
Δάσος Ελατιάς (Καρά Ντερέ), Ν. Δράμας[1]
Πολιτικές διαχείρισης και προστασίας – Προτάσεις
Σοφία Ε. Παυλάκη,
Δικηγόρος, M.Sc.
Στα χρόνια που ακολούθησαν την ψήφιση του ν. 1650/1986, εφαρμόζεται μία πολιτική συστηματικής «αυτονόμησης» των προστατευόμενων περιοχών της χώρας από το καθεστώς προστασίας και διαχείρισης που ισχύει για τις περισσότερες από αυτές ως κατ’ εξοχήν εκτάσεων δασικού χαρακτήρα. Οι τραγικές ωστόσο διαπιστώσεις της οικολογικής καταστροφής που υπέστησαν, ιδίως κατά τα τελευταία χρόνια, ορισμένες από τις πιο αυστηρά προστατευόμενες από την περιβαλλοντική νομοθεσία περιοχές της χώρας (Δάσος Δαδιάς, Εθνικοί Δρυμοί Πάρνηθας, Σουνίου και Βάλια Κάλντας, υγροβιότοπος διεθνούς σημασίας Στροφυλιάς, λιμνοθάλασσα Καϊάφα κ.ά.), φέρνουν πιο επιτακτικά από ποτέ στο προσκήνιο τον περιορισμό αυτό της δασικής υπηρεσίας, στις περιπτώσεις προστατευόμενων περιοχών σε δάση, σε έναν καθαρά επικουρικό, δευτερεύοντα και διεκπεραιωτικό ρόλο, όσον αφορά το σπουδαίο έργο της προστασίας, της διαχείρισης και αποκατάστασής τους. Κάτι που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την ισχύουσα δασική νομοθεσία αλλά και με αυτή την ίδια τη Συνταγματική τάξη και αποκλείει -ή τουλάχιστον παρεμποδίζει σημαντικά- τη δασική υπηρεσία από την άσκηση του βασικού έργου της που είναι η διαχείριση και προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων της χώρας στο σύνολό τους, ανεξάρτητα αν εμπεριέχουν ή όχι επιμέρους προστατευόμενες περιοχές ή στοιχεία της φύσης. Μέσα από τις επιλογές αυτές της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, η δασική υπηρεσία συστηματικά αποξενώθηκε από τα σημαντικότερα και πλέον πολύτιμα δάση της στην περίπτωση που αυτά έχουν παράλληλα χαρακτηρισθεί και ως προστατευόμενες περιοχές του ν. 1650/1986 οπότε πέρασαν στην αρμοδιότητα αρχικά των καταργηθέντων ΦΔΠΠ και σήμερα του ΟΦΥΠΕΚΑ και των υπηρεσιών του. Στο άρθρο παρουσιάζεται η διαδρομή της νομοθεσίας ως το σημερινό καθεστώς, επιχειρούνται ορισμένες κρίσιμες διαπιστώσεις, εξάγονται συμπεράσματα και προτείνονται λύσεις για μια αναγκαία και ριζική αναθεώρηση του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου που αφορά τη διαχείριση, την προστασία και αποκατάσταση δασικών οικοσυστημάτων τα οποία αποτελούν και προστατευόμενες από την περιβαλλοντική νομοθεσία περιοχές.
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Α. ΔΑΣΗ – ΔΑΣΙΚΕΣ ΕΚΤΑΣΕΙΣ
Β. ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ
1. Ιστορικό – Νομοθετική εξέλιξη
2. Ισχύον καθεστώς
Γ. ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Α. ΔΑΣΗ – ΔΑΣΙΚΕΣ ΕΚΤΑΣΕΙΣ
Κύριος φορέας για την ανάπτυξη, προστασία και διαχείριση των δημοσίων δασών της χώρας καθώς και για τη δασοπολιτική και δασοτεχνική εποπτεία και επιτήρηση των μη δημοσίων δασών είναι η Δασική Υπηρεσία[2]. Σύμφωνα άλλωστε και με τις ισχύουσες διατάξεις του Δασικού Κώδικα (άρθρο 62) η δασοπονία και η εδαφοπονία στα δημόσια ή μη δημόσια δάση ασκείται, στο σύνολό της, σύμφωνα με τη δασική νομοθεσία με στόχο την πληρέστερη επίτευξη των επιδιωκόμενων δασοπονικών και εδαφοπονικών σκοπών για τα δάση της χώρας τα οποία συνιστούν «εθνικό κεφάλαιο» κατά το άρθρο 2 του εκτελεστικού του Συντάγματος νόμου 998/1979 (ΦΕΚ Α’ 289/29.12.1979) περί προστασίας των δασών και των δασικών εκτάσεων.
Η Δασική υπηρεσία αποτελεί μία από τις ελάχιστες δημόσιες υπηρεσίες της οποίας η ίδρυση ανάγεται σε αυτή την ίδια τη σύσταση του νέου Ελληνικού κράτους, με συστηματική οργάνωση, αρμοδιότητες καταλυτικής σημασίας για το ύψιστο περιβαλλοντικό αγαθό του δάσους, βαρυσήμαντη ιστορική πορεία και ένα έργο μοναδικής σπουδαιότητας για τα ελληνικά δάση[3]. Σύμφωνα με το άρθρο 5 του ν. 998/1979 και τις διατάξεις της εν γένει δασικής νομοθεσίας που κατοχυρώνουν τον θεσμικό ρόλο και τις αρμοδιότητες της δασικής υπηρεσίας, η προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων και η λήψη των προβλεπομένων ειδικότερων μέτρων ανήκουν στην αρμοδιότητα της δασικής υπηρεσίας η οποία συνεργάζεται με τις λοιπές δημόσιες υπηρεσίες, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή άλλα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, σε περίπτωση που, κατά την άσκηση του έργου της, απαιτείται η λήψη μέτρων των οποίων η πραγματοποίηση ανήκει και στη δική τους αρμοδιότητα. Προβλέπεται περαιτέρω ότι η άσκηση των αρμοδιοτήτων άλλων δημόσιων ή ιδιωτικών φορέων και υπηρεσιών δεν δύναται να διενεργείται με τρόπο που θίγει τα δάση και τις δασικές εκτάσεις καθ’ υπέρβαση των ορίων που τίθενται από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας και τις σχετικές αποφάσεις των δασικών αρχών.
Για την κατασκευή κάθε είδους τεχνικών έργων και την εκτέλεση των εργασιών προστασίας και ανάπτυξης των δασών και δασικών εκτάσεων μεριμνούν οι υπηρεσίες δασοτεχνικών έργων, στην αρμοδιότητα των οποίων ανήκει ειδικότερα ο προγραμματισμός, η μελέτη και η εκτέλεση των έργων και εργασιών δασικής οδοποιίας, δασικών μεταφορικών εγκαταστάσεων, δασικών κτηρίων, δασοτεχνικής διευθέτησης χειμάρρων, προστατευτικών αναδασώσεων, βελτιώσεων ορεινών βοσκοτόπων, τοποθέτησης πινακίδων, κατασκευής υδατοδεξαμενών και υδραγωγών και συντήρησης ή επισκευής των εν γένει τεχνικών έργων και εγκαταστάσεων. Ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας δύναται να αναθέτει στις υπηρεσίες δασοτεχνικών έργων και κάθε άλλο έργο που αφορά την προστασία και την ανάπτυξη των δασών και το οποίο ανήκει στην αρμοδιότητα άλλων υπηρεσιών του ΥΠΕΝ ή και άλλων υπουργείων (άρθρο 16 ν. 998/1979). Ειδικά η μέριμνα για την ανάπτυξη, τη βελτίωση, την αναδάσωση και την προστασία των πάρκων και αλσών ανήκει στους οικείους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης ή στους φορείς που έχουν αναλάβει τη δημιουργία τους, η δε εκτέλεση κάθε είδους έργων στα πάρκα και άλση ενεργείται μετά από σχετική μελέτη που εγκρίνεται από την αρμόδια δασική αρχή και υπό την εποπτεία της.
Για την πληρέστερη και αποτελεσματικότερη επίτευξη των σκοπών της και την άσκηση του έργου της, η Δασική υπηρεσία διαθέτει περαιτέρω την εξουσία να εκδίδει Δασικές αστυνομικές διατάξεις του άρθρου 66 του Δασικού Κώδικα (νδ/γμα 86/1969), ενώ σύμφωνα με το άρθρο 275 παρ. 2 του Δασικού Κώδικα οι αστυνομικές και λοιπές αρχές υποχρεούνται να παρέχουν πρόθυμα κάθε συνδρομή η οποία ζητείται από τα δασικά όργανα κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και να επιλαμβάνονται της δίωξης δασικών αδικημάτων που διαπράττονται στην περιφέρειά τους σε περίπτωση μόνο που η δίωξη αυτή δεν συντελείται από τα πλέον αρμόδια δασικά όργανα.
Σχετικά με τη διάρθρωση και την οργάνωση των Δασικών υπηρεσιών της χώρας προβλέπει το πδ/γμα 1213/1981 (ΦΕΚ Α’ 300), ενώ με το άρθρο τρίτο της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου της 13/8/2021 (ΦΕΚ Α’ 143/13.8.2021), που κυρώθηκε με τον ν. 4824/2021 (ΦΕΚ Α’ 156/2.9.2021), οι Δασικές Υπηρεσίες των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων της Χώρας μεταφέρονται στο ΥΠΕΝ, ως σύνολο αρμοδιοτήτων, προσωπικού, οργανικών θέσεων και υλικοτεχνικής υποδομής, και λειτουργούν στο εξής ως περιφερειακές υπηρεσίες του. Συγκεκριμένα, με το πδ/γμα 6/2022 (ΦΕΚ Α’ 17/4.2.2022) συνεστήθη στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας Γενική Γραμματεία Δασών στην οποία μεταφέρθηκαν, ως σύνολο αρμοδιοτήτων, οργανικών θέσεων και προσωπικού: α) Η Γενική Διεύθυνση Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος των άρθρων 27 έως 31 του πδ/τος 132/2017 (ΦΕΚ Α’ 160), απαρτιζόμενη από τη Διεύθυνση Προγραμματισμού και Δασικής Πολίτικης, τη Διεύθυνση Προστασίας Δασών, τη Διεύθυνση Δασικών Έργων και Υποδομών και τη Διεύθυνση Διαχείρισης Δασών, και β) Οι υπηρεσίες που μεταφέρθηκαν στο ΥΠΕΝ δυνάμει του άρθρου τρίτου της ΠΝΠ της 13/8/2021 (ΦΕΚ Α’ 143), η οποία κυρώθηκε με το άρθρο 2 του ν. 4824/2021 (ΦΕΚ Α’ 156), ήτοι οι Γενικές Διευθύνσεις Δασών, απαρτιζόμενες από τις Διευθύνσεις Συντονισμού και Επιθεώρησης Δασών, τις Διευθύνσεις Δασών, τις Διευθύνσεις Αναδασώσεων και τα Δασαρχεία, με το σύνολο των ασκουμένων από αυτές αρμοδιοτήτων ως αποκεντρωμένων υπηρεσιών του ΥΠΕΝ[4].
Περαιτέρω, με το πδ/γμα 29/2022 (ΦΕΚ Α’ 77/20.4.2022) προστέθηκαν άρθρα 26Α και 26Β και τροποποιήθηκαν αναλόγως τα άρθρα 27 του πδ/τος 132/2017 (ΦΕΚ Α’ 160/30.10.2017) «Οργανισμός Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας», δυνάμει του οποίου ορίζεται ότι στρατηγικοί σκοποί της Γενικής Διεύθυνσης Δασών και Δασικού Περιβάλλοντος είναι ιδίως: α) ο προγραμματισμός δράσεων και η διασφάλιση χρηματοδοτικών μέσων για την εφαρμογή της δασικής πολιτικής, β) η προστασία των δασικών οικοσυστημάτων, των δημόσιων χορτολιβαδικών και φρυγανικών εκτάσεων της χώρας και της δημόσιας περιουσίας από κάθε κίνδυνο και απειλή, γ) η προστασία του δασικού περιβάλλοντος και της δημόσιας αγροτικής περιουσίας, δ) η προστασία της δασικής βιοποικιλότητας των ειδών, των οικοσυστημάτων και του τοπίου, ε) η αειφορική διαχείριση των δασών και των δασικών οικοσυστημάτων, στ) η λήψη μέτρων για τη διαχείριση της άγριας πανίδας και την άσκηση της πολιτικής σε θέματα θήρας, ζ) ο συντονισμός και η παροχή οδηγιών για την υλοποίηση έργων και εργασιών υποδομής για την ανάπτυξη, την προστασία και τη αειφορική διαχείριση των δασών, η) η υλοποίηση πολιτικών για την αναδάσωση καμένων και την αποκατάσταση υποβαθμισμένων δασικών οικοσυστημάτων, θ) η λήψη των κατάλληλων μέτρων για την προσαρμογή των δασικών οικοσυστημάτων και των δημόσιων χορτολιβαδικών και φρυγανικών εκτάσεων της χώρας στην κλιματική αλλαγή και τη συμβολή τους στο μετριασμό των επιπτώσεων αυτής, ι) η ενιαία, έγκαιρη και αποτελεσματική υλοποίηση της ασκούμενης δασικής πολιτικής και της Εθνικής Στρατηγικής για τα Δάση διαμέσου του συντονισμού, της καθοδήγησης για την άρτια εφαρμογή και του ελέγχου των έργων και εργασιών, δράσεων και προγραμμάτων που εκτελούν οι περιφερειακές Δασικές Υπηρεσίες του Υπουργείου.
Με την υπουργική απόφαση ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/83988/2740/25.8.2022 (ΦΕΚ Β’ 4528/26.8.2022) παρέχεται εξουσιοδότηση υπογραφής του Υπουργού και Υφυπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας και του Γενικού Γραμματέα Δασών στον Γενικό Διευθυντή Δασών, στους Επιθεωρητές Εφαρμογής Δασικής Πολιτικής και στους Διευθυντές Δασών και Δασάρχες, ενώ με την υπουργική απόφαση ΥΠΕΝ/ΔΠΔ/68308/3826/1.7.2022(ΦΕΚ Β’ 3464)[5] καθορίστηκαν τα αποφαινόμενα όργανα του ΥΠΕΝ για τις δημόσιες συμβάσεις υλοποίησης του έργου «Σχέδιο Δασικής Προστασίας» του ν. 4622/2019 (ΦΕΚ Α’ 133).

Ποταμός Καλαμάς, Ν. Θεσπρωτίας
Β. ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ
1. Ιστορικό – Νομοθετική εξέλιξη
Η κατοχύρωση του δικαιώματος στο περιβάλλον στο άρθρο 24 του ελληνικού Συντάγματος του 1975 οδήγησε στην ψήφιση του ν. 1650/1986 (ΦΕΚ Α’ 160/16.10.1986) που έκτοτε αποτέλεσε στη χώρα μας το βασικό κείμενο της εθνικής μας νομοθεσίας για την εν γένει προστασία του περιβάλλοντος. Για πρώτη φορά ετέθη έτσι το ζήτημα της διάκρισης και κατανομής της αρμοδιότητας διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών της φύσης που αποτελούν στην πλειονότητά τους και δασικά οικοσυστήματα, για τα οποία κατ’ εξοχήν αρμόδια ήταν ως τότε αποκλειστικά η Δασική υπηρεσία.
Πραγματοποιήθηκε έτσι, με τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 15 του ν. 2742/1999 (όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 13 του ν. 3044/2002) και με τα κατ’ εξουσιοδότησή του εκδοθέντα προεδρικά διατάγματα, η ίδρυση των ακόλουθων Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (ΦΔΠΠ) (αργότερα συγχωνεύτηκαν, μετονομάστηκαν, συμπληρώθηκαν ή καταργήθηκαν), με σκοπό τη διοίκηση και διαχείριση των περιοχών, στοιχείων και συνόλων της φύσης και του τοπίου του άρθρου 18 του ν. 1650/1986 και των περιοχών που χαρακτηρίζονταν ως Ειδικές Ζώνες Διατήρησης του άρθρου 4 της κυα 33318/28.12.1998 (ΦΕΚ Β’ 1289/28.12.1998) καθώς και την κατάρτιση και εφαρμογή των κανονισμών διοίκησης και λειτουργίας των προστατευόμενων αντικειμένων και σχεδίων διαχείρισης: 1. Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Δέλτα Έβρου και Σαμοθράκης[6], 2. Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Δάσους Δαδιάς – Λευκίμης – Σουφλίου[7], 3. Φορέας Διαχείρισης Λίμνης Κερκίνης[8], 4. Φορέας Διαχείρισης Λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου – Ακαρνανικών Ορέων[9], 5. Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Θερμαϊκού Κόλπου[10], 6. Φορέας Διαχείρισης Κορώνειας – Βόλβης – Χαλκιδικής[11], 7. Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Αλοννήσου – Βορείων Σποράδων[12], 8. Φορέας Διαχείρισης Δέλτα Νέστου – Βιστωνίδας – Ισμαρίδας και Θάσου[13], 9. Φορέας Διαχείρισης Πάρνωνα, Μουστού, Μαινάλου και Μονεμβασίας[14], 10. Φορέας Διαχείρισης Λίμνης Παμβώτιδας Ιωαννίνων[15], 11. Φορέας Διαχείρισης Αμβρακικού Κόλπου – Λευκάδας[16], 12. Φορέας Διαχείρισης Υγροτόπων Κοτυχίου – Στροφυλιάς και Κυπαρισσιακού Κόλπου[17], 13. Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Βόρειας Πίνδου[18], 14. Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Πρεσπών[19], 15. Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου[20], 16. Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Ολύμπου[21], 17. Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Σαμαριάς – Δυτικής Κρήτης[22], 18. Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Παρνασσού[23], 19. Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας[24], 20. Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Οίτης, Κοιλάδας Σπερχειού και Μαλιακού Κόλπου[25], 21. Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Καλαμά – Αχέροντα – Κέρκυρας[26], 22. Φορέας Διαχείρισης Χελμού – Βουραϊκού[27], 23. Φορέας Διαχείρισης Οροσειράς Ροδόπης[28], 24. Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Δωδεκανήσου[29], 25. Φορέας Διαχείρισης Κάρλας – Μαυροβουνίου – Κεφαλόβρυσου Βελεστίνου – Δέλτα Πηνειού[30], 26. Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Σχινιά – Μαραθώνα, Υμηττού και Νοτιοανατολικής Αττικής[31], 27. Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου[32], 28. Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Τζουμέρκων, Κοιλάδας Αχελώου Αγράφων και Μετεώρων[33], 29. Φορέας Διαχείρισης Περιοχής Προστασίας της Φύσης Υγροτόπου Λίμνης Καστοριάς[34].
Ταυτόχρονα, με το άρθρο 24 του ν. 2742/1999 (ΦΕΚ Α’ 207/7.10.1999) ιδρύθηκε ως ΝΠΙΔ κοινωφελούς χαρακτήρα το Εθνικό Κέντρο Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΕΚΠΑΑ) με σκοπό την παροχή, ταξινόμηση και επεξεργασία πληροφοριών για το περιβάλλον και την επιστημονική συμβολή στην εφαρμογή περιβαλλοντικών πολιτικών, μέτρων και προγραμμάτων, τα δε σχετικά με τη συγκρότηση, οργάνωση και λειτουργία του εξειδικεύτηκαν με το πδ/γμα 325/2000 (ΦΕΚ Α’ 266/8.12.2000). Ακολούθως, με την καταργηθείσα κυα 25200/2011 (ΦΕΚ Β’ 2612/8.11.2011) το ΕΚΠΑΑ υπήχθη στο καθεστώς των ΔΕΚΟ του ν. 3429/2005 και μετονομάστηκε σε «Εθνικό Κέντρο Βιώσιμης και Αειφόρου Ανάπτυξης» (ΕΚΒΑΑ), ενώ για τη συνέχιση της λειτουργίας του κρίθηκε ότι έπρεπε να θυσιαστεί η αυτοτέλεια του «Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών» (ΙΓΜΕ), ενός εξειδικευμένου νομικού προσώπου του ευρύτερου δημόσιου τομέα που είχε ιδρυθεί με τον ν. 272/1976 και, μεταπολιτευτικά, είχε διαγράψει μία ιστορική πορεία στην υπηρεσία των γεωτεχνικών επιστημών και το οποίο απορροφήθηκε από το ΕΚΠΑΑ. Μόλις λίγα χρόνια ωστόσο μετά την εξέλιξη αυτή, με την κυα 12935/2015 (ΦΕΚ Β’ 1247/24.6.2015) διαπιστώθηκε και επίσημα η αστοχία των επιλογών της κυα 25200/2011 και αποφασίστηκε τελικά η διάσπαση του ΕΚΒΑΑ με την απόσπαση από αυτό του ΙΓΜΕ, την επανασύσταση του τελευταίου ως αυτοτελούς ΝΠΙΔ και την επάνοδό του στην ιδρυτική του λειτουργία, ενώ το ΕΚΒΑΑ μετονομάστηκε εκ νέου(!) σε Εθνικό Κέντρο Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΕΚΠΑΑ)…
Στο μεταξύ, με το άρθρο 8 παρ. 1 του ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013) συγχωνεύτηκαν οι περισσότεροι από τους αρχικούς ΦΔΠΠ, ενώ με την παρ. 9 του ως άνω άρθρου ορισμένοι ΦΔΠΠ καταργήθηκαν ρητά και κατά την παρ. 12 ορισμένοι συνέχισαν κανονικά τη λειτουργία τους. Προβληματική αποδείχτηκε ωστόσο στην πορεία η εξέλιξη του καθεστώτος ορισμένων τουλάχιστον από τους συγχωνευόμενους φορείς για τους οποίους ρυθμίζει ο ν. 4109/2013, καθώς άλλοι εν συνεχεία καταργήθηκαν και ρητά με υπουργικές αποφάσεις (πχ. Φορέας Διαχείρισης Δέλτα Έβρου, Φορέας Διαχείρισης Δάσους Δαδιάς, Φορέας Διαχείρισης Λίμνης Κερκίνης κ.ά.) ή και με την παρ. 9 του ίδιου του άρθρου 8 του ως άνω νόμου (όπως ο Φορέας Διαχείρισης Λίμνης Παμβώτιδας Ιωαννίνων και ο Φορέας Διαχείρισης Κάρλας – Μαυροβουνίου – Κεφαλόβρυσου Βελεστίνου), ενώ δεν τηρήθηκε ενιαίος τρόπος κατάργησης για όλους τους φορείς.
Τέλος, με τις διατάξεις του ν. 4519/2018 (ΦΕΚ Α’ 25/20.2.2018) καθορίστηκε η νομική μορφή των ΦΔΠΠ ως νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου (ΝΠΙΔ) κοινωφελούς, μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, εποπτευόμενων από τον Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας με σκοπό τη διοίκηση και διαχείριση των περιοχών, στοιχείων και συνόλων της φύσης και του τοπίου των άρθρων 18, 19 και 21 του ν. 1650/1986. Παράλληλα, με τον ως άνω νόμο καθορίστηκαν εκ νέου οι υφιστάμενοι (τότε) ΦΔΠΠ και η ονομασία τους, ενώ ιδρύθηκαν οι εξής επιπλέον οκτώ (8) ΦΔΠΠ: 1. Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Βόρα – Πάικου – Βερμίου[35], 2. Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Δυτικής Μακεδονίας[36], 3. Φορέας Διαχείρισης Κορινθιακού Κόλπου[37], 4. Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Ευβοίας[38], 5. Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Νότιας Πελοποννήσου – Κυθήρων[39], 6. Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Κυκλάδων[40], 7. Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Βορείου Αιγαίου[41], και 8. Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών Κεντρικής και Ανατολικής Κρήτης[42].
2. Ισχύον καθεστώς
Με το άρθρο 27 του ν. 4685/2020 (ΦΕΚ Α’ 92/7.5.2020, όπως τροποποιήθηκε με τους ν. 4722/2020, ΦΕΚ Α’ 177 και 4819/2021, ΦΕΚ Α’ 129), ιδρύθηκε ο Οργανισμός Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ) με κύριο έργο του τον συντονισμό της εφαρμογής της πολιτικής για τις προστατευόμενες περιοχές με την υποστήριξη του «Εθνικού Συστήματος Προστατευόμενων Περιοχών». Περαιτέρω, με το άρθρο 34 του ν. 4685/2020 καθορίστηκε ότι από την έναρξη της κατά νόμον λειτουργίας του ΟΦΥΠΕΚΑ, κάθε Φορέας Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (ΦΔΠΠ) του ν. 4519/2018 (ΦΕΚ Α’ 25) καταργείται και ο ΟΦΥΠΕΚΑ καθίσταται καθολικός διάδοχός του. Βάσει του ανωτέρω νομοθετικού πλαισίου, η διαχείριση των προστατευόμενων περιοχών στην Ελλάδα ανήκει σήμερα στην αρμοδιότητα του ΟΦΥΠΕΚΑ ο οποίος είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, εποπτευόμενο από το ΥΠΕΝ, με αντικείμενο την εφαρμογή της πολιτικής για τις προστατευόμενες περιοχές και για τη διατήρηση της βιοποικιλότητας καθώς και την προώθηση και υλοποίηση δράσεων αειφόρου ανάπτυξης και αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής[43].
Ο ΟΦΥΠΕΚΑ αποτελεί κατά τον ν. 4685/2020 καθολικό διάδοχο του Εθνικού Κέντρου Περιβάλλοντος και Αειφόρου Ανάπτυξης (ΕΚΠΑΑ) (άρθρο 24 ν. 2742/1999) και των 36 Φορέων Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (ΦΔΠΠ) που λειτουργούσαν έως την ίδρυσή του. Στον ΟΦΥΠΕΚΑ υπάγονται και λειτουργούν, σε επίπεδο Τμήματος, είκοσι τέσσερις (24) Μονάδες Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (ΜΔΠΠ) που, μαζί με τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, τις Περιφέρειες και τους Δήμους, συγκροτούν σε περιφερειακό επίπεδο το «Σύστημα Διακυβέρνησης Προστατευόμενων Περιοχών».
Οι Μονάδες Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών καλύπτουν το σύνολο των προστατευόμενων περιοχών της χώρας οι οποίες προσδιορίζονται στις περιοχές προστασίας της βιοποικιλότητας, στα Εθνικά Πάρκα, στα Καταφύγια Άγριας Ζωής και στα προστατευόμενα τοπία και φυσικούς σχηματισμούς. Ο ΟΦΥΠΕΚΑ αναλαμβάνει ρόλο κεντρικού φορέα συντονισμού της διακυβέρνησης και διαχείρισης του φυσικού περιβάλλοντος και εκπονεί πρόγραμμα εφαρμογής των εγκεκριμένων σχεδίων διαχείρισης κάθε προστατευόμενης περιοχής, που εγκρίνεται από τον αρμόδιο Υπουργό. Οι δε ΜΔΠΠ συμμετέχουν στην κατάρτιση και εφαρμογή των σχεδίων διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών της χωρικής αρμοδιότητάς τους και συνεργάζονται με την τοπική κοινωνία και με κάθε εμπλεκόμενο φορέα εντός των περιοχών ευθύνης τους, σε οποιαδήποτε περίπτωση απαιτείται, με στόχο την ολοκληρωμένη διαχείριση, την αποτελεσματική προστασία και την ανάδειξη των προστατευόμενων περιοχών της αρμοδιότητάς τους.
Αναλυτικά, οι 24 ΜΔΠΠ, που λειτουργούν σήμερα στον ΟΦΥΠΕΚΑ, είναι οι ακόλουθες: 1. Μ.Δ. Εθνικών Πάρκων Δέλτα Έβρου και Δαδιάς, 2. Μ.Δ. Εθνικών Πάρκων Νέστου – Βιστωνίδας και Ροδόπης, 3. Μ.Δ. Προστατευόμενων Περιοχών Κεντρικής Μακεδονίας, 4. Μ.Δ. Εθνικού Πάρκου Πρεσπών και Προστατευόμενων Περιοχών Δυτικής Μακεδονίας, 5. Μ.Δ. Εθνικού Πάρκου Ολύμπου, 6. Μ.Δ. Εθνικού Πάρκου Βόρειας Πίνδου, 7. Μ.Δ. Προστατευόμενων Περιοχών Ηπείρου, 8. Μ.Δ. Προστατευόμενων Περιοχών Θεσσαλίας, 9. Μ.Δ. Εθνικού Πάρκου Σποράδων, 10. Μ.Δ. Προστατευόμενων Περιοχών Κοιλάδας Αχελώου και Αμβρακικού Κόλπου, 11. Μ.Δ. Εθνικών Πάρκων Ζακύνθου, Αίνου και Προστατευόμενων Περιοχών Ιονίων Νήσων, 12. Μ.Δ. Εθνικού Πάρκου Μεσολογγίου και Προστατευόμενων Περιοχών Δυτικής Στερεάς Ελλάδας, 13. Μ.Δ. Εθνικών Πάρκων Παρνασσού, Οίτης και Προστατευόμενων Περιοχών Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας, 14. Μ.Δ. Προστατευόμενων Περιοχών Σκύρου και Ευβοίας, 15. Μ.Δ. Εθνικών Πάρκων Πάρνηθας, Σχοινιά και Προστατευόμενων Περιοχών Σαρωνικού Κόλπου, 16. Μ.Δ. Προστατευόμενων Περιοχών Κεντρικού Αιγαίου, 17. Μ.Δ. Εθνικού Πάρκου Σαμαριάς και Προστατευόμενων Περιοχών Δυτικής Κρήτης, 18. Μ.Δ. Προστατευόμενων Περιοχών Ανατολικής Κρήτης, 19. Μ.Δ. Προστατευόμενων Περιοχών Νοτιο-Ανατολικού Αιγαίου, 20. Μ.Δ. Προστατευόμενων Περιοχών Βορειο-Ανατολικού Αιγαίου, 21. Μ.Δ. Κορινθιακού Κόλπου, 22. Μ.Δ. Εθνικού Πάρκου Χελμού – Βουραϊκού και Προστατευόμενων Περιοχών Βόρειας Πελοποννήσου, 23. Μ.Δ. Εθνικού Πάρκου Στροφυλιάς και Προστατευόμενων Περιοχών Δυτικής Πελοποννήσου, 24. Μ.Δ. Προστατευόμενων Περιοχών Νότιας Πελοποννήσου.
Περαιτέρω, με το άρθρο 17 του ν. 2742/1999 (ΦΕΚ Α’ 207/7.10.1999) συμπληρώθηκαν οι αρμοδιότητες της Επιτροπής «Φύση 2000», που έχει συσταθεί με το άρθρο 5 της κυα 33318/3028/28.12.1998 (ΦΕΚ Β’ 1289/28.12.1998), η οποία ενεργεί και ως «Εθνική Επιτροπή Προστατευόμενων Περιοχών» με σκοπό τον συντονισμό, την παρακολούθηση και αξιολόγηση των διαδικασιών προγραμματισμού, οργάνωσης και λειτουργίας του Εθνικού Συστήματος Διοίκησης και Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών.
Γ. ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ
Όπως αναλυτικά προαναφέρθηκε, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, η αρμοδιότητα για τη διαχείριση, την προστασία και αποκατάσταση των δασών και δασικών εκτάσεων της χώρας ανήκει στις Δασικές Υπηρεσίες, ήτοι στην αρμόδια κεντρική και στις περιφερειακές υπηρεσίες του ΥΠΕΝ που με το κατάλληλο και εξειδικευμένο επιστημονικό και επαγγελματικό προσωπικό τους ασκούν και εφαρμόζουν τη δασική πολιτική σύμφωνα με τους κανόνες και τις αρχές της επιστήμης της δασολογίας και με τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας[44]. Σύμφωνα περαιτέρω και με το άρθρο 81 του Δασικού Κώδικα[45], η μελέτη και εκτέλεση των πάσης φύσεως έργων και εργασιών εντός των εθνικών δρυμών, των αισθητικών δασών και των διατηρητέων μνημείων της φύσης ενεργούνται σύμφωνα με όσα ορίζει η δασική νομοθεσία. Ήδη ωστόσο, στα χρόνια που ακολούθησαν την ψήφιση του ν. 1650/1986, εφαρμόζεται, σύμφωνα με τις διατάξεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, μία πολιτική συστηματικής «αυτονόμησης» των προστατευόμενων περιοχών της χώρας από το καθεστώς προστασίας και διαχείρισης που ισχύει για τις περισσότερες από αυτές ως κατ’ εξοχήν εκτάσεων δασικού χαρακτήρα.
Αξιοσημείωτο είναι ότι με τον ν. 4685/2020[46] ως φορείς του Εθνικού Συστήματος Διακυβέρνησης πολιτικής για τις Προστατευόμενες Περιοχές αναγνωρίζονται μια σειρά υπηρεσιών του δημόσιου τομέα από τις οποίες ωστόσο απουσιάζει προκλητικά οποιαδήποτε αναφορά στη Δασική υπηρεσία, ωσάν οι προστατευόμενες περιοχές να μην είναι, στην πλειονότητά τους, ενταγμένες σε ευρύτερα δασικά οικοσυστήματα…[47]. Στο πλαίσιο δε της εν γένει οργάνωσης, λειτουργίας και δράσης του ΟΦΥΠΕΚΑ για την υλοποίηση των στόχων και των προγραμμάτων του, στη Δασική υπηρεσία επιφυλάχθηκε με τον ως άνω νόμο ένας ρόλος καθαρά δευτερεύων, επικουρικός και διεκπεραιωτικός καθώς, αντί να εξαίρεται η καταλυτική και νευραλγική σημασία της για τη διαχείριση και προστασία των ευρύτερων εκτάσεων δασικού χαρακτήρα εντός των οποίων υφίστανται κατά κανόνα προστατευόμενοι οικότοποι και περιοχές, συναριθμείται απλώς σε μια απροσδιόριστη κατηγορία «φορέων και υπηρεσιών» με τις οποίες ο ΟΦΥΠΕΚΑ καλείται να συνεργαστεί στο πλαίσιο της δράσης του, στην έκταση, στον χρόνο και στον βαθμό που ο ίδιος καθορίζει[48].
Καθίσταται επομένως σαφές ότι η εφαρμογή της δασικής νομοθεσίας, των ιστορικά δοκιμασμένων και νομοθετικά κατοχυρωμένων δασοπονικών πρακτικών διαχείρισης, προστασίας και αποκατάστασης των δασών και η εν γένει δικαιοδοσία και αρμοδιότητα των δασικών υπηρεσιών αντί να ενισχυθούν, ενόψει κυρίως των σύγχρονων περιβαλλοντικών προκλήσεων και της εκτεταμένης οικολογικής υποβάθμισης από τις ποικίλες εστίες ρύπανσης και την εντεινόμενη κλιματική αλλαγή, σταδιακά υποχώρησαν, απομειώθηκαν ή και απαξιώθηκαν τελείως έναντι της συνεχώς διογκούμενης επιρροής της δράσης και του ρόλου του ΟΦΥΠΕΚΑ στις προστατευόμενες περιοχές που είναι ενταγμένες σε δάση και δασικές εκτάσεις. Το φαινόμενο αυτό, πέρα από τη συνακόλουθη σύγχυση αρμοδιοτήτων που προκαλεί κυρίως σε περιπτώσεις οικολογικής βλάβης και καταστροφής σε δασικές – προστατευόμενες περιοχές (πχ. πυρκαγιές, ρύπανση υδάτων ή εδάφους, απώλεια ενδιαιτημάτων και βιοποικιλότητας κ.λπ.), εγείρει σημαντικά νομικά, θεσμικά και πρακτικά ζητήματα όσον αφορά τη δυνατότητα ακώλυτης άσκησης της δικαιοδοσίας της δασικής υπηρεσίας επί του συνόλου των δασών και δασικών εκτάσεων ανά την επικράτεια στις οποίες το ίδιο το Σύνταγμα και ο νόμος κατ’ εξοχήν αναγνωρίζουν ρητά και κατοχυρώνουν την αποκλειστική και αδιαφιλονίκητη αρμοδιότητά της.
Το πρόβλημα εντάθηκε ακόμα περισσότερο με τις ρυθμίσεις του άρθρου 44 του ν. 4685/2020[49] το οποίο έπεται ευθύς ακολούθως των διατάξεων που καθορίζουν την ίδρυση, οργάνωση και λειτουργία του ΟΦΥΠΕΚΑ και προσέθεσε στο πδ/γμα 59/2018[50] χρήσεις γης της αρμοδιότητας του εν λόγω φορέα που αφορούν ζώνες: α) Απόλυτης προστασίας της φύσης, β) Προστασίας της φύσης, γ) Διαχείρισης οικοτόπων και ειδών, και δ) Βιώσιμης διαχείρισης φυσικών πόρων, χωρίς ωστόσο ποτέ να έχουν αντιστοιχηθεί οι εν λόγω χρήσεις -οι οποίες στην πλειονότητά τους αφορούν προστατευόμενη δασική γη- με τις επιτρεπτές επεμβάσεις σε δάση και δασικές εκτάσεις που προβλέπει το 6ο κεφάλαιο του ν. 998/1979 και χωρίς ποτέ να έχει ελεγχθεί και διασφαλιστεί αν οι νέες προβλεπόμενες χρήσεις τελούν σε συμφωνία με τις επιτρεπτές επεμβάσεις και χρήσεις επί δασών και δασικών εκτάσεων που αναγνωρίζει η δασική μας νομοθεσία! Δημιουργείται έτσι το άτοπο να έχουμε σχεδιασμό χρήσεων γης σε προστατευόμενες περιοχές της δικαιοδοσίας του ΟΦΥΠΕΚΑ, που αποτελούν ταυτόχρονα και δασικά οικοσυστήματα, ερήμην της δασικής νομοθεσίας, η δε πρόβλεψη στα άρθρα 14α’, 14β’, 14γ’ και 14δ’ του πδ/τος 59/2018 της σχετικής διασφάλισης που δύναται να παράσχει η ειδική περιβαλλοντική μελέτη της παρ. 2 του άρθρου 21 του ν. 1650/1986 για τις εν λόγω χρήσεις, δεν επαρκεί σε καμία περίπτωση για να καλύψει την απουσία οποιασδήποτε σχετικής αναφοράς και εφαρμογής της δασικής νομοθεσίας στις περιπτώσεις αυτές, αφού τα κριτήρια για τη σύνταξη της μελέτης αυτής διέπονται -και αυτά- αποκλειστικά και μόνο από το πνεύμα και τις κατευθύνσεις της περιβαλλοντικής και χωροταξικής νομοθεσίας και όχι της δασικής (βλ. άρθρο 21 παρ. 2 ν. 1650/1986 κατά το οποίο η ειδική περιβαλλοντική μελέτη: «…Εξετάζει τις επιπτώσεις που θα έχουν στο περιβάλλον και ειδικότερα στο προστατευτέο αντικείμενο οι όροι και περιορισμοί δραστηριοτήτων που προτείνει, σε συνδυασμό με τις επιτρεπόμενες δραστηριότητες, όπως αυτές θα προκύπτουν από τις προτεινόμενες χρήσεις γης…», χωρίς επομένως καμία αναφορά σε κριτήρια και διατάξεις της δασικής νομοθεσίας!).
Όντως η περιβαλλοντική νομοθεσία περιέχει διατάξεις για μια συνολική θεώρηση του περιβάλλοντος ως προστατευόμενου αγαθού, δεν θα πρέπει ωστόσο να ξεχνάμε ότι το ίδιο το δάσος, ως θεμελιώδες στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος, συνιστά οικοσύστημα και μάλιστα, σύνθετο και αυστηρά προστατευόμενο βάσει των ειδικών διατάξεων και αρχών που απορρέουν από τη δασική μας νομοθεσία και εφαρμόζονται από τις δασικές υπηρεσίες της χώρας εδώ και δύο περίπου αιώνες, κατά την εφαρμογή της δασικής πολιτικής, σύμφωνα με τους κανόνες της δασολογίας και την πολύτιμη πείρα της δασοπονικής γνώσης και πρακτικής. Η σπουδαιότητα και η μεγάλη αξία που αποδίδεται στο δάσος ως σύνθετο οικοσύστημα και ως στοιχείο του φυσικού περιβάλλοντος που χρήζει αυστηρής και αυξημένης προστασίας, προκύπτει αβίαστα και από αυτό το ίδιο το Σύνταγμά μας, το οποίο εξαιρετικά για το δάσος -σε σύγκριση με όλα τα υπόλοιπα φυσικά στοιχεία και αγαθά- έχει αφιερώσει ειδικές αναφορές και έχει αναγάγει την προστασία του, την αειφορική διαχείρισή του και την υποχρέωση αποκατάστασής του από τις αρμόδιες προς τούτο αρχές σε θεμελιώδες δικαίωμα όλων όσων διαβιούν στην ελληνική επικράτεια, τόσο στο άρθρο 24 (παρ. 1) όσο και στο άρθρο 117 (παρ. 3) αυτού.
Εφ’ όσον επομένως οι εκτάσεις δασικού χαρακτήρα αντιμετωπίζονται από τον ίδιο τον καταστατικό Χάρτη της πολιτείας και τη δασική νομοθεσία ως προστατευόμενα σύνθετα οικοσυστήματα με μεγάλη οικολογική, αισθητική και οικονομική αξία, εντός των οποίων ενδεχομένως περιλαμβάνονται και προστατευόμενες βάσει της περιβαλλοντικής νομοθεσίας περιοχές, είναι απολύτως αυτονόητο και παραδεκτό ότι από την αειφορική διαχείριση, τη βιωσιμότητα, την οικολογική ισορροπία και την εν γένει προστασία των δασών, ως ευρύτερων οικοσυστημάτων, εξαρτάται και η βιώσιμη και αειφορική διαχείριση και προστασία του συνόλου των επιμέρους προστατευόμενων στοιχείων ή περιοχών της φύσης που περικλείονται σε αυτά (πχ. οικότοποι, προστατευόμενες περιοχές, στοιχεία ή σύνολα της φύσης, υδάτινα οικοσυστήματα, άγρια ζωή, βιοποικιλότητα, έδαφος κ.λπ.).
Με άλλα λόγια, η δασική νομοθεσία και πρακτική, θεμελιωμένη στις αρχές και στους κανόνες της δασολογικής επιστήμης, ως του κατ’ εξοχήν επιστημονικού κλάδου που μελετά και διαχειρίζεται το δάσος, εφαρμόζει μέτρα και διατυπώνει τεκμηριωμένα συμπεράσματα για την οικολογικά ορθή και βιώσιμη διαχείριση και προστασία των δασών. Είναι επομένως εκείνη στην οποία θα πρέπει πρωτίστως και θεμελιακά να προστρέχουμε αναζητώντας μέτρα και κανόνες ενδεδειγμένης διαχείρισης, προστασίας και αποκατάστασης των προστατευόμενων περιοχών ή στοιχείων της φύσης που αποτελούνται από δάση ή εμπεριέχονται σε δασικά οικοσυστήματα και εξαρτώνται άρρηκτα και καταλυτικά από αυτά. Και τούτο, επειδή η δασική νομοθεσία και πρακτική είναι εκείνες που διαθέτουν και εξασφαλίζουν τους απαιτούμενους μηχανισμούς και τα μέσα, αλλά και τις θεμελιώδεις αρχές, τους κανόνες και τις εγγυήσεις για την αειφορική διαχείριση και την αποτελεσματική προστασία και των προστατευόμενων περιοχών, σε περίπτωση που αυτές εμπεριέχονται σε ευρύτερα δασικά οικοσυστήματα, λειτουργώντας ως αναπόσπαστο με αυτά στοιχείο.
Για τούτο, οι δασικές υπηρεσίες με την κατάλληλη στελέχωσή τους με ειδικευμένο επιστημονικό προσωπικό, αναλόγως της μορφής, της σύστασης και της έκτασης των προστατευόμενων περιοχών που τυχόν περικλείονται στην έκταση της δικαιοδοσίας τους, μπορούν να εγγυηθούν και να φέρουν κάλλιστα σε πέρας και το έργο της προστασίας και διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών της χώρας, το οποίο σήμερα τους έχει αφαιρεθεί και έχει ανατεθεί στον ΟΦΥΠΕΚΑ και στις κατά τόπους μονάδες του. Τούτο θα πρέπει να γίνει δεκτό, όπως προαναφέρθηκε, κυρίως για τον λόγο ότι σχεδόν όλες οι προστατευόμενες περιοχές της χώρας αποτελούν ή ανήκουν σε ευρύτερα δασικά οικοσυστήματα, ενώ αντιθέτως κάθε δάσος ή δασική έκταση δεν εμπεριέχει πάντοτε προστατευόμενες περιοχές της φύσης. Προκύπτει επομένως ότι οι εκτάσεις δασικού χαρακτήρα ανά την επικράτεια είναι ευρύτερες και περισσότερες σε σχέση με τις προστατευόμενες περιοχές οι οποίες, αφού κατά κανόνα εμπεριέχονται σε δάση, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως μέρη του μείζονος δασικού οικοσυστήματος εντός του οποίου υπάρχουν και με του οποίου τα στοιχεία αλληλεπιδρούν και αλληλεξαρτώνται και όχι ως στοιχεία της φύσης αποκομμένα από τα ευρύτερα δασικά οικοσυστήματα εντός των οποίων αναπτύσσονται, όπως εσφαλμένα -αν όχι ολέθρια- γίνεται σήμερα.
Πράγματι, στην πράξη δυστυχώς ακολουθείται μια εντελώς αντίθετη και επικίνδυνη τακτική, με τη συστηματική απόσπαση αρμοδιοτήτων από τον βασικό κορμό της δικαιοδοσίας των δασικών υπηρεσιών για τη δασική διαχείριση και προστασία. Χαρακτηριστικά παραδείγματα για τούτο είναι: α) Η μεταφορά της δασοπυρόσβεσης στο Πυροσβεστικό Σώμα που συντελέστηκε με τον ν. 2612/1998 (ΦΕΚ Α’ 112/25.5.1998), β) Η παροχή της δυνατότητας άσκησης από τους μηχανικούς (πδ/γμα 99/2018, ΦΕΚ Α’ 187) επαγγελματικών δικαιωμάτων του κλάδου των γεωτεχνικών, όπως η εκπόνηση δασικών μελετών για έργα πρασίνου (πδ/γμα 344/2000, ΦΕΚ Α’ 297), γ) Η καινοφανής δυνατότητα ανάθεσης σε εταιρείες – κολοσσούς του εμπορικού δικαίου και εν γένει σε ιδιώτες, ως «αναδόχους», του έργου της αποκατάστασης και της αναδάσωσης δημοσίων δασικών εκτάσεων που έχουν κηρυχθεί αναδασωτέες μετά από δασική πυρκαγιά, αντί να χρηματοδοτούνται προς τούτο οι αρμόδιες δασικές αρχές, ώστε να καλύπτουν από τον προϋπολογισμό τους και από τα ίδια αποθέματα των δασικών τους φυτωρίων το καταλυτικής σημασίας για τη διατήρηση του δασικού πλούτου καθήκον της αναδάσωσης που τους έχει κατ’ αποκλειστικότητα ανατεθεί από τη νομοθεσία της χώρας (άρθρα 5, 38 επ. ν. 998/1979 συνδ. άρθρο 42 παρ. 3 ν. 998/1979, όπως ισχύει μετά την ΠΝΠ της 13/8/2021 που κυρώθηκε με τον ν. 4824/2021), δ) Η αναγνώριση της δυνατότητας σύνταξης έκθεσης αυτοψίας και πράξης βεβαίωσης περιβαλλοντικών παραβάσεων από υπαλλήλους του ΟΦΥΠΕΚΑ που χαρακτηρίζονται πλέον ως ειδικοί ανακριτικοί υπάλληλοι του άρθρου 31 παρ. 1 περ. γ’ ΚΠΔ, ενώ υπάρχουν αρμόδια και αποτελεσματικά όργανα για τούτο: οι δασοφύλακες (άρθρο 182 ν. 5037/2023, ΕγκΕισΑΠ 15/2023)[51].
Και ο κατάλογος των αρμοδιοτήτων που αποσπώνται από τη δασική υπηρεσία ή αναγνωρίζονται παράλληλα σε όργανα άλλων υπηρεσιών ή φορέων ολοένα και διογκώνεται, οδηγώντας στη συστηματική απαξίωσή της και υποδαυλίζοντας το σπουδαίο, ιστορικό έργο της για τον τόπο. Και όλα αυτά, παρά το ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση αναγνωρίζει τη δασοπονία, τη βιώσιμη διαχείριση των υφισταμένων δασών και τη δημιουργία νέων δασών ως βασικό μοχλό ανάσχεσης της κλιματικής αλλαγής[52] και ενώ τα δάση βάλλονται από ποικίλες μορφές ρύπανσης, υποβαθμίζονται καθημερινά από ποικίλες ανθρώπινες επεμβάσεις και αφανίζονται από τις καταστροφικές πυρκαγιές μαζί με όλο τον πλούτο της βιοποικιλότητας, τα ενδιαιτήματα και τα προστατευόμενα στοιχεία της φύσης που εμπεριέχουν. Ειδικά στην περίπτωση που τα δάση περικλείουν στην έκτασή τους προστατευόμενες και από την περιβαλλοντική νομοθεσία περιοχές ή στοιχεία ή σύνολα της φύσης, το πρόβλημα ενισχύεται ακόμα περισσότερο καθώς οι προστατευόμενες εντός δασών περιοχές αντιμετωπίζονται έτσι ως τμήματα της φύσης μεμονωμένα ή και αποκομμένα τόσο από τα ευρύτερα δασικά οικοσυστήματα εντός των οποίων υπάρχουν και αναπτύσσονται επί χιλιάδες χρόνια, όσο και από την ειδική προς τούτο δασική νομοθεσία που θεμελιακά διέπει τις προστατευόμενες περιοχές σε δάση.
Αρκεί να αναλογιστούμε την καταστροφική πυρκαγιά που για δεύτερη, συνεχή χρονιά κατέκαψε και αφάνισε την αυστηρά προστατευόμενη περιοχή του Εθνικού Πάρκου Δαδιάς[53], αλλά και τις ιδιαίτερες συνθήκες υπό τις οποίες η πυρκαγιά αυτή εκδηλώθηκε και εξελίχθηκε με τη φωτιά να καίει ασταμάτητα επί μερόνυχτα τόσο πέρσι όσο, ακόμα περισσότερο, και φέτος. Ειδικά φέτος η πυρκαγιά επεκτάθηκε και στον πυρήνα του Εθνικού πάρκου, έχει ήδη κλείσει ένα ολόκληρο δεκαήμερο που παραμένει άσβεστη και ακόμα συνεχίζει το καταστροφικό της έργο, ενώ εντός της προστατευόμενης ζώνης του Εθνικού πάρκου εντοπίστηκαν απανθρακωμένα πτώματα μεταναστών που βρέθηκαν εκεί υπό αδιευκρίνιστες ακόμα συνθήκες για τις οποίες η διοίκηση του ΟΦΥΠΕΚΑ θα πρέπει αναμφίβολα να λογοδοτήσει… Ως αποτέλεσμα, η πατρίδα μας έχασε ένα από τα σημαντικότερα δάση της Ελληνικής αλλά και της Ευρωπαϊκής επικράτειας, για του οποίου ωστόσο τη διαχείριση και αυστηρή προστασία είχε προκριθεί ως αρμόδιος φορέας όχι η δασική της υπηρεσία, με όλη την πολύτιμη γνώση και πρακτική που διαθέτει στη διαχείριση και προστασία των δασών μας, αλλά ένας περιβαλλοντικός φορέας που δεν κατάφερε, όπως όλα δείχνουν, να προστατεύσει τη Δαδιά ούτε μετά την περσινή μερική καταστροφή της…
Αλλά και ιστορικά ιδωμένη η επιλογή ανάθεσης της αρμοδιότητας διαχείρισης και προστασίας των προστατευόμενων περιοχών σε δάση αρχικά στους ΦΔΠΠ και αργότερα στις ΜΔΠΠ, όχι μόνο δεν δείχνει να έφερε τα προσδοκώμενα αποτελέσματα αλλά κατέδειξε ολοφάνερα την πλήρη και προκλητική ανεπάρκεια και αδυναμία των φορέων αυτών να εκπληρώσουν την αποστολή τους, αφού στα χρόνια της διοίκησης και διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών της χώρας από τους Φορείς Διαχείρισης και τον ΟΦΥΠΕΚΑ καταστράφηκαν ή υποβαθμίστηκαν, έως και σήμερα, σημαντικά οικοσυστήματα και αυστηρά προστατευόμενες περιοχές μοναδικής οικολογικής και αισθητικής αξίας, όπως το δάσος Στροφυλιάς και η λιμνοθάλασσα Καϊάφα (πυρκαγιές 2007, 2019), το Εθνικό Πάρκο Δαδιάς Σουφλίου Ν. Έβρου (πυρκαγιές 2022, 2023), ο Εθνικός Δρυμός Βάλια Κάλντας (πυρκαγιά 2022), ο Εθνικός Δρυμός Πάρνηθας (πυρκαγιές 2007, 2021, 2023)[54], ο Εθνικός Δρυμός Σουνίου (2020)[55] και άλλες αυστηρά προστατευόμενες περιοχές ανά τη χώρα.
Οι τραγικές αυτές για τον περιβαλλοντικό και δασικό πλούτο της χώρας μας διαπιστώσεις δείχνουν, όπως προειπώθηκε, ότι η δασική υπηρεσία, στις περιπτώσεις προστατευόμενων περιοχών μέσα σε δάση, έχει δυστυχώς περιοριστεί από την ισχύουσα περιβαλλοντική νομοθεσία σε έναν καθαρά επικουρικό, δευτερεύοντα και διεκπεραιωτικό ρόλο, όσον αφορά το σπουδαίο έργο της προστασίας, της διαχείρισης και αποκατάστασής τους. Κάτι που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με την ισχύουσα δασική νομοθεσία αλλά και με αυτή την ίδια τη Συνταγματική τάξη και αποκλείει -ή τουλάχιστον παρεμποδίζει σημαντικά- τη δασική υπηρεσία από την άσκηση του βασικού έργου της που είναι η διαχείριση και προστασία των δασών και των δασικών εκτάσεων της χώρας στο σύνολό τους, ανεξάρτητα αν εμπεριέχουν ή όχι επιμέρους προστατευόμενες περιοχές ή στοιχεία της φύσης. Στην πραγματικότητα, δεν είναι υπερβολή να ισχυριστούμε ότι, μέσα από τις επιλογές αυτές της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, η δασική υπηρεσία συστηματικά αποξενώθηκε από τα σημαντικότερα και πλέον πολύτιμα δάση της στην περίπτωση που αυτά έχουν παράλληλα χαρακτηρισθεί και ως περιοχές προστασίας της φύσης του ν. 1650/1986.
Φρονούμε επομένως για τούτο ότι το πλέον ενδεδειγμένο και συνταγματικά ορθό θα ήταν η προστασία, η διαχείριση και η αποκατάσταση του συνόλου των προστατευόμενων περιοχών της χώρας που αποτελούνται από δάση και δασικές εκτάσεις ή εντάσσονται σε ευρύτερα δασικά οικοσυστήματα, να περιέλθει άμεσα, νομοθετικά και θεσμικά, στην αρμοδιότητα και στη δικαιοδοσία των δασικών υπηρεσιών (κεντρικής και αποκεντρωμένων) αφού αυτές στελεχωθούν κατάλληλα με το ενδεδειγμένο δασικό προσωπικό για την αντιμετώπιση κάθε ιδιαίτερης ανάγκης και φροντίδας που αναφύεται αναλόγως της φύσης και του χαρακτήρα κάθε συγκεκριμένης προστατευόμενης περιοχής. Συμπληρωματικά, θα μπορούσαν ενδεχομένως να συνεπικουρούνται οι κατά τόπους δασικές υπηρεσίες κατά την άσκηση του έργου τους αυτού και από εξωτερικούς συνεργάτες επιστήμονες άλλων επιστημονικών και επαγγελματικών κλάδων, υπό την καθοδήγηση όμως των κατά τόπους δασαρχείων και στην έκταση και στον βαθμό που τούτο τυχόν θα απαιτείται αναλόγως της εκάστοτε συγκεκριμένης περίπτωσης ή ανάγκης.
Άλλωστε, σύμφωνα και με το άρθρο 16 του ν. 998/1979, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας δύναται να αναθέτει σε δασικές υπηρεσίες και κάθε άλλο έργο που αφορά την προστασία και ανάπτυξη των δασών και το οποίο ανήκει στην αρμοδιότητα άλλων υπηρεσιών του ΥΠΕΝ (όπως συμβαίνει εν προκειμένω), ή ακόμα και άλλων Υπουργείων. Αντίθετα ωστόσο με τον κανόνα αυτόν που θεσπίζει ο νόμος, σήμερα όχι μόνο δεν ανατίθεται στη δασική υπηρεσία και «κάθε άλλο έργο που προσιδιάζει στην αρμοδιότητά της» για την προστασία και διαχείριση των δασών μας, αλλά της αφαιρούνται στην πράξη συστηματικά και αυτές ακόμα οι θεμελιώδεις αρμοδιότητες που εκ του νόμου διαθέτει! Η δε αναποτελεσματικότητα αυτής της επιλογής αποτυπώνεται ξεκάθαρα όχι μόνο στο ίδιο το φυσικό περιβάλλον που καταστρέφεται κάθε χρόνο πιο πολύ αλλά και σε θεσμικό επίπεδο, με τη χρόνια ρυθμιστική αστάθεια και την ατέρμονη παλινωδία των νομοθετικών και κανονιστικών ρυθμίσεων και επιλογών, που επιχειρούν εκάστοτε να καθορίσουν ένα αρκούντως ικανοποιητικό πλαίσιο οργάνωσης και λειτουργίας τόσο ενός κεντρικού φορέα προστασίας και διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών (ΕΚΠΑΑ, ΕΚΒΑΑ, ΟΦΥΠΕΚΑ) όσο και των περιφερειακών υποδιαιρέσεών του (ΦΔΠΠ, ΜΔΠΠ).
Η νομοθετική αυτή «περιπέτεια» του θεσμού των ειδικών φορέων διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών της χώρας, μέσα από τους αλλεπάλληλους πειραματισμούς και τη συχνή αυτοαναίρεσή τους, είναι δηλωτική και της έλλειψης σαφούς και εναρμονισμένου με το Σύνταγμα και τους νόμους ερείσματος της οργάνωσης και λειτουργίας τους. Έρχεται δε και σε πλήρη και εμφαντική αντίθεση με το στιβαρό οικοδόμημα της δασικής μας νομοθεσίας και της δασοπονικής μας παράδοσης, που επί τη βάσει μιας ανεπανάληπτης για τα δεδομένα της χώρας συστηματικής κατάταξης της νομοθετικής ύλης και της απόλυτα επιτυχούς αφομοίωσης των αρχών και των πορισμάτων της επιστήμης της δασολογίας από τους κανόνες δικαίου, έδωσε -και εξακολουθεί να δίνει- νομοθετήματα ιστορικής αξίας, με ξεκάθαρο αντικείμενο, στόχους και αρχές, που άντεξαν στον χρόνο (ο πρώτος Δασικός κώδικας ίσχυσε το 1827…! και ο σημερινός ισχύει από το 1969) και εξακολουθούν να ρυθμίζουν αποτελεσματικά τη διαχείριση και την προστασία των δασών μας με πληρότητα, λειτουργικότητα και συμφωνία προς τις συνταγματικές επιταγές για τα δάση της πατρίδας μας.
Και ναι μεν το ισχύον δίκαιο δέχεται την υποχώρηση της αρμοδιότητας των δασικών υπηρεσιών σε περίπτωση συντρέχουσας αρμοδιότητας της αρχαιολογικής υπηρεσίας για την προστασία του αρχαιολογικού πλούτου που βρίσκεται εντός δασών, δασικών εκτάσεων, πάρκων και αλσών, αλλά δεν θα μπορούσε να υποστηριχθεί, σε καμία περίπτωση, ότι θα ήταν δυνατόν να ισχύσει το ίδιο όσον αφορά και την αντιμετώπιση των προστατευόμενων περιοχών εντός δασών και δασικών εκτάσεων. Και τούτο, επειδή στις περιπτώσεις που προκρίνεται η αρμοδιότητα της αρχαιολογικής υπηρεσίας, συντρέχει παράλληλη αρμοδιότητα δύο διαφορετικών υπουργείων με τελείως διακριτό αντικείμενο προστασίας, που απαιτεί την κατάλληλη στάθμιση και, τελικά, την πρόκριση της αρμοδιότητας της μίας υπηρεσίας έναντι της άλλης. Αντίθετα, στη δεύτερη περίπτωση (της εφαρμογής της δασικής ή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας) η αρμοδιότητα διαχείρισης, προστασίας και αποκατάστασης αφορά αντικείμενο του αυτού υπουργείου, ήτοι την προστασία ευρύτερων στοιχείων της φύσης (δασών και δασικών εκτάσεων) εντός των οποίων περιέχονται μερικότερα στοιχεία (προστατευόμενες περιοχές ή φυσικά στοιχεία ή σύνολα) που χρήζουν προστασίας. Επομένως, στη δεύτερη περίπτωση, που είναι και εκείνη που μας ενδιαφέρει εν προκειμένω, δεν τίθεται ζήτημα σύγκρουσης αρμοδιοτήτων αλλά εξεύρεσης, με βάση τα κριτήρια που παρέχει η επιστήμη και ο νόμος, του θεσμικού, νομοθετικού και εν γένει ρυθμιστικού πλαισίου που καλύπτει και προστατεύει συστηματικότερα, αποτελεσματικότερα και συνολικά το ευρύτερο οικοσύστημα (δάσος ή δασική έκταση) εντός του οποίου υπάρχει και αναπτύσσεται το μερικό (προστατευόμενη περιοχή, στοιχείο ή σύνολο της φύσης).
Σε πλήρη ωστόσο αντίθεση με τα απολύτως εύλογα και αποδεκτά αυτά συμπεράσματα, στα χρόνια που ακολούθησαν το 1999 (οπότε για πρώτη φορά καθιερώθηκε νομοθετικά ένας φορέας διαχείρισης των ιδιαίτερα προστατευόμενων στοιχείων και περιοχών της ελληνικής φύσης, το ΕΚΠΑΑ), το θεσμικό πλαίσιο ανάθεσης σε φορείς εκτός δασικής υπηρεσίας της διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών που αποτελούνται από δάση ή εντάσσονται σε αυτά, χαρακτηρίστηκε από αλλεπάλληλες νομοθετικές μεταβολές, αναθεωρήσεις, συμπληρώσεις και τροποποιήσεις που το καθιστούν άλλοτε ασαφές και άλλοτε δυσλειτουργικό, σε κάθε δε περίπτωση τρωτό και αναποτελεσματικό να επιτελέσει τον σπουδαίο ρόλο που του έχει αναθέσει η ελληνική πολιτεία για τη βιώσιμη διαχείριση και την προστασία των ευαίσθητων περιβαλλοντικά περιοχών της χώρας, που χρήζουν ιδιαίτερης και αυξημένης προστασίας. Όπως δε αποδεικνύεται και από την ίδια την τραγική πραγματικότητα, η αναποτελεσματικότητα αυτή καθίσταται μοιραία και για τα δασικά οικοσυστήματα που ταυτίζονται με τις προστατευόμενες περιοχές σε περίπτωση οικολογικής καταστροφής που συντελείται ή εκδηλώνεται εντός των τελευταίων. Έτσι όμως η δασική υπηρεσία σταδιακά περιορίστηκε από τη λειτουργία των ΦΔΠΠ (νυν ΜΔΠΠ) και παραμένει έως και σήμερα παροπλισμένη σε δευτερεύοντα και καθαρά επικουρικό ρόλο, παρ’ όλες τις καταστροφές και την υποβάθμιση που έχουν στο μεταξύ συντελεστεί. Και παρακολουθεί, εδώ και χρόνια, την απώλεια και την καταστροφή περιοχών και οικοσυστημάτων της απολύτου δικαιοδοσίας της, σύμφωνα με τη δασική νομοθεσία και το Σύνταγμα, χωρίς πλέον να διαθέτει, επί της ουσίας, τη δυνατότητα διαχείρισης και προστασίας τους σε περίπτωση που αποτελούν ταυτόχρονα και προστατευόμενες από την περιβαλλοντική νομοθεσία περιοχές…
Για όλους επομένως τους λόγους που προεκτέθηκαν αναλυτικά, θεωρείται σήμερα επιβεβλημένη μία ριζική αναθεώρηση του ισχύοντος αναποτελεσματικού μοντέλου και του ατελέσφορου θεσμικού και νομοθετικού πλαισίου διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών που περικλείονται εντός εκτάσεων δασικού χαρακτήρα ή αποτελούνται και οι ίδιες από δάση και δασικές εκτάσεις, με την αποκατάσταση της δασικής υπηρεσίας στον θεσμικό και ιστορικό της ρόλο ως του κατ’ εξοχήν φορέα διαχείρισης, προστασίας και αποκατάστασης των δασικών οικοσυστημάτων, ανεξάρτητα αν περικλείονται ή όχι εντός τους προστατευόμενες περιοχές, στοιχεία ή σύνολα της φύσης του ν. 1650/86.
Η πρόσφατη μεταφορά του συνόλου των δασικών υπηρεσιών της χώρας στο ΥΠΕΝ, δυνάμει του πδ/τος 6/2022 (ΦΕΚ Α’ 17/4.2.2022), με την κάθετη υπαγωγή τους στη Γενική Γραμματεία Δασών ως κεντρικού φορέα άσκησης της δασικής πολιτικής, σηματοδοτεί μια ιστορική συγκυρία και μία απόφαση «σταθμό» στα χρονικά της δασικής υπηρεσίας που της επιτρέπει, μέσα από την προαγωγή και την ανάδειξη του θεσμικού κύρους της και του λειτουργικού της ρόλου, όπως εξειδικεύεται και με το πδ/γμα 29/2022, να ασκήσει, με νέα, σύγχρονη και ενισχυμένη δυναμική το έργο της, ανταποκρινόμενη στο έπακρο στις ανάγκες για ολοκληρωμένη και αποτελεσματική διαχείριση και προστασία του συνόλου των δασών και δασικών εκτάσεων της χώρας, ως σύνθετων οικοσυστημάτων με σπουδαία οικολογική, αισθητική και οικονομική αξία.
Η δε ανάθεση της αρμοδιότητας διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών που ταυτόχρονα είναι και δάση στις δασικές υπηρεσίες, θα υπηρετούσε ιδανικά και τη βασική αρχή της χρηστής διοίκησης που επιβάλλει η άσκηση και ο σχεδιασμός της λειτουργίας των δημόσιων υπηρεσιών να γίνεται σύμφωνα με το πνεύμα και τις επιταγές του νόμου και με τις αρχές της οικονομίας και του κατά το δυνατόν χαμηλότερου λειτουργικού και διοικητικού κόστους. Και τούτο επειδή η ύπαρξη, εδώ και δύο αιώνες, της δασικής υπηρεσίας και η λειτουργία τόσο της κεντρικής όσο και των περιφερειακών υπηρεσιών της στο σύνολο της επικράτειας, δύνανται επάξια να εγγυηθούν και να καλύψουν το έργο που τους έχει ανατεθεί για την προστασία και διαχείριση των δασών ως σύνθετων οικοσυστημάτων, χωρίς να απαιτείται η ίδρυση και λειτουργία ξεχωριστού φορέα για τον σκοπό αυτό, όπως συμβαίνει σήμερα, και αποφεύγοντας έτσι την αθρόα διασπάθιση του δημοσίου χρήματος που απαιτεί η λειτουργία του ΟΦΥΠΕΚΑ και των υπηρεσιών του, αφού μάλιστα αποδείχτηκε ολοφάνερα ότι αδυνατεί τελικά να προστατεύσει τις αυστηρά «προστατευόμενες» περιοχές της χώρας που του έχουν ανατεθεί.
Ο εξαίρετος Καθηγητής Νομικής κ Δημ. Παπαστερίου, ήδη από το καλοκαίρι του 2021, σχολίαζε προορατικά: «Το ερώτημα που αναδύεται είναι αν ο ΟΦΥΠΕΚΑ πρόλαβε ν’ ασχοληθεί με τις πυρκαγιές Ιουλίου – Αυγούστου 2021. Μάλλον, λόγω της νεότητάς του, δεν έχει προλάβει. Αλλιώς πρέπει να του αποδοθεί μια πρώτη τεράστια αποτυχία, δεδομένης της “παμμεγίστης” καταστροφής. …Εξακολουθούμε ν’ αναζητούμε ακόμη την παρουσία αυτού του “Συστήματος” στις πυρκαγιές του Ιουλίου και Αυγούστου 2021 αλλά και την όποια συμβολή του ΟΦΥΠΕΚΑ…». Λόγια που η ίδια η πραγματικότητα επιβεβαίωσε στο διάστημα που μεσολάβησε…[56]

Επόμενη μέρα στο Δάσος της Δαδιάς (Ιούλιος 2022). Σήμερα δεν υπάρχει ούτε αυτό..
————
[1] Το Δάσος Ελατιάς (ή Καρά Ντερέ) βρίσκεται στον νομό Δράμας. Προστατεύεται ως Τόπος Κοινοτικής Σημασίας (ΤΚΣ) του Ευρωπαϊκού Δικτύου Natura 2000 με κωδικό GR1140003. Αποτελείται από εκτεταμένα δάση ερυθρελάτης, οξιάς, δασικής και μαύρης πεύκης. Έχοντας συνολική έκταση 12.460,12 εκτάρια, αποτελεί το μεγαλύτερο δάσος της πατρίδας μας, ενώ διαθέτει και το μοναδικό δάσος σημύδας (πηγές: «Η Ροδόπη», https://www.ekby.gr/rhodope/gr/rodopi.htm, «Περιοχή Ελατιάς (Καρά Ντερέ) και γύρω κορυφές», https://filotis.itia.ntua.gr/biotopes/c/A00040004/).
[2] Βλ. «Δάση», σε: https://ypen.gov.gr/perivallon/dasi/
[3] Σχετ. βλ. Ιω. Κέκερης, «Η Δασική Υπηρεσία, από την ίδρυσή της μέχρι σήμερα», https://dasarxeio.com/2016/10/01/35492/
[4] Βλ. https://ypen.gov.gr/perivallon/dasi/geniki-grammateia-dason/
[5] https://dasarxeio.com/2022/07/05/113939/
[6] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Δέλτα Έβρου», σύσταση: περ. 1 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. α’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015 (ΦΕΚ Α’ 143), άρθρο 16 ν. 4447/2016 (ΦΕΚ Α’ 241), μετονομασία: περ. α’ παρ. 3 άρθρου 2 ν. 4519/2018 (ΦΕΚ Α’ 25/2018), κατάργηση: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/116772/4324/7.12.2021 (ΦΕΚ Β’ 6191/23.12.2021).
[7] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Δάσους Δαδιάς», σύσταση: περ. 2 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. α’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016, κατάργηση: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/116732/4315/6.12.2021 (ΦΕΚ Β’ 6191/23.12.2021).
[8] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Λίμνης Κερκίνης», σύσταση: περ. 3 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. γ’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016, κατάργηση: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/123114/4550/22.12.2021 (ΦΕΚ B’ 6362/31.12.2021).
[9] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Λιμνοθάλασσας Μεσολογγίου», σύσταση: περ. 4 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. ε’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016, μετονομασία: περ. δ’ παρ. 3 άρθρου 2 ν. 4519/2018 (ΦΕΚ Α’ 25/2022), κατάργηση: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/12287/479/9.2.2022 (ΦΕΚ Β’ 1056/10.3.2022).
[10] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Δέλτα Αξιού – Λουδία – Αλιάκμονα», σύσταση: περ. 5 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. γ’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016, μετονομασία: περ. ε’ παρ. 3 άρθρου 2 ν. 4519/2018 (ΦΕΚ Α’ 25), κατάργηση: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/123036/4548/2021 (ΦΕΚ Β’ 6387/31.12.2021).
[11] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Λιμνών Κορώνειας – Βόλβης», σύσταση: περ. 6 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. γ’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013, παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016, μετονομασία: περ. στ’ παρ. 3 άρθρου 2 ν. 4519/2018, κατάργηση: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/123066/4549/2021 (ΦΕΚ Β’ 6362/31.12.2021).
[12] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Αλοννήσου – Βορείων Σποράδων», σύσταση: περ. 7 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, παράταση: παρ. 12 άρθρου 8 ν. 4109/2013, έγκριση κανονισμού – διαχείριση: υα 53946/21.12.2004, 53945/21.12.2004, υα 53944/21.12.2004 (ΦΕΚ Β’ 1961/31.12.2004).
[13] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Δέλτα Νέστου – Βιστωνίδας – Ισμαρίδας», σύσταση: περ. 8 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. β’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016.
[14] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Όρους Πάρνωνα και Υγροτόπου Μουστού», σύσταση: περ. 9 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, παράταση: παρ. 12 άρθρου 8 ν. 4109/2013, μετονομασία: περ. θ’ παρ. 3 άρθρου 2 ν. 4519/2018 (ΦΕΚ Α’ 25/2022), κατάργηση: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/11828/467/8.2.2022 (ΦΕΚ Β’ 1056/10.3.2022).
[15] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Λίμνης Παμβώτιδας Ιωαννίνων», σύσταση: περ. 10 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016, κατάργηση: περ. β’ παρ. 9 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/9236/400/2.2.2022 (ΦΕΚ Β’ 517/9.2.2022).
[16] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Υγροτόπων Αμβρακικού», σύσταση: περ. 11 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. ε’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016.
[17] Επωνυμία «Φορέας Διαχείρισης Υγροτόπων Κοτυχίου – Στροφυλιάς», σύσταση: περ. 12 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. η’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016.
[18] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Εθνικών Δρυμών Βίκου – Αώου και Πίνδου», σύσταση: περ. 13 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. δ’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016, μετονομασία: περ. ιγ’ παρ. 3 άρθρου 2 ν. 4519/2018 (ΦΕΚ Α’ 25/2018), κατάργηση: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/116471/4301/6.12.2021 (ΦΕΚ Β’ 6191/23.12.2021).
[19] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Πρεσπών», σύσταση: περ. 14 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, παράταση: παρ. 12 άρθρου 8 ν. 4109/2013, μετονομασία: περ. ιδ’ παρ. 3 άρθρου 2 ν. 4519/2018 (ΦΕΚ Α’ 25/2018), κατάργηση: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/11831/468/8.2.2022 (ΦΕΚ Β’ 10.3.2022).
[20] Επωνυμία «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Αίνου», σύσταση: περ. 15 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. η’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016.
[21] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Ολύμπου», σύσταση: περ. 16 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, παράταση: παρ. 12 άρθρου 8 ν. 4109/2013, κατάργηση: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/116755/4322/7.12.2021 (ΦΕΚ Β’ 6191/23.12.2021).
[22] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Σαμαριάς», σύσταση: περ. 17 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. θ’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016.
[23] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Παρνασσού», σύσταση: περ. 18 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. στ’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016.
[24] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Πάρνηθας», σύσταση: περ. 19 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. ζ’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016, κατάργηση: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/116740/4319/7.12.2021 (ΦΕΚ Β’ 6191/23.12.2021).
[25] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Δρυμού Οίτης», σύσταση: περ. 20 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. στ’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016, μετονομασία: περ. κ’ παρ. 3 άρθρου 2 ν. 4519/2018 (ΦΕΚ Α’ 25/2018), τροποποίηση: άρθρο 47 ν. 4521/2018 (ΦΕΚ Α’ 38/2.3.2018), κατάργηση: υα οικ. ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/4261/208/9.2.2022 (ΦΕΚ Β’ 1056/10.3.2022).
[26] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Στενών και Εκβολών Καλαμά και Αχέροντα», σύσταση: περ. 21 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. ε’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016.
[27] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Χελμού – Βουραϊκού», σύσταση: περ. 22 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. η’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013, παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016, διατήρηση επωνυμίας: περ. κβ’ παρ. 3 άρθρου 2 ν. 4519/2018 (ΦΕΚ Α’ 25/2018), κατάργηση: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/12281/478/9.2.2022 (ΦΕΚ Β’ 1056/10.3.2022).
[28] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Οροσειράς Ροδόπης», σύσταση: περ. 23 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. β’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016, διατήρηση επωνυμίας: περ. κγ’ παρ. 3 άρθρου 2 ν. 4519/2018 (ΦΕΚ Α’ 25/2022), κατάργηση: υα οικ. ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/4243/204/9.2.2022 (ΦΕΚ Β’ 1056/10.3.2022).
[29] Επωνυμία «Φορέας Διαχείρισης Καρπάθου – Σαρίας», σύσταση: περ. 24 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, συγχώνευση: περ. θ’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016, μετονομασία: περ. κδ’ παρ. 3 άρθρου 2 ν. 4519/2018 (ΦΕΚ Α’ 25), κατάργηση: υα οικ. ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/4276/210/6.12.2022 (ΦΕΚ Β’ 722/17.2.2022).
[30] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Κάρλας – Μαυροβουνίου – Κεφαλόβρυσου Βελεστίνου», σύσταση: περ. 25 παρ. 10 άρθρου 15 ν. 2742/1999, παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016, μετονομασία: περ. κε’ παρ. 3 άρθρου 2 ν. 4519/2018, κατάργηση: περ. γ’ παρ. 9 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/10729/434/7.2.2022 (ΦΕΚ Β’ 894/25.2.2022).
[31] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Σχινιά – Μαραθώνα», σύσταση: πδ/γμα της 13.9.2002 (ΦΕΚ Δ’ 793/2002), καθορισμός ορίων περιοχής ευθύνης: πδ/γμα της 3.7.2000 (ΦΕΚ Δ’ 395/2000), συγχώνευση: περ. ζ’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016, τροποποίηση: άρθρο 47 ν. 4521/2018 (ΦΕΚ Α’ 38/2.3.2018), κατάργηση: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/116732/4315/7.12.2021 (ΦΕΚ Β’ 6191/23.12.2021).
[32] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Θαλάσσιου Πάρκου Ζακύνθου», σύσταση: πδ/γμα της 27.11.2003 (ΦΕΚ Δ’ 1272/2003), καθορισμός ορίων περιοχής ευθύνης: πδ/γμα της 22.12.1999 (ΦΕΚ Δ’ 906), παράταση: παρ. 12 άρθρου 8 ν. 4109/2013, διατήρηση επωνυμίας: περ. κζ’ παρ. 3 άρθρου 2 ν. 4519/2018 (ΦΕΚ Α’ 25/2022), κατάργηση: υα οικ. ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/4247/206/14.2.2022 (ΦΕΚ B’ 800/23.2.2022).
[33] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Τζουμέρκων, Περιστερίου και Χαράδρας Αράχθου», σύσταση: πδ/γμα της 12.2.2009 (ΦΕΚ Δ’ 49), συγχώνευση: περ. δ’ παρ. 1 άρθρου 8 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013), παράταση: παρ. 20 άρθρου 8 ν. 4109/2013, άρθρο 36 ν. 4342/2015, άρθρο 16 ν. 4447/2016, κατάργηση: υα ΠΕΝ/ΔΝΕΠ/116474/4302/6.12.2021 (ΦΕΚ Β’ 6191/23.12.2021).
[34] Επωνυμία: «Φορέας Διαχείρισης Περιοχής Προστασίας της Φύσης Υγροτόπου Λίμνης Καστοριάς», σύσταση: πδ/γμα της 14/6/2012 (ΦΕΚ ΑΑΠ 226/19.6.2012), κατάργηση: περ. α’ παρ. 9 άρθρου 9 ν. 4109/2013 (ΦΕΚ Α’ 16/23.1.2013, διόρθ. σφ. ΦΕΚ Α’ 47/21.2.2013).
[35] Κατάργηση – ενσωμάτωση στον ΟΦΥΠΕΚΑ: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/55116/1940/31.5.2022 (ΦΕΚ B’ 2870/7.6.2022).
[36] Κατάργηση – ενσωμάτωση στον ΟΦΥΠΕΚΑ: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/4221/200/31.5.2022 (ΦΕΚ B’ 2870/7.6.2022).
[37] Κατάργηση – ενσωμάτωση στον ΟΦΥΠΕΚΑ: υα ΥΠΕΝ/Δ ΝΕΠ/55177/1946/31.5.2022 (ΦΕΚ Β’ 2866/7.6.2022).
[38] Κατάργηση – ενσωμάτωση στον ΟΦΥΠΕΚΑ: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/55125/1942/31.5.2022 (ΦΕΚ B’ 2870/7.6.2022).
[39] Κατάργηση – ενσωμάτωση στον ΟΦΥΠΕΚΑ: υα ΥΠΕΝ/Δ ΝΕΠ/55139/1943/31.5.2022 (ΦΕΚ Β’ 2866/7.6.2022).
[40] Κατάργηση – ενσωμάτωση στον ΟΦΥΠΕΚΑ: υα ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/55150/1944/31.5.2022 (ΦΕΚ B’ 2870/7.6.2022).
[41] Κατάργηση – ενσωμάτωση στον ΟΦΥΠΕΚΑ: υα οικ. ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/4227/201/31.5.2022 (ΦΕΚ Β’ 2866/7. 6.2022).
[42] Κατάργηση – ενσωμάτωση στον ΟΦΥΠΕΚΑ: οικ. ΥΠΕΝ/ΔΝΕΠ/4237/202/31.5.2022 (ΦΕΚ Β’ 2866/7.6.2022).
[44] Βλ. ιδίως άρθρα 5, 16, 38 επ. ν. 998/1979 συνδ. πδ/τα 6/2022 και 29/2022.
[45] Όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 7 του νδ/τος 996/1971 (ΦΕΚ Α’ 192).
[46] Βλ. ν. 4685/2020 (ΦΕΚ A’ 92/7.5.2020) «Εκσυγχρονισμός περιβαλλοντικής νομοθεσίας, ενσωμάτωση στην ελληνική νομοθεσία των Οδηγιών 2018/844 και 2019/692 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και λοιπές διατάξεις».
[47] Συγκεκριμένα, το άρθρο 26 του ν. 4685/2020 ορίζει ότι: «1. Το Εθνικό Σύστημα Διακυβέρνησης της πολιτικής για τις Προστατευόμενες Περιοχές (εφεξής: “Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ”) συγκροτείται από τους φορείς που περιγράφονται στις επόμενες παραγράφους και τις μεταξύ τους συστημικές σχέσεις, οι οποίες δημιουργούνται με τα εργαλεία του άρθρου 33. 2. Το Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ διαρθρώνεται σε κεντρικό και περιφερειακό επίπεδο. 3. Το Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ σε κεντρικό επίπεδο συγκροτείται από τους ακόλουθους φορείς: α) το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ), β) τον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής του άρθρου 27, γ) το Υπουργείο Εσωτερικών, που έχει την αρμοδιότητα της εποπτείας των Αποκεντρωμένων Διοικήσεων και των ΟΤΑ (Περιφερειών και Δήμων), δ) το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, που έχει την αρμοδιότητα διαχείρισης των αλιευτικών πόρων στον θαλάσσιο χώρο και προωθεί τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη του αγροτικού τομέα της χώρας, ε) το Υπουργείο Ψηφιακής Διακυβέρνησης, που ασκεί την ψηφιακή πολιτική και προωθεί την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, στ) το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής που ασκεί τις αρμοδιότητές του κυρίως στον θαλάσσιο χώρο, τους λιμένες, τη χερσαία ζώνη αυτών και σε παράκτιους χώρους, ζ) το Υπουργείο Τουρισμού που ασκεί την τουριστική πολιτική και υποστηρίζει την ήπια τουριστική δραστηριότητα σε προστατευόμενες περιοχές, η) άλλα Υπουργεία συμμετέχουν στο Σύστημα Διακυβέρνησης με βάση τις καθ’ ύλην αρμοδιότητές τους. 4. Το Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ σε περιφερειακό επίπεδο συγκροτείται από τους ακόλουθους φορείς: α) τις Μονάδες Διαχείρισης Προστατευόμενων Περιοχών (καλούμενες εφεξής ΜΔΠΠ) του άρθρου 34, β) τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, γ) τις Περιφέρειες και δ) τους Δήμους. 5. Το Σύστημα Διακυβέρνησης ΠΠ επικουρείται, στο πλαίσιο της εφαρμογής της πολιτικής για τις προστατευόμενες περιοχές, από ακαδημαϊκά και ερευνητικά ιδρύματα της ημεδαπής και της αλλοδαπής, περιβαλλοντικές οργανώσεις και φορείς μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα».
[48] Βλ. κυρίως άρθρο 27 παρ. 5 ν. 4685/2020.
[49] Άρθρο 44 παρ. 1β’ ν. 4685/2020 (ΦΕΚ Α’ 92/7.5.2020).
[50] Βλ. παρ. Ι άρθρου 1 συνδ. με άρθρα 14α’, 14β’, 14γ’ και 14δ’ του πδ/τος 59/2018 (ΦΕΚ Α’ 114/29.6.2018) «Κατηγορίες και περιεχόμενο χρήσεων γης».
[51] https://dasarxeio.com/2023/06/21/126181/
[52] Βλ. Κανονισμό (ΕΕ) 841/2018 (EEL156/1/19.06.2018) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, για τη συμπερίληψη των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου και των απορροφήσεων από δραστηριότητες χρήσης γης, αλλαγής χρήσης γης και δασοπονίας για το κλίμα και την ενέργεια (land use, land use change and forestry «LULUCF»). Σχετ. βλ. και Σοφία Παυλάκη, «Ο νέος κανονισμός (ΕΕ) 841/2018 για τα δάση και την κλιματική αλλαγή», https://dasarxeio.com/2018/08/05/58932/, https://www.ddikastes.gr/node/3234, Σ. Παυλάκη, «Κανονισμός (ΕΕ) 841/2018 – Ακόμα μία χαμένη ευκαιρία για τα ελληνικά δάση;», https://dasarxeio.com/2020/06/30/82876/, Σ. Παυλάκη, «Μακροπρόθεσμα κλιματικά οφέλη από την εφαρμογή του νέου Κανονισμού (ΕΕ) 841/2018 (LULUCF) για τα δάση και την κλιματική αλλαγή», Εισήγηση στο πλαίσιο Συνεδρίου και Workshop με θέμα: «Κλιματική Αλλαγή, Επιστήμη, Πολιτεία και Πολίτες», που διοργάνωσε το ΓΕΩΤΕΕ, την 19/01/2019, υπό την Αιγίδα του τ. Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Πρ. Παυλόπουλου, στο Δημοτικό Θέατρο του Δημαρχιακού μεγάρου Ηλιούπολης Αττικής, https://www.geotee.gr/lnkFiles/20190207140352_5.pdf, Σ. Παυλάκη, «Η αειφορία των δασών στο ισχύον νομοθετικό πλαίσιο», forestry.gr. Συναφής και ο Κανονισμός (ΕΕ) 2018/842 (ΕΕ L 156/26/19.6.2018) του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 30ής Μαΐου 2018, σχετικά με τις δεσμευτικές ετήσιες μειώσεις των εκπομπών αερίων θερμοκηπίου από τα κράτη μέλη από το 2021 έως το 2030, στο πλαίσιο της συμβολής στη δράση για το κλίμα για την τήρηση των δεσμεύσεων που απορρέουν από τη συμφωνία του Παρισιού και για την τροποποίηση του Κανονισμού (ΕΕ) 525/2013.
[53] Βλ. Αλέξ. Δημητρακόπουλος, «Το δάσος της Δαδιάς χάθηκε για πάντα», https://dasarxeio.com/2023/08/28/128302
[54] Βίκυ Κατεχάκη, «Οι φύλακες της Πάρνηθας στην «Κ»: «Αυτό που προστατεύαμε εδώ και χρόνια, ξαφνικά δεν θα υπάρχει», https://www.kathimerini.gr/society/562580710/oi-fylakes-tis-parnithas-stin-k-ayto-poy-prostateyame-edo-kai-chronia-xafnika-den-tha-yparchei/
[55] Ελ. Σταματόπουλος, «Η καταστροφή του Εθνικού Δρυμού Σουνίου – Οι δασικές πυρκαγιές, οι ευθύνες, οι αλήθειες και τα ψέμματα», https://dasarxeio.com/2020/07/18/83719/
[56] Βλ. Δημήτριος Παπαστερίου, «ΟΦΥΠΕΚΑ. Ένα “παρόν” όργανο μαμούθ περιβαλλοντικής πολιτικής Άρθρα 27-43 ν. 4685/2020», https://dasarxeio.com/2021/08/30/101420/
ΚατηγορίεςΑπόψεις, Προστατευόμενες περιοχές