Νεώτερη αντίληψη του δημόσιου χώρου και αστικό πράσινο

Σοφία Ε. Παυλάκη,
Δικηγόρος

Το άρθρο αφορά τη σύγχρονη αντίληψη του δημόσιου χώρου στο δίκαιο, όπως κυρίως εκφράζεται μέσα από τις έννοιες των «υπερτοπικών πόλων», της «συμπαγούς πόλεως» και των «Μητροπολιτικών παρεμβάσεων», τις οποίες εισήγαγε η νεώτερη νομοθεσία ενόψει των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 και των νέων τάσεων και επιλογών της χωροταξικής νομοθεσίας και πολιτικής. Εξετάζεται επίσης το ζήτημα της προστασίας που παρέχεται σε χώρους πρασίνου, οι οποίοι συνιστούν ταυτόχρονα και προστατευόμενες περιοχές βάσει της νομοθεσίας για την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος, του τοπίου και της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στις νεώτερες εξελίξεις που επηρεάζουν το αστικό πράσινο και τον δημόσιο χώρο, τις οποίες επέφερε η θέσπιση της νομοθεσίας για τις στρατηγικές επενδύσεις και την παραχώρηση δημοσίων ακινήτων στο πλαίσιο του καθεστώτος αποκρατικοποιήσεων.

1. Το ρυθμιστικό πλαίσιο των «υπερτοπικών πόλων»

Από την εποχή των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 νέα δεδομένα εισήχθησαν στη σύλληψη και στον σχεδιασμό του δημόσιου χώρου, κυρίως στην περιοχή της Αττικής. Η ραγδαία ανάπτυξη του αστικού και περιαστικού ιστού κατά τις τελευταίες δεκαετίες και οι άνευ προηγουμένου ανάγκες υποδοχής και ανέγερσης των υπέρογκων, από πλευράς μεγέθους, λειτουργιών και προδιαγραφών Ολυμπιακών εγκαταστάσεων, άλλαξαν σε πολλές περιπτώσεις οριστικά τον χάρτη των περιοχών που αφορούσαν, εισάγοντας νέα σχήματα και αντιλήψεις σχετικά με την πρόσληψη και υλοποίηση του χωρικού, κυκλοφοριακού και δομικού σχεδιασμού.[1] Οι νέες τάσεις, οσοδήποτε μεγαλόπνοες και αν υπήρξαν υπηρετώντας την υπόθεση των Αγώνων και καταλείποντας στην Ελλάδα νέους, σύγχρονους ελεύθερους χώρους άθλησης και αναψυχής, δεν έλειψαν και οι περιπτώσεις που οδήγησαν σε πολυετείς διενέξεις και σημαντικές δικαστικές διαφορές, οι οποίες κυρίως αποτυπώθηκαν στη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, συχνά μάλιστα μέσα από εμβληματικές αποφάσεις του Δικαστηρίου της εποχής εκείνης και των χρόνων που ακολούθησαν.

Ήδη, προ του νέου ΡΣΑ (ν. 4277/2014), ο ν. 1515/1985 «Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας (ΡΣΑ)» προέβλεπε τη δημιουργία «υπερτοπικών πόλων» ως περιοχών προοριζομένων για αναψυχή, αθλητισμό και πολιτιστικές λειτουργίες. Οι υπερτοπικοί πόλοι συνιστούσαν, κατά τον ν. 1515/1985, περιοχές οι οποίες διαμορφώνονταν, κατ΄ αρχήν, ως ελεύθεροι χώροι με υπαίθριες εγκαταστάσεις και στις οποίες δεν αποκλειόταν η κατασκευή στεγασμένων κτηριακών εγκαταστάσεων, υπό τον όρο ότι θα ήταν τέτοιες, ιδίως ως προς την έκταση και το μέγεθός τους, που θα υπηρετούσαν τις ανωτέρω λειτουργίες, χωρίς να αναιρούν τον κοινόχρηστο χαρακτήρα της περιοχής.[2]

Περαιτέρω, με το άρθρο 1 παρ. 2 περ. γ΄ του ν. 2730/1999 συμπληρώθηκε το ΡΣΑ και στην κατηγορία των υπερτοπικών πόλων αναψυχής, αθλητισμού και πολιτιστικών λειτουργιών, που προέβλεπε αρχικά ο ν. 1515/1985, προστέθηκε νέα κατηγορία υπερτοπικών πόλων που περιελάμβαναν περιοχές, στις οποίες είχαν χωροθετηθεί έργα, η κατασκευή και λειτουργία των οποίων είχε κριθεί αναγκαία από τον νομοθέτη για την τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 και για την εκπλήρωση των διεθνών υποχρεώσεων, τις οποίες είχε αναλάβει η χώρα μας.[3]Με την ανωτέρω διάταξη του ν. 2730/1999 προβλέφθηκε περαιτέρω ότι, μετά την τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων, οι πόλοι αυτοί θα εξυπηρετούσαν χρήσεις όχι μόνον αναψυχής, αθλητισμού και πολιτισμού, όπως οι αρχικώς προβλεφθέντες με τον ν. 1515/1985 υπερτοπικοί πόλοι, αλλά και χρήσεις τουρισμού, αναψυχής και κοινωνικών εξυπηρετήσεων. Η διαφορετική αυτή ρύθμιση είχε ως έρεισμα την ανάγκη να εξευρεθεί, μετά τη λήξη των Αγώνων, η κατάλληλη για καθεμία από τις Ολυμπιακές εγκαταστάσεις χρήση, εν όψει του είδους της συγκεκριμένης εγκαταστάσεως, της λειτουργίας που ήταν προορισμένη να επιτελέσει κατά τη διάρκεια των Αγώνων και των ιδιαίτερων συνθηκών της ευρύτερης περιοχής, στην οποία βρισκόταν.[4]

Συναφώς ψηφίστηκε ο ν. 3342/2005,[5] στην αιτιολογική έκθεση του οποίου ορίσθηκε ότι το τρίπτυχο «Ανάπτυξη – Νέες θέσεις εργασίας – Ποιότητα ζωής» αποτελούσε το επίκεντρο των επιδιώξεων του νόμου αυτού, που προσδιόριζε τους στόχους και τα μέσα προς επίτευξη της βέλτιστης αξιοποίησης της Ολυμπιακής κληρονομιάς και προέβλεπε τη συντήρηση του περιβάλλοντος χώρου των Ολυμπιακών εγκαταστάσεων ως χώρου πρασίνου και αναψυχής.

Οι «υπερτοπικοί πόλοι» αποτελούν περιοχές, οι οποίες πρέπει να είναι προσιτές στους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής της Αττικής και μάλιστα με την επιθυμητή δημιουργία ενιαίου δικτύου σύνδεσής τους, προκειμένου να εξυπηρετούν τις ψυχαγωγικές, αθλητικές και πολιτιστικές ανάγκες τους. Ούτως, ως εξ αυτού του ίδιου του προορισμού τους, οι περιοχές των υπερτοπικών πόλων διαμορφώνονται κατ΄ αρχήν ως ελεύθεροι χώροι με υπαίθριες εγκαταστάσεις, δεν αποκλείεται όμως η κατασκευή και στεγασμένων κτηριακών εγκαταστάσεων σε αυτούς, υπό τον όρο ότι είναι τέτοιες, ιδίως από απόψεως εκτάσεως και μεγέθους, που υπηρετούν τις ως άνω λειτουργίες χωρίς να αναιρούν τον κοινόχρηστο χαρακτήρα της περιοχής και ειδικότερα τον φυσικό προορισμό των ακτών, όπου υπάρχουν.[6]

Η ρύθμιση των υπερτοπικών πόλων αναψυχής, σε επίπεδο χωροταξικού σχεδιασμού για διάφορες περιοχές του νομού Αττικής, δεν είναι επιδεκτική άμεσης εφαρμογής, αλλ΄ απαιτείται να εξειδικεύεται για κάθε περιοχή με την έκδοση των προεδρικών διαταγμάτων του άρθρου 4 του ΡΣΑ ή με τον πολεοδομικό σχεδιασμό της περιοχής. Έτσι, δεν επιτρέπεται η κατασκευή ειδικών κτηρίων που εξυπηρετούν ενδεχομένως πολιτιστικές, αθλητικές ή ψυχαγωγικές λειτουργίες, προτού το αρμόδιο πολεοδομικό όργανο, το οποίο έχει την ευθύνη για τη μελέτη και τον σχεδιασμό στην ευρύτερη περιοχή, εξειδικεύσει τη χρήση καθορίζοντας τον τόπο και το είδος των κτηριακών εγκαταστάσεων.[7] Έχει γίνει επίσης δεκτό, ότι μεταξύ των επιτρεπτών εγκαταστάσεων δεν συγκαταλέγονται, κατά την έννοια του νόμου, εκείνες οι οποίες συνεπάγονται εντατική χρήση για περιορισμένες ομάδες χρηστών και δεν εμπίπτουν στην, κατά νόμον, έννοια των χώρων αναψυχής, οι οποίοι είναι προορισμένοι για ψυχική ανάπαυση ή ψυχαγωγία.[8]

Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης

Κέντρο Πολιτισμού «Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος» (Φαληρικό Δέλτα)

2. Η αρχή της «συμπαγούς πόλεως»

Ακολούθησε ο ν. 4277/2014[9] που θέσπισε το «Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας – Αττικής» (νέο ΡΣΑ), με τις διατάξεις του οποίου διατυπώθηκαν στρατηγικές επιλογές για την ολοκληρωμένη και βιώσιμη ανάπτυξη της Αττικής. Ορίσθηκε ειδικότερα ότι επιδιώκεται η διαφύλαξη των πόρων της Αττικής, με την ανάδειξη των ορεινών όγκων της ως «αδιάκοπης συνέχειας πρασίνου», υπό τη μορφή ενός «πράσινου τόξου», που θα καλύπτει ένα ευρύ πεδίο από τον Σαρωνικό και τον Κορινθιακό έως τον Ευβοϊκό κόλπο καθώς επίσης και ότι προωθείται η διαμόρφωση ενός δικτύου κοινοχρήστων χώρων πρασίνου εντός του αστικού ιστού.[10]

Το νέο ΡΣΑ εισήγαγε την αρχή της «συμπαγούς πόλεως», σύμφωνα με την οποία η κάλυψη των οικιστικών αναγκών επιδιώκεται εντός της ήδη θεσμοθετημένης αστικής γης, η δε οικιστική ανάπτυξη διοχετεύεται, κατ΄ αρχήν, σε υφιστάμενες πόλεις και οικισμούς με σκοπό την αποφυγή της κατάληψης περιαστικού και εξωαστικού χώρου.[11] Ειδικά σε περιοχές εξωαστικού χώρου υψηλής αστικής διάχυσης επιδιώκεται η λήψη κατάλληλων μέτρων πολεοδομικής οργάνωσης, κατά τρόπον, ώστε να ελαχιστοποιούνται οι ανεξέλεγκτες επιπτώσεις της στο περιβάλλον.[12] Κυρίαρχο στοιχείο της έννοιας της «συμπαγούς πόλεως» είναι, πλην άλλων, η συγκρότηση συνεχούς δικτύου «σημαντικών χώρων πρασίνου» και η αξιοποίηση ευνοϊκών χώρων για την ανάπτυξη αστικής φύτευσης. Το πρότυπο χωρικής οργάνωσης της Αττικής ανταποκρίνεται στις αρχές της «συμπαγούς πόλεως» και στην ορθολογική χρήση φυσικών πόρων, εδαφών και ενέργειας και αποδίδει βαρύτητα τόσο στον αστικό όσο και στον εξωαστικό χώρο, με την αντιμετώπισή τους ως συμπληρωματικών συνιστωσών ενός ενιαίου λειτουργικού συνόλου.[13]

Επιδιώκεται περαιτέρω με το νέο ΡΣΑ (ν. 4277/2014) η εναρμόνιση της προστασίας της φύσης και της διαφύλαξης και ανάδειξης της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς με την οικονομική ανάπτυξη και τη χωρική συνοχή καθώς επίσης και η ενίσχυση της πολιτικής προστασίας ιστορικών κέντρων, συνόλων και μεμονωμένων εγκαταστάσεων μέσω των υποκειμένων επιπέδων σχεδιασμού και ο συντονισμός τους με την πολιτική αναπλάσεων.[14]

Οι νέες διατάξεις εστιάζουν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων, με την προώθηση, μεταξύ άλλων, τοπικού σχεδιασμού για την ένταξη των παρεμβάσεων μικρής κλίμακας σε δίκτυα πρασίνου.[15] Ο αστικός και εξωαστικός χώρος αντιμετωπίζονται από το νέο ΡΣΑ ως ένα λειτουργικό σύνολο ζωτικής σημασίας για τον πολίτη καθώς επίσης και για την ποιότητα ζωής και τη διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας, της πολιτισμικής ταυτότητας και του τοπίου της Αττικής.[16] Ο στόχος της προστασίας του περιβάλλοντος και της βιοποικιλότητας υπηρετείται αποτελεσματικά, κατά τις διατάξεις του νέου ΡΣΑ, με τη διατήρηση και ανάδειξη, μεταξύ άλλων, των προστατευομένων φυσικών περιοχών και με τη διαμόρφωση, εντός του αστικού ιστού, ενός σύγχρονου δικτύου κοινοχρήστων χώρων πρασίνου.[17]

Ο ν. 4277/2014 προβλέπει περαιτέρω την προώθηση της «πράσινης σύνδεσης» του κέντρου της Αθήνας με την Πάρνηθα, τον Υμηττό και το Αιγάλεω, με κατάλληλες παρεμβάσεις, φυτεύσεις και πεζοδρομήσεις και τη διευκόλυνση της αναψυχής και του περιπάτου προς την κατεύθυνση της βελτίωσης της ποιότητας ζωής των κατοίκων του Λεκανοπεδίου.[18] Το «πράσινο τόξο» του νέου ΡΣΑ ενσωματώνει υφισταμένους φυσικούς σχηματισμούς και αναδεικνύει τα φυσικά στοιχεία των περιοχών που καλύπτει, συνδέοντας τους κοινοχρήστους ελεύθερους χώρους «μητροπολιτικού» ή «υπερτοπικού» επιπέδου, δασικού ή μη χαρακτήρα, με μικρότερους ελεύθερους χώρους δημοτικού ή συνοικιακού επιπέδου, κοινοχρήστους ή ιδιωτικούς.[19]

Στο πλαίσιο της προστασίας που παρέχεται από τον νόμο στους χώρους πρασίνου, εντάσσονται επομένως σε αρκετές περιπτώσεις και χώροι οι οποίοι, λόγω των ιδιαίτερων γεωμορφολογικών, αισθητικών, οικολογικών ή άλλων συναφών χαρακτηριστικών τους, προστατεύονται παράλληλα και από τις διατάξεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, ιδίως της νομοθεσίας περί προστατευομένων περιοχών και περί προστασίας της βιοποικιλότητας, δυνάμει του ν. 1650/1986,[20] όπως ισχύει μετά τον ν. 3937/2011, και άλλων ειδικών νομοθετημάτων.

Αθήνα – Θεσσαλονίκη: Στις μεγάλες πόλεις οι αυξημένες οικιστικές πιέσεις
απειλούν το αστικό και περιαστικό πράσινο

3. Μητροπολιτικές παρεμβάσεις και αναπλάσεις

Το νέο ΡΣΑ (ν. 4277/2014)[21] προέβλεψε, μεταξύ άλλων, για το κέντρο της Αθήνας την αναβάθμιση του δημόσιου χώρου αποδίδοντας ιδιαίτερη έμφαση στην υποστήριξη των αναδυόμενων πολιτιστικών περιοχών. Για τον σκοπό αυτό προωθούνται «Μητροπολιτικές παρεμβάσεις» σε περιοχές του ευρύτερου κέντρου της Αθήνας. Ως «Μητροπολιτικές Παρεμβάσεις» νοούνται τα προγράμματα αναπλάσεων ή χωρικής αναδιάρθρωσης πολυτομεακού χαρακτήρα σε ζωτικές εκτάσεις του αστικού ιστού με τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:[22] α) Στρατηγικό χαρακτήρα με αποφασιστική συμβολή στην προώθηση και εφαρμογή των στόχων του νέου ΡΣΑ, β) πολυτομεακό χαρακτήρα με αυξημένες απαιτήσεις συντονισμού των τομεακών πολιτικών με τον χωρικό και περιβαλλοντικό σχεδιασμό, γ) Μητροπολιτική εμβέλεια και σημαντικές χωρικές επιπτώσεις σε τοπικό επίπεδο, δ) πιλοτικό χαρακτήρα ως προς την υιοθέτηση καινοτόμων μεθόδων σχεδιασμού και λήψης αποφάσεων με έμφαση στη συμμετοχή και τη διαφάνεια στη συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.

Ειδικότερα με τις Μητροπολιτικές παρεμβάσεις επιδιώκονται η προστασία και ανάδειξη των ιστορικών και πολιτιστικών πόρων και υποδομών και η εναρμόνιση της προστασίας της ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς με την προστασία, μεταξύ άλλων, των φυσικών πόρων. Για τον σκοπό αυτό αναφέρονται μέτρα για τη διαφύλαξη, την προστασία, την ανάδειξη και αξιοποίηση της φυσικής, ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς και της φυσιογνωμίας της πόλεως, ως «σημαντικών πόρων για το σύνολο της κοινωνίας».[23] Προβλέπονται κυρίως μελέτες προστασίας και ανάδειξης του φυσικού χώρου, του πολεοδομικού ιστού, των παραδοσιακών και ιστορικών δραστηριοτήτων, των ελεύθερων χώρων, των αξιόλογων κτισμάτων και κατασκευών, των μετώπων κτηρίων σε ελεύθερους χώρους και λοιπών στοιχείων που συνθέτουν την εικόνα κάθε ιστορικού κέντρου.[24]

Ομοίως προωθείται η ανάδειξη και διασύνδεση μνημείων και αρχαιολογικών χώρων και συμπληρώνεται το πρόγραμμα προστασίας και ανάδειξης των ιστορικών τοπίων. Παράλληλα, προβλέπεται η ένταξη προστατευομένων μνημείων και περιοχών εντός ευρύτερων ενοτήτων – τοπίων, ώστε να αναδεικνύεται η σχέση τους με τον λειτουργικό – πολιτιστικό και φυσικό χαρακτήρα των περιοχών, στις οποίες εντάσσονται, ενώ αναδεικνύονται οι «διαδρομές πολιτισμικής διαχρονικότητας»[25] και προωθούνται προγράμματα για την οργάνωση «πολιτιστικών περιπάτων», σε συνάρτηση με το ίχνος των αρχαίων δρόμων και μονοπατιών και με ιστορικούς, πολιτιστικούς χώρους και εγκαταστάσεις.[26] Οι διαδρομές αυτές συνδέονται με τον πολεοδομικό ιστό και συνδυάζονται με το αστικό και περιαστικό πράσινο. Στο πλαίσιο δε αυτό, αναδεικνύονται ο «Μεγάλος Αρχαιολογικός Περίπατος» και οι άξονες, όπου βρίσκονται οι σημαντικότεροι χώροι πολιτισμού της Αθήνας, ενώ ενισχύονται νέες «πολιτιστικές διαδρομές» με παρεμβάσεις βιώσιμης κινητικότητας.[27]

Μητροπολιτικές παρεμβάσεις προωθούνται σε επιλεγμένες περιοχές, των οποίων τα χαρακτηριστικά περιγράφονται στο Παράρτημα IV του ν. 4277/2014.[28] Για τον σχεδιασμό και τη διαχείριση των Μητροπολιτικών παρεμβάσεων εφαρμόζονται οι εξής εναλλακτικοί τρόποι θεσμοθέτησης ή και συνδυασμός τους, ανάλογα με τον χαρακτήρα της περιοχής και τους στόχους του προγράμματος:[29] α) Σχέδιο Ολοκληρωμένων Αστικών Παρεμβάσεων (ΣΟΑΠ), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 2742/1999 (Α΄ 207). Για τον συντονισμό της εφαρμογής των ΣΟΑΠ της Αττικής συνιστάται Επιτροπή Συντονισμού με απόφαση του Υπουργού ΠΕΚΑ και συμμετοχή εκπροσώπων των συναρμοδίων Υπουργείων. Με όμοια απόφαση προβλέπεται κάθε σχετική λεπτομέρεια για τη λειτουργία, τις αρμοδιότητες και τη διοικητική και επιστημονική στήριξη της Επιτροπής. Η συμμετοχή στην Επιτροπή είναι χωρίς αποζημίωση. β) Ζώνη Ελεγχόμενης Ανάπτυξης (ΖΕΑ), σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 99 του ν. 1892/1990, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει. γ) Περιοχές Ειδικών Χωρικών Παρεμβάσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 του ν. 2742/1999. δ) Έκδοση προεδρικού διατάγματος για την εξειδίκευση του νέου ΡΣΑ, κατά την παρ. 5 του άρθρου 1 του ν. 4277/2014. ε) Μέσω των Γενικών Πολεοδομικών Σχεδίων. στ) Μέσω των σχεδίων των άρθρων 7 και 8 του ν. 4269/2014. Σε όλες τις ανωτέρω περιπτώσεις ακολουθείται η διαδικασία της δημόσιας διαβούλευσης.

Ως προγράμματα ειδικών παρεμβάσεων Μητροπολιτικού χαρακτήρα για την Αττική νοούνται οι παρεμβάσεις σε Μητροπολιτικά Πάρκα, όπως εξειδικεύονται στο Παράρτημα VΙΙ του ν. 4277/2014, το πρόγραμμα για τον Ελαιώνα στις κατευθύνσεις του άρθρου 12 παρ. 4στ΄, τα Σχέδια Ολοκληρωμένων Αστικών Παρεμβάσεων της Αττικής, η παρέμβαση στην οδό Πανεπιστημίου, στην Ακαδημία Πλάτωνος, στα προσφυγικά της λεωφόρου Αλεξάνδρας σε συνδυασμό με τη «διπλή ανάπλαση», στην περιοχή της «Νότιας Πύλης» από το Γήπεδο Καραϊσκάκη μέχρι τον Άγιο Διονύσιο και στην περιοχή της «Λιμενοβιομηχανικής Ζώνης Δραπετσώνας – Κερατσινίου», όπως εξειδικεύονται στο Παράρτημα IV του ν. 4277/2014.

Ήδη σήμερα, στο πλαίσιο του έργου που επιτελείται από την «Ανάπλαση Αθήνας ΑΕ» στην ευρύτερη περιοχή του κέντρου, αναμένεται να ολοκληρωθεί ο «μεγάλος περίπατος» της Αθήνας και σειρά αναπλάσεων που αφορούν την οδό Πειραιώς, τα προσφυγικά της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, τον χώρο του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και του Πολυτεχνείου, το Θέατρο Λυκαβηττού και ένα δίκτυο ήπιων πεζοδρομήσεων, στοών, ακαλύπτων χώρων και κτηρίων που θα δημιουργήσουν ζώνες ποιοτικού αστικού περιβάλλοντος.

4. Η συμβολή της νομοθεσίας για την προστασία του τοπίου και της πολιτιστικής κληρονομιάς

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 19 του ν. 4277/2014[30] στο δίκτυο αστικού και περιαστικού πρασίνου εντάσσονται, κατά το δυνατόν, όλοι οι αρχαιολογικοί χώροι, ιστορικοί τόποι, ιστορικά κέντρα, μνημεία, τοπία, ευαίσθητες περιοχές, σημαντικά ρέματα, ακτές, μητροπολιτικά πάρκα και χώροι πολιτισμού και αθλητισμού, τους οποίους καλύπτει το προβλεπόμενο από τις διατάξεις του νόμου αυτού «πράσινο τόξο» της Αττικής. Ομοίως κατοχυρώνεται η προστασία και ανάδειξη του Αττικού Τοπίου και η ένταξη των προστατευόμενων περιοχών και στοιχείων του τοπίου ως κομβικών σημείων στο δίκτυο πρασίνου και πολιτιστικών διαδρομών της Αττικής.[31] Από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας και τον Οργανισμό Αθήνας, σε συνεργασία με την Περιφέρεια Αττικής, προωθείται «Στρατηγικό Πρόγραμμα Προστασίας και Διαχείρισης του Αττικού Τοπίου», το οποίο υπόκειται σε αναθεώρηση, ώστε να ενσωματώνει κατευθύνσεις που προκύπτουν από εξειδικεύσεις των εθνικών πολιτικών για το τοπίο, σύμφωνα με τον ν. 3827/2010.[32]

Με τις διατάξεις του άρθρου 24 παρ. 1 και 6 του Συντάγματος καθιερώνεται ειδικώς αυξημένη προστασία του πολιτιστικού περιβάλλοντος, δηλαδή των μνημείων και λοιπών πολιτιστικών αγαθών που προέρχονται από την ανθρώπινη δραστηριότητα και συνθέτουν, λόγω της ιστορικής, καλλιτεχνικής ή επιστημονικής σημασίας τους, την εν γένει πολιτιστική κληρονομιά της Χώρας. Η προστασία αυτή περιλαμβάνει τη διατήρηση στο διηνεκές των εν λόγω πολιτιστικών στοιχείων και την προστασία του αναγκαίου για την ανάδειξή τους περιβάλλοντος χώρου τους και συνεπάγεται τη δυνατότητα επιβολής των αναγκαίων προς τον σκοπό αυτό μέτρων.[33]

Περαιτέρω, η Διεθνής Σύμβαση της Γρανάδας για την προστασία της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς της Ευρώπης, που κυρώθηκε με τον ν. 2039/1992,[34] ορίζει, μεταξύ άλλων, ότι στον χώρο ο οποίος περιβάλλει τα μνημεία, κάθε συμβαλλόμενος υποχρεούται να λαμβάνει μέτρα, τα οποία θα αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητας του περιβάλλοντος. Από τις διατάξεις αυτές, οι οποίες κατά το άρθρο 28 παρ. 1 του Συντάγματος έχουν υπέρτερη του νόμου τυπική ισχύ, συνάγεται ότι τα συμβαλλόμενα στην ανωτέρω Διεθνή Σύμβαση μέρη, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, αναλαμβάνουν την υποχρέωση να λαμβάνουν θετικά μέτρα, που αποσκοπούν στη βελτίωση της ποιότητας του χώρου που περιβάλλει τα ακίνητα μνημεία και να απέχουν από κάθε ενέργεια που βλάπτει, άμεσα ή έμμεσα, μνημεία, αρχιτεκτονικά σύνολα και τον περιβάλλοντα χώρο τους. Σύμφωνα ακόμα με τις διατάξεις του ν. 3028/2002[35] η προστασία των μνημείων, αρχαιολογικών χώρων και ιστορικών τόπων περιλαμβάνεται στους στόχους οποιουδήποτε επιπέδου χωροταξικού, αναπτυξιακού, περιβαλλοντικού και πολεοδομικού σχεδιασμού ή σχεδίων ισοδυνάμου αποτελέσματος ή υποκαταστάτων τους.

Συνάγεται επομένως ότι, συχνά στην πράξη, ένας χώρος αστικού ή εξωαστικού πρασίνου μπορεί να αποτελεί ταυτόχρονα και προστατευόμενο τοπίο ή ζώνη προστασίας αρχαιολογικού χώρου ή διατηρητέου μνημείου ή ιστορικό τόπο. Στην περίπτωση αυτή η προστασία που παρέχεται από το Σύνταγμα και τον νόμο είναι διττή ή πολλαπλή και παράλληλη, τόσο από τις διατάξεις περί προστασίας των χώρων πρασίνου και τη δασική νομοθεσία όσο και από τις διατάξεις που καθιερώνουν την αυξημένη προστασία που παρέχεται στο τοπίο και στα στοιχεία του καθώς και στο πολιτιστικό περιβάλλον εν γένει. Αντιπροσωπευτικά παραδείγματα για την εκδοχή αυτή αποτελούν ο κοινόχρηστος χώρος πρασίνου του Άλσους Φιλοθέης ν. Αττικής, ο οποίος ταυτόχρονα προστατεύεται και ως περιβάλλων χώρος του μνημείου της Κρύπτης της Οσίας Φιλοθέης της Αθηναίας,[36] το Άλσος Βεΐκου λόγω της ύπαρξης εντός αυτού βυζαντινού μνημείου του 12ου αι. μ.Χ., της περίφημης «Ομορφοκκλησιάς» (Ιερού Ναού Αγίου Γεωργίου Γαλατσίου ν. Αττικής), το Πάρκο Ελευθερίας στην Αθήνα λόγω του χαρακτηρισμού ως νεωτέρων διατηρητέων μνημείων των κτηρίων του ΕΑΤ-ΕΣΑ και κτηριακών συνόλων του πρώην «401 Στρατιωτικού Νοσοκομείου» και του περιβάλλοντος χώρου τους εντός αυτού[37] κ.ά.

Στην ίδια κατεύθυνση, η νομοθεσία περί ενοποιήσεως των αρχαιολογικών χώρων της Αθήνας[38] συμπεριέλαβε στην προστασία της όχι μόνο μνημεία, διατηρητέα και αρχαιολογικούς χώρους που ενέπιπταν χωρικά στο πεδίο της, αλλά και τους χώρους πρασίνου, περιπάτου και αναψυχής που αποτελούν «περιβάλλοντα χώρο»των εν λόγω στοιχείων της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Τέλος, η Χάρτα της Φλωρεντίας (1982)[39] καθορίζει ειδικότερα το πλαίσιο προστασίας, ανάδειξης και διαχείρισης των «ιστορικών κήπων» ως μεμονωμένων, προστατευομένων συνθέσεων στοιχείων του φυσικού περιβάλλοντος και της πολιτιστικής κληρονομιάς.

Το Σούνιο (ν. Αττικής) και ο Λευκός Πύργος (Θεσσαλονίκη)

5. Η νομοθεσία περί «Στρατηγικών Επενδύσεων»

Κατά τα τελευταία χρόνια, η εισαγωγή της νομοθεσίας περί Στρατηγικών Επενδύσεων έθεσε νέα δεδομένα στη διαχείριση του δημόσιου χώρου, ο οποίος αποκτά πλέον διάσταση επενδυτική με κυρίαρχο οικονομικό προσανατολισμό. Η εξέλιξη αυτή αφορά και τους χώρους αστικού και περιαστικού πρασίνου, στο μέτρο που εμπίπτουν σε ζώνες και εκτάσεις που καταλαμβάνονται από το εν λόγω ρυθμιστικό πλαίσιο. Ζήτημα γεννάται εν προκειμένω όσον αφορά τη δυνατότητα διατήρησης του κοινόχρηστου χαρακτήρα δημοσίων χώρων πρασίνου, ο οποίος υπαγορεύει την ακώλυτη χρήση και απόλαυσή τους ανεξαιρέτως από το κοινό, σε περίπτωση που οι παραχωρούμενοι χώροι υπάγονται στο ισχύον πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων ή σε διαδικασία στρατηγικής επενδύσεως.

Σύμφωνα και με όσα προεκτέθηκαν, τόσο το Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας (ν. 1515/1985) όσο και το νέο ΡΣΑ (ν. 4277/2014) προέκριναν τη δημιουργία και διατήρηση ελεύθερων χώρων πρασίνου και αναψυχής, στους οποίους μάλιστα επιτρέπονται κατ΄ εξαίρεση μόνο συγκεκριμένες εγκαταστάσεις, υπό τον όρο ότι δεν αναιρούν τον κοινόχρηστο χαρακτήρα τους. Συναφώς δε ο ν. 3986/2011 ορίζει ότι ο κύριος της επενδύσεως υποχρεούται να διαθέσει αμελλητί την έκταση για τη δημιουργία κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων και εγκαταστάσεων.[40] Στην πράξη ωστόσο δεν είναι πάντοτε σαφές πώς η γενική αυτή ρήτρα θα μπορούσε, σε κάθε περίπτωση, να λειτουργήσει ως εχέγγυο ότι η κοινοχρησία στον δημόσιο χώρο παραμένει απρόσβλητη και αμείωτη, ενώ παράλληλα ισχύει και η διάταξη του Αστικού Κώδικα (ΑΚ 966), σύμφωνα με την οποία τα κοινόχρηστα πράγματα ανήκουν στα πράγματα «εκτός συναλλαγής».[41]

Στον ν. 3894/2010[42] προβλέπεται ρητά ότι για την πραγματοποίηση Στρατηγικών Επενδύσεων σε χώρους εντός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων επιτρέπονται συγκεκριμένες και ειδικές παρεκκλίσεις από τους ισχύοντες όρους και περιορισμούς δόμησης της περιοχής και από τις διατάξεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού (ν. 1577/1985),[43] για λόγους υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος.[44] Μεταξύ άλλων, γίνονται δεκτές παρεκκλίσεις που μπορεί να αφορούν αποστάσεις κτηρίων, τον συντελεστή δόμησης και κατ΄ όγκον εκμετάλλευσης, το ποσοστό κάλυψης και το ύψος των κτηρίων, ενώ σχετικές παρεκκλίσεις προβλέπονται και για την πραγματοποίηση Στρατηγικών Επενδύσεων σε γήπεδα εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων, εκτός ορίων οικισμών κάτω των 2.000 κατοίκων και εκτός ορίων οικισμών προϋφισταμένων του έτους 1923.[45] Ομοίως για την πραγματοποίηση στρατηγικών επενδύσεων επιτρέπεται η παραχώρηση του δικαιώματος χρήσεως, μεταξύ άλλων, αιγιαλού, παραλίας και συνεχόμενου ή παρακείμενου θαλάσσιου χώρου, ενώ επιτρέπεται αναγκαστική απαλλοτρίωση ακινήτων ή σύσταση εμπραγμάτων δικαιωμάτων επ΄ αυτών για την εξυπηρέτηση Στρατηγικών Επενδύσεων και των βοηθητικών ή συνοδών έργων τους και προβλέπεται σχετική διαδικασία επιτάχυνσης των εν λόγω απαλλοτριώσεων.[46] Επίσης προβλέπεται η παραχώρηση κατά χρήση, για την κατασκευή, την επέκταση ή τον εκσυγχρονισμό στρατηγικών επενδύσεων, ακινήτων ιδιοκτησίας του Ελληνικού Δημοσίου ή νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, ενώ ορίζεται ότι για την κατασκευή, την επέκταση, τον εκσυγχρονισμό ή την εξυπηρέτηση στρατηγικών επενδύσεων επιτρέπεται η απαλλοτρίωση υπέρ του Δημοσίου ευρύτερων ζωνών, πέρα από τις εκτάσεις που είναι αναγκαίες για την κατασκευή των σχετικών έργων.[47]

Ακολούθως, με τον ν. 3986/2011 ετέθησαν διατάξεις που αφορούν τη διαδικασία «πολεοδομικής ωρίμανσης» και την «επενδυτική ταυτότητα» δημοσίων ακινήτων, με σκοπό την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας. Όπως ρητά ορίζεται στον νόμο αυτόν, ως δημόσια ακίνητα, για την εφαρμογή του, νοούνται τα ακίνητα που ανήκουν στην ιδιωτική περιουσία του Δημοσίου ή σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου (νπδδ) ή σε οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) ή σε εταιρεία της οποίας το μετοχικό κεφάλαιο ανήκει εξ ολοκλήρου, άμεσα ή έμμεσα, στο Δημόσιο ή σε νπδδ ή σε ΟΤΑ, ενώ προβλέπεται ότι στις ρυθμίσεις του ως άνω νόμου μπορούν να υπαχθούν και άλλα δημόσια ακίνητα, με σκοπό τη βέλτιστη ανάπτυξη και αξιοποίησή τους.[48] Ορίζεται περαιτέρω ότι η αξιοποίηση των δημοσίων ακινήτων διενεργείται εντός του πλαισίου που διαγράφει η εθνική δημοσιονομική, αναπτυξιακή και χωροταξική πολιτική και σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται στον ν. 3986/2011. Οι κατευθύνσεις της εθνικής χωροταξικής πολιτικής, όπως απορρέουν από τα υφιστάμενα χωροταξικά πλαίσια εθνικού επιπέδου, λαμβάνονται υπ΄ όψη και συνεκτιμώνται κατά τον καθορισμό του χωρικού προορισμού των δημοσίων ακινήτων σε συνδυασμό με τις ανάγκες της δημοσιονομικής βιωσιμότητας, της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητας της επενδύσεως, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η βέλτιστη δυνατή σχέση μεταξύ χωροταξικών επιλογών και οικονομικών και δημοσιονομικών στόχων για την αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας.[49]

Διευκρινίζεται επίσης ότι δεν επιτρέπεται η αξιοποίηση δημοσίων ακινήτων, τα οποία εμπίπτουν στο σύνολό τους σε οικοτόπους προτεραιότητας, σε περιοχές απόλυτης προστασίας της φύσης και σε περιοχές προστασίας της φύσης που καθορίζονται από τις διατάξεις των άρθρων 19 παρ. 1-2 και 21 του ν. 1650/1986 (Α΄ 160), όπως ισχύει, σε πυρήνες εθνικών δρυμών, σε διατηρητέα μνημεία της φύσης, σε εθνικά πάρκα και σε υγροτόπους διεθνούς σημασίας.[50] Προβλέπεται ακόμη ότι η αξιοποίηση δημοσίων ακινήτων, στα οποία περιλαμβάνονται χώροι που προστατεύονται από την κείμενη περιβαλλοντική και αρχαιολογική νομοθεσία, λόγω του ειδικού χαρακτήρα τους, όπως είναι ιδίως οι ζώνες προστασίας αρχαιολογικών χώρων, οι ιστορικοί τόποι, τα φυσικά πάρκα και οι περιοχές οικοανάπτυξης, πραγματοποιείται σύμφωνα με τους ειδικότερους όρους και περιορισμούς που θέτουν οι σχετικές διατάξεις των ν. 998/1979, 1650/1986 και 3028/2002, όπως ισχύουν,[51] ενώ η αξιοποίηση δημοσίων ακινήτων που εμπίπτουν σε Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) της ορνιθοπανίδας της Οδηγίας 79/409/ΕΟΚ ενεργείται μόνον εφ΄ όσον επιτρέπεται από τα υφιστάμενα ειδικά νομικά καθεστώτα προστασίας τους και υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις που αυτά θεσπίζουν.[52]

Συναφώς ορίζεται ότι τα δημόσια ακίνητα του άρθρου 10 του ν. 3986/2011, τα οποία βρίσκονται σε περιοχές εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων και εκτός ορίων οικισμών προ του 1923 ή κάτω των 2.000 κατοίκων μπορούν να υπάγονται, σύμφωνα με τον γενικό προορισμό ανάπτυξης και αξιοποίησής τους, στις προβλεπόμενες από το άρθρο 11 παρ. Β΄ γενικές κατηγορίες χρήσεων γης, για το σύνολο των οποίων ορίζεται ανώτατο επιτρεπόμενο ποσοστό κάλυψης σε ποσοστό 50%.[53]

Παραλία «Φλοίσβου» Παλαιού Φαλήρου ν. Αττικής – Νέα παραλία Θεσσαλονίκης

Για τα δημόσια ακίνητα αστικού χαρακτήρα ορίζεται ότι με τα Ειδικά Σχέδια Χωρικής Ανάπτυξης Δημοσίων Ακινήτων (ΕΣΧΑΔΑ) του άρθρου 12 του ν. 3986/2011 εγκρίνονται τα οικεία ρυμοτομικά σχέδια εφαρμογής και καθορίζονται τα όρια των προς πολεοδόμηση περιοχών και των τυχόν πολεοδομικών ενοτήτων και η πολεοδομική οργάνωσή τους, δηλαδή οι ειδικότερες χρήσεις γης εντός του πλαισίου της εκάστοτε οριζομένης γενικής χρήσεως ανά περιοχή ή πολεοδομική ενότητα, οι όροι και περιορισμοί δόμησης, η πυκνότητα και ο συντελεστής δόμησης, τα διαγράμματα των δικτύων υποδομής και οι κοινόχρηστοι και κοινωφελείς χώροι, οι οποίοι πρέπει να ανέρχονται σε ποσοστό 50% τουλάχιστον της συνολικής προς πολεοδόμηση εκτάσεως.[54]

Περαιτέρω προβλέπεται, μεταξύ άλλων, ο βασικός χωρικός προορισμός (επενδυτική ταυτότητα) του προς αξιοποίηση ακινήτου, δηλαδή η υπαγωγή του σε μία εκ των προβλεπομένων γενικών κατηγοριών χρήσεων γης και όρων δόμησης.[55] Προβλέπονται επίσης, μεταξύ άλλων, ειδικές ζώνες προστασίας και ελέγχου στα οριοθετούμενα κατά τα ανωτέρω ακίνητα, εφ΄ όσον απαιτείται, στις οποίες μπορεί να επιβάλλονται ειδικοί όροι και περιορισμοί στις χρήσεις γης, στη δόμηση, στην εγκατάσταση και στην άσκηση δραστηριοτήτων και λειτουργιών καθώς και περιβαλλοντικοί όροι του σχεδίου, σύμφωνα με την κατά νόμον προβλεπομένη στρατηγική μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Συναφώς προβλέπεται ότι με προεδρικά διατάγματα, κατόπιν ειδικά αιτιολογημένης εκτίμησης των πολεοδομικών, περιβαλλοντικών, αρχιτεκτονικών και αναπτυξιακών χαρακτηριστικών και επιπτώσεων της επιδιωκόμενης παρεμβάσεως, μπορεί να τροποποιούνται εγκεκριμένα ρυμοτομικά σχέδια, σχέδια πόλεως και πολεοδομικές μελέτες και να καθορίζονται ειδικοί όροι χρήσεως και δόμησης για τα εντός σχεδίου πόλεως δημόσια ακίνητα του άρθρου 10 παρ. 2 του ν. 3986/2011, όπως ισχύει, ακόμη και κατά παρέκκλιση από τις τυχόν ισχύουσες στην περιοχή γενικές και ειδικές χρήσεις γης και τους όρους και περιορισμούς δόμησης και από τις διατάξεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού, εφ΄ όσον οι ρυθμίσεις αυτές καθίστανται αναγκαίες για την εκπλήρωση της αποστολής των ως άνω ακινήτων και δεν αλλοιώνουν τη γενική φυσιογνωμία της περιοχής και την όλη αισθητική της εικόνα. Στις περιπτώσεις αυτές, η δημοσίευση του σχετικού εγκριτικού διατάγματος έχει τις συνέπειες έγκρισης σχεδίου πόλεως, κατά τις διατάξεις του νδ/τος της 17ης Ιουλίου – 16ης Αυγούστου 1923.[56] Με κοινή απόφαση των Υπουργών ΠΕΚΑ, Οικονομικών και Τουρισμού, που εκδίδεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο οικείο ΕΣΧΑΔΑ, εγκρίνεται η πολεοδόμηση δημοσίων ακινήτων σε περιοχές εκτός εγκεκριμένων σχεδίων πόλεων και ορίων οικισμών προ του 1923 ή κάτω των 2.000 κατοίκων, τα οποία προορίζονται για χρήση παραθεριστικού – τουριστικού χωριού, κατόπιν σχετικής εισηγήσεως του Κεντρικού Συμβουλίου Διοίκησης για την Αξιοποίηση της Δημόσιας Περιουσίας.

Για την έκδοση της ως άνω αποφάσεως υποβάλλεται από τον κύριο του ακινήτου ή τον δικαιούχο εμπραγμάτου δικαιώματος ή τον κάτοχο δικαιώματος περιουσιακής φύσεως ή δικαιώματος διαχείρισης και εκμετάλλευσης ή τον έλκοντα εξ αυτών δικαιώματα, στη Γενική Γραμματεία Δημόσιας Περιουσίας του Υπουργείου Οικονομικών, πολεοδομική μελέτη, η οποία περιλαμβάνει το πολεοδομικό σχέδιο που συντάσσεται με βάση οριζοντιογραφικό και υψομετρικό τοπογραφικό διάγραμμα, τον πολεοδομικό κανονισμό και έκθεση που περιγράφει και αιτιολογεί τις προτεινόμενες από τη μελέτη ρυθμίσεις. Η πολεοδομική μελέτη περιέχει τις ειδικότερες χρήσεις γης, εντός του πλαισίου των γενικών χρήσεων που καθορίζονται στο άρθρο 11 του ν. 3986/2011 και τις τυχόν πρόσθετες απαγορεύσεις και υποχρεώσεις, τα διαγράμματα των δικτύων υποδομής, τους ειδικότερους όρους και περιορισμούς δόμησης των οικοπέδων, οι οποίοι μπορεί να ορίζονται ανά οικοδομικό τετράγωνο ή τμήμα οικοδομικού τετραγώνου, εφ΄ όσον αυτό επιβάλλεται από τη διαμόρφωση του εδάφους, την ανάγκη προστασίας του φυσικού ή του πολιτιστικού περιβάλλοντος ή από άλλες πολεοδομικές ανάγκες και τους κοινοχρήστους και κοινωφελείς χώρους που πρέπει να ανέρχονται σε ποσοστό τουλάχιστον 50% της συνολικής εκτάσεως της προς πολεοδόμηση περιοχής.[57]

Συναφώς ορίζεται ότι, μετά την έκδοση της προβλεπομένης κοινής υπουργικής αποφάσεως, ο κύριος της επενδύσεως υποχρεούται να διαθέσει αμελλητί την απαιτούμενη από την πολεοδομική μελέτη έκταση για τη δημιουργία κοινοχρήστων και κοινωφελών χώρων και εγκαταστάσεων. Μετά την έγκριση της πολεοδομικής μελέτης, ο κύριος της επενδύσεως προβαίνει επίσης, κατά τις εν λόγω διατάξεις, στην εκτέλεση των έργων διαμόρφωσης του χώρου και των έργων υποδομής, σύμφωνα με την πολεοδομική μελέτη. Η συντήρηση, καθαριότητα και ανανέωση του κοινόχρηστου τεχνικού εξοπλισμού και των έργων υποδομής, του κυκλοφοριακού δικτύου και των χώρων πρασίνου, γίνεται αποκλειστικά με επιμέλεια, ευθύνη και δαπάνη του κυρίου της επενδύσεως κατά παρέκκλιση κάθε σχετικής διατάξεως. Ο κύριος της επενδύσεως, κατά τη μεταβίβαση των ακινήτων ή την παραχώρηση εμπραγμάτων ή ενοχικών δικαιωμάτων επ΄ αυτών σε τρίτους, κατανέμει με συμβατικούς όρους, αναλογικά, το κόστος συντήρησης του κοινοχρήστου τεχνικού εξοπλισμού, των έργων υποδομής, του κυκλοφοριακού δικτύου και των χώρων πρασίνου.[58]

Περαιτέρω, με τις διατάξεις του ν. 4146/2013[59] συνεστήθη ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Παράκτιο Μέτωπο ΑΕ», με διάρκεια 99 έτη και σκοπό τη διοίκηση, διαχείριση και αξιοποίηση δημοσίων και ιδιωτικών εκτάσεων, κτηρίων, εγκαταστάσεων και εκτάσεων ιδιοκτησίας νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, στην περιοχή μεταξύ του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας και του Σουνίου, τα οποία παραχωρούνται άνευ ανταλλάγματος κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή στην εταιρεία και μεταβιβάζονται με αγοραπωλησία, δωρεά, κληροδότημα ή άλλου τύπου σύμβαση, εξαιρουμένων ρητώς των εκτάσεων του πρώην αεροδρομίου Ελληνικού και της Παράκτιας Ζώνης Αγίου Κοσμά Αττικής (πρώην Ολυμπιακό Κέντρο Ιστιοπλοΐας Αγίου Κοσμά και Εθνικό Κέντρο Νεότητας Αγίου Κοσμά), του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας (ΣΕΦ), του Αστέρα Βουλιαγμένης και των Μαρίνων Αλίμου και Γλυφάδας, με σκοπό την αξιοποίηση και εκμετάλλευσή τους ή την εγκατάσταση και λειτουργία γραφείων της εταιρείας.

Ορίζεται περαιτέρω ότι η διοίκηση, διαχείριση και εκμετάλλευση δημοσίων ακινήτων εντός της υπό αξιοποίηση περιοχής και κτηρίων και εγκαταστάσεων με τα παραρτήματα και τα συστατικά τους, περιέρχονται στην ως άνω εταιρεία με κοινές αποφάσεις των Υπουργών Οικονομικών, Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας και των κατά περίπτωση αρμοδίων υπουργών, ενώ με την έκδοση κοινής υπουργικής αποφάσεως τα ως άνω ακίνητα και τα επ΄ αυτών κτήρια, παραρτήματα, συστατικά, εμπράγματα και ενοχικά δικαιώματα περιέρχονται από τον δικαιούχο κατά πλήρη κυριότητα, νομή και κατοχή στην εταιρεία, η οποία δικαιούται να ενεργεί κάθε σχετική πράξη διαχείρισης, αξιοποίησης και εκμετάλλευσης και υποχρεούται να τα προστατεύει με δικές της ενέργειες και δαπάνες. Η εταιρεία υπεισέρχεται αυτοδικαίως σε τυχόν ισχύουσες συμβάσεις μίσθωσης, παραχώρησης ή διοίκησης, διαχείρισης και εκμετάλλευσης των ως άνω ακινήτων και κτηρίων και των παραρτημάτων και συστατικών τους, ενώ απαγορεύεται να μεταβιβάσει σε τρίτους την κυριότητα των ακινήτων που παραχωρούνται κατά τα ανωτέρω χωρίς τη σύμφωνη γνώμη του Ταμείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ).

Με τον ν. 4321/2015[60] η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «Παράκτιο Αττικό Μέτωπο ΑΕ» απορροφήθηκε, ως σύνολο ενεργητικού και παθητικού, από την Εταιρεία Ακινήτων του Δημοσίου ΑΕ (ΕΤΑΔ ΑΕ). Ακολούθως, με τον ν. 4413/2016[61] συμπληρώθηκαν οι διατάξεις του ν. 4146/2013 και παραχωρήθηκαν κατά χρήση στην Περιφέρεια Αττικής, χωρίς αντάλλαγμα, για 40 έτη, προς αξιοποίηση, διαχείριση και εκμετάλλευση, ζώνες και τμήματα ζωνών του πδ/τος της 26ης Νοεμβρίου 2013 «Έγκριση προγράμματος ολοκληρωμένης ανάπλασης του Φαληρικού Όρμου και Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων αυτού»,[62] επιφανείας 487.393 τ.μ., μετά των υφισταμένων κτισμάτων και εγκαταστάσεων, που αποτελούν τμήμα δημόσιας εκτάσεως στη θέση του Φαληρικού Όρμου, όπως ορίζεται στο άρθρο 9 παρ. 1 εδάφιο ιγ΄ του ν. 3342/2005 και εμφαίνεται στο σχετικό διάγραμμα (Α΄ 131).

Νέα παραλία Θεσσαλονίκης
(φωτ.: Prodromos Nikiforidis, thegreekfoundation.com/)

Ειδικά όσον αφορά την περιοχή της Θεσσαλονίκης, με τον ν. 3489/2006[63] ιδρύθηκε και οριοθετήθηκε η «Ζώνη Καινοτομίας Θεσσαλονίκης» και ορίσθηκε ότι για την εκπλήρωση του σκοπού της μπορεί να παραχωρούνται σε αυτήν δημόσιοι ή ιδιωτικοί χώροι προς χρήση. Για την ανάπτυξη της Ζώνης Καινοτομίας Θεσσαλονίκης και την εξυπηρέτηση του σκοπού της καταρτίζεται «Στρατηγικό Σχέδιο Ανάπτυξης», το οποίο αποτελεί μεσο-μακροπρόθεσμο πρόγραμμα δράσης με σαφείς αναπτυξιακούς στόχους και συγκεκριμένη μεθοδολογία. Η παρακολούθηση και αξιολόγηση της εφαρμογής του Στρατηγικού Σχεδίου Ανάπτυξης ανατέθηκε, σύμφωνα με τον ως άνω νόμο, στην εταιρεία με την επωνυμία «Αλεξάνδρεια Ζώνη Καινοτομίας ΑΕ», κύρια αποστολή της οποίας είναι η εν γένει διαχείριση και ανάπτυξη της Ζώνης Καινοτομίας Θεσσαλονίκης.

Περαιτέρω, με τον ν. 3489/2006[64] καθορίσθηκαν οι «Θύλακες Υποδοχής Καινοτόμων Δραστηριοτήτων» (ΟΥΚΔ), που ιδρύονται από την εταιρεία και αποτελούν ειδικά διαμορφωμένες και οργανωμένες περιοχές εντός της Ζώνης Καινοτομίας Θεσσαλονίκης, με την οποία έχουν άμεση οργανωτική και λειτουργική διασύνδεση, ως χώροι υποδοχής, εγκαταστάσεως και λειτουργίας επιχειρήσεων, φορέων και ινστιτούτων, των οποίων οι δραστηριότητες εξυπηρετούν τον σκοπό της Ζώνης Καινοτομίας Θεσσαλονίκης. Ορίζεται επίσης ότι με διάταγμα, που εκδίδεται μετά από κοινή πρόταση των Υπουργών ΠΕΚΑ και Μακεδονίας – Θράκης, καθορίζονται τα όρια, οι χρήσεις γης, οι όροι δόμησης, η ρυμοτόμηση των ΟΥΚΔ και κάθε ειδικότερο θέμα και λεπτομέρεια.

Ακολούθως με τον ν. 3489/2006[65] συνεστήθη στο Υπουργείο Μακεδονίας – Θράκης «Διεύθυνση Προστασίας και Ανάπτυξης του Θερμαϊκού Κόλπου», η οποία έχει ως αποστολή την ανάδειξη, ανάλυση και μελέτη των τοπικών περιβαλλοντικών, τεχνικών, κοινωνικών, πολιτιστικών και αναπτυξιακών προβλημάτων, αναγκών και προτεραιοτήτων, την εκπόνηση μελετών και την επεξεργασία κατάλληλων μέτρων και προτάσεων για την προστασία και βιώσιμη ανάπτυξη της λεκάνης του Θερμαϊκού Κόλπου.

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

[1] Βλ. ν. 2730/1999 (Α΄ 130/25.06.1999) «Σχεδιασμός, ολοκληρωμένη ανάπτυξη και εκτέλεση Ολυμπιακών Έργων και άλλες διατάξεις», ν. 2947/2001 (Α΄ 228/09.10.2001) «Θέματα Ολυμπιακής Φιλοξενίας, Έργων Ολυμπιακής Υποδομής και άλλες διατάξεις». Σχετ. ΠΑΥΛΑΚΗ Σ., «Αστικό και περιαστικό πράσινο – Νομοθετικό πλαίσιο – Νομολογία», Αθήνα 2019, σ. 114 επ.

[2] ΣτΕ Ολ 416-8/2011 ΤΝΠ Νόμος, ΣτΕ Ολ 1970/2012 ΝοΒ 2012 σ. 2156, ΣτΕ Ολ 3059/2009 ΤΝΠ Νόμος, ΣτΕ Ολ 2403/1997. Όπως έγινε δεκτό με τις αποφάσεις ΣτΕ Ολ 2403/1997 και 604/2002, οι επιμέρους διατάξεις του ν. 1515/1985 προέβλεπαν κατευθύνσεις, προγράμματα και μέτρα για την αναβάθμιση, στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας, του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, τα οποία δέσμευαν τη Διοίκηση τόσο κατά την άσκηση της κανονιστικής της εξουσίας όσο και κατά την έκδοση ατομικών πράξεων. Ενδ. βλ. και ΣτΕ Ολ 1101/2002, με την οποία έγινε, κατά πλειοψηφία, δεκτό ότι η περί ης επρόκειτο έκταση των 44 περίπου στρ. χωροθετήθηκε ειδικά για το «Σπίτι της Άρσης Βαρών» κατ΄ άρθρο 2 παρ. 2α΄ του ν. 2730/1999 και προβλέφθηκε η διαδικασία εγκρίσεως περιβαλλοντικών όρων. Με την εξουσιοδοτική δε διάταξη του εδαφίου α΄ περ. γ΄ της παρ. 2 του άρθρου 2 του νόμου αυτού παρασχέθηκε στον Υπουργό ΠΕΧΩΔΕ εξουσιοδότηση να καθορίσει τους επί μέρους όρους και περιορισμούς δόμησης. Με τα δεδομένα αυτά η ανωτέρω εξουσιοδότηση κρίθηκε ότι αναφερόταν σε ειδικότερο θέμα, ήταν δε ειδική και ορισμένη, διότι προσδιορίζονταν με αυτή τα συγκεκριμένα θέματα που έχρηζαν κανονιστικής ρυθμίσεως και συνεπώς δεν συνέτρεχε παράβαση των άρθρων 43 παρ. 2 και 24 παρ. 2 του Συντάγματος.

[3] ΣτΕ Ολ 1970/2012 ό.π.

[4] ΣτΕ Ολ 1970/2012 ό.π.

[5] Βλ. κεφ. Β΄ αιτιολογικής έκθεσης του ν. 3342/2005 (Α΄ 131/06.06.2005) «Βιώσιμη ανάπτυξη και κοινωνική αξιοποίηση των Ολυμπιακών εγκαταστάσεων, αδειοδότηση, χρήσεις, λειτουργίες τους – Διάρθρωση, οργάνωση και λειτουργία Γενικής Γραμματείας Ολυμπιακής Αξιοποίησης».

[6] ΣτΕ Ολ 2403/1997 ΤΝΠ Νόμος.

[7] ΣτΕ Ολ 2403/1997 ό.π. Περαιτέρω αναφέρεται στην απόφαση αυτή ότι την εν λόγω εξειδίκευση επεχείρησε η κυα 1363/1994, η οποία όμως δεν κυρώθηκε νομοθετικά, όπως προβλεπόταν ούτε βρίσκει νόμιμο έρεισμα στα νομοθετήματα που επικαλείται.

[8] ΣτΕ Ολ 3059/2009 ΤΝΠ ΔΣΑ.

[9] Βλ. ν. 4277/2014 (Α΄ 156/01.08.2014) «Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας – Αττικής και άλλες διατάξεις». Κατ΄ άρθρο 33 του ως άνω νόμου: «Η αρμοδιότητα επί του νέου Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας – Αττικής ανήκει στον Οργανισμό Ρυθμιστικού Σχεδίου και Προστασίας Περιβάλλοντος Αθήνας με την επωνυμία “Οργανισμός Αθήνας” (ΟΡΣΑ), που ιδρύθηκε με το άρθρο 5 του ν. 1515/1985 (Α΄ 18). Από την κατάργηση του ΟΡΣΑ, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 4250/2014 (Α΄ 74), η ως άνω αρμοδιότητα μεταφέρεται στο Τμήμα Μητροπολιτικού Σχεδιασμού Αθήνας – Αττικής που συστήθηκε με την παρ. 4α του άρθρου 12 του ν. 4250/2014 και υπάγεται στη Διεύθυνση Χωροταξίας της Γενικής Γραμματείας Χωροταξίας και Αστικού Περιβάλλοντος του Υπουργείου Περιβάλλοντος, Ενέργειας και Κλιματικής Αλλαγής. Όπου στον παρόντα ή σε άλλο νόμο ή κανονιστική πράξη προβλέπεται αρμοδιότητα της Εκτελεστικής Επιτροπής του ΟΡΣΑ, η αρμοδιότητα αυτή μετά την κατάργηση του ΟΡΣΑ μεταφέρεται στο Συμβούλιο Μητροπολιτικού Σχεδιασμού, που έχει συσταθεί με την παρ. 5 περ. ε΄ του άρθρου 12 του ν. 4250/2014».

[10] Άρθρο 18 ν. 4277/2014.

[11] Άρθρο 12 παρ. 1 συνδ. άρθρο 41 παρ. 5 ν. 4277/2014 (νέο ΡΣΑ). Κατά την παρ. 2 του άρθρου 5 ν. 4277/2014: «Επιδιώκεται η κάλυψη των οικιστικών αναγκών, κυρίως εντός της θεσμοθετημένης αστικής γης, με βάση την αρχή της συμπαγούς πόλης με τους εξής τρόπους: α) βελτίωση της εσωτερικής συνοχής του συστήματος χωρικού σχεδιασμού και χωρικής διακυβέρνησης και διατύπωση κατευθύνσεων προς τα υποκείμενα επίπεδα σχεδιασμού, β) προώθηση ενός πολυκεντρικού και ιεραρχημένου συστήματος χωρικής οργάνωσης και αντιμετώπιση του μη δομημένου περιβάλλοντος ως κρίσιμου παράγοντα για τη βιωσιμότητα, γ) οργάνωση της Αττικής σε ολοκληρωμένες Χωροταξικές Ενότητες (ΧΕ) με σχετική λειτουργική αυτοτέλεια, ιδιαίτερη φυσιογνωμία και συμπληρωματικότητα, δ) δραστικό περιορισμό της εκτός σχεδίου δόμησης, μέσω της σταδιακής κατάργησης των παρεκκλίσεων, ε) προώθηση ολοκληρωμένων προγραμμάτων αστικής αναζωογόνησης, στ) ανάπτυξη πολύπλευρου πλέγματος παρεμβάσεων μικρής, τοπικής κλίμακας, ένταξη των αστικών κενών στη λειτουργία της πόλης και επανάχρηση εγκαταλελειμμένων κτηρίων, ζ) συγκρότηση συνεχούς δικτύου σημαντικών χώρων πρασίνου και αξιοποίηση ευνοϊκών χώρων για την ανάπτυξη της αστικής φύτευσης, η) ουσιαστική βελτίωση της ποιότητας ζωής για όλους ους κατοίκους και τους επισκέπτες».

[12] Άρθρο 41 παρ. 5 τελευταίο εδάφιο ν. 4277/2014.

[13] Βλ. άρθρα 5 και 7 ν. 4277/2014, κατά το οποίο: «Ειδικότερα: α) Ο αστικός χώρος αποτελεί ιεραρχημένο πολυκεντρικό σύστημα σαφώς οριοθετημένων αστικών συγκεντρώσεων. Το σύστημα αυτό συγκροτείται με κέντρο βάρους το συμπαγές αστικό συγκρότημα Αθήνας – Πειραιά και περιλαμβάνει τους συμπαγείς δορυφορικούς αστικούς πυρήνες και υποδοχείς παραγωγικών δραστηριοτήτων στις περιοχές εκτός του Λεκανοπεδίου. Στις ως άνω περιοχές επιδιώκεται να αναπτυχθούν σχετική λειτουργική αυτοτέλεια καθώς και οριζόντιες λειτουργικές αλληλεξαρτήσεις. β) Ο εξωαστικός χώρος συγκροτείται ως ενιαία αυτόνομη οντότητα και προστατεύεται ως ζωτικός χώρος για την ποιότητα ζωής των κατοίκων και τη διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας, ως παραγωγικός χώρος για τη διατήρηση της πρωτογενούς παραγωγής, ως συστατικό στοιχείο της πολιτισμικής ταυτότητας και του τοπίου της Αττικής, αλλά και ως συγκριτικό αναπτυξιακό πλεονέκτημα που βελτιώνει την ελκυστικότητά της».

[14] Άρθρο 5 παρ. 3 ν. 4277/2014.

[15] Άρθρο 6 παρ. 1 περ. δ΄ ν. 4277/2014.

[16] Άρθρο 7 περ. β΄ ν. 4277/2014.

[17] Άρθρο 17 περ. δ΄ ν. 4277/2014.

[18] Άρθρο 19 παρ. 1, 3 ν. 4277/2014.

[19] Σχετ. βλ. άρθρο 18 παρ. 4 ν. 4277/2014.

[20] Σχετ. και ΣτΕ Ολ 2996/2014 (ΤΝΠ Νόμος), κατά την οποία: «Μετά την έναρξη ισχύος του ν. 3937/2011, ο οποίος τροποποίησε τα άρθρα 19 και 21 του ν. 1650/1986, ο χαρακτηρισμός περιοχής ως “απόλυτης προστασίας της φύσης” και η οριοθέτηση περιφερειακής ζώνης προστασίας εκφεύγει του κανονιστικού πεδίου του άρθρου 4 παρ. 3 του ν. 1515/1985 και υπάγεται αποκλειστικώς στις διατάξεις του ως άνω νόμου, οι οποίες προβλέπουν ειδική διαδικασία που περιλαμβάνει γνωμοδότηση της Επιτροπής Φύση 2000 και του Γενικού Γραμματέα της οικείας Αποκεντρωμένης Διοίκησης καθώς και έγκριση ειδικής περιβαλλοντικής μελέτης. Η τήρηση της διαδικασίας αυτής διασφαλίζει την επαρκέστερη προστασία του περιβάλλοντος και του δικαιώματος ιδιοκτησίας, διότι στηρίζεται σε έγκυρα και ορθά επιστημονικά και τεχνικά δεδομένα που αξιολογούνται από τα αρμόδια όργανα (Επιτροπή Φύση 2000)».

[21] Άρθρα 12 παρ. 4 περ. δ΄ και 15 ν. 4277/2014.

[22] Άρθρο 14 παρ. 1 ν. 4277/2014.

[23] Άρθρο 15 ν. 4277/2014.

[24] Άρθρο 15 παρ. 1 περ. β΄ ν. 4277/2014.

[25] Άρθρο 15 παρ. 4 περ. α΄ ν. 4277/2014.

[26] Άρθρο 15 παρ. 5 περ. α΄ ν. 4277/2014.

[27] Άρθρο 15 παρ. 5 περ. γ-δ΄ ν. 4277/2014.

[28] Άρθρο 15 παρ. 2 ν. 4277/2014.

[29] Άρθρο 15 παρ. 3 ν. 4277/2014.

[30] Άρθρο 19 ν. 4277/2014.

[31] Άρθρο 22 ν. 4277/2014.

[32] Βλ. τις διατάξεις του ν. 3827/2010 (Α΄ 30), με τον οποίο κυρώθηκε η Ευρωπαϊκή Σύμβαση του Τοπίου, που υπεγράφη στη Φλωρεντία, στις 20 Οκτωβρίου 2000 και ιδίως του άρθρου 5 αυτού, με το οποίο ορίζεται ότι: «Κάθε μέρος αναλαμβάνει: α) να αναγνωρίζει νομικά τα τοπία ως ένα απαραίτητο συστατικό στοιχείο του ανθρώπινου περιβάλλοντος, ως μία έκφραση της ποικιλίας της κοινής πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς τους και ως θεμέλιο της ταυτότητάς τους. β) Να εγκαθιδρύει και να εφαρμόζει πολιτικές τοπίων που αποσκοπούν στην προστασία, στη διαχείριση και στον σχεδιασμό των τοπίων διά της υιοθέτησης των συγκεκριμένων μέτρων που παρατίθενται στο άρθρο 6. …». Σχετ. ΠΑΥΛΑΚΗ Σ., «Αστικό και περιαστικό πράσινο …», ό.π., σ. 131 επ. Βλ. και ΣτΕ 1973/2017 ΤΝΠ ΔΣΑ.

[33] ΣτΕ 2231/2006 7μ. ΤΝΠ ΔΣΑ, ΣτΕ 4007/2004 ΤΝΠ ΔΣΑ, ΣτΕ Ολ 1682/2002 ΝοΒ 2003 σ. 344.

[34] Άρθρο 7 ν. 2039/1992 (Α΄ 61).

[35] Άρθρο 3 παρ. 2 ν. 3028/2002 (Α΄ 153/28.06.2002) «Για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής Κληρονομιάς».

[36] Βλ. ΣτΕ 4472/2015 ΤΝΠ ΔΣΑ, κατά την οποία: «Με την ένδικη απόφαση του Υπουργού Πολιτισμού χαρακτηρίστηκε η Κρύπτη της Οσίας Φιλοθέης στον Δήμο Φιλοθέης ν. Αττικής ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο, με Ζώνη Προστασίας όλο τον λόφο που ορίζεται από τις παρακείμενες οδούς, με το άλσος και τον νεώτερο ναό της Αγίας Φιλοθέης, διότι αποτελούν ενιαίο σύνολο και συνδέονται αναπόσπαστα με την ανακάλυψη της Κρύπτης και τη διαχρονική λατρεία της Αγίας Φιλοθέης. Απαγορεύθηκε δε απολύτως κάθε οικοδομική επέμβαση είτε στο άλσος είτε στον ναό …».

[37] ΣτΕ 306, 308/2018 ΤΝΠ ΔΣΑ.

[38] Ενδ. βλ. ν. 2833/2000 (Α΄ 150/30.06.2000) «Θέματα προετοιμασίας των Ολυμπιακών Αγώνων 2004 και άλλες διατάξεις», άρθρο 8 παρ. 2-3 ν. 4315/2014 (Α΄ 269/24.12.2014), άρθρο 83 παρ. 1-6 ν. 3057/2002 (Α΄ 239/10.10.2002), 2 παρ. 17 ν. 3254/2004 (Α΄ 137/ 22.7.2004), υα 24946/1967 (Β΄ 606/3.10.1967) «περί χαρακτηρισμού Ιστορικών, Διατηρητέων Τόπων, για την περιοχή των Αθηνών»: «1) Η περιοχή ανατολικώς και βορείως του βράχου της Ακροπόλεως ως ορίζεται διά των οδών Βύρωνος, Αδριανού, Αιόλου, Πανδρόσου, Άρεως, Αδριανού, μέχρι εκβολής της έναντι του σταθμού ΕΗΣ του Θησείου 2) Λόφος Νυμφών: Και τα οικοδομικά τετράγωνα ανατολικώς τούτου τα οριζόμενα διά των οδών Ακάμαντος, Αποστόλου Παύλου και Δημητρίου Αιγινήτου» έχουν περιληφθεί στις χαρακτηρισμένες περιοχές «ως ιστορικά διατηρητέα και τόποι παρουσιάζοντες ιδιαίτερον φυσικόν κάλλος ή ενδιαφέροντες από απόψεως αρχιτεκτονικής ή ιστορικής …», υα Φ01/12970/503/25.02.1983 (Β΄ 387/05.07.1983) σχετικά με τη συμπλήρωση και ενοποίηση των αρχαιολογικών χώρων γύρω από την Ακρόπολη, πδ/γμα της 14ης Δεκεμβρίου 1988 (Δ΄ 60/03.02.1989) «Καθορισμός χρήσεων γης στην περιοχή του Θησείου του ρυμοτομικού σχεδίου Αθηνών», ν. 2557/1997 (Α΄ 271/ 24.12.1997) «Θεσμοί, μέτρα και δράσεις πολιτιστικής ανάπτυξης» (άδεια ίδρυσης και λειτουργίας καταστημάτων υγειονομικού ενδιαφέροντος εντός Αρχαιολογικών χώρων και μουσείων), υα ΥΠΠΟ/ΓΔΑ/ΑΡΧ/Α1/Φ03/32094/2152/06.06.2003 (Καθορισμός χώρων τραπεζοκαθισμάτων), πδ/γμα της 21ης Σεπτεμβρίου – 13ης Οκτωβρίου 1979 (Δ΄ 567), με το οποίο χαρακτηρίσθηκε ως παραδοσιακό τμήμα της πόλεως των Αθηνών (Ιστορικό Κέντρο), πδ/γμα της 26ης Μαΐου – 16ης Ιουνίου 1989 (Δ΄ 411) «Χαρακτηρισμός ως παραδοσιακού τμήματος της πόλης των Αθηνών και καθορισμός ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης των οικοπέδων των περιοχών Εξαρχείων – Μουσείου – Στρέφη (Δ΄ 411), πδ/γμα της 24ης Οκτωβρίου – 8ης Νοεμβρίου 1980 (Δ΄ 617), με το οποίο χαρακτηρίσθηκαν ως διατηρητέα διάφορα κτήρια στην περιοχή της Πλάκας, πδ/γμα της 30ής Σεπτεμβρίου 1982 «Καθορισμός ειδικών χρήσεων γης στην περιοχή της Πλάκας του ρυμοτομικού σχεδίου Αθηνών» (Δ΄ 561), όπως τροποποιήθηκε με τα πδ/τα της 18ης Φεβρουαρίου 1984 (Δ΄ 178), 29ης Δεκεμβρίου 1984 (Δ΄ 4/1985) και 25ης Οκτωβρίου 1984 (Δ΄ 24/1985) και το πδ/γμα της 2ας Σεπτεμβρίου 1986 «Καθορισμός ειδικών χρήσεων γης στην περιοχή της Πλάκας του ρυμοτομικού σχεδίου Αθηνών» (Δ΄ 875). Βλ. και άρθρο 8 του ν. 4315/2014 (Α΄ 269/24.12.2014, δ/σφ. Α΄ 93/29.06.2017) «Πράξεις εισφοράς σε γη και σε χρήμα – Ρυμοτομικές απαλλοτριώσεις και άλλες διατάξεις», κατά το οποίο: «1. Για την εντός των ορίων του παραδοσιακού τμήματος της πόλης των Αθηνών περιοχή (Ιστορικό Κέντρο), όπως αυτή έχει οριοθετηθεί με τα πδ/τα της 21ης Σεπτεμβρίου 1979 (Δ΄ 567) και της 26ης Μαΐου 1989 (Δ΄ 411), την αρμοδιότητα της έγκρισης για την εγκατάσταση και λειτουργία ειδικών χρήσεων γης, σύμφωνα με τις εκάστοτε ισχύουσες ειδικές διατάξεις καθορισμού χρήσεων γης, της γνωμοδότησης για έγκριση κυκλοφοριακών μελετών, της έγκρισης για τη διαμόρφωση, χρήση και κατάληψη κοινοχρήστων χώρων ως και κάθε σχετικής με τα ανωτέρω διαδικασίας έχει η Διεύθυνση Αρχιτεκτονικής, Οικοδομικών Κανονισμών και αδειοδοτήσεων του Υπουργείου ΠΕΚΑ. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Δήμου Αθηναίων ή της Περιφέρειας ασκούν τον, κατά περίπτωση, επιβαλλόμενο έλεγχο που ορίζεται από διατάξεις των διαταγμάτων με τα οποία έχουν καθοριστεί ειδικές χρήσεις γης στην ως άνω περιοχή. Με απόφαση του Υπουργού ΠΕΚΑ μπορεί να ορίζονται προδιαγραφές και κατευθύνσεις για την άσκηση των ανωτέρω αρμοδιοτήτων». Βλ. και υα 255/45/1988 (Δ΄ 80) «Έγκριση Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου Δήμου Αθηναίων ν. Αττικής» παρ. στ΄ αριθ. 11: «Ενοποίηση Αρχαιολογικών χώρων και πρασίνου ..». Σχετ. και ΣτΕ 4916/2013 (ΤΝΠ ΔΣΑ), κατά την οποία: «Στο ισχύον Γενικό Πολεοδομικό Σχέδιο της Αθήνας, που εγκρίθηκε με την απόφαση 255/45/1988 του Αναπλ. Υπουργού ΠΕΧΩΔΕ (Δ΄ 80), περιέχεται ειδική πρόβλεψη σύμφωνα με την οποία, για την τόνωση της χρήσης της κατοικίας και την αναβάθμιση της ποιότητάς της στην περιοχή του Γενικού Πολεοδομικού Σχεδίου (ΓΠΣ) προτείνεται η αξιοποίηση των υφισταμένων παραδοσιακών κτηρίων και κτηρίων του Μεσοπολέμου με παροχή κινήτρων για τη συντήρηση και επισκευή τους, παράλληλα με τον χαρακτηρισμό τους ως διατηρητέων κτηρίων. Με το αυτό ΓΠΣ “οριοθετούνται”, ως παραδοσιακά σύνολα, εκτός του ιστορικού κέντρου της πόλης, οι περιοχές Βεΐκου – Φιλοπάππου, Αγίου Παύλου, Μετς και Κολωνάκι, ώστε να μελετηθούν ιδιαίτερα από την πολεοδομική μελέτη ανάπλασης (ΠΜΑ), διότι “έχουν έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα και μία σημαντική συγκέντρωση παραδοσιακών κτηρίων” και “συμβάλλουν στη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας της πόλης”, επί πλέον δε, ως προς τις πολεοδομικές παρεμβάσεις, προβλέπεται η προστασία των διατηρητέων κτηρίων στις περιοχές Νεάπολη, Κολωνάκι, Λυκαβηττός».

[39] Η «Χάρτα της Φλωρεντίας για τους Ιστορικούς Κήπους» εγκρίθηκε τον Δεκέμβριο του 1982 από το Διεθνές Συμβούλιο Μνημείων και Τοποθεσιών (International Council on Monuments and Sites) και τη Διεθνή Ομοσπονδία για την Αρχιτεκτονική του Τοπίου (International Federation of Landscape Architects) (ICOMOS – IFLA), στη Φλωρεντία, ως προσθήκη στη «Χάρτα της Βενετίας για την Αποκατάσταση και Συντήρηση Μνημείων και Μνημειακών Συνόλων» (1964). Σχετ. βλ. και ΠΑΥΛΑΚΗ Σ., «Αστικό και περιαστικό πράσινο …», ό.π., MONUMENTA, «Η Χάρτα της Φλωρεντίας», 2007, http://www.monumenta.org/article.php?IssueID=2&ArticleID=17&CategoryI D=5&lang=gr

[40] Βλ. άρθρο 12 ν. 3986/2011 (Α΄ 152/01.07.2011) «Επείγοντα Μέτρα Εφαρμογής Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015».

[41] ΑΠ 1271/2011. Σχετ. και ΠΑΥΛΑΚΗ Σ., «Ο κοινόχρηστος χαρακτήρας των δασών στη νομολογία των ανωτάτων δικαστηρίων», σε: https://dasarxeio.com/2018/04/02/54853/ και σε: ΠερΔικ τ. 4/2017 σ. 704, όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται: «… Η εξουσία χρήσεως των κοινοχρήστων πραγμάτων απορρέει από το πρωταρχικό και θεμελιώδες δικαίωμα της προσωπικότητας. Αποτελεί εκδήλωση της ελευθερίας ως στοιχείου της προσωπικότητας του ατόμου, όπως κατοχυρώνεται στα άρθρα 5 παρ. 1 του Συντάγματος και 57 ΑΚ. Σε περίπτωση δε προσβολής του, το δικαίωμα στα κοινόχρηστα πράγματα προστατεύεται όπως το δικαίωμα του ατόμου στην προσωπικότητά του …». Σχετ. και ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΑΠ., «Εμπράγματο Δίκαιο», § 21, Αθήνα 2010, σ. 153, ΚΑΪΔΑΤΖΗΣ Α., «Σε ποιον ανήκει η περιουσία του Δημοσίου; Ποιος και πώς επιτρέπεται να την εκποιήσει;» σε: ΙΔΡΥΜΑ ΜΑΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΥ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ «ΤΑΙΠΕΔ Όργανο εκποίησης της περιουσίας και κατάργησης της εθνικής κυριαρχίας της Ελλάδας», Αθήνα 2014, ΚΑΡΑΜΑΝΩΦ Μ., «Τα όρια των ιδιωτικοποιήσεων – Βιώσιμο Κράτος & Δημόσια κτήση», Αθήνα 2014, σ. 174, ΚΟΥΡΑΚΟΥ Ε., «Πτυχές της Νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας για τα κοινόχρηστα πράγματα», εισήγηση σε ημερίδα με θέμα: «Ο Δημόσιος Χώρος ως πεδίο έντασης ανάμεσα στο δημόσιο και ιδιωτικό συμφέρον», ΔΣΑ, Ελληνική Εταιρεία Δικαίου Περιβάλλοντος, Ιούνιος 2017, σε: http://environmentallaw.gr/, ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ ΑΘ., «Η κυριότητα στα περιβαλλοντικά αγαθά», σε: https://dasarxeio.com/2016/12 /18/38648/, ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Δ., «Δασικό Δίκαιο και Εθνικό Κτηματολόγιο» (ΚτημΔασΔ), § 19, Θεσσαλονίκη 2017, αρ. 199, 126-127, ΠΑΠΑΣΤΕΡΙΟΥ Δ., «Εμπράγματο Δίκαιο», τόμ. Ι, § 11, αρ. 56, 79, Θεσσαλονίκη 2008, ΠΑΥΛΑΚΗ Σ., «Ο κοινόχρηστος χαρακτήρας των δημόσιων δασικών οικοσυστημάτων», Εισήγηση σε Επιστημονική Διημερίδα, Τμήμα Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων ΔΠΘ, Μάιος 2018, 10ος Τόμος περιοδικής έκδοσης «Θέματα Δασολογίας και Διαχείρισης Περιβάλλοντος και Φυσικών Πόρων», σ. 299, ΠΑΥΛΑΚΗ Σ., «Ζητήματα παραχώρησης δημόσιας δασικής κτήσης στην πρόσφατη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας», σειρά: Εταιρεία Νομικών Βορείου Ελλάδος (ΕΝΟΒΕ), τ. 73, Θεσσαλονίκη 2017 και σε: https://dasarxeio.com/2017/03/22/43025/, ΨΥΧΟΓΙΟΣ Θ., «Πολεοδομικός Σχεδιασμός και Δημόσιος Χώρος», εισήγηση σε επιστημονική ημερίδα με θέμα: «Ο Δημόσιος Χώρος ως πεδίο έντασης ανάμεσα στο δημόσιο και ιδιωτικό συμφέρον», Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, Ελληνική Εταιρεία Δικαίου Περιβάλλοντος, Ιούνιος 2017, σε: http://environmental-law.gr/

[42] Βλ. ν. 3894/2010 (Α΄ 204/02.12.2010) «Επιτάχυνση και διαφάνεια υλοποίησης Στρατηγικών Επενδύσεων».

[43] Α΄ 210.

[44] Σχετ. βλ. και ν. 4072/2012 (Α΄ 86/11.04.2012) «Βελτίωση επιχειρηματικού περιβάλλοντος – Νέα εταιρική μορφή – Σήματα – Μεσίτες Ακινήτων – Ρύθμιση θεμάτων ναυτιλίας, λιμένων και αλιείας και άλλες διατάξεις», δυνάμει του οποίου θεσπίσθηκαν ρυθμίσεις για την απλούστευση των διαδικασιών αδειοδότησης καθώς και ν. 4242/2014 (Α΄ 50/28.02.2014) «Ενιαίος Φορέας Εξωστρέφειας και άλλες διατάξεις».

[45] Άρθρο 7 ν. 3894/2010.

[46] Άρθρο 8 ν. 3894/2010.

[47] Άρθρο 10 ν. 3894/2010.

[48] Άρθρο 10 ν. 3986/2011.

[49] Άρθρο 11 παρ. Α1 ν. 3986/2011.

[50] Άρθρο 11 παρ. Α2 ν. 3986/2011.

[51] Άρθρο 11 παρ. Α3 ν. 3986/2011.

[52] Άρθρο 11 παρ. Α4 ν. 3986/2011.

[53] Άρθρο 11 παρ. Β1-2 ν. 3986/2011.

[54] Άρθρο 11 παρ. Δ΄ ν. 3986/2011.

[55] Άρθρο 12 ν. 3986/2011.

[56] Άρθρο 12 ν. 3986/2011.

[57] Βλ. άρθρο 12 ν. 3986/2011, όπου, μεταξύ άλλων, ορίζεται και ότι στη συνολική έκταση της προς πολεοδόμηση περιοχής δεν περιλαμβάνεται τμήμα επιφανείας του παραθεριστικού – τουριστικού χωριού που προορίζεται για τη δημιουργία γηπέδου ή γηπέδων γκολφ, το οποίο διαμορφώνεται λειτουργικά, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις εκάστοτε ισχύουσες προδιαγραφές γηπέδων γκολφ, ενώ οι επιφάνειες των πάσης φύσεως κτηριακών εγκαταστάσεων που απαιτούνται κατά τις ανωτέρω προδιαγραφές για τη δημιουργία γηπέδου γκολφ, προσμετρώνται στη μέγιστη επιτρεπόμενη δόμηση που ορίζεται από το οικείο ΕΣΧΑΔΑ για το παραθεριστικό – τουριστικό χωριό. Ο μέσος συντελεστής δόμησης στο σύνολο των οικοδομήσιμων χώρων του δημοσίου ακινήτου δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το 0,4.

[58] Άρθρο 12 ν. 3986/2011.

[59] Άρθρο 16 ν. 4146/2013 (Α΄ 90/18.04.2013) «Διαμόρφωση Φιλικού Αναπτυξιακού Περιβάλλοντος για τις Στρατηγικές και Ιδιωτικές Επενδύσεις και άλλες διατάξεις».

[60] Βλ. άρθρο 24 παρ. 1 ν. 4321/2015 (Α΄ 32/21.03.2015).

[61] Άρθρο 78 ν. 4413/2016 (Α΄ 148/08.08.2016).

[62] ΑΑΠ 443/06.12.2013.

[63] Α΄ 205/02.10.2006.

[64] Άρθρο 11 ν. 3489/2006.

[65] Άρθρο 18 ν. 3489/2006.

 

:

 



ΚατηγορίεςΔιάφορα

Tags: , , , , , , ,

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Discover more from dasarxeio.com

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading