Αντιλήψεις επιστήμης και κοινού για τις σχέσεις ορεινών δασών και νερού – Επιλογή δράσεων εξοικονόμησης νερού

Γεώργιος Μπαλούτσος,  Δασολόγος – Υδρολόγος, Διατελέσας τακτικός ερευνητής του ΕΘΙΑΓΕ
Αθανάσιος Μπουρλέτσικας, Δασολόγος – Υδρολόγος, Msc, Δ/ντής Κατάρτισης ΕΛΓΟ-ΔΗΜΗΤΡΑ
Ανάργυρος Ρούσσος, Δασοπόνος Δήμου Αμαρουσίου

Οι σχέσεις μεταξύ ορεινών δασών και νερού είναι πολυποίκιλες και πολύπλοκες. Μια γενική εικόνα τους μπορεί να διαμορφωθεί από το παρακάτω γράφημα του υδρολογικού κύκλου μιας υποθετικής ορεινής δασωμένης υδρολογικής λεκάνης. Αναλυτικότερα το νερό, εκτός των πολλών άλλων χρήσεων και ωφελειών, είναι απαραίτητο για την επιβίωση των δασών, τα οποία με τη σειρά τους επηρεάζουν την ποσότητα της απορροής των ρεμάτων, την ποιότητά της, καθώς και τις υπόλοιπες φάσεις του συγκεκριμένου υδρολογικού κύκλου. Επομένως τα δάση και το νερό αλληλεπηρεάζονται σε πολύ μεγάλο βαθμό και σε πολλαπλά επίπεδα.

Συνοπτική απεικόνιση των αλληλεπιδράσεων δασών και νερού στον υδρολογικό κύκλο λεκάνης απορροής (FAO Forestry Papper 155, 2008).

Οι αλληλεπιδράσεις ορεινών δασών και νερού βρίσκονται παγκόσμια στις μέρες μας σε μια από τις πρώτες θέσεις από κοινωνικής, οικονομικής και περιβαλλοντικής άποψης. Και αυτό επειδή, σύμφωνα με διεθνή στοιχεία, από τον συνολικό ετήσιο όγκο νερού των πεδινών περιοχών που καταναλώνεται για όλες τις χρήσεις του, η πλειονότητα αυτού προέρχεται από τις αντίστοιχες ορεινές δασωμένες λεκάνες τους. Ειδικότερα το 30-60% αυτού σε υγρές χώρες και το 70-95% σε ημίξηρες και ξηρές, προέρχεται από τις αντίστοιχες ορεινές λεκάνες τους. Όσον αφορά στην Ελλάδα, το κλίμα της αντιπροσωπεύεται κατά προσέγγιση, από τον μέσο όρο των παραμέτρων των υγρών, ημίξηρων και ξηρών κλιμάτων των προηγούμενων χωρών που αναφέρθηκαν. Συνεπώς, τα αντίστοιχα ποσοστά νερού για αυτήν εκτιμήθηκαν στο 50-78%.

Η επέκταση των ορεινών δασών μας ελαττώνει σημαντικά την ετήσια απορροή των ρεμάτων τους προς τις πεδινές περιοχές.

Το άκρως ανησυχητικό γεγονός όμως είναι πως η προσφορά νερού από τις ορεινές δασωμένες λεκάνες της χώρας μας, αλλά και άλλων χωρών, σύμφωνα με πληθώρα δημοσιεύσεων, άρχισε ήδη να μειώνεται κατά τις πρόσφατες δεκαετίες. Η μείωση αυτή οφείλεται σε τρεις κυρίως αιτίες και πιο συγκεκριμένα: Πρώτον, στην ελάττωση των κατακρημνισμάτων των βουνών, κυρίως τον χειμώνα, λόγω της κλιματικής αλλαγής και δεύτερον, στην αυξανόμενη εξάτμιση όλων των υδάτινων επιφανειών σ’ αυτά, εξαιτίας ανόδου της θερμοκρασίας τους για τον ίδιο παραπάνω λόγο. Τρίτη αιτία μείωσης, είναι η αυξανόμενη εξατμισοδιαπνοή των δασών μας, λόγω βαθμιαίας επέκτασής τους, σύμφωνα με τις εκθέσεις του FAO της περιόδου 1990-2015. Η επέκταση εκτιμάται πως συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας και επιβεβαιώνεται και από το Δασικό Προσωπικό των Περιφερειακών Δασικών Υπηρεσιών. Τέτοιες επεκτάσεις δασών παρατηρούνται επίσης και σε άλλες χώρες του πλανήτη μας.

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να τεθούν σε εγρήγορση όλοι οι σχετικοί με το νερό Διεθνείς Οργανισμοί, για τη διευθέτηση ή τουλάχιστον τον μετριασμό του συγκεκριμένου προβλήματος. Ειδικότερα, η έμφαση επικεντρώνεται κυρίως στην πλήρη κατανόηση της πολυπλοκότητας και πολυμορφίας των αλληλεπιδράσεων ορεινών δασών και νερού και στην εμφύτευση αυτών των γνώσεων στις κατάλληλες πολιτικές για τους δυο αυτούς φυσικούς πόρους. Επιπλέον δίνεται έμφαση και στην επιλογή δράσεων που μπορούν να οδηγήσουν σε επιλεγμένη διαχείριση των ορεινών δασών, η οποία συμβάλλει στην εξοικονόμηση νερού για τις ορεινές και κυρίως τις πεδινές περιοχές μας.

Για την επιλογή όμως δράσεων εξοικονόμησης νερού είναι απόλυτα απαραίτητη η διαλεύκανση των εσφαλμένων συχνά αντιλήψεων που έχει ακόμα και σήμερα η επιστήμη και το κοινό, για τον τρόπο λειτουργίας των σχέσεων δασών και νερού. Αυτές οφείλονται κυρίως σε μύθους, λανθασμένες κατανοήσεις, εσφαλμένες ερμηνείες, στην παραπληροφόρηση κ.λπ., τόσο στην Ελλάδα όσο και αλλού.

Στη συνέχεια, το άρθρο επικεντρώνεται συνοπτικά: α) στις εσφαλμένες και αντίστοιχες ορθές αντιλήψεις των κυριότερων σχέσεων ορεινών δασών και νερού και β) στην επιλογή και συνοπτική περιγραφή δράσεων εξοικονόμησης νερού από τα ορεινά δάση.

Συσκευές μέτρησης υδρομετεωρολογικών παραμέτρων στην Όσσα για ποσοτικοποίηση των σχέσεων δασών – νερού.

Διαχρονική εξέλιξη των αντιλήψεων επιστήμης και κοινού
για τις σχέσεις ορεινών δασών και νερού

Οι εσφαλμένες αντιλήψεις επιστημόνων και κοινού για τις σχέσεις ορεινών δασών και νερού, ξεκίνησαν από τα μέσα περίπου του 18ου αιώνα. Τότε βέβαια οι μετρήσεις των παραμέτρων του νερού που εξετάζονταν ήταν ελάχιστες και υποτυπώδεις. Συνεπώς για τη διατύπωση των παραπάνω σχέσεων συνέβαλε κυρίως η κοινή λογική και όχι τα αποτελέσματα και συμπεράσματα μετρήσεων και αναλύσεων. Για τους λόγους αυτούς οι πρώτες αντιλήψεις στηρίζονταν, όπως αναφέρθηκε, σε μύθους, λανθασμένες κατανοήσεις και ερμηνείες κ.λπ.

Με την πάροδο όμως του χρόνου έγιναν θυελλώδεις συζητήσεις μεταξύ επιστημόνων με πληθώρα αμφιλεγόμενων απόψεων, για τη διευθέτηση και εναρμόνιση του συγκεκριμένου θέματος. Μετά από όλα αυτά τα γεγονότα, σήμερα, εκτός ολίγων εξαιρέσεων, η πλειονότητα των σχέσεων ορεινών δασών και νερού είναι αποδεκτή από την επιστήμη και το κοινό, σε πολύ μεγάλο ποσοστό. Παρακάτω ακολουθεί μια συνοπτική αναφορά τόσο για τις εσφαλμένες όσο και για τις ορθές αντιλήψεις της επιστήμης και του κοινού για δυο από αυτές τις σχέσεις.

Σχέσεις ορεινών δασών και ατμοσφαιρικών κατακρημνισμάτων

Οι σοβαρότερες εσφαλμένες αντιλήψεις και κυρίως του κοινού για τις παραπάνω σχέσεις ήταν πως τα δάση αυξάνανε τα κατακρημνίσματα στις ορεινές λεκάνες που αναπτύσσονταν. Η πλάνη αυτή επικράτησε λόγω του μεγάλου ύψους των κατακρημνισμάτων που αποφορτίζονταν σε ορεινές δασωμένες λεκάνες. Η εσφαλμένη αυτή αντίληψη ενισχύθηκε ακόμα περισσότερο επειδή τα βροχόμετρα καταγράφανε μεγαλύτερο ύψος κατακρημνισμάτων σε διάκενα εντός των δασών από εκείνο σε γυμνές θέσεις στις παρυφές τους.

Ποιες όμως είναι οι αλήθειες στις παραπάνω εσφαλμένες αντιλήψεις; Η πρώτη από αυτές είναι πως στα βουνά μας αποφορτίζονται, λόγω του ορογραφικού τους παράγοντα, πολύ μεγαλύτερα ύψη κατακρημνισμάτων από εκείνα των αντίστοιχων πεδινών περιοχών τους. Ειδικότερα, τα ετήσια κατακρημνίσματα των βουνών ξεπερνούν εκείνα των πεδινών περιοχών κατά 3 – 5 φορές. Επομένως τα δάση δεν αυξάνουν τις βροχές και τα χιόνια στα βουνά, αλλά αναπτύσσονται εκεί, εξαιτίας, εκτός των ευνοϊκών τοπογραφικών και εδαφικών συνθηκών, του επαρκούς ύψους των κατακρημνισμάτων και των ευνοϊκών θερμοκρασιών. Με άλλες λέξεις τα εύρωστα δάση στα βουνά είναι το αποτέλεσμα ευνοϊκών γεωμορφολογικών και κλιματικών συνθηκών και όχι η γενεσιουργός αιτία των κατακρημνισμάτων τους.

Βροχογράφος 300 mm με αντιανεμική στεφάνη σε διάκενο δάσους ελάτης Ευρυτανίας.

Η δεύτερη αλήθεια είναι πως το ύψος των κατακρημνισμάτων είναι ουσιαστικά παρόμοιο τόσο στα διάκενα των δασών όσο και στις γυμνές θέσεις των παρυφών τους, εφόσον βέβαια είναι παρόμοιες και οι τοπογραφικές τους συνθήκες. Το μικρότερο όμως ύψος τους, που παρατηρείται εκτός των δασών, οφείλεται στην υποεκτίμηση αυτού κατά ένα ποσοστό, λόγω των ισχυρών ανέμων που πνέουν εκτός των δασών και εκτρέπουν ένα μέρος των κατακρημνισμάτων τους από το στόμιο των βροχομέτρων (wind effect). Κατά συνέπεια και εδώ διαπιστώνεται πως τα δάση δεν αυξάνουν τα κατακρημνίσματα.

Προστίθεται ακόμα πως κάθε κανόνας έχει βέβαια και εξαιρέσεις και αυτό ισχύει και στις παραπάνω αλήθειες των σχέσεων δασών και κατακρημνισμάτων. Ειδικότερα τα δάση σε κάποιες περιπτώσεις μπορούν να έχουν έμμεσα μερική επίδραση στο ύψος των κατακρημνισμάτων των περιοχών τους. Έτσι π.χ. η ύπαρξη των δασών συμβάλλει δια της κωμοστέγης των δένδρων τους στην ανύψωση των αερίων μαζών κατά 25–30 μέτρα από την επιφάνεια του εδάφους και στην αύξηση ως εκ τούτου, των ετήσιων κατακρημνισμάτων τους κατά 2– 3%. Επιπλέον τα ορεινά δάση, υπό ορισμένες καιρικές συνθήκες, σχηματίζουν και ομιχλοβροχή, δηλαδή βροχή από ομίχλη ή οριζόντια βροχή, η οποία υγροποιείται με την πρόσκρουσή της στην κωμοστέγη των δένδρων και στη συνέχεια, υπό μορφή σταγόνων, φθάνει στην επιφάνεια του εδάφους. Αυτές είναι οι κυριότερες εξαιρέσεις όπου τα ορεινά δάση συμβάλλουν έμμεσα σε αύξηση των κατακρημνισμάτων της Ελλάδας, αλλά και άλλων χωρών του πλανήτη μας.

Σχέσεις ορεινών δασών και απορροών των ρεμάτων τους

Οι απόψεις της πλειονότητας των επιστημόνων για τις παραπάνω σχέσεις βασίζονταν κατά το παρελθόν και ειδικότερα ως το τέλος της δεκαετίας του ́60, σε εσφαλμένες αντιλήψεις. Ειδικότερα, επικρατούσε η αντίληψη πως υπό οποιεσδήποτε υδρολογικές και οικολογικές συνθήκες, το δάσος ήταν η πιο κατάλληλη κάλυψη των ορεινών υδρολογικών λεκανών για τη μεγιστοποίηση των ετήσιων επιφανειακών και υπόγειων απορροών των ρεμάτων τους, ώστε να ανταποκρίνονται σε όλες τις χρήσεις νερού των αντίστοιχων πεδινών περιοχών τους.

Μετά το τέλος όμως της δεκαετίας του ́60 και βαθμιαία ως το 2000, έγιναν εμπεριστατωμένες υδρολογικές έρευνες σε πολλές ορεινές δασωμένες πειραματικές λεκάνες, σε μια πληθώρα χωρών ανά τον κόσμο, καθώς και στην Ελλάδα. Τα συμπεράσματα αυτών των ερευνών που δημοσιεύθηκαν σε κάποιες εκατοντάδες εργασιών ανά τον κόσμο, κατέδειξαν, εκτός των άλλων, και τα ακόλουθα: Αν και η ποιότητα των απορροών ορεινών δασωμένων λεκανών εξακολουθεί να παραμένει υψηλή και μετά την επέκταση της δασοκάλυψής τους, δεν παρατηρείται το ίδιο και με την ποσότητα των επιφανειακών και υπόγειων απορροών των ρεμάτων τους.

Υγρομετρικός σταθμός σε δάσος οξιάς της Όσσας για εμπεριστατωμένη μελέτη της απορροής της.

Και αυτό επειδή οι παραπάνω απορροές σε εύκρατα κλίματα μειώνονται σημαντικά με την επέκταση της δασοκάλυψης των λεκανών τους και αυξάνονται με την ελάττωση αυτής, ως μία κινούμενη τραμπάλα. Οι διεργασίες αυτές κατέδειξαν πως οι αντιλήψεις των επιστημόνων του παρελθόντος για τις παραπάνω σχέσεις δασών και απορροών των ρεμάτων τους, ήταν παραπλανητικές.

Ο εγγενής λόγος μείωσης των απορροών των ρεμάτων με την επέκταση της δασικής βλάστησής τους, είναι η αύξηση της εξατμισοδιαπνοής τους. Αυτή απαρτίζεται από το μέρος της βροχής που συγκρατείται πρώτα στην κωμοστέγη των δένδρων και μετά εξατμίζεται και από τη διαπνοή (εξάτμιση) της υγρασίας του εδάφους, η οποία πρώτα απορροφάται από τις ρίζες των δένδρων και στη συνέχεια διαπνέεται διαμέσου των στομάτων των φύλλων των δένδρων.

Η ήδη αυξημένη κατανάλωση νερού εξαιτίας της εξατμισοδιαπνοής, ενισχυμένη και από τις απώλειες νερού λόγω της κλιματικής αλλαγής και της εξάτμισης όλων των υδάτινων επιφανειών των ορεινών λεκανών, συνιστά ένα σοβαρό πρόβλημα. Αυτό εξελίσσεται δυστυχώς σε μια μεγάλη πρόκληση και λόγω της συνεχώς αυξανόμενης ζήτησης νερού όλων των χρήσεων στις αντίστοιχες πεδινές περιοχές.

Μια υπέρβαση της πρόκλησης αυτής είναι η εξοικονόμηση νερού από τα ορεινά δάση, όπως παρουσιάζεται συνοπτικά παρακάτω.

Εξοικονόμηση νερού από τα δάση ορεινών λεκανών

Γενική επισκόπηση

Η παραγωγή νερού από τις παραπάνω λεκάνες κατατάσσεται στις εκτός ξύλου λειτουργίες των δασών. Η σημασία και χρησιμότητα βέβαια αυτού του προϊόντος ενώ ήταν ανέκαθεν πολυτιμότατη, θα γίνει κατά τις ερχόμενες δεκαετίες ανεκτίμητη, λόγω βαθμιαίας μείωσης της προσφοράς του από τις τρεις αιτίες που αναφέρθηκαν προηγούμενα. Η μείωση όμως της προσφοράς νερού από δασωμένες λεκάνες σε διάφορες χώρες του πλανήτη στις μέρες μας, είναι σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι διεθνείς οργανισμοί, όπως τονίστηκε, να κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου. Για το λόγο αυτό η Διεθνής Ένωση Φορέων Δασικής Έρευνας (IUFRO) συνέταξε το 2018 σχετική έκθεση για το δάσος και το νερό σε έναν πλανήτη που αλλάζει. Σκοπός της έκθεσης είναι η συμβολή της στην επιτυχία των 17 στόχων που καθορίστηκαν από τον ΟΗΕ το 2015, για τη βιώσιμη ανάπτυξη του πλανήτη μας ως το 2030. Όλοι αυτοί οι στόχοι εξαρτώνται βέβαια από το νερό. Τονίζεται ακόμα πως οι περισσότεροι από τους 50 ερευνητές – συγγραφείς της έκθεσης από 20 χώρες, επισημαίνουν πως: «Στη δασική κοινότητα ήδη θεωρείται σε μεγάλο βαθμό πως μόνο οι δασικές αρχές είναι σε θέση να παρέχουν το νερό που απαιτείται από την κοινωνία».

Παρακάτω επιχειρείται να γίνει η προηγούμενη άποψη των ερευνητών – συγγραφέων της έκθεσης πιο συγκεκριμένη και κατανοητή στο κοινό, με τη συνοπτική αναφορά σε δράσεις εξοικονόμησης νερού από τα ορεινά δάση μας και ειδικότερα:

Από μικτά ορεινά δάση

Η δυνατότητα εξοικονόμησης νερού από μικτά δάση ορεινών περιοχών απορρέει από το διαφορετικό μέγεθος εξατμισοδιαπνοής που έχει κάθε δασοπονικό είδος. Τα κυριότερα από τα είδη αυτά κατατάσσονται κατά φθίνουσα τάξη μεγέθους της εξατμισοδιαπνοής τους ως εξής: Ερυθρελάτη, ελάτη, πεύκες (μαύρη, δασική, λευκόδερμος), οξιά, ορεινές δρύες, γαύρος κ.λπ. Γενικότερα οι απώλειες νερού λόγω εξατμισοδιαπνοής στα κωνοφόρα και φυλλοβόλα πλατύφυλλα κυμαίνονται από 25 – 40% και από 15 – 25% των ετήσιων κατακρημνισμάτων τους, αντίστοιχα.

Με τα δεδομένα αυτά σε ένα μικτό ορεινό δάσος μπορεί να επιτευχθεί εξοικονόμηση νερού με κατάλληλους διαχειριστικούς και δασοκομικούς χειρισμούς και γενικότερα με ένα ολοκληρωμένο σχέδιο, ώστε να ευνοείται το είδος (ή τα είδη) εκείνο(α) που καταναλώνουν τη μικρότερη ποσότητα νερού έναντι εκείνων που καταναλώνουν τη μεγαλύτερη. Τέτοιες επεμβάσεις μπορούν να γίνουν π.χ. σε μικτά δάση ελάτης και πευκών για να ευνοηθούν οι πεύκες, αλλά κυρίως σε μικτά δάση ελάτης ή πεύκης και φυλλοβόλων πλατυφύλλων, τα οποία καταναλώνουν, όπως τονίστηκε, πολύ μικρότερες ποσότητες νερού από τα κωνοφόρα.

Μικτό δάσος ελάτης, μαύρης πεύκης και οξιάς τον χειμώνα στην Όσσα.

Πού βρίσκονται όμως τα μικτά δάση στην Ελλάδα για να εξοικονομήσουμε νερό; Η αλήθεια είναι πως από τα ορεινά δάση της Ροδόπης ως τα βουνά της Πελοποννήσου, ένα μέρος αυτών είναι μικτά. Η μίξη τους είναι πολυποίκιλη και ειδικότερα έχουμε μικτά δάση ερυθρελάτης – ελάτης, ελάτης – πευκών (μαύρης, δασικής, λευκοδέρμου), πευκών μεταξύ τους, ελάτης – οξιάς, ελάτης – δρυός, ελάτης – οξιάς – δρυός κ.λπ. Βέβαια και το ποσοστό των μικτών δασών φαίνεται να είναι ικανοποιητικό. Για παράδειγμα στο δασικό σύμπλεγμα Ασπροποτάμου (297.000 στρέμματα) το οποίο διαχειρίζεται από το Δασαρχείο Καλαμπάκας, τα μικτά δάση ανέρχονται στο 1/3 του συνόλου του και συμμετέχουν στη σύνθεση τουλάχιστον 2-5 δασικά είδη (επικοινωνία με τον αρμόδιο δασολόγο του Δασαρχείου).

Το ποσοστό των μικτών δασών μας διαφέρει προφανώς με-ταξύ των συμπλεγμάτων της χώρας και πρέπει να κυμαίνεται σε ευρέα όρια.

Με συστηματική καλλιέργεια νεαρών σταδίων εξέλιξης των δασών

Από τα νεαρά στάδια εξέλιξης των δασών εξετάζονται για συμβολή τους στην εξοικονόμηση νερού, κυρίως η πυκνοφυτεία και τα λεπτά κορμίδια. Τα φυτικά άτομα στα συγκεκριμένα στάδια έχουν μεγάλες απώλειες νερού δια της εξατμισοδιαπνοής τους. Αυτή οφείλεται στον μεγάλο αριθμό ατόμων ανά μονάδα επιφάνειας και στη σύμπλοκη συγκόμωσή τους. Κατά συνέπεια η υδατοσυγκράτηση των ατόμων είναι μεγάλη λόγω της συσσωρευμένης βιομάζας και η διαπνοή τους, λόγω της νεαρής ηλικίας, είναι τριπλάσια εκείνης των ώριμων προς υλοτομία ατόμων των παρακείμενων συστάδων.

Τα νεαρά αυτά στάδια εξέλιξης αναπτύσσονται τόσο σε μικτά όσο και σε αμιγή δάση και είναι αναγκαία η συστηματική καλλιέργειά τους, ώστε δια των αραιώσεων να εξοικονομείται, εκτός των άλλων ωφελειών, και ένα σημαντικό μέρος από το νερό που χάνεται.

Με επιμήκυνση του χρόνου υλοτομίας των ώριμων ατόμων

Σε αντίθεση με τα νεαρά δασικά άτομα, τα οποία συγκρατούν και διαπνέουν μεγάλες ποσότητες νερού, τα ώριμα προς υλοτομία διαπνέουν πολύ μικρότερες ποσότητες. Ειδικότερα, πειράματα που έγιναν τελευταία σε διάφορες χώρες έδειξαν πως η διαπνοή των ώριμων προς υλοτομία δένδρων μειώνεται κατά 3 ως 3,5 φορές από εκείνη των νεαρών σταδίων εξέλιξής τους. Η μεταβολή αυτής της λειτουργίας με την ηλικία οφείλεται στη μείωση των φύλλων των ώριμων δένδρων, στη μείωση της αγωγιμότητας των στομάτων των φύλλων, του σομφού τους ξύλου κ.λπ.

Από όλα τα προηγούμενα κρίνεται σκόπιμο και αναγκαίο να εξετασθεί η δυνατότητα επιμήκυνσης του χρόνου υλοτομίας των ώριμων δένδρων των δασών και για εξοικονόμηση νερού.

Από ομήλικα παρά από ανομήλικα δάση

Μεγαλύτερη εξοικονόμηση νερού μπορεί να επιτευχθεί ακόμα από ομήλικα παρά από ανομήλικα (κηπευτά) δάση. Και αυτό επειδή τα ανομήλικα έχουν μεγαλύτερες απώλειες νερού από τα πρώτα. Ειδικότερα αυτές οφείλονται στις ισχυρές ατμοσφαιρικές αναταράξεις (στροβιλισμούς) οι οποίες σχηματίζονται στο αεροδυναμικό σχήμα της υγρής κωμοστέγης των ατόμων των ανομήλικων δασών και αυξάνουν την εξάτμιση της υδατοσυγκράτησής τους. Αυτή επιτείνεται επειδή στην καθαρή ακτινοβολία προστίθεται και η οριζόντια λανθάνουσα θερμότητα λόγω των αναταράξεων του αέρα.

Στα ομήλικα δάση, σε αντίθεση με τα ανομίληκα, σχηματίζονται μικρής έντασης αναταράξεις λόγω της σχετικής ομαλότητας της κωμοστέγης των δένδρων τους και συνεπώς, οι απώλειες από την υδατοσυγκράτηση είναι μειωμένες. Η συγκεκριμένη δράση εξοικονόμησης νερού ισχύει για ομήλικα δάση τόσο κωνοφόρων, όσο και φυλλοβόλων πλατυφύλλων.

Κατάλληλες καιρικές συνθήκες για σχηματισμό ομιχλοβροχής σε δάσος οξιάς.

Με διατήρηση και επαύξηση της ομιχλοβροχής των δασών

Η εφαρμογή της παραπάνω δράσης προϋποθέτει προφανώς ικανοποιητικά μεγέθη ομιχλοβροχής. Από την άποψη αυτή η συγκεκριμένη παράμετρος κυμαίνεται π.χ. σε δάση οξιάς και ελάτης της Όσσας (του Κισσάβου) και Ευρυτανίας αντίστοιχα, από 15 – 25% των ετήσιων κατακρημνισμάτων τους. Οι τιμές αυτές είναι σημαντικές και επιπλέον είναι καθαρή βροχή που εξοικονομείται από τα ορεινά δάση. Βέβαια τα ποσοστά αυτά της ομιχλοβροχής είναι προφανώς μεγαλύτερα στη βόρεια Ελλάδα και κυρίως στα δάση της Ροδόπης, της Πίνδου κ.λπ., όπου επικρατούν πιο ευνοϊκές καιρικές συνθήκες για τον σχηματισμό της. Τα μεγέθη αυτά δείχνουν τη μεγάλη ανάγκη και προτεραιότητα για προστασία και διατήρηση των δασών μας που παράγουν στην κυριολεξία και μια σημαντική ποσότητα νερού.

Ενδιαφέρον είναι ακόμα να τονισθεί πως είναι εφικτή και η επαύξηση της ομιχλοβροχής από τα δάση με την επιμήκυνση του χρόνου υλοτομίας των ώριμων ατόμων τους. Και αυτό επειδή, όπως αναφέρθηκε, τα ώριμα άτομα των ορεινών δασών, εκτός της μειωμένης διαπνοής τους, σχηματίζουν και πολύ μεγαλύτερη ποσότητα ομιχλοβροχής σε σχέση με τα νεαρά άτομα. Αυτή οφείλεται στη μορφή της κωμοστέγης τους, η οποία καλύπτεται από επίφυτα, βρύα, λειχήνες, λεπτά ξηρά κλαδιά κ.λπ. λόγω της υψηλής υγρασίας τους που είναι η βασική ύλη για την ομιχλο-βροχή. Κατά συνέπεια, η υλοποίηση της επιμήκυνσης του χρόνου υλοτομίας των ώριμων ατόμων είναι κατά μείζονα λόγο αναγκαία και απαραίτητη. Και αυτό επειδή τα ώριμα άτομα συμβάλλουν στην εξοικονόμηση νερού τόσο με τη μειωμένη διαπνοή τους όσο και με την αυξημένη ομιχλοβροχή τους.

Εδώ όμως πρέπει να διευκρινιστεί ακόμα πως μετά τις δράσεις που αναλύθηκαν συνοπτικά, δεν αναφέρθηκαν τα ορεινά φυτοτεχνικά και τεχνικά έργα, τα οποία, εκτός των πολλών άλλων ωφελειών τους, συμβάλλουν και στην εξοικονόμηση νερού. Η «παράλειψη» αυτή έγινε επειδή η συμβολή των συγκεκριμένων έργων στην εξοικονόμηση νερού δημοσιεύτηκε ήδη σε προηγούμενο τεύχος του περιοδικού «ΕΘΙΑΓΕ».

Αντί επιλόγου

Σε συνέχεια των δράσεων εξοικονόμησης νερού επισημαίνεται πως όλα τα προηγούμενα που εξετάστηκαν και συζητήθηκαν, είναι επαρκή ώστε να δώσουν το έναυσμα συνειδητοποίησης πως αν δε δράσουμε έγκαιρα, αργά ή γρήγορα θα έχουμε ανεπάρκεια νερού και στην ηπειρωτική Ελλάδα. Βέβαια, αν και το έτος 2018/2019 είναι πολύ υγρό, δεν είναι όμως καθόλου απίθανο γεγονός το επόμενο έτος να συνοδεύεται από μια ισχυρή ή και πολυετή ξηρασία. Τέτοιες εναλλαγές ακραίων καιρικών φαινομένων δεν είναι ασυνήθιστες στις μέρες μας λόγω της φυσικής μεταβλητότητας του κλίματος και κυρίως λόγω της ανθρωπογενούς προέλευσης της αλλαγής του. Επομένως, η ανεπάρκεια νερού στη χώρα μας μπορεί να εκδηλωθεί σε ένα, πέντε, δέκα ή και περισσότερα έτη. Λόγω όμως της αβεβαιότητας εκδήλωσης αυτών των φαινομένων, καθήκον και υποχρέωση των αρμόδιων φορέων της πολιτείας μας είναι η άμεση έναρξη λήψης των απαραίτητων και αναγκαίων μέτρων και ενεργειών προσαρμογής των πολιτών στην αναμενόμενη ανεπάρκεια νερού. Και αυτό επειδή, λόγω της παραπάνω αβεβαιότητας, η επόμενη δεκαετία ή το κοντινό μας μέλλον, είναι σήμερα.

Δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ΔΗΜΗΤΡΑ (Τεύχος 25, Ιανουάριος – Μάρτιος 2019)
Τριμηνιαία έκδοση του Ελληνικού Γεωργικού Οργανισμού – ΔΗΜΗΤΡΑ
www.elgo.gr



ΚατηγορίεςΔασική Έρευνα, Υδατικοί πόροι

Tags: , , , , , , , , , ,

Απάντηση

Αρέσει σε %d bloggers: