Δρ Γεώργιος Καρέτσος
Διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων
του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ
Δεν μπορεί να γράψει κάποιος ψύχραιμα, όταν οι πυρκαγιές πλήττουν ζωτικές δασικές περιοχές της χώρας και ο δασικός κόσμος τουλάχιστον θρηνεί τις απώλειες. Έχουμε διδαχθεί από το πανεπιστήμιο ότι όταν μια πυρκαγιά λάβει μεγάλες διαστάσεις κανένας μηχανισμός όσο και σύγχρονος να είναι δεν πρόκειται να την αντιμετωπίσει αποτελεσματικά. Θα κάψει ότι είναι να κάψει και θα σβήσει στο τέλος μόνη της. Αυτό αποδεικνύεται και από άλλες χώρες πολύ πιο οργανωμένες και αποτελεσματικές και χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις στο συντονισμό κατάσβεσης, με ανθρώπους πλήρως καταρτισμένους και εκπαιδευμένους να κάνουν τη δουλειά τους.
Χωρίς να κουράσουμε τους αναγνώστες θα επικεντρωθούμε στις βασικές αιτίες των πυρκαγιών στη χώρα μας.
Πρόληψη. Είναι μια λέξη που έχει χάσει την αξία της και όμως είναι η πεμπτουσία της υπόθεσης. Η πρόληψη στηρίζεται σε μια σειρά δασοκομικά μέτρα, ώστε τα δασικά οικοσυστήματα να συμπεριφέρονται καλύτερα στη μετάδοση της φωτιάς. Αρμόδια για την άσκησή της, σύμφωνα με τον νόμο, είναι η Δασική Υπηρεσία. Το πόσο ανταποκρίνεται στο ρόλο της εξαρτάται από τη στελέχωσή της, την ετήσια άσκηση των διαχειριστικών μέτρων και τη χρηματοδότηση. Από ότι ακούμε δεν έχει ούτε στα υπηρεσιακά αυτοκίνητα να βάλει καύσιμα και δεν μπορεί να κάνει στοιχειώδεις περιπολίες.
Στην πρόληψη φυσικά εντάσσονται ο σχεδιασμός των πυροσβεστικών δυνάμεων άμεσης επέμβασης και οι μηχανισμοί της τοπικής αυτοδιοίκησης για την ετοιμότητα αντιμετώπισης τέτοιων περιστατικών.
Αγροτικές καλλιέργειες. Στο παρελθόν ασκούνταν συστηματικά εντός του δασικού χώρου και οι περιοχές αυτές λειτουργούσαν ως τόποι ανάσχεσης της φωτιάς. Σήμερα έχουν οι περισσότερες εγκαταλειφθεί, ο τρόπος εκμετάλλευσης έχει αλλάξει και ελάχιστοι κάτοικοι αυτής της χώρας έχουν μόνιμη γεωργική απασχόληση. Οι περισσότεροι έχουν αστικοποιηθεί και δεν συμμετέχουν πλέον στη διαδικασία πυρόσβεσης, παραμένοντας παρατηρητές. Αποτέλεσμα ο δασικός χώρος να είναι ενιαίος χωρίς διάκενα και περιοχές κατευνασμού και αντίστασης σε περίπτωση πυρκαγιάς.
Κτηνοτροφία. Η συστηματική για πολλά χρόνια οικονομική εξουθένωση των κτηνοτρόφων τους ανάγκασε να εγκαταλείψουν τη δραστηριότητα και ο αριθμός των ζώων που βόσκουν νομαδικά έχει περιοριστεί στο ελάχιστο και στρέφεται σε κλειστά οικόσιτα συστήματα. Αποτέλεσμα αυτού του μαρασμού είναι η αύξηση και συσσώρευση της φυσικής παραγόμενης βιομάζας, που αποτελεί και το έναυσμα και την γρήγορη επέκταση της φωτιάς.
Ρητινοσυλλογή. Δραστηριότητα που ασκούνταν επί δεκαετίες στα δασικά συμπλέγματα χαλεπίου πεύκης κυρίως, εξασφαλίζοντας ένα πρόσθετο εισόδημα στον αγροτικό κόσμο των περιοχών αυτών. Τα τελευταία χρόνια έχει στην ουσία εγκαταλειφθεί και δεν υπάρχει συνέχεια στην παράδοση. Κανείς νέος δεν προσφέρεται να ασχοληθεί με ένα επάγγελμα που δεν στηρίχθηκε αποτελεσματικά από την πολιτεία. Οι τελευταίοι εναπομείναντες της βορείου Ευβοίας έχασαν οριστικά τα δάση τους, όπως και σε άλλες περιοχές της χώρας, (Αττικοβοιωτία, Κορινθία κ.λπ.). Η δραστηριότητα αυτή κρατούσε τα δάση προσπελάσιμα με καθαρό υπώροφο.
Καρνάγια. Στις νησιωτικές περιοχές κυρίως Σάμου και Ρόδου, για τα ξύλινα σκάφη αλιείας χρησιμοποιούνταν η ξυλεία των δασών αυτών των νησιών. Η τέχνη και η οικονομική αυτή δραστηριότητα έχει εκλείψει και τα δάση είναι εκτός εκμετάλλευσης. Αυτό σημαίνει ότι μεγάλες ποσότητας δασικής βιομάζας παραμένουν στα δασικά οικοσυστήματα ως πρόσθετο υλικό καύσης.
Σχέδια πόλεων. Τα μεγάλα αστικά κέντρα γιγαντώθηκαν με την εγκατάλειψη της υπαίθρου και της εσωτερικής μετανάστευσης. Η δεύτερη ή και η πρώτη κατοικία έβρισκε χώρο εντός των δασικών γειτονικών στον αστικό ιστό περιοχών, χωρίς κανένα σχεδιασμό. Είναι χαρακτηριστικό το ρηθέν ότι «στην Ελλάδα πολεοδομεί ο καταπατητής και στη συνέχεια επιβάλλεται η νομιμοποίηση. Δεν είναι τυχαίο που οι δασικοί χάρτες αναβάλλονται συνεχώς και ενδεχόμενα να μην τελειώσουν.
Ξυλοβιομηχανίες. Οι περισσότερες μεγάλες μονάδες ξυλοβιομηχανίας στην χώρα μας έχουν κλείσει. Ας μην αναφέρουμε τα χιλιάδες μικρά ξυλοπριστήρια, επιπλάδικα και ξυλουργεία που εξαφανίστηκαν από την είσοδο στη χώρα μας των εμπορικών μεγαθηρίων μικροεπίπλων, που έχουν κατακλείσει την αγορά και έχουν θέσει σε αργία μικροεπαγγελματίες και εργάτες ξύλου. Οι εναπομείνασες δεν μπορούν αλλά και δεν έχουν στη διάθεσή τους ποσότητες εγχώριας κατάλληλης ξυλείας προς εκμετάλλευση. Τα συστήματα πρότυπης εκμετάλλευσης δασών έχουν καταρρεύσει και οι εναπομείναντες Δασικοί Συνεταιρισμοί ενδιαφέρονται για το άμεσο κέρδος, χωρίς καμιά κατεύθυνση εξωραϊσμού του επαγγέλματος και εξορθολογισμού της εκμετάλλευσης των δασών της χώρας.
Οικοσυστημικές Υπηρεσίες και προστασία των Δασών. Η μοναδική ανθούσα κατά κάποιον τρόπο συμβολή των δασών μας συνίσταται στις λεγόμενες οικοσυστημικές υπηρεσίες που παρέχουν στους πολίτες όχι μόνο της χώρας μας. Ποτέ δεν έχουν αξιολογηθεί οικονομικά με αποτέλεσμα να φαίνεται ότι ο δασικός χώρος δεν συμβάλλει στην οικονομία της χώρας. Η χώρα θεωρείται διεθνώς ως μια hot spot περιοχή διατήρησης της βιοποικιλότητας, την οποία δεν καταφέραμε να αξιοποιήσουμε. Η χώρα είναι ένα ξέφραγο αμπέλι, κατά τα κοινώς λεγόμενα, από όπου ξένες μεγάλες εταιρίες πολλαπλασιαστικού υλικού συγκεντρώνουν δικές μας ποικιλίες για να βελτιώσουν δικές τους. Παρά την επικύρωση του Πρωτοκόλλου της Ναγκόγια, καμιά προσπάθεια προστασίας των γενετικών μας πόρων δεν έχει γίνει, αν και η επιστημονική κοινότητα έχει αναδείξει τη σημασία τους.
Από όλα τα παραπάνω συμπεραίνουμε ότι η κατάσταση των μεσογειακών και κατά συνέπεια πυρογενών οικοσυστημάτων είναι τραγική και αποτελούν εν δυνάμει εκρηκτικά συστήματα έναρξης και διάδοσης της φωτιάς. Ας μην συνδέσουμε και το γεγονός της λεγόμενης κλιματικής αλλαγής, της οποίας δεν είμαι οπαδός τουλάχιστον με την κυριαρχούσα στρεβλή αντίληψη του επιστημονικού όρου.
Μέσα σ’ αυτόν τον ορυμαγδό της εγκατάλειψης και με την πρώτη ευκαιρία μιας μεγάλης φωτιάς, πληθαίνουν και οι φωνές των άσχετων, περί αντικατάστασης των δασών από άλλα πιο ανθεκτικά. Τέτοιες απόψεις ανθούν σε περιόδους κρίσης και μοιράζουν ελπίδες περί νέων δασών και λοιπά άλλα ευτράπελα. Τα δάση είναι ζωντανοί οργανισμοί και συμβιώνουν με πλήθος άλλων οργανισμών και σχέσεων και σε καμιά περίπτωση δεν είναι ανταλλακτικά μηχανημάτων.
Ας έρθουμε τώρα στην πυρκαγιά της Πεντέλης, που δεν ήταν δυνατόν να αποσιωπηθεί από τα συστημικά μέσα. Τέτοιες πυρκαγιές δεν είναι πρώτη φορά που συμβαίνουν στη χώρα μας και η Πεντέλη έχει κατακαεί πλειστάκις τα τελευταία σαράντα χρόνια. Οι άλλες μέγιστης σημασίας, πέρασαν στα ψιλά γράμματα, παρά τον πόνο των ανθρώπων που τις έχουν υποστεί. Εφόσον είναι μακριά μας δεν μας ενδιαφέρουν. Φυσικά δεν ξεχνούμε και τις περσινές τραγικές πυρκαγιές στο σύνολο της χώρας.
Η χθεσινή πυρκαγιά ευνοήθηκε από τον άνεμο και είναι γεγονός αναμφισβήτητο. Δεν έχουμε όμως καμιά πληροφόρηση για το πως ξεκίνησε και γιατί δεν αντιμετωπίστηκε στις πρώτες στιγμές, όταν ο κόσμος ήταν πληροφορημένος για τον κίνδυνο αλλά και η πολιτεία είχε διαβεβαιώσει ότι είναι πλήρως έτοιμη να καταστείλει εν τω γεννάσθαι περιστατικά ιδίως στην Αττική. Ας το προσπεράσουμε και αυτό αναγνωρίζοντας μονομερώς τις αδυναμίες του κρατικού μηχανισμού καταστολής.
Αυτό που ενοχλεί βάναυσα τη συνείδησή μου δεν είναι η πολιτική εκμετάλλευση του θέματος. Το φαινόμενο πρέπει να απασχολεί εξίσου συμπολίτευση και αντιπολίτευση. Τέτοια γεγονότα ξεπερνούν ακόμη και αρτιότερους μηχανισμούς όπως προανέφερα. Είναι η συνταγή «μια από τα ίδια» που οδηγεί στα απαράλλαχτα τραγικά αποτελέσματα. Ο τίτλος του άρθρου που είναι μόνιμη επωδός στα δελτία ειδήσεων και τους απολογισμούς της πυροσβεστικής, ή το άλλο «πονηρό» «δεν κινδυνεύουν σπίτια» από τους φουμαρολόγους των ειδήσεων, αντιστοιχεί σε κάποιον δογματισμό και αποτελεί την κυρίαρχη αντίληψη της αντιμετώπισης του φαινομένου των πυρκαγιών. Προστατεύουμε τις υποδομές και την ιδιοκτησία. Πόσο τραγικό αν σκεφτεί κανείς ότι το δάσος δεν θεωρείται υποδομή, δεν αποτελεί κοινή ιδιοκτησία και η προσωπική ιδιοκτησία που βρέθηκε εκεί, εντός του δάσους, δεν είναι εισβολή σε έναν χώρο που δεν της ανήκει και που εν γνώση του ο «εξαπατημένος» ιδιοκτήτης έχτισε. Αφήνουμε λοιπόν το δάσος να καεί και αντιμετωπίζουμε τη φωτιά στα όρια των ιδιοκτησιών. Τι διαφορετικό από αυτό το ίδιο καταστροφικό αποτέλεσμα αναμένουμε; Αυτό το ερώτημα δεν σημαίνει ότι δεν μας ενδιαφέρουν και οι περιουσίες των πολιτών ή δεν συμπαραστεκόμαστε στις απώλειες και τους κόπους μιας ζωής ενδεχόμενα. Εύλογα όμως, για τους έγγιστα γνώστες των πυρκαγιών γεννιούνται τα ερωτήματα:
Γιατί εξαρθρώθηκε η Δασική Υπηρεσία;
Γιατί δεν στελεχώθηκε παρά τις εξαγγελίες των τελευταίων κυβερνήσεων;
Γιατί δεν τελειώνουν οι Δασικοί Χάρτες και διαιωνίζεται το καθεστώς των καταπατήσεων με τους συνεπακόλουθους μηχανισμούς αγοραπωλησιών και νομιμοποιήσεων και έρχεται ο κρατικός μηχανισμός καταστολής να τις προστατεύσει; Πως λοιπόν θα καλυφθεί το κοινό περί δικαίου αίσθημα ότι ούτε οι οικιστικές πυκνώσεις λύνουν το πρόβλημα ούτε οι παράλογες και ανεκδιήγητες τροπολογίες νομιμοποίησης χρόνιων παρανομιών και διευκόλυνσης αναπτυξιακών έργων σε βάρος του φυσικού περιβάλλοντος;
Γιατί παραμελήθηκε ένα υπουργείο και φτιάχτηκε κάποιο άλλο υποτίθεται περισσότερο αρμόδιο; Δεν αληθεύει δηλαδή ότι συναρμοδιότητα έχουν τέσσερα υπουργεία για να μην αναφέρω περισσότερα (Υπουργείο Κλιματικής Κρίσης, Υ. Προστασίας του Πολίτη, Υ. Περιβάλλοντος, Υ. Εσωτερικών) και να προσθέσω και τις Περιφέρειες και τους Δήμους;
Γιατί γιγαντώθηκαν οι μηχανισμοί καταστολής και τα αποτελέσματα είναι τα ίδια;
Γιατί οι δαπάνες καταστολής είναι υπερβολικά πολλαπλάσιες από εκείνες της πρόληψης;
Γιατί η Πυροσβεστική Υπηρεσία δεν συμμετέχει τον χειμώνα σε εργασίες συστηματικών καθαρισμών και διευθέτησης χειμάρρων, υπό τις εντολές της υποστελεχωμένης Δασικής Υπηρεσίας ώστε να γνωρίσει καλύτερα το χώρο εκτός από τις θέσεις εποπτείας;
Γιατί δεν χωρίζεται σε δύο σκέλη η πυρόσβεση, δηλαδή στην καταστολή των δασικών πυρκαγιών από εκείνη των αστικών, ώστε να υπάρχει τουλάχιστον ισοβαρής άσκηση πυρόσβεσης;
Γιατί δεν στηρίζεται ο αγροτικός χώρος, ώστε οι άνθρωποι να ζουν αξιοπρεπώς στον τόπο τους και να τους πονά η προστασία του δάσους και των καλλιεργειών τους;
Γιατί δεν συντηρήθηκε το δασικό δίκτυο από την τοπική αυτοδιοίκηση και γατί να το κάνει άλλωστε; Ούτε το πράσινο των Δήμων δεν μπορούν να συντηρήσουν, θα ασχοληθούν με ένα χώρο που πάντα τον έβλεπαν ως χώρο εγκατάστασης νεκροταφείων, σχολείων, εκκλησιών, αθλοπαιδιών κ.λπ.;
Πολλά άλλα γιατί μπορούν να παρατεθούν. Το θέμα είναι ένα. Η άλλοτε ακμαία Δασική Υπηρεσία κατέρρευσε, τα Δασαρχεία ερήμωσαν και δεν μπορεί να ασκήσει πλέον αποτελεσματική διαχείριση των δασών, εποπτεία και έλεγχο στα διάφορα μεγάλα και μικρά συμφέροντα, τα οποία αξιώνουν και την προστασία τους σε περιπτώσεις καταστροφής.
Αυτή η αλλοτριωμένη αντίληψη θα πρέπει κάποτε να λήξει. Ποιος όμως θα έχει το σθένος κατά πρώτο να το αντιληφθεί και κατά δεύτερο να το αντιμετωπίσει;
Αθήνα, 21/7/2022
ΚατηγορίεςΑπόψεις, Πυρκαγιές - Αναδασώσεις
Απάντηση