώς το 1996 μετά από 4 χρόνια από τη θέσπισή του, είχαν ορισθεί κριτήρια μόνο για 11 κατηγορίες προϊόντων και ελάχιστες αιτήσεις είχαν υποβληθεί. Ο 1980/2000 περί αναθεωρημένου κοινοτικού συστήματος απονομής οικολογικού σήματος λειτούργησε συνδυαστικά και στα πλαίσια του έκτου προγράμματος δράσης για το περιβάλλον (6th Environmental Action Plan, 22 Ιουλίου 2002 μέχρι 21 Ιουλίου 2012, πηγή: Europa, Σύνοψη της νομοθεσίας της ΕΕ). Ως προς την συντόμευση των διαδικασιών, ο 1980/2000 προέβλεπε ότι ο εθνικός φορέας, μετά από την αξιολόγηση στην οποία προέβαινε, ενημέρωνε τους εθνικούς φορείς των άλλων κρατών μελών χωρίς να απαιτείται κοινοποίηση στην Επιτροπή και αν δεν διατυπωνόταν καμία αντίρρηση από αυτούς, προχωρούσε στην υπογραφή της σύμβασης (άρθρο 7). Ακόμα, ορίστηκαν ρητά τα ετήσια τέλη στο Παράρτημα V του Κανονισμού (για τα οποία εκδόθηκε και σχετική Οδηγία 2000/728/ΕΚ, η οποία ενσωματώθηκε στην Ελλάδα με την υα 59847/19.10.2001). Με τον δεύτερο Κανονισμό εισήχθησαν δυο σημαντικές καινοτομίες, αφ΄ ενός η επέκταση του σε υπηρεσίες τουριστικών καταλυμάτων και αφ΄ ετέρου η σύσταση του Συμβουλίου οικολογικής σήμανσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης (EUEB, άρθρο 13). Όσον αφορά στην πρώτη, μέσω της δράσης αυτής γίνεται αντιληπτή η συμπόρευση της πολιτικής του οικολογικού σήματος με τον αειφόρο τουρισμό, που αφορά τουριστικά καταλύματα που προωθούν βιώσιμες πρακτικές (ΙΣΤΑΜΕ 2006 σ. 31), οικολογικές προμήθειες, αλλά και προαγωγή των τοπικών προϊόντων. Όσον αφορά το EUEB, δηλαδή το Συμβούλιο οικολογικής σήμανσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αυτό συστήνεται με το άρθρο 13 του Κανονισμού και αποτελείται από αρμόδια όργανα – εκπροσώπους κρατών μελών και ομάδες διαβούλευσης, στις οποίες συμμετέχουν επαγγελματικές οργανώσεις, βιομήχανοι, χονδρέμποροι, εισαγωγείς κ.λπ. (άρθρο 15 Κανονισμού). Αρμοδιότητα του ήταν ο καθορισμός και η ανανέωση των κριτηρίων οικολογικής σήμανσης και η προώθηση των προϊόντων που φέρουν το σήμα.

Ο τρίτος και τελευταίος Κανονισμός 66/2010, ο οποίος ισχύει μέχρι σήμερα παρουσιάζει τη θεμελιώδη διαφορά ότι συμπορεύεται με ένα νέο, γενικότερο πλαίσιο της ενιαίας ευρωπαϊκής περιβαλλοντικής πολιτικής. Ειδικότερα, από τη 16η Ιουλίου 2008 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε εντάξει την οικολογική σήμανση στο γενικότερο σχέδιο δράσης για την «κατανάλωση και παραγωγή – Βιώσιμη Βιομηχανική Πολιτική (Αειφόρος παραγωγή και κατανάλωση, «πιο έξυπνα και πιο καθαρά, Λουξεμβούργο: Υπηρεσία Εκδόσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, 2010). Άλλωστε, το Σύστημα Οικολογικής Διαχείρισης και Ελέγχου (EMAS), το ευρωπαϊκό οικολογικό σήμα (eu eco label) και οι Πράσινες Δημόσιες Συμβάσεις εντάσσονται στην κατηγορία περιβαλλοντικών εργαλείων και μέσων, τα οποία υιοθετούνται εθελοντικά από επιχειρήσεις και οργανισμούς και συμβάλλουν αποφασιστικά στην προώθηση φιλικών προς το περιβάλλον παραγωγικών διαδικασιών, υπηρεσιών και προϊόντων, ενισχύουν την εμπιστοσύνη του καταναλωτή και προωθούν την ανάπτυξη μιας έξυπνης, βιώσιμης επιχειρηματικότητας (επίσημη ιστοσελίδα Υπουργείου Περιβάλλοντος Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής). Η διαδικασία αίτησης και χορήγησης του σήματος αποτυπώνεται διαγραμματικά ως εξής: 1. Προετοιμασία φακέλου, 2. Λήψη συμβουλής από τον αρμόδιο εθνικό φορέα σχετικά με τη δυνατότητα χορήγησης του σήματος στο συγκεκριμένο προϊόν – υπηρεσία, 3. Έναρξη επεξεργασίας αίτησης, 4. Συγκέντρωση αποδεικτικών για τον οικολογικό χαρακτήρα του προϊόντος, 5. Υποβολή αίτησης, 6. Απονομή σήματος, 7. Ενσωμάτωση σήματος στο προϊόν ή υπηρεσία [πηγή: European Commision].

Σημαντική διαφοροποίηση συνιστά το γεγονός ότι στον παρόντα Κανονισμό παρουσιάζονται μειωμένα τα τέλη χρήσης της σήμανσης, όπως αυτά εντοπίζονται στο Παράρτημα ΙΙΙ. Σκοπός της τροποποίησης αυτής είναι η προσέλκυση περισσότερων επιχειρήσεων. Συγκεκριμένα, τόσο τα έξοδα της αίτησης όσο και το ετήσιο τέλος διαφέρουν ανάλογα με το μέγεθος της κάθε επιχείρησης, ενώ επίσης προβλέπονται ειδικές εκπτώσεις -της τάξεως του 20%- εάν αυτή είναι συνδεδεμένη με κάποιο άλλο περιβαλλοντικό πρόγραμμα της ΕΕ, όπως το EMAS ή το ISO 14001. Η τελευταία τροποποίηση επί του Κανονισμού επήλθε εδώ και δυο χρόνια, με τον Κανονισμό (ΕΕ) 782/2013 της Επιτροπής της 14ης Αυγούστου 2013, ο οποίος τροποποιεί το Παράρτημα III του Κανονισμού (ΕΕ) 66/2010, που αφορά στα τέλη που καταβάλει ο δικαιούχος του σήματος, χωρίς να εισάγεται καμία άλλη αλλαγή όσον αφορά στα διαδικαστικά ζητήματα.

Η χρήση του ευρωπαϊκού οικολογικού σήματος προστατεύεται, επίσης, από: την αγορανομική διάταξη Φ1-218/30.1.1998 (Β΄ 139/18.2.1998) σχετικά με τη χρήση του όρου «οικολογικό», στην οποία αναφέρεται ότι «απαγορεύεται η χρήση του επιθετικού προσδιορισμού «οικολογικό» ή «οίκο» στα ελληνικά ή σε ξένη γλώσσα, κατά τη διάθεση στην κατανάλωση, πώληση και διαφήμιση κάθε είδους προϊόντος, εφ΄ όσον σε αυτό δεν έχει εκχωρηθεί ο παραπάνω όρος ή οικολογικό σήμα …».

Το λουλούδι – λογότυπο είναι αναγνωρισμένο στα 28 κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως και στη Νορβηγία, στο Λιχτενστάιν και στην Ισλανδία.

picture-2a

Ευρωπαϊκό οικολογικό σήμα και «πράσινη» οικονομία 

Το eu eco label συνδέεται με την πεποίθηση ότι τα προϊόντα και οι υπηρεσίες που φέρουν το σήμα θα επιλέγονται από το καταναλωτικό κοινό έναντι των υπολοίπων και με αυτό τον τρόπο θα επιτυγχάνεται τόσο η προστασία του περιβάλλοντος, που άλλωστε είναι και ο στόχος του σήματος, όσο και η οικονομική ανάπτυξη της επιχείρησης που τα παράγει, τα κατασκευάζει ή τα εμπορεύεται. Βέβαια και στις δύο αυτές απόψεις υπάρχει και ο αντίλογος, όπως κατά πόσο είναι τελικά εφικτό και επιτεύξιμο να προστατευθεί το περιβάλλον μέσα από τη διαδικασία χορήγησης οικολογικού σήματος σε προϊόντα και υπηρεσίες ή αν τα περιβαλλοντικά σήματα έχουν επηρεάσει τις επιλογές του καταναλωτικού κοινού στο να αναζητούν και να επιλέγουν «πράσινα» προϊόντα. Επιπλέον, ένα σημαντικό ζήτημα που αφορά στην οικονομική διάσταση του συστήματος απονομής σήματος, είναι το ύψος των επιβαλλόμενων τελών. Οι πολλαπλές τροποποιήσεις επί του νομοθετικού πλαισίου περιελάμβαναν το θέμα της μείωσης των εξόδων, τα οποία επιβαρύνονται οι κατασκευαστές, προκειμένου να αποκτήσουν το σήμα, στην προσπάθεια να το καταστήσουν περισσότερο ελκυστικό και προσιτό σε περισσότερες επιχειρήσεις. Χαρακτηριστικά, η τελευταία -επιμέρους- τροποποίηση του Κανονισμού 66/2010 με τον Κανονισμό 782/2013 της Επιτροπής της 14ης Αυγούστου 2013, ο οποίος τροποποιεί το Παράρτημα III που αφορά στα τέλη. Η τροποποίηση αυτή είναι εμφανώς επηρεασμένη και από το κλίμα οικονομικής δυσχέρειας και δυσπραγίας που επικρατεί, πέρα από την χώρα μας, και σε ολόκληρη την Ευρώπη, ενώ χαρακτηριστικό είναι ότι εισάγονται μειώσεις των τελών για μικρές και μικρομεσαίες επιχειρήσεις και για επιχειρήσεις είτε ενταγμένες στο σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου της ΕΕ (EMAS) είτε πιστοποιημένες κατά το πρότυπο ISO 14001 (άρθρο 1 Παραρτήματος ΙΙΙ Κανονισμού (ΕΕ) 782/2013). Η εξέλιξη του ύψους των τελών στους Κανονισμούς έχει ως εξής: Ο πρώτος Κανονισμός στο άρθρο 11 παρ. 3 έκανε λόγο για τον καθορισμό των τελών διεκπεραίωσης του φακέλου και χρήσης του σήματος από τον εθνικό φορέα κάθε κράτους μέλους, δίνοντας έτσι τη δυνατότητα στο κάθε κράτος να ορίζει το ποσό ανεξάρτητα από τα υπόλοιπα. Στη συνέχεια, με τον δεύτερο Κανονισμό στο Παράρτημα V ορίστηκαν για πρώτη φορά ενιαία τέλη διεκπεραίωσης και χρήσης για όλα τα κράτη μέλη, προσαρμόζοντας το σύστημα απονομής σήματος στην λογική της ενοποιημένης Ευρώπης. Ειδικότερα, ο Κανονισμός χαράσσει το γενικό πλαίσιο χωρίς να ορίζει συγκεκριμένο ποσό (αυτό έγινε με τις Οδηγίες που εκδόθηκαν μεταγενέστερα), ενώ για πρώτη φορά εισάγονται μειώσεις για τους κατασκευαστές καθώς και τους παρέχοντες υπηρεσίες από αναπτυσσόμενες χώρες (κατά 25%), αλλά και για αιτούντες που έχουν ήδη πιστοποιηθεί σύμφωνα με το σύστημα EMAS ή ISO 14001. Για πρώτη φορά ο τρίτος, κατά σειρά, Κανονισμός 66/2010 ορίζει ρητά το ανώτατο και κατώτατο ποσό, που είναι για τα τέλη διεκπεραίωσης από 200 έως 1.200 ευρώ. Για τους κατασκευαστές καθώς και τους παρέχοντες υπηρεσίες από αναπτυσσόμενες χώρες, το ετήσιο τέλος θα είναι μειωμένο τουλάχιστον κατά 25% και για αιτούντες που έχουν ήδη πιστοποιηθεί σύμφωνα με το σύστημα EMAS ή ISO 14001 μπορούν να χορηγηθούν πρόσθετες μειώσεις στα ετήσια τέλη (Παράρτημα ΙΙΙ παρ. 1). Όσον αφορά το ετήσιο τέλος «αρμόδιος φορέας δύναται να απαιτεί από κάθε αιτούντα, στον οποίο έχει απονεμηθεί οικολογικό σήμα της ΕΕ να καταβάλλει ετήσιο τέλος χρήσης του σήματος το οποίο δεν υπερβαίνει τα 1.500 ευρώ. Στην περίπτωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των επιχειρήσεων αναπτυσσόμενων χωρών, το προαναφερθέν ανώτατο τέλος αίτησης δεν υπερβαίνει τα 750 ευρώ. Στην περίπτωση των μικροεπιχειρήσεων, το μέγιστο τέλος αίτησης είναι 350 ευρώ» (Παράρτημα ΙΙΙ παρ. 2). Τέλος, οι πιο πρόσφατες τροποποιήσεις, επέρχονται με τον τέταρτο Κανονισμό 782/2013. Σύμφωνα με αυτόν, τα τέλη διεκπεραίωσης παραμένουν ίδια και κυμαίνονται από 200 έως 1.200 ευρώ ενώ για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τις επιχειρήσεις αναπτυσσόμενων χωρών, το ανώτατο τέλος αίτησης δεν υπερβαίνει τα 600 ευρώ και για τις πολύ μικρές επιχειρήσεις το μέγιστο τέλος αίτησης είναι 350 ευρώ. Το τέλος αίτησης μειώνεται κατά 30% για αιτούντες καταχωρισμένους στο σύστημα οικολογικής διαχείρισης και οικολογικού ελέγχου της ΕΕ (EMAS) ή κατά 15% για πιστοποιημένους κατά το πρότυπο ISO 14001 με την πρόσθετη υποχρέωση να διασφαλίσει ο αιτών την απόλυτη συμμόρφωση των προϊόντων του, που φέρουν οικολογική σήμανση, με τα κριτήρια απονομής του οικολογικού σήματος της ΕΕ καθ΄ όλη τη διάρκεια ισχύος της σύμβασης. Το ετήσιο τέλος όταν υπολογίζεται ως ποσοστό της αξίας των ετήσιων πωλήσεων δεν υπερβαίνει το 0,15% της εν λόγω αξίας και βασίζεται στις τιμές εργοστασίου όταν το προϊόν που έχει λάβει το οικολογικό σήμα της ΕΕ είναι φυσικό προϊόν ή στην τιμή παράδοσης όταν αφορά υπηρεσίες. Το μέγιστο ετήσιο τέλος είναι 25.000 ευρώ ανά ομάδα προϊόντων ανά αιτούντα. Για μικρομεσαίες, πολύ μικρές επιχειρήσεις ή αιτούντες από αναπτυσσόμενες χώρες, το ετήσιο τέλος μειώνεται κατά τουλάχιστον 25%.

Στατιστικά στοιχεία 

Το σύστημα απονομής οικολογικού ευρωπαϊκού σήματος, όπως έχει διαμορφωθεί κατά τα είκοσι τρία χρόνια εφαρμογής του, παρουσιάζει σημαντική εξέλιξη, ωστόσο φαίνεται ότι απαιτούνται μεγαλύτερες προσπάθειες προώθησης και ενσωμάτωσής του στην αγορά. Σήμερα ο αριθμός των σεσημασμένων προϊόντων φτάνει τις 17.000, κατανεμημένα σε επιμέρους κατηγορίες, οι σημαντικότερες από τις οποίες είναι οι εξής:

Καθαριστικά προϊόντα 2.143
Επικαλύψεις δαπέδου 5.494
Βερνίκια – Βαφές εσωτερικών χώρων 2.558
Χαρτομάντιλα 2.054
Κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα 1.247

Ακολουθούν οι τηλεοράσεις, τα σαπούνια και σαμπουάν, το χαρτί και τα απορρυπαντικά.

Σε πολύ μικρότερο ποσοστό ακολουθούν τα καταλύματα και οι επιχειρήσεις.

Ενημέρωση και ανταπόκριση του κοινού 

Το μεγαλύτερο πρόβλημα που εντοπίζεται στη διαδικασία είναι η ελλιπής γνώση και ενημέρωση του αγοραστικού κοινού. Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, η επιλογή των προϊόντων που φέρουν το σήμα προϋποθέτει τη γνώση, αναγνώριση, κατανόηση του περιεχομένου του σήματος και εξαρτάται από τη σημασία που αποδίδει ο καταναλωτής στην προστασία του περιβάλλοντος, τις περιβαλλοντικές του ανησυχίες εν γένει, τον βαθμό εμπιστοσύνης που δείχνει στο σήμα και, τελικά, την πεποίθηση του ότι η αγορά του οικολογικού προϊόντος συμβάλλει στην προστασία του περιβάλλοντος. Γίνεται αντιληπτό, ότι πρόκειται για μια ιδιαίτερα περίπλοκη διαδικασία, στη βάση της οποίας βρίσκεται η ενημέρωση των καταναλωτών. Επομένως, σε πρώτη φάση, όχι μόνο χρήσιμο, αλλά και επιβεβλημένο θα ήταν να ενημερωθούν οι καταναλωτές για το ευρωπαϊκό σήμα οικολογικών προϊόντων. Στη χώρα μας, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ιδιαίτερα περιορισμένη η ενημέρωση για το σήμα, ενώ και τα προϊόντα που κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά και φέρουν το λογότυπο δεν διαφημίζονται αρκετά, στις περισσότερες περιπτώσεις και καθόλου. Υπάρχει, βέβαια, ενημέρωση από την επίσημη ιστοσελίδα του ΥΠΕΚΑ, παρ΄ όλα αυτά δεν είναι αρκετό για να γίνει η επιλογή φιλικών προς το περιβάλλον προϊόντων τρόπος ζωής για το ελληνικό αγοραστικό κοινό. Κατ΄ αρχάς, θα ήταν χρήσιμο η ενημέρωση για την ύπαρξη, λειτουργία και σημασία του κοινοτικού σήματος να γίνεται στα σχολεία, είτε στα πλαίσια κάποιου μαθήματος είτε ως ενημερωτική καμπάνια, με τη διανομή φυλλαδίων και την οργάνωση διαλέξεων για τα παιδιά. Απώτερος στόχος είναι να κατανοήσουν από νεαρή ηλικία την έννοια του οικολογικού σήματος σε ένα προϊόν ώστε αργότερα, ως μελλοντικοί καταναλωτές, να επιλέγουν σωστά. Επιπλέον, η διαφήμιση μπορεί να διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ενημέρωση και προώθηση του σήματος. Η νομοθεσία δίνει το δικαίωμα στον κάτοχο του σήματος να το χρησιμοποιήσει για διαφημιστικούς λόγους, αλλά στην πράξη ελάχιστες διαφημίσεις με αυτό το περιεχόμενο παρουσιάζονται στην τηλεόραση, στο ραδιόφωνο και σε άλλα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Η νομοθετική ή με άλλο τρόπο αναγνώριση διαφημιστικών προνομίων για τα οικολογικά προϊόντα, όπως για παράδειγμα μικρότερο κόστος, θα έδινε ένα πρόσθετο κίνητρο στις επιχειρήσεις να διαφημίζονται και, με αυτό τον τρόπο, θα βρίσκονται στη συνείδηση των καταναλωτών συχνότερα. Επιπλέον, μετά από έρευνα για προϊόντα που φέρουν το οικολογικό σήμα και κυκλοφορούν στην ελληνική αγορά, τα περισσότερα από αυτά δεν αντιστοιχούν σε εκείνα που χρησιμοποιεί συχνότερα το ελληνικό αγοραστικό κοινό. Μάλιστα, πολλά από αυτά είναι άγνωστα στην ελληνική αγορά, συνεπώς δεν επιλέγονται από τους καταναλωτές με αποτέλεσμα να αποτυγχάνει ο σκοπός τους. Κρίνεται, επομένως, απαραίτητο να διαφημίζονται τα προϊόντα που φέρουν το σήμα, ακόμα και από τα ίδια καταστήματα που τα εμπορεύονται, την τηλεόραση, το ραδιόφωνο και το διαδίκτυο.

Ζήτημα δημιουργείται και σχετικά με τον εθελοντικό χαρακτήρα του σήματος, που αφήνει στους παραγωγούς και κατασκευαστές την διακριτική ευχέρεια να επιλέξουν, εάν επιθυμούν, να λάβουν το σήμα. Για να προσελκύσει, ωστόσο ενδιαφερόμενους, θα πρέπει να εξασφαλίζει μια αντιπαροχή, ένα αντίτιμο για αυτούς, δηλαδή την επιλογή των προϊόντων τους και την αύξηση των κερδών τους, γεγονός που επιτυγχάνεται μόνο μέσω των ανωτέρω αναφερόμενων τρόπων (διαφήμιση, ενημέρωση, προώθηση). Ακόμα, σήμερα, εν μέσω οικονομικής κρίσης πολλοί παραγωγοί μπορούν να επικαλεστούν πρόθεση μεν, οικονομική αδυναμία δε για να συμμετάσχουν στο σύστημα απονομής οικολογικού σήματος. Προσπάθειες για μείωση των εξόδων διεκπεραίωσης και των τελών χρήσης έχουν γίνει σε ευρωπαϊκό επίπεδο, παρ΄ όλα αυτά μπορεί εξακολουθεί να υπάρχει ένα κενό που δεν μπορεί να καλυφθεί. Η τροποποίηση του συστήματος, ώστε να καταστεί υποχρεωτικό προτείνεται ως λύση, αλλά με τα οικονομικά δεδομένα που υπάρχουν θα μπορούσαν να επιβαρυνθούν άσκοπα πολλές μικρότερες ή μεγαλύτερες επιχειρήσεις. Λόγος έγινε στις παραπάνω ενότητες και για τα περιβαλλοντικά σήματα που κυκλοφορούν σε πληθώρα στην αγορά. Μεγαλύτερος «εχθρός» των σημάτων είναι αυτά που αποδίδονται με πανηγυρικές εκφράσεις από τις ίδιες τις επιχειρήσεις (φιλικό προς το περιβάλλον – eco friendly – πράσινο προϊόν κ.λπ.), αλλά σύγχυση μπορούν να προκαλέσουν και ευρωπαϊκά ή εθνικά σήματα που κυκλοφορούν στην αγορά. Σύμφωνα με τη νομοθεσία, επιβάλλεται η συνεργασία ανάμεσα στα επιμέρους συστήματα καθώς και η δημιουργία συμπληρωματικών θεσμών και κανόνων για να αποφεύγεται η σύγχυση των καταναλωτών και να παρέχεται διαφάνεια αφενός και αφετέρου να επιτρέπεται η σύγκριση μεταξύ των συστημάτων οικολογικού σήματος.

Το σύστημα απονομής ευρωπαϊκού οικολογικού σήματος έχει παρουσιάσει μεγάλη εξέλιξη και έχει φέρει αποτελέσματα στο πεδίο εφαρμογής του τα τελευταία είκοσι χρόνια. Το μεγαλύτερο μειονέκτημα και τρωτό του σημείο είναι η έλλειψη γνώσης και πληροφόρησης στους δυο άξονες του, δηλαδή στους καταναλωτές και στους παραγωγούς. Είναι απαραίτητη η ευαισθητοποίηση του κοινού σχετικά με το ευρωπαϊκό οικολογικό σήμα μέσω δραστηριοτήτων προβολής, ενημερωτικών και εκπαιδευτικών εκστρατειών, σε τοπικό, εθνικό και κοινοτικό επίπεδο, ώστε να αντιληφθούν οι καταναλωτές την έννοια του οικολογικού σήματος της ΕΕ και να μπορούν να επιλέγουν με πλήρη επίγνωση. Συστηματικές προσπάθειες πρέπει να γίνουν σε εθνικό αλλά και τοπικό επίπεδο, με επαναλαμβανόμενη ενημέρωση, κινητοποίηση και αφύπνιση σχετικά με το θέμα. Η θέσπιση διευκολύνσεων και προνομίων για τους παραγωγούς και εμπόρους είναι επιβεβλημένη, με την έννοια της «αντιπαροχής», αλλά και για την προσέλκυση περισσότερων ενδιαφερομένων. Η διαφύλαξη και προώθηση του συστήματος απονομής ευρωπαϊκού οικολογικού σήματος και του σήματος καθεαυτού είναι ζήτημα ζωτικής σημασίας για την προστασία του περιβάλλοντος και αυτό αποτελεί υποχρέωση όλων των πολιτών της ενωμένης Ευρώπης.

Ενδιαφέρουσες πληροφορίες:

– Το οικολογικό σήμα της ΕΕ ελαχιστοποιεί τη χρήση των επικίνδυνων ουσιών και ουσιών που μπορεί να είναι επιβλαβείς για το υδάτινο περιβάλλον.

– Τα κάμπινγκ και τα βραβευμένα με το οικολογικό σήμα της ΕΕ τουριστικά καταλύματα περιορίζονται στη χρήση των φυτοφαρμάκων και των λιπασμάτων.

– Η Δανία διαθέτει 11 κάμπινγκ που κατέχουν το οικολογικό σήμα της ΕΕ. Αν υπήρχε το αντίστοιχο ποσοστό σε ολόκληρη την έκταση της ΕΕ, θα είχαμε περισσότερα από 1.000 κάμπινγκ με οικολογικό σήμα!

– Σύμφωνα με μια μελέτη από τη Lexmark, κάθε εργαζόμενος στην Ευρώπη εκτυπώνει κατά μέσο όρο 30 σελίδες ανά ημέρα. Το οικολογικό σήμα της ΕΕ εγγυάται χαρτί που προέρχεται από ανακυκλωμένες ίνες ή από βιώσιμη διαχείριση των δασών.

– Η χρήση προϊόντων με οικολογικό σήμα της ΕΕ μπορεί να αποτελέσει σημαντικό μέρος της λύσης για την υπερθέρμανση του πλανήτη, δεδομένου ότι χρειάζονται λιγότερη ενέργεια, τόσο στην παραγωγή όσο και στη χρήση και είναι ευκολότερη η απόρριψη τους[…].» (Ένας εκπρόσωπος του Συμβουλίου Καταναλωτών της Δανίας)

– Οι βαφές τοίχων που φέρουν το οικολογικό σήμα της ΕΕ χρησιμοποιούν δέκα φορές λιγότερες πτητικές οργανικές ενώσεις από τα συμβατικά προϊόντα.

– Το 2011, ένα ξενοδοχείο με το οικολογικό σήμα της ΕΕ στο Παρίσι, ανέφερε ότι το κόστος για τα προϊόντα φροντίδας και τα δείγματα είχαν μειωθεί κατά το ήμισυ μετά την απόκτηση του οικολογικού σήματος της ΕΕ.

– Το Jardim Atlântico, ένα οικολογικό ξενοδοχείο που βρίσκεται στην Μαδέρα (Πορτογαλία), ανέφερε μείωση 17% επί του όγκου (kg) από πετσέτες που χρησιμοποιούνται ανά επισκέπτη και ακόλουθη μείωση της κατανάλωσης των φυσικών πόρων για κάθε επισκέπτη από την πρώτη χρονιά της με το οικολογικό σήμα της ΕΕ (2004)*:

– 11% μείωση στην κατανάλωση ενέργειας (kWh)

– 26% μείωση στην κατανάλωση φυσικού αερίου (kg)

– 8% μείωση στην κατανάλωση νερού. Αυτό είχε θετική επίδραση (δηλαδή μείωση) στους λογαριασμούς του νερού και της ενέργειάς τους.

– Στο Best Western – Hôtel des Ducs de Bourgogne, ξενοδοχείο 4 αστέρων που βρίσκεται στο κέντρο του Παρισιού, απονεμήθηκε το οικολογικό σήμα της ΕΕ το 2010, και έχει ήδη αναφέρει**:

16% μείωση των αερίων που καταναλώνεται (kg)
32% μείωση στο νερό που καταναλώνεται (ιβ) ενώ ο αριθμός των επισκεπτών αυξήθηκε.

* Βασίζεται σε ετήσια στοιχεία, συγκρίνοντας την κατανάλωση από το ένα έτος πριν από τη λήψη του οικολογικού σήματος της ΕΕ (2003) και ένα χρόνο μετά (2005).

** Βασίζεται σε ετήσια στοιχεία, συγκρίνοντας την κατανάλωση από το ένα έτος πριν από τη λήψη του οικολογικού σήματος της ΕΕ (2009) και ένα χρόνο μετά (2011).

 


nomiki_epikairotita-001


.
Δημοσιεύτηκε στο dasarxeio.com | 14.12.2016



ΚατηγορίεςΠεριβάλλον

Tags: , , , , , , , , ,

Απάντηση

Αρέσει σε %d bloggers: