Προτεινόμενες προς αναθεώρηση διατάξεις του Συντάγματος

syntagma

Αυτή είναι η τελική πρόταση της ΝΔ αναφορικά με την αναθεώρηση του Συντάγματος, όπως συναποφασίστηκε παρουσία του πρωθυπουργού σε ειδική συνεδρίαση της αρμόδιας κομματικής Επιτροπής, και επί της οποίας ήδη άρχισαν να συγκεντρώνονται οι υπογραφές του συνόλου των μελών της γαλάζιας Κοινοβουλευτικής Ομάδας.

ΤΕΛΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ

Ειδικότερα για το άρθρο 24

Άρθρα 24 παρ. 1 και 2 κι ερμηνευτική δήλωση (και 117 παράγραφοι 3 και 4) του Συντάγματος

Το άρθρο 24 αποτέλεσε αντικείμενο αναθεώρησης το έτος 2001, σε μία προσπάθεια αφενός εξισορρόπησης και συγκερασμού της προστασίας των δασών και των δασικών εκτάσεων από καταστροφικές ανθρώπινες επεμβάσεις. Και, αφετέρου, της δυνατότητας τόσον της Νομοθετικής όσον και της Εκτελεστικής Εξουσίας ν’ ασκήσουν ακώλυτα και σύμφωνα με το Σύνταγμα τις αρμοδιότητές τους. Με την αναδιατύπωση που προωθήθηκε επετράπη, μεταξύ άλλων, η αλλαγή προορισμού και για τα ιδιωτικά δάση και τις ιδιωτικές δασικές εκτάσεις, ενώ ως τότε η ευχέρεια αυτή ίσχυε μόνον για τα δημόσια δάση. Σκοπός της αναθεώρησης αυτής ήταν κυρίως η αντιμετώπιση των αδιεξόδων στα οποία οδήγησε, σ’ αρκετές περιπτώσεις, ο απόλυτος χαρακτήρας της προϊσχύουσας μεταβολής, αλλά και η εξυπηρέτηση της οικείας δημόσιας ωφέλειας. Παράλληλα, τόσο πριν από το έτος 2001 όσον και μετά, η νομολογία, ερμηνεύοντας το άρθρο 24 σε συνδυασμό με το άρθρο 117 παράγραφος 3 και κάνοντας σημαντική προσπάθεια να περισώσει τον δασικό πλούτο της Χώρας, είχε οδηγηθεί, σ’ ορισμένες περιπτώσεις, σ’ ανελαστικές παραδοχές ως προς τις δασικές εκτάσεις, που παραγνώριζαν πραγματικές καταστάσεις διαμορφωμένες εδώ και δεκαετίες, μην εξυπηρετώντας πάντοτε το δημόσιο συμφέρον με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και καταλήγοντας συχνά σ’ ανεπιεικείς λύσεις.

Για τους λόγους αυτούς χρειάζεται μια διορθωτικού χαρακτήρα παρέμβαση στα άρθρα 24 και 117 παράγραφοι 3 και 4 του Συντάγματος. Έτσι ώστε, χωρίς να θίγεται ούτε κατ’ ελάχιστον η συνταγματική προστασία δασών και δασικών εκτάσεων, να καταστεί δυνατή η αντιμετώπιση, δεσμευτικώς για το νομοθέτη και τα δικαστήρια, των όποιων ακραίων καταστάσεων.

α) Στο πλαίσιο αυτό προτείνουμε, κατά πρώτον, την περαιτέρω προστασία εκτάσεων, εφόσον αυτές ήταν αναμφισβητήτως δάση ή δασικές εκτάσεις κατά την 11η Ιουνίου 1975, οπότε και τέθηκε σε ισχύ το Σύνταγμά μας. Το χρονικό αυτό σημείο επελέγη, προκειμένου τα διαθέσιμα αποδεικτικά στοιχεία να είναι σχετικώς πρόσφατα και να επιτρέπουν την αποτύπωση
της πραγματικής εικόνας του δασικού πλούτου της Χώρας. Αυτό σημαίνει ότι, για την θεμελίωση του δασικού ή μη χαρακτήρα μιας έκτασης, δεν μπορούν να λαμβάνονται υπόψη στοιχεία προγενέστερα του χρόνου τούτου, π.χ. αεροφωτογραφίες του έτους 1940 ή και μεταγενέστερες. Η λύση που προτείνουμε διευρύνει την προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων, αφού οποιαδήποτε μεταβολή τους, μετά την 11η Ιουνίου 1975, λόγω πυρκαγιάς ή αποψίλωσης ή για
οποιονδήποτε άλλον λόγο, δεν θα λαμβάνεται υπόψη. Και τα δάση ή οι δασικές εκτάσεις θα κηρύσσονται και θα παραμένουν υποχρεωτικώς αναδασωτέες, με την πρόβλεψη αυστηρών κυρώσεων στον σχετικό εκτελεστικό νόμο.

β) Με την σημερινή διατύπωση οι εκτάσεις αυτές είναι δυνατόν ν’ αλλάξουν προορισμό, όπως προβλέπει και το ισχύον Σύνταγμα στο άρθρο 24 παράγραφος 1, εδ. ε’, εφόσον προέχει, για λόγους εθνικής οικονομίας, η αγροτική εκμετάλλευση ή άλλη χρήση, την οποία επιβάλλει το δημόσιο συμφέρον. Κάνοντας την επιβαλλόμενη -και με βάση την αρχή της αναλογίας- διάκριση μεταξύ δασών και δασικών εκτάσεων προτείνουμε, προκειμένου για τις δασικές εκτάσεις, την υπαγωγή τους στην ίδια ρύθμιση μ’ εκείνη των περιπτώσεων χωροταξικού και πολεοδομικού σχεδιασμού της Χώρας, που καταστρώνεται στην παράγραφο 2 του άρθρου 24. Έτσι ώστε σ’ όλες αυτές τις περιπτώσεις να θεωρείται μεν δεδομένη η συνδρομή δημόσιου συμφέροντος, αλλά να επιτρέπεται η μεταβολή του προορισμού των δασικών εκτάσεων μόνον με την ταυτόχρονη διασφάλιση όρων καλύτερης διαβίωσης.

γ) Επισημαίνεται ότι οι προτεινόμενες ρυθμίσεις συμβαδίζουν και με την «αρχή της αειφορίας» -ή της «βιώσιμης ανάπτυξης», ο όρος αυτός χρησιμοποιείται διεθνώς και πρέπει μάλλον να προκριθεί έναντι του πρώτου- που εισήχθη στο πλαίσιο της Αναθεώρησης του έτους 2001 (εδ. β’, παρ. 1, άρθρο 24 Σ). Η αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης επιβάλλει μεν την διαφύλαξη του φυσικού περιβάλλοντος και για τις επερχόμενες γενεές, χωρίς όμως ν’ αποκλείει και την αξιοποίησή του, δηλαδή την λήψη εκείνων των μέτρων που είναι σε κάθε περίπτωση αναγκαία για την περαιτέρω ανάπτυξη, ιδίως οικονομική, της παρούσας γενεάς. Κατ’ αυτόν τον τρόπο όχι μόνον δεν απαγορεύεται η αξιοποίηση του περιβάλλοντος αλλά, όλως αντιθέτως, εν όψει της αρχής της βιώσιμης ανάπτυξης και των άρθρων 5 παρ. 1, 17 και 106 παρ. 1 του Συντάγματος, αυτή επιβάλλεται, αρκεί να εξασφαλίζεται και η επιβίωση των μελλοντικών γενεών. Μ’ άλλες λέξεις, οι θεμιτές επεμβάσεις που μπορούν να γίνουν στο περιβάλλον δεν πρέπει να είναι τέτοιας έκτασης, ώστε να υποθηκεύεται το μέλλον των επερχόμενων γενεών. Και, πάντως, όλες οι περιπτώσεις μεταβολής του προορισμού των δασών και δασικών εκτάσεων θα πρέπει να γίνονται εντός των ορίων της συνταγματικής αρχής της αναλογικότητας.



ΚατηγορίεςΔασικά Οικοσυστήματα, Δασική Πολιτική, Νομοθεσία

Tags: ,

Απάντηση

Αρέσει σε %d bloggers: