Νομικό πλαίσιο για τον Υμηττό

Σοφία Ε. Παυλάκη,
Δικηγόρος, M.Sc.

Λόγοι ακύρωσης που αφορούν την παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας έκδοσης κανονιστικής διοικητικής πράξης (όπως η παράλειψη εκπόνησης προηγούμενης στρατηγικής περιβαλλοντικής εκτίμησης επί του πδ/τος της 14ης Ιουνίου 2011 για την προστασία του Υμηττού) επιφέρουν υποχρεωτικά ολική (και όχι μερική) ακυρότητα της προσβαλλόμενης πράξης, η δε ακύρωση ισχύει έναντι παντός τρίτου έχοντας διαπλαστικό αποτέλεσμα (που οφείλεται στην ανατροπή του τεκμηρίου της νομιμότητας της πράξης στο σύνολό της) και είναι δεσμευτική για τη διοίκηση. Το άρθρο βασίζεται σε εισήγηση με θέμα: «Η εξέλιξη του νομικού πλαισίου που αφορά τον Υμηττό μέσα από τη νομοθεσία και νομολογία για το περιβάλλον του», που παρουσιάστηκε στο Συνέδριο με θέμα: «Ο Υμηττός αύριο. Προστασία, διαχείριση και διασύνδεση με την κοινωνία» που διοργάνωσε το Γεωτεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος (ΓΕΩΤΕΕ), την 2-3 Μαρτίου 2024, στο Δημαρχιακό Μέγαρο Ηλιούπολης «Μίκης Θεοδωράκης».

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

1. Περιαστικά όρη Αττικής
2. Περιβαλλοντική προστασία Υμηττού
2.1 Γενικά
2.2 Καισαριανή
2.3 Λίμνη Βουλιαγμένης
2.4 Εθνικό Πάρκο Σχινιά – Μαραθώνα
2.5 Περιοχή Βραυρώνας
2.6 Ρέματα περιοχής Υμηττού
2.7 Νότιος Ευβοϊκός κόλπος
2.8 Φορείς διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών Υμηττού
2.9 Η υπόθεση του ΚΥΤ Αργυρούπολης
3. Καθεστώς διαχείρισης και προστασίας Υμηττού
3.1 Το προεδρικό διάταγμα του 1978
3.2 Πρακτικό επεξεργασίας ΣτΕ ΠΕ 67/1998
3.3 Το προεδρικό διάταγμα του 2011
3.4 Πρακτικό επεξεργασίας ΣτΕ ΠΕ 146/2022
3.5 Σημερινό καθεστώς
3.6 Ευρύτερο νομικό πλαίσιο προστασίας
Επίλογος

1. Περιαστικά όρη Αττικής

Tα περιαστικά όρη διαμορφώνουν ένα ιδιαίτερο τοπίο στα περίχωρα των πόλεων και των οικισμών, λειτουργώντας ταυτόχρονα ως πνεύμονες οξυγόνου για το αστικό περιβάλλον και ως προσιτός προορισμός αναψυχής για τους κατοίκους[1]. Ειδικά στην Αττική, τέσσερα κύρια περιαστικά βουνά: η Πάρνηθα, ο Υμηττός, η Πεντέλη και το Αιγάλεω, συναποτελούν το λεκανοπέδιο εντός του οποίου αναπτύσσεται το μητροπολιτικό κέντρο της ελληνικής πρωτεύουσας με τις συνοικίες και τα προάστιά του. Η παρουσία των ορεινών αυτών όγκων περιμετρικά της Αθήνας λειτουργεί καθοριστικά για τη διαμόρφωση του τοπίου της Αττικής επηρεάζοντας σημαντικά τη χωροταξία και τον σχεδιασμό, αλλά και τη βιοποικιλότητα, τους φυσικούς πόρους και το μοναδικό κλίμα της.

2. Περιβαλλοντική προστασία Υμηττού

2.1 Γενικά

Ο Υμηττός χαρακτηρίσθηκε ως «τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους» με την απόφαση 25638/23.11.1968 του Υπουργού Προεδρίας της Κυβερνήσεως[2], το περιεχόμενο της οποίας επαναλήφθηκε στην ταυτάριθμη απόφαση 25638/27.3.1969 του ιδίου οργάνου[3] και με την απόφαση 38070/1976[4] ιδρύθηκε στον Υμηττό καταφύγιο άγριας ζωής. Λόγω της σημαντικής βιοποικιλότητάς του ο Υμηττός εντάχθηκε στο δίκτυο Natura 2000 ως «Τόπος Κοινοτικής Σημασίας» (ΤΚΣ) με την ονομασία «Υμηττός – Αισθητικό Δάσος Καισαριανής – Λίμνη Βουλιαγμένης» κατά τους ορισμούς της Οδηγίας για τους οικοτόπους[5], ενώ έχει επίσης χαρακτηρισθεί ως «Ζώνη Ειδικής Προστασίας» (ΖΕΠ)[6] και ως «Ειδική Ζώνη Διατήρησης» (ΕΖΔ)[7].

Με το προεδρικό διάταγμα της 22ας Ιουνίου 1983[8] καθορίστηκε Ζώνη Οικιστικού Ελέγχου και κατώτατου ορίου κατάτμησης σε ολόκληρη την εκτός σχεδίου και εκτός ορίων οικισμών προϋφισταμένων του 1923 περιοχή του Ν. Αττικής (ΖΟΕ Αττικής). Εντός της ΖΟΕ Αττικής καθορίστηκαν, με το πδ/γμα της 20ής Αυγούστου 1985[9], περιοχές δεύτερης κατοικίας στους δήμους και στις κοινότητες Σκάλας Ωρωπού, Νέων Παλατίων, Συκαμίνου, Καλάμου, Μαραθώνα, Νέας Μάκρης, Ραφήνας, Μαρκοπούλου Μεσογαίας (Πόρτο Ράφτη), Κερατέας, Παλαιάς Φώκαιας, Αναβύσσου, Καλυβίων Θωρικού, Κορωπίου, Μεγάρων, Μάνδρας, Βιλλίων, Νέας Περάμου, Βάρης, Μαρκοπούλου Ωρωπού, Αιαντείου, Αμπελακίων, Σεληνίων, Σαλαμίνας και Αρτέμιδος (Λούτσα).

Ακολούθως, με το προεδρικό διάταγμα της 20.2.2003[10] καθορίστηκαν χρήσεις γης και όροι και περιορισμοί δόμησης στην εκτός σχεδίου και εκτός ορίων οικισμών προ του έτους 1923 ευρύτερη περιοχή των Μεσογείων (ΖΟΕ Μεσογείων). Ζώνες προστασίας, χρήσεις γης και όροι και περιορισμοί δόμησης καθορίστηκαν και στην παραλιακή ζώνη της Αττικής, από τον Φαληρικό Όρμο μέχρι την Αγία Μαρίνα Κρωπίας, με το προεδρικό διάταγμα της 1.3.2004[11].

Το 2006 εγκρίθηκε ο Κατάλογος Τόπων Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ) για τη μεσογειακή βιογεωγραφική περιοχή, σε συμφωνία με την Απόφαση 2006/613/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 259), μεταξύ των οποίων και οι περιοχές Εθνικού Πάρκου Σχινιά – Μαραθώνα (GR3000003), Βραυρώνας (GR3000004) και Υμηττού, Αισθητικού Δάσους Καισαριανής – Λίμνης Βουλιαγμένης (GR3000006).

Με τον ν. 3937/28.3.2011 (ΦΕΚ Α’ 60/31.3.2011) οι Τόποι Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ) του Παραρτήματος 1 της απόφασης 2006/613/ΕΚ της Επιτροπής (ΕΕ L 259), χαρακτηρίζονται ως Ειδικές Ζώνες Διατήρησης (ΕΖΔ) και οι Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) της κυα Η.Π. 37338/1807/Ε. 103/1.9.2010[12] καθίστανται μέρος του δικτύου προστατευόμενων περιοχών Natura 2000, οι δε περιοχές ΕΖΔ και ΖΕΠ εντάσσονται στο Εθνικό Σύστημα Προστατευόμενων Περιοχών ως «Περιοχές προστασίας οικοτόπων και ειδών» (η ρύθμιση αφορούσε, μεταξύ άλλων, το όρος Υμηττός – GR3000015 και τον Υγρότοπο Σχινιά – GR3000016)[13].

Με τις διατάξεις του ν. 4227/2014[14] έγινε κατηγοριοποίηση, μεταξύ άλλων, των υγροτόπων της Αττικής σε σχέση με τις προστατευόμενες περιοχές Natura, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνονται ο υγρότοπος Β’ προτεραιότητας Σχινιά (GR3000003, GR3000016), οι υγρότοποι Α’ προτεραιότητας ρέματος Πύργου Βραυρώνας, ρέματος Ερασίνου και το Έλος Βραυρώνας Μαρκοπούλου (GR3000004) και ο υγρότοπος Β’ προτεραιότητας λίμνης Βουλιαγμένης (GR3000006)[15].

Με την κυα 50743/11.12.2017[16] αναθεωρήθηκε και εμπλουτίστηκε ο εθνικός κατάλογος περιοχών του Ευρωπαϊκού Οικολογικού Δικτύου Natura 2000, μεταξύ των οποίων το Εθνικό Πάρκο Σχινιά Μαραθώνα (GR3000003), η περιοχή Βραυρώνας (GR3000004), ο Υμηττός, το αισθητικό δάσος Καισαριανής και η λίμνη Βουλιαγμένης (GR3000006), το όρος Υμηττός (GR3000015), ο υγρότοπος Σχινιά (GR3000016) και ο νότιος Ευβοϊκός κόλπος (GR2420016). Στις περιοχές Βραυρώνας (GR3000004), λίμνης Βουλιαγμένης (GR3000006) και υγροτόπου Σχινιά (GR3000016) είναι εφαρμοστέα και η κυα ΔΔΠ 0007378/0454 ΒΕΞ 2017/11.5.2017[17], με την οποία καθορίστηκαν οι όροι, τα τεχνικά θέματα και η διαδικασία για την παραχώρηση απλής χρήσης αιγιαλού, παραλίας, όχθης και παρόχθιας ζώνης μεγάλων λιμνών και πλεύσιμων ποταμών.

Αισθητικό δάσος Καισαριανής

2.2 Καισαριανή

Με το πδ/γμα 91/1974[18] κηρύχθηκε «αισθητικό δάσος» ορισμένη έκταση της Καισαριανής. Αξιοσημείωτο είναι, ωστόσο, ότι το άρθρο 46 του ν. 4685/2020[19] εξαίρεσε, συλλήβδην και χωρίς καμία σχετική αιτιολογία, από την περιβαλλοντική μας νομοθεσία και τα δεκαεννέα (19) αισθητικά δάση[20] της χώρας μας που προστατεύονταν αυστηρά από το άρθρο 19 παρ. 5 περ. γ’ του ν. 1650/1986[21] περί προστασίας του περιβάλλοντος, ως ίσχυε, σύμφωνα με το καθεστώς των προστατευόμενων περιοχών της χώρας, το οποίο είχε καθοριστεί δυνάμει του άρθρου 5 ν. 3937/2011[22] και του άρθρου 20 παρ. 3 του ν. 4492/2017[23].

Έτσι σήμερα, τα αισθητικά δάση προβλέπονται και προστατεύονται αποκλειστικά από τις διατάξεις της δασικής (και όχι της περιβαλλοντικής) νομοθεσίας και συγκεκριμένα, από τις διατάξεις των άρθρων 78, 79 και 80 του Δασικού Κώδικα (νδ/τος 86/1969)[24] ως «δάση αναψυχής, υγείας και περιπάτου» ή ως «τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους», καθώς και από τα άρθρα 4 και 7 του ν. 998/1979[25], κατά τα οποία «ανάλογα με την ωφελιμότητα και τις λειτουργίες που εξυπηρετούν, τα δάση διακρίνονται σε δάση και δασικές εκτάσεις που παρουσιάζουν ιδιαίτερο επιστημονικό, αισθητικό, οικολογικό και γεωμορφολογικό ενδιαφέρον ή περιλαμβάνονται σε ειδικές ζώνες διατήρησης και ζώνες ειδικής προστασίας όπως, μεταξύ άλλων, τα αισθητικά δάση».

Για τη διαχείριση και προστασία των αισθητικών δασών και τη σύνταξη των κανονισμών λειτουργίας και των διαχειριστικών μελετών τους, λαμβάνονται υπόψη και οι διατάξεις της υπ’ αριθ. 176958/5671/27.2.1985 εγκυκλίου διαταγής του Υπουργού Γεωργίας «Περί κανονισμών λειτουργίας δασών αναψυχής, αισθητικών δασών και διατηρητέων μνημείων της φύσεως» και της απόφασης του Υφυπουργού Γεωργίας 66102/970/23.2.1995[26] περί ρυθμίσεως θεμάτων για τη δημιουργία χώρων διημέρευσης και υπαίθριας αναψυχής σε δάση και δασικές εκτάσεις της χώρας[27].

2.3 Λίμνη Βουλιαγμένης

Με την υπουργική απόφαση Γ/403/23043/31.3.1981[28] χαρακτηρίστηκε ως «τόπος ιδιαίτερου φυσικού κάλλους» η περιοχή της λίμνης Βουλιαγμένης Ν. Αττικής για την οποία, το έτος 1988, εκπονήθηκε από τον Οργανισμό Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας (ΟΡΣΑ) Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη (ΕΠΜ) που εγκρίθηκε με την απόφαση 697/22.7.1999 της Γενικής Διεύθυνσης Περιβάλλοντος του ΥΠΕΝ. Στο πλαίσιο της έγκρισης του γενικού πολεοδομικού σχεδίου Δήμου Βουλιαγμένης, χαρακτηρίστηκαν, με την υα 48660/2862/10.5.1989[29] η μεν λίμνη Βουλιαγμένης ως «χώρος ιδιαίτερου ιστορικού ενδιαφέροντος», η δε περιοχή γύρω από αυτήν ως «ζώνη ιδιαίτερου φυσικού κάλλους». Η λίμνη Βουλιαγμένης χαρακτηρίστηκε και ως «διατηρητέο μνημείο της φύσης» με το πδ/γμα της 15.1.2003 με το οποίο καθορίσθηκαν και ζώνες προστασίας αυτής και της ευρύτερης περιοχής[30].

2.4 Εθνικό Πάρκο Σχινιά – Μαραθώνα

Με το πδ/γμα της 22.6.2000[31] χαρακτηρίσθηκαν ως «Εθνικό Πάρκο» οι χερσαίες και θαλάσσιες περιοχές και ο υγροβιότοπος Σχινιά Μαραθώνα και με την κυα ΥΠΕΝ/ΕΥΠΕ/οικ. 110107/21.9.2000 εγκρίθηκαν οι περιβαλλοντικοί όροι του έργου «Ολυμπιακό Κέντρο Κωπηλασίας» στην περιοχή του Σχινιά[32]. Με την κυα 32473/7718/17.12.2001 εγκρίθηκε Κανονισμός Διοίκησης και Λειτουργίας και Σχέδιο Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Σχινιά – Μαραθώνα [33] και με το προεδρικό διάταγμα της 4.9.2002 ιδρύθηκε ο Φορέας Διαχείρισης του Εθνικού Πάρκου Σχινιά – Μαραθώνα[34].

2.5 Περιοχή Βραυρώνας

Με το προεδρικό διάταγμα της 30.11.1979[35] και την υπουργική απόφαση Φ02/9560/412/5.7.1980[36] καθορίστηκαν οι όροι και περιορισμοί δόμησης στην ευρύτερη περιοχή του αρχαιολογικού χώρου και της θαλάσσιας και παράκτιας ζώνης της Βραυρώνας και του Μαρκόπουλου Μεσογαίας. Για την ίδια περιοχή θεσμοθετήθηκε αργότερα, με την υα ΥΠΠΟ/ΑΡΧ/Α1/Φ 02/11270/618/7.3.1995[37], αδόμητη Ζώνη Α’ απολύτου προστασίας του αρχαιολογικού χώρου Πύργου Βραυρώνας και των πηγών του αρχαίου ποταμού Ερασίνου.

2.6 Ρέματα περιοχής Υμηττού

Με την υπουργική απόφαση 9173/1642/3.3.1993[38] χαρακτηρίστηκαν ως «ιδιαίτερου περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος» το ρέμα Τζώτη στο βορειοανατολικό όριο και τα ρέματα Βάρης και Κίτσι στο νότιο όριο του Υμηττού. Με τον ν. 4258/2014[39] καθορίστηκε η διαδικασία οριοθέτησης για τα υδατορέματα όλης της χώρας και με το άρθρο 54 του ν. 4559/2018[40] (περί προστασίας υγροτόπων της Αττικής) υπήχθησαν σε ιδιαίτερο προστατευτικό καθεστώς οι υγρότοποι που σχετίζονται με την περιοχή του ρέματος Πύργου Βραυρώνας, με το ρέμα  Ερασίνου και με το παράκτιο έλος Βραυρώνας (GR3000004), ως υγρότοποι Α’ προτεραιότητας της υποπερ. αα’ της περ. γ’ της παρ. 2 του άρθρου 20 του ν. 4277/2014[41], και μέχρι την οριοθέτησή τους κατά τις διατάξεις του ν. 3937/2011[42], απαγορεύτηκε η δόμηση, η επιχωμάτωση, η άσκηση οχλουσών δραστηριοτήτων και κάθε δραστηριότητα που υποβαθμίζει την οικολογική κατάστασή τους, καθώς και η έκδοση αδειών δόμησης στην περιοχή τους.

2.7 Νότιος Ευβοϊκός κόλπος

Με το προεδρικό διάταγμα της 12ης Ιουνίου 2012[43] εγκρίθηκε ο Κατάλογος μικρών νησιωτικών υγροτόπων και καθορίστηκαν όροι και περιορισμοί για την προστασία και ανάδειξη των μικρών παράκτιων υγροτόπων, μεταξύ των οποίων οι παράκτιοι υγρότοποι της εκβολής του ποταμού Λουλημάδη (Μεγάλο Ποτάμι), του έλους Αγίου Δημητρίου, του έλους παραλίας Φηγιά και της εκβολής του ρέματος Μπούσουλα που εντοπίζονται στην προστατευόμενη περιοχή του νότιου Ευβοϊκού κόλπου (GR2420016). Ο νότιος Ευβοϊκός κόλπος και η παράκτια ζώνη του προστατεύονται και από τη Διεθνή Σύμβαση της Βαρκελώνης της 16ης Φεβρουαρίου 1967 «Για την προστασία του θαλασσίου περιβάλλοντος και των παρακτίων περιοχών της Μεσογείου» η οποία κυρώθηκε από την Ελλάδα με τον ν. 855/1978[44], τα δε Πρωτόκολλα και οι τροποποιήσεις της κυρώθηκαν με τους ν. 1634/1986[45] και 3022/2002[46].

Οδυσσέας Φωκάς, Υμηττός, ελαιογραφία, 1900
Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου

2.8 Φορείς διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών Υμηττού

Με το προεδρικό διάταγμα της 3ης Ιουλίου 2000[47] χαρακτηρίστηκαν χερσαίες και θαλάσσιες περιοχές του Σχινιά – Μαραθώνα Αττικής ως Εθνικό Πάρκο και, κατά τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 15 του ν. 2742/1999[48], με το προεδρικό διάταγμα της 13ης Σεπτεμβρίου 2002[49] ιδρύθηκε ο «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Σχινιά – Μαραθώνα». Εν συνεχεία, ο «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Σχινιά – Μαραθώνα» συγχωνεύτηκε με τον «Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Πάρνηθας» μετονομαζόμενος σε «Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας και Οικοσυστημάτων Αττικής» με την περ. ζ’ της παρ. 1 του άρθρου 8 του ν. 4109/2013[50], και η λειτουργία του παρατάθηκε με τα άρθρα 8 παρ. 20 του ν. 4109/2013, 36 του ν. 4342/2015 και 16 του ν. 4447/2016.

Με τις διατάξεις του άρθρου 1 του ν. 4519/2018[51] καθορίστηκε η νομική μορφή των ΦΔΠΠ ως νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ) κοινωφελούς, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, εποπτευόμενων από τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, με σκοπό τη διοίκηση και διαχείριση των περιοχών, στοιχείων και συνόλων της φύσης και του τοπίου των άρθρων 18, 19 και 21 του ν. 1650/1986 που περιλαμβάνονται στις περιοχές ευθύνης τους. Εν συνεχεία δε, ο «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας και Οικοσυστημάτων Αττικής» μετονομάστηκε, διαδοχικά, σε «Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Σχινιά – Μαραθώνα, Υμηττού και Νοτιοανατολικής Αττικής» με το άρθρο 2 παρ. 3 περ. κστ’ του ν. 4519/2018[52] και σε «Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Σχινιά –  Μαραθώνα» με την παρ. 2 του άρθρου 47 του ν. 4521/2018 (ΦΕΚ Α’ 38/2.3.2018).

Στο μεταξύ, με την παρ. 4 του άρθρου 2 του ν. 4519/2018 ιδρύθηκαν και νέοι ΦΔΠΠ μεταξύ των οποίων ο «Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Ευβοίας», που αργότερα καταργήθηκε και ενσωματώθηκε στον ΟΦΥΠΕΚΑ με την υπουργική απόφαση ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/55125/1942/31.5.2022 (ΦΕΚ B’ 2870/7.6.2022), ο δε «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Σχινιά –  Μαραθώνα» καταργήθηκε, συγχωνευόμενος στον ΟΦΥΠΕΚΑ, με την υπ. απόφαση ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/116732/4315/7.12.2021[53].

Πράγματι, με το άρθρο 27 του ν. 4685/2020[54], ιδρύθηκε ο Οργανισμός Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ) με κύριο έργο του τον συντονισμό της εφαρμογής της πολιτικής για τις προστατευόμενες περιοχές με την υποστήριξη του «Εθνικού Συστήματος Προστατευόμενων Περιοχών» και με το άρθρο 34 του ως άνω νόμου καθορίστηκε ότι από την έναρξη της κατά νόμον λειτουργίας του ΟΦΥΠΕΚΑ, κάθε ΦΔΠΠ του ν. 4519/2018 καταργείται και ο ΟΦΥΠΕΚΑ καθίσταται καθολικός διάδοχός του. Στον ΟΦΥΠΕΚΑ υπάγονται και λειτουργούν σήμερα, σε επίπεδο Τμήματος, είκοσι τέσσερις (24) Μονάδες Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (ΜΔΠΠ) που, μαζί με τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, τις Περιφέρειες και τους Δήμους, συγκροτούν σε περιφερειακό επίπεδο το «Σύστημα Διακυβέρνησης Προστατευόμενων Περιοχών», μεταξύ των οποίων και η «Μονάδα Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Σκύρου και Ευβοίας» και η «Μονάδα Διαχείρισης Εθνικών Πάρκων Πάρνηθας, Σχοινιά και Προστατευόμενων Περιοχών Σαρωνικού Κόλπου».

Επισημαίνεται ότι η νομοθετική πορεία και αποτύπωση της εξέλιξης των φορέων διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών της πατρίδας μας αποδείχτηκε ιδιαίτερα προβληματική, γεγονός που αναπόφευκτα επηρεάζει και την εφαρμογή της εν λόγω νομοθεσίας στην πράξη, λόγω της έντονης ανασφάλειας δικαίου που δεν συνάδει με σύγχρονο κράτος δικαίου και την οποία προκάλεσε ο εκάστοτε χειρισμός του θεσμικού και νομικού καθεστώτος που διέπει τους φορείς διαχείρισης, με τις αλλεπάλληλες μετονομασίες τους και μεταβολές των ορίων δικαιοδοσίας τους, ενώ πολλοί φορείς, που είχαν καταργηθεί με τον ν. 4109/2013, εν συνεχεία καταργήθηκαν εκ νέου και με υπουργικές αποφάσεις (πχ. Φορέας Διαχείρισης Δέλτα Έβρου, Φορέας Διαχείρισης Δάσους Δαδιάς, Φορέας Διαχείρισης Λίμνης Κερκίνης κ.ά.) ή και με την παρ. 9 του άρθρου 8 του ίδιου ως άνω νόμου (όπως ο Φορέας Διαχείρισης Λίμνης Παμβώτιδας Ιωαννίνων και ο Φορέας Διαχείρισης Κάρλας – Μαυροβουνίου – Κεφαλόβρυσου Βελεστίνου). Και γενικά, δεν τηρήθηκε ενιαίος και εύληπτος τρόπος καθορισμού, συγχωνεύσεων και κατάργησης των φορέων διαχείρισης, γεγονός που, σε πολλές περιπτώσεις, προκάλεσε ένα νομικό χάος, που ακόμα και σήμερα, είναι δύσκολο να γίνει κατανοητό όχι μόνον από τον απλό πολίτη αλλά ακόμα και από τους ειδικούς επιστήμονες που ασχολούνται με το αντικείμενο αυτό.

Χαρακτηριστική για αυτό είναι και η περίπτωση που μας απασχολεί, του «Φορέα Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Σχινιά – Μαραθώνα», όπου ακόμα και ο ίδιος ο νομοθέτης αδυνατεί να παρακολουθήσει τις αλλεπάλληλες μετονομασίες του, που είχαν μεσολαβήσει, με αποτέλεσμα να τον καταργεί (με την υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/116732/4315/7.12.2021) με την προτελευταία ονομασία του αντί της ισχύουσας κατά τον χρόνο καταργήσεώς του, δηλαδή καταργήθηκε ως «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Σχινιά – Μαραθώνα, Υμηττού και Νοτιοανατολικής Αττικής» και όχι ως «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Σχινιά – Μαραθώνα» σύμφωνα με την ονομασία με την οποία λειτουργούσε όταν καταργήθηκε!

Πρόκειται για μια πάγια προβληματική κατάσταση χρόνιας ρυθμιστικής αστάθειας, την οποία έχουμε και άλλοτε επισημάνει[55], που αφ’ ενός έχει ως βάση της μία, επί της ουσίας, άστοχη και προβληματική κατανομή των αρμοδιοτήτων της διαχείρισης και προστασίας των περιβαλλοντικά ευαίσθητων περιοχών της χώρας εδώ και δεκαετίες και αφ’ ετέρου έχει ως συνέπεια μια ατέρμονη παλινωδία των νομοθετικών και κανονιστικών διατάξεων και επιλογών που επιχειρούν εκάστοτε να καθορίσουν ένα αρκούντως ικανοποιητικό πλαίσιο οργάνωσης και λειτουργίας τόσο ενός κεντρικού φορέα προστασίας και διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών (ΕΚΠΑΑ, ΕΚΒΑΑ, ΟΦΥΠΕΚΑ) όσο και των περιφερειακών υποδιαιρέσεών του (ΦΔΠΠ, ΜΔΠΠ) στη χώρα μας, για το οποίο ουδέποτε τηρήθηκαν έστω και οι στοιχειώδεις κανόνες καλής νομοθέτησης, ασφάλειας δικαίου και προστατευόμενης εμπιστοσύνης του διοικουμένου που επιτάσσουν οι συνταγματικά κατοχυρωμένες, θεμελιώδεις αρχές της νομιμότητας και του κράτους δικαίου.

2.9 Η υπόθεση του ΚΥΤ Αργυρούπολης

Το 2005, με την -εμβληματική για το δίκαιο προστασίας του περιβάλλοντος- απόφαση 1672/2005 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, ακυρώθηκε, μετά από αίτηση του Δήμου Αργυρούπολης, η έγκριση περιβαλλοντικών όρων[56] της επέκτασης του Κέντρου Υπερυψηλής Τάσης (ΚΥΤ) 400/150 Αργυρούπολης, για τον λόγο ότι ούτε στην εν λόγω απόφαση ούτε στην εγκριθείσα μελέτη υπήρχε επαρκής αιτιολογία για την αναγκαιότητα κατασκευής του έργου, το οποίο επέφερε επιδείνωση του καθεστώτος περιβαλλοντικής προστασίας του Υμηττού, εντός της Β’ Ζώνης προστασίας[57], ενώ δεν προέβλεπε καμία εναλλακτική λύση για την αποφυγή της υποβάθμισης του περιβάλλοντος με δραστηριότητες ασυμβίβαστες προς τον βασικό προορισμό της απόλαυσής του ως χώρου πρασίνου από το κοινό. Αργότερα, ωστόσο, η λειτουργία του ΚΥΤ κρίθηκε αναγκαία για την ομαλή ηλεκτροδότηση της Αττικής, υπό τον απαραίτητο όμως όρο του εκσυγχρονισμού των εγκαταστάσεών του κυρίως με τη δημιουργία μονάδας «κλειστού τύπου»[58].

Αφίσα της Επιτροπής Αγώνα για την απομάκρυνση του ΚΥΤ και της Διαδημοτικής Επιτροπής για την Προστασία του Υμηττού

3. Καθεστώς διαχείρισης και προστασίας του Υμηττού

Παρά την υπαγωγή του Υμηττού σε πολλαπλά καθεστώτα προστασίας, δεν απεφεύχθη η υποβάθμισή του από τις εντατικές οικιστικές πιέσεις και τις ασύμβατες χρήσεις που συντελούνται στον χώρο του, κυρίως λόγω της γειτνίασής του με τον οικιστικό ιστό της Αθήνας και πολλών δήμων της Αττικής[59], αλλά και λόγω της αδυναμίας θεσμοθέτησης ενός σύγχρονου και ολοκληρωμένου καθεστώτος για την προστασία του μετά από αλλεπάλληλες άστοχες νομοθετικές πρωτοβουλίες της διοίκησης οι οποίες απερρίφθησαν στο σύνολό τους από την ελληνική δικαιοσύνη, είτε κατόπιν προσβολής τους επί ακυρώσει είτε κατά τη διαδικασία της επεξεργασίας σειράς άκαρπων σχεδίων προεδρικών διαταγμάτων για τον Υμηττό[60].

3.1 Το προεδρικό διάταγμα του 1978

Ολοκληρωμένο καθεστώς προστασίας για τον Υμηττό θεσπίσθηκε, για πρώτη φορά, με το προεδρικό διάταγμα 31ης Αυγούστου – 20ής Οκτωβρίου 1978[61], που τροποποιήθηκε με το προεδρικό διάταγμα της 17-27ης Μαρτίου 1981[62], το οποίο προβλέπει δύο (2) ζώνες προστασίας και χρήσεις γης και του οποίου οι ρυθμίσεις κρίθηκε με την απόφαση 1672/2005 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας ότι ήταν σύμφωνες με το άρθρο 24 του Συντάγματος «περί προστασίας των ορέων ως ευπαθών οικοσυστημάτων» και με τις τότε ισχύουσες διατάξεις του Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας[63].

Η Α’ Ζώνη προστασίας του πδ/τος του 1978 αφορά την ορεινή περιοχή του Υμηττού που χαρακτηρίζεται ως «περιοχή αναψυχής, περιπάτου και υγείας», εντός της οποίας επιτρέπεται η κατασκευή μόνο χαμηλών κτηρίων αναψυχής και πολιτιστικών εκδηλώσεων (εμβαδού μέχρι 150 τ.μ., ύψους μέχρι 3,50 μ. και με στέγη ύψους το πολύ 2 μ.) και του απολύτως απαραίτητου οδικού δικτύου, ενώ απαγορεύεται η λειτουργία μεταλλείων και λατομείων, πλην των ήδη υφισταμένων κατά το έτος 1978 και μέχρι τη λήξη της αδείας τους, καθώς και  κάθε άλλη επέμβαση η οποία θα κατέστρεφε το γεωφυσικό ανάγλυφο.

Η Β’ Ζώνη προστασίας προσδιορίζεται από τα όρια των εγκεκριμένων σχεδίων των όμορων δήμων Αγίας Παρασκευής, Χολαργού, Αθηναίων, Ζωγράφου, Καισαριανής, Βύρωνος, Υμηττού, Ηλιουπόλεως και Γλυφάδας και των Κοινοτήτων Παπάγου, Αργυρούπολης και Βούλας και χαρακτηρίζεται ως περιοχή κοινωφελών εγκαταστάσεων στην οποία επιτρέπονται αμιγώς ευαγείς χρήσεις όπως εκπαιδευτήρια, θεραπευτήρια, χώροι αθλητισμού και πολιτισμού, ορφανοτροφεία και άσυλα. Εντός της Ζώνης Β’ προβλέπεται, επίσης, η δημιουργία πάρκων, αλσών και εν γένει χώρων πρασίνου καθώς και η ανόρυξη φρεάτων, αντλητικών εγκαταστάσεων και υδαταποθηκών. Η παρεχόμενη ωστόσο δυνατότητα εγκατάστασης κοινωφελών δραστηριοτήτων στη Β’ Ζώνη οδήγησε στην ανέγερση μεγάλων σχολικών συγκροτημάτων και συναφών εγκαταστάσεων που χωροθετήθηκαν, έτσι, εντός περιοχής προστασίας.

Με την κυα 6962/1258/21.3.1988[64] έγινε επαναπροσδιορισμός των ορίων των ζωνών Α’ και Β’ προστασίας του Υμηττού, που καθορίστηκαν με το πδ/γμα της 31ης Αυγούστου 1978, στο πλαίσιο της έγκρισης του γενικού πολεοδομικού σχεδίου Δήμου Αργυρούπολης.

3.2 Πρακτικό επεξεργασίας ΣτΕ ΠΕ 67/1998

Ο Οργανισμός Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας (ΟΡΣΑ), με σχέδιο νέου διατάγματος, επεχείρησε να τροποποιήσει το καθεστώς προστασίας που καθορίσθηκε με το αρχικό διάταγμα του 1978, εξαιρώντας από τα όρια των προβλεπομένων ζωνών προστασίας περιοχές όπου είχαν αναπτυχθεί αυθαίρετοι οικισμοί, όπως το Χέρωμα, η Ανάληψη, η Σκάρπιζα και ανοίγοντας, έτσι, τον δρόμο για πιθανή ένταξή τους σε σχέδιο πόλεως.

Η εξαίρεση αυτή κρίθηκε μη νόμιμη από το Συμβούλιο της Επικρατείας με το πρακτικό επεξεργασίας 67/1998 που έκρινε ομοίως μη νόμιμες και τις ρυθμίσεις με τις οποίες επιτρεπόταν εγκατάσταση νεκροταφείων στην Α’ Ζώνη προστασίας των δήμων Γλυφάδας, Κρωπίας, Χολαργού και Παπάγου και νεκροταφείων και σταθμών μεταφόρτωσης απορριμμάτων εντός της Β’ Ζώνης προστασίας, με το σκεπτικό ότι οι χρήσεις αυτές συνεπάγονταν σοβαρή διατάραξη του ορεινού οικοσυστήματος και ήταν ασύμβατες με την εν γένει προστασία του.

3.3 Το προεδρικό διάταγμα του 2011

Νέα διαδικασία τροποποίησης του διατάγματος του 1978 ξεκίνησε από τον Οργανισμό Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας (ΟΡΣΑ), επί τη βάσει της εξουσιοδότησης του άρθρου 4 παρ. 3 του τότε ισχύοντος Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας (ν. 1515/1985[65]), όπως κωδικοποιήθηκε στο άρθρο 11 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας (ΚΒΠΝ)[66], που οδήγησε στο προεδρικό διάταγμα της 14ης Ιουνίου 2011[67] για τον καθορισμό μέτρων προστασίας του Υμηττού και των Μητροπολιτικών Πάρκων Γουδή – Ιλισίων[68].

Με το νέο σχέδιο προεδρικού διατάγματος επιδιώχθηκε η επέκταση της Ζώνης Α’ προστασίας όχι μόνο σε ολόκληρο τον ορεινό όγκο του Υμηττού, αλλά και σε περιφερειακές, πεδινές ή ημιορεινές, ζώνες και προτάθηκε η απαγόρευση ορισμένων χρήσεων, αυστηρότεροι όροι δόμησης για τις ήδη επιτρεπόμενες χρήσεις, στις δε περιοχές των δύο Μητροπολιτικών Πάρκων παρέμεναν οι νομίμως υφιστάμενες χρήσεις, με πρόβλεψη σταδιακής απομάκρυνσης όσων δεν ήταν συμβατές με τη φυσιογνωμία και τον σκοπό τους ως υπερτοπικών πόλων αναψυχής.

Ωστόσο, με σειρά αποφάσεων του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ Ολ 2355-61/2017, ΣτΕ 2244/2018 Τμ. Ε’), μετά και την απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ) της 10ης Σεπτεμβρίου 2015 (ΔΕE υπόθεση C-473/2014, Δήμος Κρωπίας κατά ΥΠΕΚΑ)[69], επί παραπομπής στο ΔΕΕ τεσσάρων σχετικών προδικαστικών ερωτημάτων (ΣτΕ Ολ 2996/2014), το προεδρικό διάταγμα του 2011 ακυρώθηκε, για τον λόγο ότι η έκδοσή του συντελέσθηκε χωρίς την τήρηση διαδικασίας προηγούμενης στρατηγικής περιβαλλοντικής εκτίμησης κατά παράβαση της Οδηγίας 2001/42/ΕΚ και της κυα 107017/2006 για την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων.

Σοβαρά ζητήματα εγείρονται όσον αφορά το ζήτημα της καθολικής ακύρωσης του πδ/τος του 2011 για τον καθορισμό μέτρων προστασίας του Υμηττού και των Μητροπολιτικών Πάρκων Γουδή – Ιλισίων, λαμβανομένου υπόψη ότι η διοίκηση θεωρεί εσφαλμένα ότι το πδ/γμα του 2011για τον Υμηττό έχει ακυρωθεί μόνον εν μέρει, όσον αφορά δηλαδή μόνο τους δήμους που υπήρξαν αιτούντες στις σχετικές ακυρωτικές δίκες ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας, και όχι στο σύνολό του όπως είναι το ορθό, σύμφωνα με όσα γίνονται δεκτά από τη θεωρία του δικαίου αλλά και από τη νομολογία των δικαστηρίων μας.

Συγκεκριμένα, όσον αφορά τις συνέπειες της ακύρωσης, το άρθρο 50 παρ. 1 του πδ/τος 18/1989[70] ορίζει ότι η απόφαση, που δέχεται την αίτηση ακυρώσεως, απαγγέλλει την ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης και συνεπάγεται νόμιμη κατάργησή της έναντι όλων, είτε πρόκειται για κανονιστική (όπως εν προκειμένω το προεδρικό διάταγμα) είτε για ατομική διοικητική πράξη.

Οι λόγοι ακυρώσεως των διοικητικών πράξεων είναι συγκεκριμένοι, περιοριστικά αναφερόμενοι στο άρθρο 95 παρ. 1 περ. α’ του Συντάγματος[71] και στο άρθρο 48 του πδ/τος 18/1989[72], μεταξύ δε αυτών συγκαταλέγεται και η «παράβαση ουσιώδους τύπου που έχει ταχθεί για την ενέργεια της πράξης», όπου ως «τύπος της διοικητικής πράξης» νοείται η μορφή υπό την οποία διατυπώνεται η δήλωση της βούλησης του διοικητικού οργάνου που την εξέδωσε[73]. Η παράβαση ουσιώδους τύπου ως λόγου ακυρώσεως συνίσταται στη μη τήρηση από το διοικητικό όργανο, που εξέδωσε την ελεγχόμενη πράξη, των διαδικαστικών κανόνων που προβλέπονταν από τον νόμο για την έκδοσή της.

Ο λόγος αυτός ακυρώσεως των διοικητικών πράξεων απορρέει από τον βασικό κανόνα της έννομης τάξης που υπαγορεύει ότι οι κανόνες δικαίου παράγονται κατά τον τρόπο που ορίζει αυτό το ίδιο το δίκαιο, η δε ακύρωση της διοικητικής πράξεως είναι συνέπεια της εφαρμογής του θεμελιώδους αυτού κανόνα καθώς και της έκδοσης της ακυρωθείσας διοικητικής πράξης κατά παράβασή του[74].

Κριτήριο για το ουσιώδες ή μη του διαδικαστικού κανόνα που παραβιάζεται θεωρείται η επίδραση που ασκεί ο κανόνας αυτός στην προστασία των δικαιωμάτων του διοικουμένου, στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος, στον δικαστικό έλεγχο και στο περιεχόμενο της διοικητικής πράξης που τελικά εκδόθηκε. Η δε τήρηση του ουσιώδους τύπου, που παραλήφθηκε, μετά την έκδοση της πράξης, δεν καλύπτει την παρανομία της[75].

Ο διαδικαστικός κανόνας που παραβιάστηκε, όπως εν προκειμένω η μη τήρηση της διαδικασίας προηγουμένης στρατηγικής περιβαλλοντικής εκτίμησης, θεωρείται ουσιώδης όταν, μεταξύ άλλων, υπό το κρίσιμο νομικό και πραγματικό καθεστώς η προσβαλλόμενη πράξη θα μπορούσε να έχει διαφορετικό περιεχόμενο, αν ο διαδικαστικός τύπος, που παραλείφθηκε ή παραβιάστηκε, είχε τηρηθεί (ΣτΕ 4078/2014) ή σε περίπτωση που ο διαδικαστικός τύπος, που παραλείφθηκε ή παραβιάστηκε, λαμβάνεται υπόψη για τον δικαστικό έλεγχο της πράξης ή επηρεάζει την καλή λειτουργία της διοίκησης για την εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος[76] ή αν παραλείφθηκε προπαρασκευαστική πράξη που προβλεπόταν από την κείμενη νομοθεσία για τη νόμιμη έκδοση της τελικής πράξης[77], όπως εν προκειμένω.

Έχει επίσης κριθεί ότι ακόμα και η μερική ακυρότητα διατάγματος επάγεται την ακύρωσή του στο σύνολό του, όταν δεν είναι βέβαιο, αν η διοίκηση θα προέβαινε στη ρύθμιση που επιδιώκεται με το διάταγμα χωρίς το άκυρο μέρος του (ΣτΕ 277/1966)[78].

Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδή

Εν προκειμένω, η ακύρωση με τις αποφάσεις ΣτΕ Ολ 2355-61/2017 και ΣτΕ 2244/2018 του πδ/τος του Ιουνίου 2011 για την προστασία του Υμηττού, λόγω μη τήρησης της διαδικασίας προηγούμενης στρατηγικής περιβαλλοντικής εκτίμησης, συνιστά περίπτωση παράβασης ουσιώδους τύπου της διαδικασίας που έχει ταχθεί για την ενέργεια της πράξης και, μάλιστα, επηρεάζει τη νομιμότητα του προσβαλλομένου διατάγματος στο σύνολό του και όχι τμηματικά. Πρόκειται, επομένως, για πλημμέλεια της διαδικασίας η οποία προηγείται της έκδοσης της προσβαλλόμενης πράξης, ήτοι για παράβαση έκδοσης προπαρασκευαστικής πράξης (στρατηγική περιβαλλοντική μελέτη) του τελικώς εκδοθέντος προεδρικού διατάγματος που επηρεάζει, από πλευράς νομιμότητας, το σύνολο του προσβαλλομένου διατάγματος καθώς και τον δικαστικό έλεγχό του, δεκτού γενομένου ότι η τυχόν προηγούμενη τήρηση του διαδικαστικού τύπου της στρατηγικής περιβαλλοντικής εκτίμησης που παραλείφθηκε εν προκειμένω, θα είχε προσδώσει στο σύνολο του προσβληθέντος προεδρικού διατάγματος την απαραίτητη νομιμότητα και θα είχε, μετ’ απολύτου βεβαιότητας, αποτρέψει την ακύρωσή του.

Γίνεται δε δεκτό ότι λόγοι ακυρώσεως που αφορούν την παράβαση ουσιώδους τύπου της διαδικασίας για την έκδοση κανονιστικής διοικητικής πράξεως (όπως εν προκειμένω το πδ/γμα της 14ης Ιουνίου 2011 για τον καθορισμό μέτρων προστασίας του Υμηττού) επισύρουν υποχρεωτικά ολική ακυρότητα της προσβαλλόμενης πράξεως και όχι μερική ή αποσπασματική ακυρότητα αυτής[79]. Η δε απόφαση που δέχεται την αίτηση ακυρώσεως και απαγγέλλει την ακύρωση της προσβαλλόμενης κανονιστικής πράξης λόγω μη τήρησης ουσιώδους τύπου της διαδικασίας για την έκδοσή της: α) συνεπάγεται τη νόμιμη κατάργηση της πράξεως που ακυρώθηκε αναδρομικώς και έναντι όλων, β) έχει διαπλαστικό αποτέλεσμα[80] συνιστάμενο στην ακύρωση της διοικητικής πράξης για τον λόγο ότι ανατράπηκε το τεκμήριο της νομιμότητάς της που αφορά την πράξη στο σύνολό της, και γ) είναι δεσμευτική για τη δημόσια διοίκηση η οποία οφείλει να συμμορφώνεται με το περιεχόμενό της κατά τα άρθρα 50 παρ. 4 του πδ/τος 18/1989 και 95 παρ. 5 του Συντάγματος[81].

Ειδικότερα υποστηρίζεται ότι η ισχύς έναντι πάντων, που έχει κατ’ ανάγκη κάθε διαπλαστική απόφαση, οφείλεται στη νομική σχέση την οποία δημιουργεί ή καταλύει, που δεν μπορεί να είναι υπαρκτή ή ανύπαρκτη για μερικούς μόνο[82]. Έτσι, ο ακυρωτικός δικαστής δεν επιλύει μόνο την επίδικη διαφορά, αλλ’ αν δεχτεί την αίτηση, ακυρώνει επίσης την προσβαλλόμενη πράξη[83]. Δηλαδή η ακύρωση της προσβαλλόμενης πράξης, κανονιστικής ή ατομικής, έχει απόλυτο χαρακτήρα και ισχύει έναντι πάντων, γιατί η κατάργηση της πράξεως είναι νοητή μόνον έναντι πάντων[84]. Πρόκειται για αναγκαία συνέπεια του διαπλαστικού χαρακτήρα της ακυρωτικής αποφάσεως και ιδίως του απόλυτου χαρακτήρα της ακυρώσεως (ακυρωτικό αποτέλεσμα)[85].

Επομένως, ενόψει όλων των ανωτέρω και εξ αιτίας της πλημμέλειάς του που συνίσταται στην παράλειψη τήρησης προηγούμενης διαδικασίας στρατηγικής περιβαλλοντικής εκτίμησης (ήτοι ουσιώδους τύπου της διαδικασίας για την έκδοσή του), το προεδρικό διάταγμα του 2011 για τον Υμηττό δεν μπορεί παρά να γίνει δεκτό ότι ακυρώθηκε στο σύνολό του[86] και όχι μερικώς κατά το μέτρο που αφορά τους αιτούντες δήμους, αφού η παράβαση του ουσιώδους τύπου της προηγούμενης στρατηγικής περιβαλλοντικής εκτίμησης συνιστά πλημμέλεια της όλης διαδικασίας έκδοσής του που μόνο συνολικά δύναται να το αφορά και όχι κατ’ ένα μόνο μέρος του, όπως εσφαλμένα θεωρεί σήμερα η διοίκηση.

Η δε μνεία στο διατακτικό των αποφάσεων ΣτΕ Ολ 2355-2361/2017 και ΣτΕ 2244/2018 ότι το δικαστήριο ακυρώνει το πδ/γμα της 14.6.2011 «κατά το μέρος που αφορά τον εκάστοτε αιτούντα δήμο» ή «την αιτούσα εταιρεία», εσφαλμένα ερμηνεύεται από τη διοίκηση ότι αναφέρεται σε μερική μόνον ακύρωση του προσβαλλομένου διατάγματος, κατά το μέρος και μόνο που αφορά τα ως άνω νομικά πρόσωπα, αφού τίθεται απλώς και μόνο για δικονομικούς λόγους που αφορούν τη νομική θέση των διαδίκων στη συγκεκριμένη δίκη, και σε καμία περίπτωση δεν δύναται να συναχθεί, εκ μόνου του όρου τούτου, η μερική μόνον ακύρωση του πδ/τος του 2011 με τις ως άνω αποφάσεις[87]. Θα μπορούσε δε να είχε και τελείως παραλειφθεί η προβληματική αυτή διατύπωση, αφού ούτε την καθολική ακύρωση του πδ/τος του 2011 δύναται να αποτρέψει, όπως προεκτέθηκε, αλλά και στη διοικητική πράξη δημιούργησε -και εξακολουθεί να δημιουργεί- πλείστες σοβαρές παρερμηνείες και στρεβλώσεις[88] όσον αφορά το υφιστάμενο καθεστώς προστασίας του Υμηττού, αλλά και στους διοικούμενους ανασφάλεια δικαίου που κλονίζει την προστατευόμενη εμπιστοσύνη τους[89].

Η ορθότητα της απόψεως αυτής συνάγεται ολοφάνερα και από το γεγονός ότι, ακόμα πιο πρόσφατα (2020), η διοίκηση επανήλθε και με νέο σχέδιο προεδρικού διατάγματος για τον Υμηττό που περιείχε όμως διατάξεις «εφ’ όλης της ύλης», δηλαδή ακόμα και για τα κεφάλαια του πδ/τος του 2011 που, με βάση την εσφαλμένα ακολουθούμενη άποψη, δεν είχαν ακυρωθεί και επομένως, θα έπρεπε να είχαν διατηρηθεί και μεταφερθεί αυτούσια στο νέο σχέδιο διατάγματος, πράγμα το οποίο όμως ουδόλως συνέβη, το δε νέο ως άνω σχέδιο προεδρικού διατάγματος κρίθηκε, όπως αναλύεται αμέσως πιο κάτω, επίσης μη νόμιμο και απερρίφθη.

Σύμφωνα δε και με όσα έχουν υποστηριχθεί, «οι διατάξεις του πδ/τος του 2011 αλλά και εν γένει των παρεμβάσεων που επιχειρούνται με τις εκάστοτε νέες ρυθμίσεις για τον Υμηττό, όποια μορφή και αν λαμβάνουν, εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2001/42/ΕΚ. … Η δε περιβαλλοντική διάσταση αποτελεί συχνά ενοχλητική παράμετρο στα αναπτυξιακά σχέδια». Όπως έχει επίσης σημειωθεί, «η προστασία του περιβάλλοντος δεν μπορεί να περιορίζεται ούτε να εξαντλείται στη σημειακή ή κατασταλτική προστασία από τα δικαστήρια, ούτε να αποτελεί πεδίο αντιπαλότητας μεταξύ Συμβουλίου της Επικρατείας και ΥΠΕΝ»[90]. Γίνεται ακόμα δεκτό ότι οι συνέπειες της δικαστικής αποφάσεως είναι ανάλογες του ότι με αυτήν το δικαστήριο δεν γνωμοδοτεί αλλ’ αποφασίζει[91]. Δεν δύναται, επομένως, με την απόφαση που εκδίδει το δικαστήριο να υποδεικνύει απλώς τρόπους επίλυσης της επίδικης διαφοράς, αλλά θα πρέπει να την επιλύει αυθεντικά και υποχρεωτικά[92]. Μόνον έτσι είναι δυνατή η εύλογη λειτουργικότητα της διοικήσεως στο πλαίσιο της αρχής της νομιμότητας και της ασφάλειας δικαίου, η διασφάλιση κοινωνικής ειρήνης και η παροχή αποτελεσματικής έννομης προστασίας στον πολίτη[93].

Επομένως, ενόψει όσων προεκτέθηκαν καθίσταται σαφές ότι το πδ/γμα της 14ης Ιουνίου 2011 θα πρέπει να θεωρείται ότι ακυρώθηκε στο σύνολό του, τα δε αποτελέσματα της εν λόγω ακυρώσεώς του ισχύουν έναντι παντός τρίτου και ανατρέχουν αναδρομικά στο προ της ακυρώσεως καθεστώς προστασίας του Υμηττού που θα πρέπει να θεωρηθεί ως ισχύον[94]. Η δε διοίκηση δύναται να επανέλθει στο μέλλον με νέο, νόμιμο και ολοκληρωμένο, σχέδιο προεδρικού διατάγματος για τον Υμηττό που, εφόσον εγκριθεί από το Συμβούλιο της Επικρατείας, θα ισχύσει σε αντικατάσταση του υφισταμένου σήμερα πλαισίου[95].

3.4 Πρακτικό επεξεργασίας ΣτΕ ΠΕ 146/2022

Ακόμα πιο πρόσφατα, το 2020, η διοίκηση επανήλθε και με νέο σχέδιο προεδρικού διατάγματος για τον Υμηττό το οποίο επίσης απερρίφθη από το Συμβούλιο της Επικρατείας με το πρακτικό επεξεργασίας ΣτΕ ΠΕ 146/2022, με το σκεπτικό ότι επέτρεπε την εισαγωγή μη νόμιμων χρήσεων (γεωργικών αποθηκών, αθλητικών χώρων, κέντρων περιβαλλοντικής εκπαίδευσης κ.ά.) εντός της Α’ Ζώνης προστασίας και επιχειρούσε να νομιμοποιήσει οικισμούς αυθαιρέτων[96] εντός προστατευόμενης περιοχής με προσθήκη νέας ζώνης, ενώ και οι περιοχές Natura του Υμηττού δεν απεικονίζονταν προσηκόντως στους χάρτες του σχεδίου κατά παράβαση του νέου Ρυθμιστικού Σχεδίου της Αθήνας και του άρθρου 24 του Συντάγματος, αφού επέφεραν επιδείνωση του καθεστώτος προστασίας του Υμηττού.

Αξιοσημείωτο είναι ότι το νέο σχέδιο προεδρικού διατάγματος, καθ’ ο μέρος περιελάμβανε ρυθμίσεις χωρικού σχεδιασμού των περιοχών Natura 2000, κρίθηκε ότι προτάθηκε νομίμως, όχι όμως ευθέως αλλά υπό την αίρεση(!) αφ’ ενός της μη αντίθεσης των ρυθμίσεών του στις προβλέψεις της -ακόμα τότε- υπό εκπόνηση Ειδικής Περιβαλλοντικής Μελέτης και αφ’ ετέρου της προσαρμογής του διατάγματος σε νεότερα δεδομένα που θα προέκυπταν από την έκδοση του προεδρικού διατάγματος προστασίας της περιοχής Natura 2000, γεγονός που καθιστούσε και το νέο σχέδιο διατάγματος για τον Υμηττό μη νόμιμο, αφού δεν προέβλεπε ρητά την προστασία του βουνού αλλά την εξαρτούσε από τον αβέβαιο και μελλοντικό όρο της έγκρισης των διαδικαστικών πράξεων που μεσολαβούσαν, και πρόσθεσε ακόμα περισσότερη ανασφάλεια δικαίου στο ήδη ασαφές και προβληματικό καθεστώς προστασίας.

3.5 Σημερινό καθεστώς

Έτσι, μετά από συνεχείς προσπάθειες της διοίκησης να τροποποιηθεί το αρχικό καθεστώς προστασίας του Υμηττού, μέσα όμως από προεδρικά διατάγματα ή σχέδιά τους που κρίθηκαν μη νόμιμα, η προστασία του Υμηττού σήμερα παραμένει ανολοκλήρωτη και με σημαντικά κενά όσον αφορά τη δυνατότητά της να ανταποκριθεί στις σύγχρονες προκλήσεις και ανάγκες.

Με δεδομένο ότι, για τους λόγους που αναλύθηκαν, το προεδρικό διάταγμα του 2011 μόνο στο σύνολό του μπορεί να γίνει δεκτό ότι ακυρώθηκε (και όχι εν μέρει για τους συγκεκριμένους μόνο δήμους που υπήρξαν αιτούντες στις σχετικές δίκες) το πλαίσιο προστασίας του Υμηττού σήμερα θα πρέπει να θεωρηθεί ότι εξακολουθεί να διέπεται από το προ του 2011 καθεστώς, που ναι μεν απεδείχθη νομικώς ανθεκτικότερο απ’ όλες τις μεταγενέστερες νομοθετικές απόπειρες, πλην όμως είναι αυτονόητο ότι δεν έχει ενστερνιστεί τις σύγχρονες ανάγκες και τις επαχθέστατες οικολογικές πιέσεις που υφίσταται ο Υμηττός καθ’ όλες τις δεκαετίες που μεσολάβησαν έως και σήμερα.

Και όλα αυτά παρά το ότι, με τις διατάξεις του άρθρου 24 του Συντάγματος, έχει αναχθεί σε συνταγματικά προστατευόμενη αξία όχι μόνο το φυσικό και πολιτιστικό, αλλά και το οικιστικό περιβάλλον από το οποίο εξαρτάται η ποιότητα ζωής και η υγεία των κατοίκων των πόλεων και των οικισμών. Οι συνταγματικές αυτές διατάξεις απευθύνουν, περαιτέρω, επιταγές στη νομοθετική και στην εκτελεστική εξουσία να ρυθμίζουν, με κριτήρια ορθολογικού σχεδιασμού, τη χωροταξική οργάνωση της χώρας και την πολεοδομική διαμόρφωση των οικιστικών περιοχών με μέτρα και ρυθμίσεις που προάγουν και διασφαλίζουν την ποιότητα ζωής και την υγεία των κατοίκων, αλλά και την προστασία του περιβάλλοντος, του τοπίου, των φυσικών πόρων και της βιοποικιλότητας[97].

Και δυστυχώς, η περίπτωση του Υμηττού, μέσα από την ιστορική πορεία και εξέλιξη των πραγμάτων δεν έχει, έως και σήμερα, επιδείξει τη δέουσα διοικητική δράση που θα μπορούσε να εγγυηθεί την υπεύθυνη και συνεπή τήρηση και εφαρμογή για την προστασία του των ως άνω θεμελιωδών αρχών του δικαίου προστασίας του περιβάλλοντος, με άμεσο αποτέλεσμα τη διαρκή υποβάθμιση του βουνού και ένα πάγιο έλλειμμα τυπικής και ουσιαστικής προστασίας του, που επικρατεί επί δεκαετίες, αφήνοντας τον Υμηττό έκθετο σε κάθε λογής περιβαλλοντικές απειλές και στα οργανωμένα συμφέροντα. Οι δε ελλείψεις, οι πλημμέλειες και οι αδυναμίες των εκάστοτε ακολουθούμενων επιλογών και πολιτικών για τον Υμηττό δείχνουν να συνεχίζονται απαράλλαχτες, έως και σήμερα, οφειλόμενες είτε σε αναιτιολόγητη αμέλεια είτε σε σκόπιμες παραλείψεις των αρμοδίων υπηρεσιών που δεν συνάδουν ούτε με την αρχή του κράτους δικαίου ούτε με τις επιταγές που απορρέουν από το άρθρο 24 του Συντάγματος.

Αρκεί να αναλογιστούμε ότι η διοίκηση εκπόνησε μεν Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων για τον Υμηττό, σε συμμόρφωση προς την απόφαση 2355/2017 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, με την οποία έγινε εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων των ρυθμίσεων του σχεδίου. Παράλληλα εκπονήθηκε, από την αρμόδια Υπηρεσία του ΥΠΕΝ, Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη[98] κατά τις διατάξεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας για την προστασία των συγκεκριμένων περιοχών, η μελέτη δε αυτή πρέπει να περιλαμβάνει (κατά το έγγραφο ΥΠΕΝΔΙΠΑ/103883/6765/29.10.2020 της Δ/νσης Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος και Βιοποικιλότητας του ΥΠΕΝ) καθορισμό ζωνών προστασίας, χρήσεων γης, περιορισμών, έργων και διαχειριστικών μέτρων. Πλην όμως, με δεδομένο ότι η χώρα μας δεν έχει, έως και σήμερα, προβεί στη δέουσα εκτίμηση των στόχων διατήρησης των προστατευόμενων οικοτόπων της, κατά παράβαση των διατάξεων της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και, κυρίως, του άρθρου 6 της Οδηγίας για τους οικοτόπους[99], εξ αιτίας της οποίας καταδικάστηκε πρόσφατα και από το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης[100], καθίσταται σαφές ότι και η υπό εκπόνηση νομοθετική απόπειρα έκδοσης ενός νέου διατάγματος για την προστασία του Υμηττού κινδυνεύει ν’ αποβεί άκαρπη και να ματαιωθεί, και πάλι, συνεπεία παραλείψεων και πλημμελούς τήρησης της σχετικής νόμιμης διαδικασίας.

Στις εν λόγω πλημμέλειες και εν γένει αστοχίες που ιστορικά προκάλεσαν -και εξακολουθούν να προκαλούν- μια μόνιμη αδυναμία θεσμοθέτησης ενός αποτελεσματικού ως προς τους στόχους του και ολοκληρωμένου σύγχρονου νομικού πλαισίου για τον Υμηττό, θα πρέπει να προστεθεί, όπως επισημάνθηκε ως άνω, και η απαράδεκτη εξαίρεση των αισθητικών δασών από τις προστατευτικές διατάξεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, που συντελέσθηκε με τον ν. 4685/2020, η οποία σηματοδοτεί ένα καίριο πλήγμα και για το περιβάλλον του Υμηττού αναφορικά με το κηρυγμένο αισθητικό δάσος της Καισαριανής. Και βέβαια, σε όλα αυτά τα κακώς κείμενα που διαγράφουν σήμερα το υφιστάμενο καθεστώς για τον Υμηττό, θα πρέπει να προσμετρηθεί και η συστηματική αποδυνάμωση και η απαξίωση του ρόλου και της δικαιοδοσίας των δασικών υπηρεσιών με την αδικαιολόγητη εκχώρηση σημαντικών αρμοδιοτήτων, που θεσμικά ανήκουν στο οικείο δασαρχείο, σε μη κρατικούς, εξωθεσμικούς φορείς, όπως ο ΣΠΑΥ[101] και μάλιστα, χρηματοδοτούμενους ετησίως από τους εμπλεκόμενους δήμους αλλά και από το Πράσινο Ταμείο με υπέρογκα κρατικά κονδύλια, ενώ είναι βέβαιο πως αν μέρος μόνο των ποσών αυτών είχε διατεθεί στις αρμόδιες δασικές υπηρεσίες και με τη δέουσα στελέχωσή τους, θα είχαν φέρει σε πέρας το έργο της προστασίας του ορεινού όγκου του Υμηττού με πληρότητα και απόλυτη επιτυχία, σύμφωνα άλλωστε και με τους λειτουργικούς σκοπούς τους.

3.6 Ευρύτερο νομικό πλαίσιο προστασίας

Σημαντικά επηρεάζεται ο Υμηττός και από την εν γένει νομοθεσία για το αστικό και περιαστικό πράσινο, όπως από τις διατάξεις του ν. 998/1979 και του Δασικού Κώδικα (νδ/γμα 86/1969) για τα αισθητικά και προστατευτικά δάση[102], από την περιβαλλοντική νομοθεσία και από το Γενικό Χωροταξικό Πλαίσιο[103] που ορίζει ότι οι ορεινοί όγκοι απαιτούν την εφαρμογή εξειδικευμένης αναπτυξιακής και χωροταξικής πολιτικής με βασικό στόχο τον περιορισμό της υπέρμετρης αστικοποίησης, τη βελτίωση της ποιότητας ζωής και την ανάδειξη ευαίσθητων στοιχείων της φύσης, της πολιτιστικής κληρονομιάς και του τοπίου.

Υπέρ της ύπαρξης εκτεταμένων δασών κωνοφόρων στον Υμηττό ομιλούν οι παλαιοί χάρτες του Καϊζεροβασιλικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Kaupert του έτους 1875/1878, ο «Χωρογραφικός Πίνακας του Υπουργείου των Στρατιωτικών» του έτους 1890 και το Κτηματολόγιο εθνικών δασών Αττικής – Μεγαρίδος και Πειραιώς – Αιγίνης του έτους 1905[104].

Αλλά και με το Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας – Αττικής επιδιώκεται η ανάδειξη των ορεινών όγκων ως αδιάκοπης συνέχειας πρασίνου, με τη μορφή ενός «πράσινου τόξου». Ο εξωαστικός χώρος προστατεύεται ως ζωτικός χώρος για την ποιότητα ζωής και τη διατήρηση της οικολογικής ισορροπίας, ως παραγωγικός χώρος για τη διατήρηση της πρωτογενούς παραγωγής και ως συστατικό στοιχείο της πολιτισμικής ταυτότητας και του τοπίου της Αττικής. Επίσης υιοθετείται η αρχή της «συμπαγούς πόλης» στο πλαίσιο της οποίας η κάλυψη των οικιστικών αναγκών επιδιώκεται μέσα στην ήδη θεσμοθετημένη αστική γη, ώστε ν’ αποφεύγεται η περαιτέρω θυσία εξωαστικών εκτάσεων[105].

Ειδικά ο ορεινός όγκος του Υμηττού χαρακτηρίζεται ως «Περιφερειακό Πάρκο» που επεκτείνεται προς νότο μέχρι τη θάλασσα και διαμορφώνεται σε ενιαίο πάρκο αναψυχής, θέας και πεζοπορίας[106]. Σημαντικό είναι επίσης ότι το νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας δεν επιτρέπει εγκατάσταση μονάδων ΑΠΕ σε ζώνες προστασίας ορεινών όγκων της Αττικής, με εξαίρεση τα μικρής έκτασης φωτοβολταϊκά που μπορούν, υπό όρους, να υποδειχθούν από τα προεδρικά διατάγματα προστασίας τους[107].

Σε κάθε περίπτωση, ο χωρικός σχεδιασμός των ορεινών όγκων οφείλει να υπηρετεί την περιβαλλοντική τους προστασία, όπως επιβάλλουν οι κατευθύνσεις του νέου Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας που είναι δεσμευτικές για τη δημόσια διοίκηση, σύμφωνα με όσα ορίζονται στο άρθρο 4 του ν. 1515/1985[108] (το οποίο κωδικοποιήθηκε στο άρθρο 11 του Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας[109]) και έγινε δεκτό και με την απόφαση της ολομέλειας ΣτΕ 2355/2017 αλλά και με το πρακτικό επεξεργασίας ΣτΕ ΠΕ 146/2022 για τον Υμηττό.

Επίλογος

Το Σύνταγμα και ο νόμος παρέχουν, επομένως, τα αναγκαία εχέγγυα περιβαλλοντικής προστασίας του πολύτιμου για την Αττική ορεινού όγκου του Υμηττού. Μένει ν’ ακολουθηθούν και από τις κατάλληλες πολιτικές αποφάσεις που θα επιτρέψουν την υλοποίησή τους στην πράξη.

Μιλώντας για τον Υμηττό θα ήταν αξιοσημείωτο και ένα απόσπασμα από παλαιά μαρτυρική κατάθεση (στο πλαίσιο της υπόθεσης που απασχόλησε τα δικαστήρια και αφορούσε το καθεστώς του κτήματος Καρά[110]), που είναι ενδεικτικό για τον πλούτο των υδάτινων πόρων και τη φύση του Υμηττού των αρχών του 20ού αιώνα:

«Από το ένα μέρος το τρελοβούνι[111], σύνορο όσο τρέχουν κάτω τα νερά, και συνορεύει απάνω με τον Καρέα και έρχεται εις τον Κοπανά και πιάνει το ρεύμα του σπιθαριού και βγαίνει στη στράτα…».

Την ομορφιά του περιβάλλοντος και των τοπίων του Υμηττού αποτυπώνουν και οι ακόλουθοι στίχοι του Κωστή Παλαμά από το ποίημά του «Πατρίδες»:

Ἐδῶ οὐρανὸς παντοῦ κι ὁλοῦθε ἥλιου ἀχτίνα,
καὶ κάτι ὁλόγυρα σὰν τοῦ Ὑμηττοῦ τὸ μέλι,
βγαίνουν ἀμάραντ’ ἀπὸ μάρμαρο τὰ κρίνα,
λάμπει γεννήτρα ἑνὸς Ὀλύμπου ἡ θεία Πεντέλη.
Στὴν ὀμορφιὰ σκοντάβει σκάφτοντας ἡ ἀξίνα,
στὰ σπλάχνα ἀντὶ θνητοὺς θεοὺς κρατᾶ ἡ Κυβέλη,
μενεξεδένιο αἷμα γοργοστάζ’ ἡ Ἀθήνα
κάθε ποὺ τὴ χτυπᾶν τοῦ Δειλινοῦ τὰ βέλη.

Τον Υμηττό της δεκαετίας του 1950, όταν ακόμα οι εξοχές της Αττικής διατηρούσαν τη δροσιά και την απέριττη φυσική ομορφιά τους, ύμνησε και ο Μάνος Χατζιδάκις στο αξέχαστο και αγαπημένο τραγούδι του[112]:

Αν κι εγώ από παιδάκι είχα πάντα ένα μεράκι
να ‘χω συντροφιά έν’ αστέρι κι ένα σκύλο στην αυλή
Όμως εκεί στον Υμηττό, δεν μου το βγάζετε απ’ το μυαλό
Υπάρχει κάποιο μυστικό, εκεί ψηλά στον Υμηττό.

Αυτό επομένως το «Τρελοβούνι», που σφραγίζει μοναδικά με την παρουσία του το κλίμα, το περιβάλλον και το τοπίο ολόκληρης της Αττικής, έχουμε χρέος να το διαφυλάξουμε και να το προστατεύσουμε με ένα σύγχρονο, κατάλληλο και αποτελεσματικό πλαίσιο προστασίας, ιδίως σήμερα που απειλείται συστηματικά από ποικίλες μορφές ρύπανσης και υποβάθμισης.

Υποσημειώσεις:

[1] Σοφία Παυλάκη, «Περιαστικό πράσινο», σε: «Αστικό και Περιαστικό Πράσινο – Νομοθετικό πλαίσιο – Νομολογία», εκδ. Νομόραμα, Αθήνα 2019, σελ. 294 επ.

[2] ΦΕΚ Β’ 669/30.11.1968.

[3] ΦΕΚ Β’ 236/4.4.1969.

[4] ΦΕΚ Β’ 683/1976.

[5] Οδηγία 92/43/ΕΚ (ΕΕ L 206/22.7.1992).

[6] GR0000015 Δάσος Καισαριανής – Λίμνη Βουλιαγμένης. Βλ. κυα Η.Π. 37338/1807/Ε. 103/1.9.2010 (ΦΕΚ Β’ 1495/6.9.2010) Κατάλογος Ελληνικών Ζωνών Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ).

[7] GR3000006 Όρος Υμηττός.

[8] ΦΕΚ Δ’ 284/1983.

[9] ΦΕΚ Δ’ 456/24.9.1985.

[10] ΦΕΚ Δ’ 199/6.3.2003.

[11] ΦΕΚ Δ’ 254/5.3.2004.

[12] ΦΕΚ Β’ 1495/6.9.2010.

[13] Βλ. ΕΠΜ 7α: Περιοχές Natura 2000 της Περιφερειακής Ενότητας Αττικής, https://ypen.gov.gr/diavouleusi/forums/forum/dimosia-diavoyleysi-toy-ergoy-ekponisi-eidikon-perivallontikon-meleton-syntaxi-proedrikon-diatagmaton-prostasias-kai-schedion-diacheirisis-gia-tis-perioches-toy-diktyoy-natura-2000/, σύμφωνα με την οποία, το έτος 2001, εκπονήθηκε μελέτη με τίτλο «Ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης για τον Υμηττό» από το ΥΠΕΧΩΔΕ σε συνεργασία με τον Σύνδεσμο Προστασίας και Ανάπτυξης Υμηττού και την Αναπτυξιακή Δήμων Πειραιά ΑΕ. Το έτος 2008 υλοποιήθηκε η δράση «Πρόγραμμα Παρακολούθησης της Ορνιθοπανίδας στους Υγροτόπους της Αττικής» από την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία με συστηματικές καταγραφές, σε ετήσια βάση, με περιοχή μελέτης, μεταξύ άλλων, τους υγροτόπους Έλος Σχινιά και Έλος Βραυρώνας και το 2009 εκπονήθηκε μελέτη προστασίας του ορεινού όγκου του Υμηττού από τον Οργανισμό Ρυθμιστικού Σχεδίου και Προστασίας Περιβάλλοντος Αθήνας. Επίσης το 2009 υλοποιήθηκε το έργο «Πρόγραμμα επαναξιολόγησης 69 Σημαντικών Περιοχών για τα Πουλιά για τον χαρακτηρισμό τους ως Ζωνών Ειδικής Προστασίας της ορνιθοπανίδας. Σύνταξη σχεδίων δράσης για την προστασία των ειδών προτεραιότητας», που αφορούσε μεταξύ άλλων, τον ορεινό όγκο του Υμηττού και τον υγρότοπο του Σχινιά, χρηματοδοτούμενο από το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Περιβάλλον» του ΥΠΕΧΩΔΕ. Την περίοδο 2010-2013 υλοποιήθηκε το πρόγραμμα «AmiBio: Αυτόματη Ακουστική Καταγραφή και Έρευνα της Βιοποικιλότητας» (LIFE08 NAT/GR/000539) με την υποστήριξη του Εργαστηρίου Ενσύρματης Τηλεπικοινωνίας (WCL) του Πανεπιστημίου Πατρών, του Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος Κρήτης, του Συνδέσμου Προστασίας και Ανάπτυξης Υμηττού και του Ερευνητικού Ζωολογικού Μουσείου A. Koenig, που αφορούσε την περιοχή Υμηττού, Αισθητικού Δάσους Καισαριανής και Λίμνης Βουλιαγμένης.

[14] Παράρτημα IX νέου Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας – Αττικής (νέο ΡΣΑ) (ΦΕΚ Α’ 156/1.8.2014).

[15] ΕΠΜ 7α: Περιοχές Natura 2000 της Περιφερειακής Ενότητας Αττικής, ό.π. Το έτος 2014 εκπονήθηκαν και οι μελέτες «Εκτίμηση τρωτότητας υγροτόπων της Αττικής στην κλιματική αλλαγή και Σχέδιο Δράσης» και «Στρατηγική και άξονες δράσης για τη διατήρηση των υγροτόπων της Αττικής και την προσαρμογή τους στην Κλιματική αλλαγή», από την Περιφέρεια Αττικής σε συνεργασία με το Μουσείο Γουλανδρή Φυσικής Ιστορίας – Ελληνικό Κέντρο Βιοτόπων Υγροτόπων (ΕΚΒΥ), που αφορούσαν, μεταξύ άλλων, τις περιοχές Εθνικού Πάρκου Σχινιά – Μαραθώνα (GR3000003), Βραυρώνας (GR3000004), Υμηττού, αισθητικού δάσους Καισαριανής, λίμνης Βουλιαγμένης (GR3000006) και τον υγρότοπο Σχινιά.

[16] ΦΕΚ Β’ 4432/15.12.2017.

[17] ΦΕΚ Β’ 1636/12.5.2017.

[18] ΦΕΚ Α’ 31/6.2.1974. Το 1993 εκπονήθηκε μελέτης με θέμα: «Έρευνα για την ανόρθωση και διαχείριση υποβαθμισμένων περιαστικών δασικών οικοσυστημάτων – Η περίπτωση του περιαστικού δάσους του Υμηττού» από τον Σύνδεσμο Προστασίας και Ανάπτυξης Υμηττού και την ερευνητική ομάδα τμήματος Δασολογίας και Φυσικού Περιβάλλοντος Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, στο πλαίσιο του προγράμματος «Υποδομή για την Αποκατάσταση του Φυσικού Περιβάλλοντος του Υμηττού». Το έργο χρηματοδοτήθηκε από το Ευρωπαϊκό πρόγραμμα MEDSPA για τις Περιοχές Ειδικής Προστασίας της Μεσογείου (Σύμβαση της Βαρκελώνης) (σχετ. βλ. ΕΠΜ 7α: Περιοχές Natura 2000 της Περιφερειακής Ενότητας Αττικής, ό.π.).

[19] ΦΕΚ Α’ 92/7.5.2020.

[20] Ως «αισθητικά δάση» έχουν χαρακτηριστεί δεκαεννέα (19) περιοχές της χώρας μας, με συνολική έκταση 32.577 εκτάρια: 1. Φοινικόδασος Βάι Λασιθίου (πδ/γμα 121/1973, ΦΕΚ Α’ 170/6.8.19773), 2. Δάσος Καισαριανής Αττικής (πδ/γμα 91/1974, ΦΕΚ Α’ 31/6.2.1974), 3. Κοιλάδας Τεμπών Λάρισας (πδ/γμα 92/1974, ΦΕΚ Α’ 31/6.2.1974), 4. Δάσος Αγίου Γεωργίου – Καραϊσκάκη Καρδίτσας (πδ/γμα 93/1974, ΦΕΚ Α’ 31/6.2.1974), 5. Δάσος Πευκιάς Ξυλοκάστρου Κορινθίας (πδ/γμα 198/1974, ΦΕΚ Α’ 70/18.3.1974), 6. Περιαστικό Δάσος Ιωαννίνων (πδ/γμα 837/1976, ΦΕΚ Α’ 306/16.11.1976), 7. Δάσος Χειμάρρων Σελεμνού και Χαράδρων (Πανεπιστημιούπολης Πατρών) (πδ/γμα 277/1974, ΦΕΚ Α’ 99/11.4.1974), 8. Δάσος Φαρσάλων Λάρισας (πδ/γμα της 24/2/1977, ΦΕΚ Δ’ 103/5.4.1977), 9. Δάσος Στενής Ευβοίας (πδ/γμα της 24/2/1977, ΦΕΚ Δ’ 108/13.4.1977), 10. Δρυοδάσος Μογγοστού Κορινθίας (πδ/γμα της 5/5/1977, ΦΕΚ Δ’ 175/2.6.1977, υα 288542π.ε./2018, ΦΕΚ Δ’ 262/16.7.2018), 11. Δασικό Σύμπλεγμα Όσσας Λάρισας (πδ/γμα της 5/5/1977, ΦΕΚ Δ’ 175/2.6.1977, πδ/γμα 444/1985, ΦΕΚ Α’ 160/19.9.1975), 12. Παραλιακό Δάσος Νικοπόλεως Μύτικα Πρέβεζας (πδ/γμα της 5/5/1977, ΦΕΚ Δ’ 183/7.6.1977), 13. Δάση Νήσου Σκιάθου Μαγνησίας (πδ/γμα της 13/6/1977, ΦΕΚ Δ’ 248/20.7.1977), 14. Στενά Νέστου Καβάλας – Ξάνθης (πδ/γμα της 11/7/1977, ΦΕΚ Δ’ 283/28.8.1977), 15. Δάσος Εθνικής Ανεξαρτησίας Καλαβρύτων Αχαΐας (πδ/γμα της 29/9/1977, ΦΕΚ Δ’ 404/20.10.1977), 16. Περιαστικό δάσος Τιθορέας Φθιώτιδας (πδ/γμα της 13/2/1979, ΦΕΚ Δ’ 125/27.2.1979), 17. Δάση Αμυγδαλέων Καβάλας (πδ/γμα της 1/10/1979, ΦΕΚ Δ’ 606/28.10.1979), 18. Δάσος Λόφων Κάστρου και Αηλιά Τρικάλων (πδ/γμα της 1/10/1979, ΦΕΚ Δ’ 609/30.10.1979), και 19. Δρυοδάσος Κουρί – Αλμυρού Μαγνησίας (πδ/γμα 356/1980, ΦΕΚ Α’ 99/29.4.1980).

[21] ΦΕΚ Α’ 160/16.10.1986.

[22] ΦΕΚ Α’ 60/31.3.2011. Σχετ. βλ. Σοφία Παυλάκη, «Ο Πευκιάς Ξυλοκάστρου και η ανάδειξη των σημερινών κινδύνων για τα αισθητικά δάση», https://dasarxeio.com/2020/06/09/82080/

[23] ΦΕΚ Α’ 156/18.10.2017.

[24] ΦΕΚ Α’ 7/18.1.1969.

[25] ΦΕΚ Α’ 289/29.12.1979.

[26] ΦΕΚ Β’ 170/14.4.1995, διόρθ. σφάλμ. ΦΕΚ Β’ 330/28.4.1995.

[27] Έχει γίνει δεκτό ότι επιτρέπεται, κατ’ εξαίρεση, η κατασκευή γραμμών μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας υψηλής τάσης σε αισθητικό δάσος, μόνον αν κριθεί αιτιολογημένα ότι δεν δύναται να αποτραπεί η επέμβαση αυτή και μόνο στο απολύτως απαραίτητο μέτρο (ΣτΕ 1220/2019, ΣτΕ 4446/2005).

[28] ΦΕΚ Β’ 322/5.6.1981.

[29] ΦΕΚ Δ’ 419/16.6.1989, όπως τροποποιήθηκε με την υα 96418/6397/1991 (ΦΕΚ Δ’ 857/22.11.1991).

[30] ΦΕΚ Δ’ 51/4.2.2003. Το 2013 εκπονήθηκε ειδική περιβαλλοντική μελέτη (ΕΠΜ) της ευρύτερης περιοχής Λίμνης Βουλιαγμένης, Π.Ε. Ανατολικής Αττικής.

[31] GR3000003: Εθνικό Πάρκο Σχινιά – Μαραθώνα, GR3000016: Υγρότοπος Σχινιά (ΦΕΚ Δ’ 395/3.7.2000). Για την περιοχή του Εθνικού Πάρκου Σχινιά – Μαραθώνα είχε εκπονηθεί από τον Οργανισμό Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθήνας (ΟΡΣΑ) Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη (ΕΠΜ), εγκριθείσα με την απόφαση 373/5.5.1999 του Γενικού Δ/ντή Περιβάλλοντος του ΥΠΕΝ.

[32] ΕΠΜ 7α: Περιοχές Natura 2000 της Περιφερειακής Ενότητας Αττικής, ό.π.

[33] ΦΕΚ Β’ 1830/31.12.2001.

[34] ΦΕΚ Δ’ 793/13.9.2002.

[35] GR3000004 (ΦΕΚ Δ’ 718/27.12.1979).

[36] ΦΕΚ Β’ 706/26.7.1980.

[37] ΦΕΚ Β’ 198/21.3.1995. Το έτος 2000 εκπονήθηκε από την ΕΕΤΑΑ ΑΕ ειδική περιβαλλοντική μελέτη (ΕΠΜ) περιοχής Βραυρώνας. Το έτος 2008 υλοποιήθηκε η δράση «Πρόγραμμα Προστασίας και Ανάδειξης Υγροτόπου Βραυρώνας» από τον Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών «Ελ. Βενιζέλος», την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία και τον Δήμο Μαρκοπούλου.

[38] ΦΕΚ Δ’ 281/23.3.1993.

[39] ΦΕΚ Α’ 94/14.4.2014.

[40] ΦΕΚ Α’ 142/3.8.2018.

[41] ΦΕΚ Α’ 156/1.8.2014 (νέο Ρ.Σ.Α.).

[42] ΦΕΚ Α’ 60/31.3.2011 «Διατήρηση της βιοποικιλότητας και άλλες διατάξεις».

[43] ΦΕΚ ΑΑΠ 229/19.6.2012.

[44] ΦΕΚ Α’ 235/1978.

[45] ΦΕΚ A’ 104/18.7.1986.

[46] ΦΕΚ Α’ 144/19.6.2002.

[47] ΦΕΚ Δ’ 395/3.7.2000.

[48] ΦΕΚ Α’ 207/7.10.1999, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 του ν. 3044/2002.

[49] ΦΕΚ Δ’ 793/2002.

[50] ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013.

[51] ΦΕΚ Α’ 25/20.2.2018.

[52] ΦΕΚ Α’ 25/20.2.2018.

[53] ΦΕΚ Β’ 6191/23.12.2021.

[54] ΦΕΚ Α’ 92/7.5.2020, όπως τροποποιήθηκε με τους ν. 4722/2020 (ΦΕΚ Α’ 177) και 4819/2021 (ΦΕΚ Α’ 129).

[55] ΣτΕ Ολ 2355/2017. Σοφία Παυλάκη, «Δάση και προστατευόμενες περιοχές – Πολιτικές διαχείρισης και προστασίας – Προτάσεις», https://dasarxeio.com/2023/08/30/128382/

[56] κυα 88547/26.11.2002.

[57] Άρθρα 24 ν. 2516/1997 και 3 ν. 2947/2001.

[58] Βλ. ΣτΕ ΠΕ 146/2022.

[59] Σοφία Παυλάκη, «Περιαστικά δάση και όρη του λεκανοπεδίου Αττικής», ό.π., σελ. 313.

[60] Σχετ. και Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, «Θεσμικό πλαίσιο Υμηττού – Νέοι οδικοί άξονες», Συνέντευξη Τύπου, 7/5/2009, όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται: «Κατ’ αρχάς πρέπει να επισημάνουμε μια εξαιρετική αντίφαση που σημειώθηκε στην περίπτωση του Υμηττού: Πρώτα δόθηκε στη δημοσιότητα το νέο σχέδιο πδ/γμα για τον Υμηττό, από το οποίο εξαιρέθηκε το Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδή, το οποίο ανήκει στη Β’ Ζώνη Υμηττού και φέρεται ο σχεδιασμός του να προωθηθεί με νέο ΠΔ, στη συνέχεια δόθηκε σε δημόσια διαβούλευση η ΜΠΕ για τους νέους οδικούς άξονες της Αττικής που διέρχονται του Υμηττού, ακολούθησε η ανακοίνωση για το νέο ρυθμιστικό σχέδιο Αθήνας και πριν λίγες μέρες ανακοινώθηκε και πάλι από το ΥΠΕΧΩΔΕ ότι πρόκειται άμεσα να δοθεί για διαβούλευση το Ειδικό Χωροταξικό Πλαίσιο για τη διαχείριση του ορεινού όγκου».

[61] ΦΕΚ Δ’ 544/1978.

[62] ΦΕΚ Δ’ 167/27.3.1981.

[63] ΡΣΑ (ν. 1515/1985, ΦΕΚ Α’ 18/1985).

[64] ΦΕΚ Δ’ 311/27.4.1988.

[65] ΦΕΚ Α’ 18/1985.

[66] Προεδρικό Διάταγμα της 14ης Ιουλίου 1999 (ΦΕΚ Δ’ 580/27.7.1999).

[67] Πδ/γμα της 14ης Ιουνίου 2011 «Καθορισμός μέτρων προστασίας της περιοχής του όρους Υμηττού και των Μητροπολιτικών Πάρκων Γουδή – Ιλισίων» (ΦΕΚ Δ’ 187/16.6.2011).

[68] Όπως εγκρίθηκε με τα Πρακτικά επεξεργασίας ΣτΕ ΠΕ 34 και 92/2011 του Ε’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας.

[69] Βλ. Απόφαση του Δικαστηρίου (ένατο τμήμα) της 10ης Σεπτεμβρίου 2015 «Προδικαστική παραπομπή – Οδηγία 2001/42/ΕΚ – Εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων – Καθεστώς προστασίας του ορεινού όγκου του Υμηττού – Διαδικασία τροποποιήσεως – Δυνατότητα εφαρμογής της οδηγίας αυτής – Ρυθμιστικό σχέδιο και πρόγραμμα προστασίας περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής της Αθήνας», στην υπόθεση C-473/2014, με αντικείμενο αίτηση προδικαστικής αποφάσεως δυνάμει του άρθρου 267 ΣΛΕΕ, που υπέβαλε το Συμβούλιο της Επικρατείας (Ελλάδα) με απόφαση της 19ης Σεπτεμβρίου 2014, η οποία περιήλθε στο Δικαστήριο στις 20 Οκτωβρίου 2014, στο πλαίσιο της δίκης (InfoCuria, Case-law, ECLI:EU:C:2015:582), https://curia.europa.eu/. Συγκεκριμένα, με την απόφαση αυτή το Δικαστήριο των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων (ΔΕΕ) δέχθηκε, μεταξύ άλλων, ότι: «Τα άρθρα 2, στοιχείο α’, και 3, παράγραφος 2, στοιχείο α’, της οδηγίας 2001/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Ιουνίου 2001, σχετικά με την εκτίμηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων ορισμένων σχεδίων και προγραμμάτων, έχουν την έννοια ότι για την έκδοση πράξεως εμπεριέχουσας σχέδιο ή πρόγραμμα σχετικό με τη χωροταξική οργάνωση και τις χρήσεις γης και εμπίπτον στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2001/42, με το οποίο τροποποιείται προϋφιστάμενο σχέδιο ή πρόγραμμα, δεν χωρεί απαλλαγή από την υποχρέωση πραγματοποιήσεως εκτιμήσεως περιβαλλοντικών επιπτώσεων βάσει της οδηγίας αυτής, για τον λόγο ότι η πράξη αυτή εξειδικεύει και υλοποιεί ρυθμιστικό σχέδιο θεσπισθέν με ιεραρχικώς υπερκείμενη πράξη το οποίο δεν είχε υποβληθεί σε τέτοια περιβαλλοντική εκτίμηση … Πράξη με την οποία τροποποιούνται σχέδια και προγράμματα και η οποία εμπίπτει ρητώς στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας 2001/42, δεν μπορεί να υποστηριχθεί, λαμβανομένων υπ’ όψη των σκοπών της οδηγίας 2001/42 και της ανάγκης διασφαλίσεως της πρακτικής αποτελεσματικότητάς της, ότι μπορεί εντούτοις να εξαιρεθεί από το πεδίο εφαρμογής της εν λόγω οδηγίας … Η οδηγία 2001/42 έχει την έννοια ότι εξαρτά την υποχρέωση υποβολής συγκεκριμένου σχεδίου ή προγράμματος σε εκτίμηση περιβαλλοντικών επιπτώσεων υπό την προϋπόθεση ότι το σχέδιο ή το πρόγραμμα ενδέχεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον ή, άλλως, να επηρεάζει σημαντικά τον οικείο τόπο».

[70] «Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας» (ΦΕΚ Α’ 8/9.1.1989).

[71] Άρθρο 95 του Συντάγματος: «Άρθρο 95. 1. Στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας ανήκουν ιδίως: α) Η μετά από αίτηση ακύρωση των εκτελεστών πράξεων των διοικητικών αρχών για υπέρβαση εξουσίας ή για παράβαση νόμου. β) Η μετά από αίτηση αναίρεση τελεσίδικων αποφάσεων των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων, όπως νόμος ορίζει. γ) H εκδίκαση των διοικητικών διαφορών ουσίας που υποβάλλονται σ` αυτό σύμφωνα με το Σύνταγμα και τους νόμους. δ) H επεξεργασία όλων των διαταγμάτων που έχουν κανονιστικό χαρακτήρα. 2. Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του στοιχείου δ’ της προηγούμενης παραγράφου δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 93 παράγραφοι 2 και 3. 3. Κατηγορίες υποθέσεων της ακυρωτικής αρμοδιότητας του Συμβουλίου της Επικρατείας μπορεί να υπάγονται με νόμο, ανάλογα με τη φύση ή τη σπουδαιότητά τους, στα τακτικά διοικητικά δικαστήρια. Το Συμβούλιο της Επικρατείας δικάζει σε δεύτερο βαθμό, όπως νόμος ορίζει. 4. Οι αρμοδιότητες του Συμβουλίου της Επικρατείας ρυθμίζονται και ασκούνται όπως νόμος ειδικότερα ορίζει. 5. Η διοίκηση έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται προς τις δικαστικές αποφάσεις. Η παράβαση της υποχρέωσης αυτής γεννά ευθύνη για κάθε αρμόδιο όργανο, όπως νόμος ορίζει. Νόμος ορίζει τα αναγκαία μέτρα για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης της διοίκησης».

[72] Άρθρο 48 πδ/τος 18/1989 (ΦΕΚ Α’ 8/9.1.1989) «Κωδικοποίηση διατάξεων νόμων για το Συμβούλιο της Επικρατείας» (άρθρο 48 νδ/τος 170/ 1973). Λόγοι ακυρώσεως. Λόγοι που θεμελιώνουν την αίτηση ακυρώσεως είναι: 1) Αναρμοδιότητα της διοικητικής αρχής που εξέδωσε την πράξη. 2) Παράβαση ουσιώδους τύπου που έχει ταχθεί για την ενέργεια  της πράξης. 3) Παράβαση κατ’ ουσίαν διάταξης του νόμου. 4) Κατάχρηση εξουσίας,  όταν η πράξη της Διοίκησης φέρει μεν καθεαυτήν όλα τα στοιχεία της νομιμότητας,  γίνεται, όμως για σκοπό καταδήλως άλλον από εκείνον για τον οποίον έχει νομοθετηθεί».

[73] Επαμ. Σπηλιωτόπουλος, «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», τόμ. Ι, 5η έκδοση, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή 1991, παρ. 160, σελ. 157.

[74] Επαμ. Σπηλιωτόπουλος, «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», τόμ. ΙΙ, 6η έκδοση, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή 1993, παρ. 499 επ., σελ. 476.

[75] Επ. Σπηλιωτόπουλος, «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», τόμ. ΙΙ, ό.π., παρ. 502, σελ. 479.

[76] Επ. Σπηλιωτόπουλος, «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», τόμ. ΙΙ, ό.π., παρ. 500, σελ. 477, Ευγενία Πρεβεδούρου, «Λόγοι ακύρωσης», https://www.prevedourou.gr/

[77] ΣτΕ 1803/1986, ΣτΕ 2970/1993, Επ. Σπηλιωτόπουλος, «Εγχειρίδιο Διοικητικού Δικαίου», τόμ. ΙΙ, ό.π., §§ 500-501, σελ. 477-478, Πρόδρομος Δαγτόγλου, «Σκοποί, χαρακτήρας και έννομες συνέπειες της αιτήσεως ακυρώσεως», «Σκοποί, χαρακτήρας και έννομες συνέπειες της αιτήσεως ακυρώσεως», σε: «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», 2η έκδοση, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή 1994, § 591, σελ. 446.

[78] Πρόδρομος Δαγτόγλου, «Η κατά νομοθετική εξουσιοδότηση εκδιδόμενη κανονιστική πράξη της Διοικήσεως και ιδίως το κανονιστικό διάταγμα», σε: «Γενικό Διοικητικό Δίκαιο», 3η έκδοση, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα – Κομοτηνή 1992, σελ. 100.

[79] Δήμητρα Θεοχαροπούλου – Κοντόγιωργα, «Αι συνέπειαι της ακυρώσεως διοικητικών πράξεων έναντι της Διοικήσεως», 1988, σελ. 112, Δημήτρης Τομαράς, «Η κανονιστική διοικητική πράξη», Αθήνα 2006, σελ. 103.

[80] Πρ. Δαγτόγλου, «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», ό.π., § 499, σελ. 363 και § 789, σελ. 571.

[81] Η παράβαση της υποχρέωσης συμμόρφωσης της διοικήσεως προς την ακυρωτική απόφαση (είτε με θετική ενέργεια προς το περιεχόμενο της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας είτε με αποχή από κάθε ενέργεια που είναι αντίθετη προς όσα κρίθηκαν με την απόφαση), εκτός από τη δίωξη του παραβάτη κατ’ άρθρο 259 του Ποινικού Κώδικα, συνεπάγεται και προσωπική ευθύνη του για αποζημίωση, ενώ και με το άρθρο 5 του ν. 1470/1984 (άρθρο 72 πδ/τος 18/1989) προβλέφθηκε ο θεσμός της Ειδικής Επιτροπής του Συμβουλίου της Επικρατείας (νυν τριμελές συμβούλιο του Συμβουλίου της Επικρατείας), γεγονός που καταδεικνύει την ειδική μέριμνα και ανησυχία του νομοθέτη να επιλύσει το χρόνιο πρόβλημα της μη συμμόρφωσης της Διοίκησης προς τις ακυρωτικές δικαστικές αποφάσεις, σχετ. βλ. και άρθρα 1-6 ν. 3068/2002 (ΦΕΚ Α’ 174) με τον οποίο ορίστηκε ότι το τριμελές συμβούλιο του Συμβουλίου της Επικρατείας απαρτίζεται από τον Πρόεδρο και δύο Συμβούλους της Επικρατείας και είναι αρμόδιο για τη λήψη των προβλεπομένων μέτρων για τη συμμόρφωση της Διοικήσεως προς τις αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας, των τακτικών διοικητικών δικαστηρίων και των λοιπών ειδικών δικαστηρίων (https://www.adjustice.gr).

[82] Πρ. Δαγτόγλου, «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», ό.π., § 789, σελ. 571.

[83] Πρ. Δαγτόγλου, «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», ό.π., § 789, σελ. 571.

[84] Πρ. Δαγτόγλου, «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», ό.π., § 789, σελ. 571.

[85] Πρ. Δαγτόγλου, «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», ό.π., § 789, σελ. 572.

[86] Σχετ. και Απόστολος Παπακωνσταντίνου, «Επιτέλους τέλος στο Προεδρικό Διάταγμα του Υμηττού – Ακυρώθηκε από το ΣτΕ!», https://www.notioanatolika.gr/news/10971-epitelous-telos-sto-proedriko-diatagma-tou-ymittoy-akyrothike-apo-to-ste

[87] Μερική μόνον ακύρωση του πδ/τος του 2011 δεν δύναται εξ άλλου να συναχθεί ευθέως ούτε και από μόνες τις οδηγίες που δόθηκαν προς τη διοίκηση με τις ίδιες ως άνω ακυρωτικές αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας που ανέφεραν, μεταξύ άλλων, ότι: «Λαμβανομένου … υπόψη ότι η διαπιστωθείσα πλημμέλεια δεν αφορά την ανάγκη θεσπίσεως νομικού πλαισίου μείζονος προστασίας της συγκεκριμένης περιοχής σε σχέση προς το από 31.8/20.10.1978 προεδρικό διάταγμα, επισημαίνεται στη Διοίκηση ότι δύναται, εφόσον εξακολουθεί να διαπιστώνει την ανάγκη αυτή, να λάβει κάθε προβλεπόμενο στην έννομη τάξη μέτρο προς διασφάλιση της αποτελεσματικότητας του νέου νομικού πλαισίου προστασίας που θα επιχειρηθεί» (ΣτΕ Ολ 2355/2017).

[88] Άλλωστε, όπως έχει υποστηριχθεί ειδικά για την υπόθεση του Υμηττού, η προσέγγιση του ακυρωτικού δικαστή προς την ηττηθείσα διοίκηση, στις αποφάσεις ΣτΕ Ολ 2355-2361/2017, συνιστά ένα είδος «δικαστικού ακτιβισμού» ο οποίος θεωρούμε ότι δεν διαθέτει τελικά την απαραίτητη επιχειρηματολογία που θα μπορούσε να ανατρέψει εν προκειμένω την εφαρμογή του κανόνα ότι δηλ. το προεδρικό διάταγμα του 2011 ακυρώθηκε στο σύνολό του (σχετ. Ευγ. Πρεβεδούρου, «Διαταγή του δικαστή προς τη Διοίκηση», https://www.prevedourou.gr/

[89] Και στην Ειδική Περιβαλλοντική Μελέτη που δόθηκε στη διαβούλευση για τον καθορισμό του καθεστώτος προστασίας της ευρύτερης περιοχής μελέτης των δύο GR του Υμηττού [ΕΖΔ «ΥΜΗΤΤΟΣ – ΑΙΣΘΗΤΙΚΟ ΔΑΣΟΣ ΚΑΙΣΑΡΙΑΝΗΣ – ΛΙΜΝΗ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ» (GR3000006) και ΖΕΠ «Όρος Υμηττός» (GR3000015)] ελήφθη υπόψη από τη διοίκηση η περιοχή που περιλαμβάνει τις ζώνες προστασίας του Υμηττού βάσει του πδ/τος της 14.6.2011, ΦΕΚ 187/Δ/16.6.2011 θεωρώντας το ως ισχύον (βλ. ΕΠΜ 7α: Περιοχές Natura 2000 της Περιφερειακής Ενότητας Αττικής, https://ypen.gov.gr/diavouleusi/wp-content/uploads/2022/12/EPM7_PFB.3.1_EPM-1_TA1_TA2_v7_Kefalaio-1-1.pdf). (https://ypen.gov.gr/se-diavoulefsi-i-eidiki-perivallontiki-meleti-epm-anaforika-me-tis-prostatevomenes-perioches-natura-2000-tis-perifereias-attikis/).

[90] Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, «Θεσμικό πλαίσιο Υμηττού …», ό.π.

[91] Πρ. Δαγτόγλου, «Η απόφαση του διοικητικού δικαστηρίου», σε: «Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο», ό.π., § 778, σελ. 567.

[92] Πρ. Δαγτόγλου, «Η απόφαση του διοικητικού δικαστηρίου», ό.π., § 778, σελ. 567.

[93] Πρ. Δαγτόγλου, «Η απόφαση του διοικητικού δικαστηρίου», ό.π., § 778, σελ. 567.

[94] Δημ. Τομαράς, «Η κανονιστική διοικητική πράξη», ό.π., σελ. 104.

[95] Δημ. Τομαράς, «Η κανονιστική διοικητική πράξη», ό.π., σελ. 104-105, ΣτΕ 1156/1965, 1654/1969 κ.ά.

[96] Επρόκειτο για τους οικισμούς Χέρωμα Δήμου Βάρης – Βούλας – Βουλιαγμένης και Σκάρπεζα και Κίτσι – Θήτι του Δήμου Κρωπίας.

[97] Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, «Θεσμικό πλαίσιο Υμηττού …», ό.π., ΣτΕ Ολ 123/2007, 1528/2003.

[98] ΕΠΜ 7α: Περιοχές Natura 2000 της Περιφερειακής Ενότητας Αττικής, ό.π.

[99] Οδηγία 92/43/ΕΚ (ΕΕ L 206/22.7.1992).

[100] Σχετ. βλ. ΔΕΕ απόφαση της 17ης Δεκεμβρίου 2020 υπόθεση C‑849/19 (Document 62019CJ0849, https://eur-lex.europa.eu/) με την οποία κρίθηκε ότι: «Η Ελληνική Δημοκρατία, μη θεσπίζοντας εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών όλα τα αναγκαία μέτρα για τον καθορισμό των κατάλληλων στόχων διατήρησης και των κατάλληλων μέτρων διατήρησης όσον αφορά τους 239 τόπους κοινοτικής σημασίας οι οποίοι βρίσκονται στην ελληνική επικράτεια και περιλαμβάνονται στην απόφαση 2006/613/ΕΚ της Επιτροπής, της 19ης Ιουλίου 2006, σχετικά με την έγκριση, σύμφωνα με την οδηγία 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, του καταλόγου των τόπων κοινοτικής σημασίας για τη μεσογειακή βιογεωγραφική περιοχή, παρέβη τις υποχρεώσεις που υπέχει, αντιστοίχως, από το άρθρο 4, παράγραφος 4, και από το άρθρο 6, παράγραφος 1, της οδηγίας 92/43/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 21ης Μαΐου 1992, για τη διατήρηση των φυσικών οικοτόπων καθώς και της άγριας πανίδας και χλωρίδας, όπως τροποποιήθηκε με την οδηγία 2006/105/ΕΚ του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2006».

[101] Βλ. Σύνδεσμος Προστασίας και Ανάπτυξης Υμηττού (ΣΠΑΥ) (https://spay.gr/) όπου αναφέρεται: «Για την εκπλήρωση των σκοπών του ο ΣΠΑΥ εκτελεί μια σειρά δράσεων όπως εργασίες απομάκρυνσης χόρτων, σκουπιδιών και κάθε εύφλεκτης ύλης, συντηρήσεις συστημάτων πυρόσβεσης, συντηρήσεις και καθαρισμούς δασικών οδών, επισκευές πυροφυλακίων και παρατηρητηρίων, εθελοντικές αναδασώσεις και πληθώρα δράσεων περιβαλλοντικής ευαισθητοποίησης για τον Υμηττό», αλλά και σχετικά με τη χρηματοδότηση του ΣΠΑΥ ότι: «Την πιο σημαντική εποχή του ζει ο Σύνδεσμος Προστασίας και Ανάπτυξης Υμηττού (ΣΠΑΥ), αφού με εκατομμύρια ευρώ χρηματοδοτούνται δράσεις που θα αναδείξουν τον Υμηττό, θωρακίζοντάς τον. Το Πρόγραμμα «Αντώνης Τρίτσης», το Ταμείο Ανάκαμψης και το Πράσινο Ταμείο έχουν ήδη εντάξει και δρομολογούν για τον ΣΠΑΥ τα εξής: – «Δράσεις Θωράκισης και Ανάδειξης Υμηττού» με ποσό χρηματοδότησης 5.744.107,10€ και για «Ψηφιακή Σύγκλιση» με ποσό χρηματοδότησης 4.834.105,58€ (Πρόγραμμα «Αντώνης Τρίτσης»), – «Εργασίες ειδικών δασοτεχνικών έργων για τον καθαρισμό των δασών και δασικών εκτάσεων καθώς και για τη συντήρηση του δασικού οδικού δικτύου, περιοχής όρους Υμηττού, αρμοδιότητας ΣΠΑΥ» με ποσό χρηματοδότησης 5.977.699,54€ (Ταμείο Ανάκαμψης), – «Προμήθεια & Εγκατάσταση Ολοκληρωμένου Συστήματος Πρόληψης, Έγκαιρης Ανίχνευσης και Διαχείρισης Δασικών Πυρκαγιών – Πυροπροστασία ΣΠΑΥ» με ποσό χρηματοδότησης 99.596,80€ (Πράσινο Ταμείο). Ο Σύνδεσμος Προστασίας και Ανάπτυξης Υμηττού μέχρι σήμερα λειτουργούσε κυρίως από τις εισφορές που έκαναν σε ετήσια βάση οι Δήμοι – Μέλη του. Η μεγάλη έκταση του Υμηττού και οι ανάγκες δασοπροστασίας και διαφύλαξης του πράσινου χαρακτήρα του -κυρίως κατά την αντιπυρική περίοδο, επιβάλλουν πιο ριζικές και αποτελεσματικές ενέργειες και αυτές έρχονται με τις χρηματοδοτήσεις γενναίων έργων και παρεμβάσεων». Σχετ. βλ. και «Πρόγραμμα Αναβάθμισης του Υμηττού» (https://dasarxeio.com/2020/01/23/74956/), όπου μεταξύ άλλων αναφέρεται ότι: «Ο κ. Χατζηδάκης ξεκαθάρισε ότι όλα όσα προβλέπονται στο Μνημόνιο Συνεργασίας, θα γίνουν με την απαραίτητη προσοχή, καθώς το ζητούμενο είναι να μην μετατραπεί ο Υμηττός σε αστικό πάρκο, γι’ αυτό και οδηγός δράσης του ΥΠΕΝ θα είναι το ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης που έχει εκπονηθεί από τον ΣΠΑΥ. Οι εμπλεκόμενοι φορείς που θα συνυπογράψουν με το ΥΠΕΝ το Μνημόνιο Συνεργασίας για την αναβάθμιση του Υμηττού, είναι ο Σύνδεσμος Προστασίας και Ανάπτυξης του Υμηττού (ΣΠΑΥ), το Μη Κερδοσκοπικό Φυσιολατρικό Σωματείο «Περιπατητική Ομάδα Υμηττού» (ΠΟΥ), η Κοινωνική Συνεταιριστική Επιχείρηση Μαίναλον, η Σχολή Αγρονόμων και Τοπογράφων Μηχανικών του ΕΜΠ, το Δίκτυο CIVINET και το Σώμα Ελλήνων Προσκόπων».

[102] Κατ’ άρθρο 4 παρ. 1β’ του ν. 998/1979, τα δάση και οι δασικές εκτάσεις διακρίνονται, μεταξύ άλλων, αναλόγως προς την ωφελιμότητα και τις λειτουργίες που εξυπηρετούν, σε εκείνα που ασκούν ιδιαίτερη προστατευτική επίδραση στα εδάφη και στα υπόγεια ύδατα ή βρίσκονται μέσα σε λεκάνες απορροής χειμάρρων ή υπέρκεινται πόλεων, χωριών και οικισμών ή προστατεύουν παρακείμενα φυσικά ή πολιτιστικά μνημεία ή σημαντικά τεχνικά έργα (προστατευτικά δάση και δασικαί εκτάσεις). Ειδικές διατάξεις περί προστατευτικών δασών περιέχει ο Δασικός Κώδικας (νδ/γμα 86/1969, ΦΕΚ Α’ 7/18.1.1969, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει με τον ν. 3208/2003, ΦΕΚ Α’ 303/24.12.2003), στα άρθρα του 69-72. Περαιτέρω, κατ’ άρθρο 69 του Δασικού Κώδικα, η διαχείριση των προστατευτικών δασών υπόκειται σε ειδικούς περιορισμούς χάριν του δημοσίου συμφέροντος, ενώ στα «απόλυτα προστατευτικά δάση» της περ. δ’ της παρ. 1 του άρθρου 69 ΔΚ, όσοι επιχειρούν την ανέγερση οποιουδήποτε κτίσματος ή κατασκευάσματος (βλ. άρθρο 71 παρ. 1 ν. 998/1979), τιμωρούνται και με τις διοικητικές κυρώσεις της παρ. 1 του άρθρου 30 του ν. 1650/1986 (ΦΕΚ Α’ 160). Για την εφαρμογή των ειδικών μέτρων διαχείρισης των προστατευτικών δασών και δασικών εκτάσεων, προαπαιτείται ο χαρακτηρισμός τους ως προστατευτικών, κατά τις διακρίσεις της παρ. 2 του άρθρου 69 επ. του Δασικού Κώδικα και με τη διαδικασία που προβλέπει το άρθρο 70 ΔΚ σε συνδυασμό και με τη μεταβατική διάταξη της παρ. 6 του άρθρου 21 του ν. 3208/2003. Για τα περιαστικά δάση βλ. άρθρο 69 παρ. 1ε’ ΔΚ, που κατ’ άρθρο 49 παρ. 1δ’-ε’ του ν. 998/1979 (όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 41 ν. 4067/2012, ΦΕΚ Α’ 79/9.4.2012), ισχύει αναλόγως και για τα πάρκα και άλση]. Τα περιαστικά δάση προορίζονται για αισθητική απόλαυση και αναψυχή, υπόκεινται σε διαχείριση ως δάση πάρκα, επιτρεπομένης σε αυτά της κατασκευής έργων και της εκτέλεσης εργασιών που συντηρούν και εμπλουτίζουν τη βλάστηση, βελτιώνουν την αισθητική του τοπίου, εξασφαλίζουν την άνετη και ασφαλή κίνηση και εξυπηρέτηση των επισκεπτών και διευκολύνουν τη σωματική άσκηση και την πνευματική ανάταση του ανθρώπου. Κατασκευή μόνιμων εγκαταστάσεων, απαραίτητων για τη λειτουργία των πάρκων, επιτρέπεται μόνο στο αναγκαίο μέτρο και σε εκτάσεις που δεν έχουν δασική βλάστηση, η δε συνολικά καταλαμβανόμενη από τις ανωτέρω εγκαταστάσεις έκταση δεν μπορεί να υπερβεί το πέντε τοις εκατό (5%) της συνολικής έκτασης και κατ’ ανώτατο όριο τα δέκα (10) στρέμματα, ενώ ο αρμόδιος υπουργός, με αποφάσεις του, εξειδικεύει το είδος των έργων και εργασιών, που επιτρέπονται ως αναγκαία για την επίτευξη των ως άνω σκοπών (άρθρο 71 ΔΚ). Οδηγίες σχετικές με την ερμηνεία και εφαρμογή των διατάξεων του Δασικού Κώδικα που αφορούν τη διαχείριση και προστασία των προστατευτικών δασών δόθηκαν περαιτέρω με την Εγκύκλιο οικ. 116162/5886/7.12.2004 του ΥΠΑΑΤ «Θεσμικό Πλαίσιο Προστατευτικών  Δασών – Απογραφή Προστατευτικών Δασών». Από πλευράς νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας όσον αφορά τα προστατευτικά δάση, έχει κριθεί ότι ο χαρακτηρισμός δάσους ως προστατευτικού γίνεται για λόγους δημοσίου συμφέροντος, σε περίπτωση που το δάσος υπέρκειται της κοινότητας και λειτουργεί ως προστατευτικό της, η δε ανάκληση του χαρακτηρισμού του θα έχει ως συνέπεια την άρση των ειδικών όρων και περιορισμών στη διαχείρισή του (ΣτΕ 241/2015). Έχει επίσης γίνει δεκτό ότι ο χαρακτηρισμός εκτάσεων δασικού χαρακτήρα ως προστατευτικών δεν συνεπάγεται την απαγόρευση σε αυτές δραστηριοτήτων που είναι επιτρεπτές στα δάση και δασικές εκτάσεις, διότι ο δικαιολογητικός λόγος του χαρακτηρισμού δεν είναι η ιδιαίτερη περιβαλλοντική αξία της βλάστησης, η οποία είναι ενδεχόμενο, βεβαίως, να συντρέχει εκ παραλλήλου, αλλά η ιδιαιτερότητα της θέσης του συγκεκριμένου δάσους ως στοιχείου προστασίας άλλων περιοχών (ΣτΕ 2475/2018). Η θέση αυτής της νομολογίας, που διατυπώθηκε στην απόφαση ΣτΕ 2475/2018, έρχεται ωστόσο σε πλήρη αντίθεση με τα πορίσματα της δασολογικής επιστήμης καθώς και με τη βασική αρχή της οικολογικής αντίληψης της έννοιας του δάσους, που διέπει τη δασική μας νομοθεσία και τον ορισμό του, όπως αποδόθηκε στο Σύνταγμα του 1975, καθότι δεν λαμβάνει υπόψη ότι η βιωσιμότητα και η οικολογικά ισόρροπη ανάπτυξη και λειτουργία ενός δάσους εξαρτώνται απόλυτα από την αξία της βλάστησης την οποία αυτό φέρει. Η δε απομείωση της προστασίας του δάσους και η περιβαλλοντική υποβάθμισή του λόγω ανθρώπινων επεμβάσεων, ρύπανσης ή άλλης αιτίας πλήττει καίρια και τη δασική βλάστηση και τη δασοβιοκοινότητα που αναπτύσσονται στο πλαίσιο του δάσους ως οικοσυστήματος και του επιτρέπουν να διατηρείται βιώσιμο και να επιτελεί, μεταξύ άλλων, και τον τυχόν προστατευτικό ρόλο του.

[103] Βλ. Προοίμιο παρ. ΙΙΙ περ. Η4 του Γενικού Πλαισίου Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης (απόφαση της Βουλής των Ελλήνων 6876/4871/2008, ΦΕΚ Α’ 128/3.7.2008).

[104] ΕφΑθ 257/2016. Το Κτήμα Καρά συνιστούσε παλαιό τσιφλίκι της Αττικής που κάλυπτε μία εκτεταμένη περιοχή, στα νοτιοανατολικά του νομού, μεταξύ των σημερινών Δήμων Ηλιουπόλεως, Αργυρουπόλεως και Αλίμου. Σχετ. βλ. Σοφία Παυλάκη, «Πρωτότυπη κτήση κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου σε δάση και λιβάδια της επικράτειας – Η έννοια της καλόπιστης νομής στη χρησικτησία και το καθεστώς των τσιφλικιών στην Αττική με αφορμή την υπόθεση του κτήματος Καρά», https://dasarxeio.com/2017/08/13/47766/, Ελευθέριος Φραγκιουδάκης: «Έκθεση Έρευνας για το Τσιφλίκι Καρά Αττικής», https://dasarxeio.com/2024/02/04/132907/

[105] Βλ. νέο ΡΣΑ (ν. 4277/2014, ΦΕΚ Α’ 156/1.8.2014).

[106] Άρθρο 18 παρ. 2α’ νέου ΡΣΑ.

[107] Άρθρο 17 νέου ΡΣΑ.

[108] Βλ. ν. 1515/1985 (ΦΕΚ Α’ 18/18.2.1985) «Ρυθμιστικό σχέδιο και πρόγραμμα προστασίας περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής της Αθήνας (ΡΣΑ). Σχετ. βλ. ΣτΕ ΠΕ 146/2022 κατά το οποίο: «Οι διατάξεις του Νέου Ρυθμιστικού Σχεδίου Αθηνών – Αττικής (ν. 4277/2014), με τις οποίες θεσπίζονται κατευθύνσεις, προγράμματα και μέτρα για την αναβάθμιση του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος της ευρύτερης περιοχής της Αθήνας, δεσμεύουν τη Διοίκηση κατά την άσκηση της κανονιστικής της εξουσίας ή την έκδοση ατομικών πράξεων, όπως άλλωστε είχε κριθεί και για τις αντίστοιχες διατάξεις του προηγούμενου ρυθμιστικού σχεδίου…».

[109] Βλ. Κώδικα Βασικής Πολεοδομικής Νομοθεσίας (ΚΒΠΝ) (πδ/γμα της 14-24/7/1999, ΦΕΚ Δ’ 580/27.7.1999).

[110] ΕφΑθ 257/2016. Σχετ. Σ. Παυλάκη, «Πρωτότυπη κτήση κυριότητας του Ελληνικού Δημοσίου σε δάση και λιβάδια της επικράτειας …», ό.π.

[111] Ο Υμηττός ονομάζεται συχνά στη λογοτεχνία, στη λαογραφία και στη δημοτική παράδοση ως «Τρελλός» ή «Τρελοβούνι». Κατά την επικρατέστερη εκδοχή, η ονομασία αυτή προέρχεται από τη γαλλική φράση «très long» (πολύ μακρύς) ξένων περιηγητών κυρίως του 19ου αι. Για τούτο και τους Αθηναίους τους αποκαλούσαν παλαβούς, τρελούς, αφού στην Αττική «ο Ήλιος έβγαινε απ’ τον Τρελλό και έδυε στο Δαφνί!» (https://el.wikipedia.org).

[112] Το τραγούδι «Υμηττός», σε στίχους και μουσική του Μάνου Χατζιδάκι και ερμηνεία της Νάνας Μούσχουρη, ακούστηκε, για πρώτη φορά, το 1959, στην ταινία του Σωκράτη Καψάσκη «Η Λίζα το ‘σκασε», https://www.youtube.com/watch?v=jij_Py5tzU0


 



ΚατηγορίεςΝομοθεσία

Tags: , , , , , ,

Discover more from dasarxeio.com

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading